Ορμόνη που εκκρίνεται από τα κύτταρα των οστών μπορεί να αποδειχθεί
θαυματουργή στην καταπολέμηση του λίπους, αφού, όπως προκύπτει από
πειράματα Ελληνίδων ερευνητριών στις ΗΠΑ, μπορεί να καταστείλει την
όρεξη και να μειώσει την ποσότητα της προσλαμβανόμενης τροφής.
Οι επιστήμονες, με επικεφαλής την αναπληρώτρια καθηγήτρια Σταυρούλα Κουστένη και τη συνεργάτιδά της, ερευνήτρια Ιωάννα Μόσιαλου, του τμήματος Φυσιολογίας και Κυτταρικής Βιοφυσικής του Ιατρικού Κέντρου του πανεπιστημίου Κολούμπια της Νέας Υόρκης, έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό «Nature».
Οπως δήλωσε η κυρία Κουστένη, «τα ευρήματά μας προσθέτουν μια κρίσιμη νέα λειτουργία των ορμονών των οστών, την καταστολή της όρεξης, κάτι που μπορεί να ανοίξει μια τελείως νέα προσέγγιση στη θεραπεία των μεταβολικών διαταραχών». Ως τώρα είχε ανακαλυφθεί ότι τα οστά εκκρίνουν τουλάχιστον δύο ορμόνες, την FGF23 και την οστεοκαλσίνη. Το 2010 η Στ. Κουστένη ανακάλυψε ότι η απενεργοποίηση ενός γονιδίου, του FOXO1, στους οστεοβλάστες, δηλαδή στα κύτταρα από όπου δημιουργούνται τα οστά, έκανε τα ποντίκια να τρώνε λιγότερο, να είναι πιο αδύνατα και να έχουν καλύτερα επίπεδα σακχάρου (γλυκόζη) στο αίμα τους.
Η λιποκαλίνη 2
Αυτή τη φορά οι ερευνήτριες ανακοίνωσαν ότι ανακάλυψαν άλλη μια ορμόνη των οστών, τη λιποκαλίνη 2 (LCN2), πρωτεΐνη που εκκρίνεται από τους οστεοβλάστες. Η συγκεκριμένη ορμόνη επεμβαίνει στον μεταβολισμό, καθώς εμπλέκεται στην έκκριση της ινσουλίνης και βελτιώνει την αντοχή στη γλυκόζη, όπως έδειξαν οι μελέτες στα πειραματόζωα.
Διαπιστώθηκε, επίσης, ότι η ορμόνη LCN2 μπορεί να διασχίσει τον αιματοεγκεφαλικό φραγμό και να εισχωρήσει στον υποθάλαμο του εγκεφάλου. Στη συνέχεια, μέσω των κατάλληλων νευρώνων, ενεργοποιεί έναν γνωστό μηχανισμό καταστολής της όρεξης.
Οι πρώτες ενδείξεις και στους ανθρώπους είναι ενθαρρυντικές. Σε μια ανάλυση ασθενών με διαβήτη τύπου 2 η ερευνητική ομάδα βρήκε ότι το επίπεδο της εν λόγω ορμόνης στο αίμα τους ήταν αντιστρόφως ανάλογο με το βάρος τους και το επίπεδο της γλυκοζυλιωμένης αιμοσφαιρίνης, η οποία αποτελεί ένδειξη για το επίπεδο του σακχάρου σε βάθος χρόνου.
Από την
Κατερίνα Στυλιανέα
Οι επιστήμονες, με επικεφαλής την αναπληρώτρια καθηγήτρια Σταυρούλα Κουστένη και τη συνεργάτιδά της, ερευνήτρια Ιωάννα Μόσιαλου, του τμήματος Φυσιολογίας και Κυτταρικής Βιοφυσικής του Ιατρικού Κέντρου του πανεπιστημίου Κολούμπια της Νέας Υόρκης, έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό «Nature».
Οπως δήλωσε η κυρία Κουστένη, «τα ευρήματά μας προσθέτουν μια κρίσιμη νέα λειτουργία των ορμονών των οστών, την καταστολή της όρεξης, κάτι που μπορεί να ανοίξει μια τελείως νέα προσέγγιση στη θεραπεία των μεταβολικών διαταραχών». Ως τώρα είχε ανακαλυφθεί ότι τα οστά εκκρίνουν τουλάχιστον δύο ορμόνες, την FGF23 και την οστεοκαλσίνη. Το 2010 η Στ. Κουστένη ανακάλυψε ότι η απενεργοποίηση ενός γονιδίου, του FOXO1, στους οστεοβλάστες, δηλαδή στα κύτταρα από όπου δημιουργούνται τα οστά, έκανε τα ποντίκια να τρώνε λιγότερο, να είναι πιο αδύνατα και να έχουν καλύτερα επίπεδα σακχάρου (γλυκόζη) στο αίμα τους.
Η λιποκαλίνη 2
Αυτή τη φορά οι ερευνήτριες ανακοίνωσαν ότι ανακάλυψαν άλλη μια ορμόνη των οστών, τη λιποκαλίνη 2 (LCN2), πρωτεΐνη που εκκρίνεται από τους οστεοβλάστες. Η συγκεκριμένη ορμόνη επεμβαίνει στον μεταβολισμό, καθώς εμπλέκεται στην έκκριση της ινσουλίνης και βελτιώνει την αντοχή στη γλυκόζη, όπως έδειξαν οι μελέτες στα πειραματόζωα.
Διαπιστώθηκε, επίσης, ότι η ορμόνη LCN2 μπορεί να διασχίσει τον αιματοεγκεφαλικό φραγμό και να εισχωρήσει στον υποθάλαμο του εγκεφάλου. Στη συνέχεια, μέσω των κατάλληλων νευρώνων, ενεργοποιεί έναν γνωστό μηχανισμό καταστολής της όρεξης.
Οι πρώτες ενδείξεις και στους ανθρώπους είναι ενθαρρυντικές. Σε μια ανάλυση ασθενών με διαβήτη τύπου 2 η ερευνητική ομάδα βρήκε ότι το επίπεδο της εν λόγω ορμόνης στο αίμα τους ήταν αντιστρόφως ανάλογο με το βάρος τους και το επίπεδο της γλυκοζυλιωμένης αιμοσφαιρίνης, η οποία αποτελεί ένδειξη για το επίπεδο του σακχάρου σε βάθος χρόνου.
Από την
Κατερίνα Στυλιανέα
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου