Σάββατο 13 Φεβρουαρίου 2016

Νέα ομολογιακή παρέμβαση από τον καθηγητή της Θεολογικής Σχολής ΑΠΘ Δημήτριο Τσελεγγίδη



Ο Καθηγητής της Θεολογικής Σχολής του ΑΠΘ  Δημήτριος Τσελεγγίδης με νέα επιστολή του προς τους Ιεράρχες της Εκκλησίας μας εντοπίζει και αναδεικνύει τα προβληματικά σημεία του Κανονισμού λειτουργίας της Μεγάλης Συνόδου, καθώς και άλλων κειμένων της.
Μα­κα­ρι­ώ­τα­τε Ἅ­γι­ε Πρό­ε­δρε,
Σε­βα­σμι­ώ­τα­τοι Ἅ­γιοι Ἀρ­χι­ε­ρεῖς,
Ἐν ὄ­ψει τῆς μελ­λού­σης νά συ­νέλ­θει Ἁ­γί­ας καί Με­γά­λης Συ­νό­δου, θά ἤ­θε­λα νά θέ­σω γιά ἀ­κό­μη μί­α φο­ρά, εὐ­λα­βῶς, ἐ­νώ­πιόν Σας κά­ποι­ες θε­ο­λο­γι­κοῦ χα­ρα­κτή­ρα σκέ­ψεις μου, πού ἐλ­πί­ζω νά Σᾶς φα­νοῦν ἀ­ξι­ο­ποι­ή­σι­μες.
Ἀ­πό μί­α ἔ­ρευ­να, πού πραγ­μα­το­ποί­η­σα, δι­α­πί­στω­σα μέ δυ­σά­ρε­στη ἔκ­πλη­ξη, ὅ­τι ἡ Ἐκ­κλη­σί­α τῆς Ἑλ­λά­δος -ἀ­πό τό 1961 πού ἄρ­χι­σαν οἱ Πα­νορ­θό­δο­ξες Προ­συ­νο­δι­κές Δι­α­σκέ­ψεις γιά τήν πα­ρα­πά­νω Με­γά­λη Σύ­νο­δο- δέν ἀ­σχο­λή­θη­κε μέ τίς ἀ­πο­φά­σεις τῶν Δι­α­σκέ­ψε­ων αὐ­τῶν σέ ἐ­πί­πε­δο Συ­νό­δου τῆς Ἱ­ε­ραρ­χί­ας. Τοῦ­το εἶ­χε ὡς συ­νέ­πεια, νά φτά­σου­με στήν δυ­σχε­ρῆ ση­με­ρι­νή ἐκ­κλη­σι­α­στι­κή κα­τά­στα­ση. Νά ἔ­χου­με δη­λα­δή ἐκ­κλη­σι­α­στι­κές ἀ­πο­φά­σεις γιά τά κρί­σι­μα θέ­μα­τα μιᾶς Με­γά­λης Πα­νορ­θο­δό­ξου Συ­νό­δου, γιά τίς ὁ­ποῖ­ες, ὅ­μως, ὑ­πάρ­χει σο­βα­ρό ἔλ­λειμ­μα συ­νο­δι­κῆς κα­λύ­ψε­ώς τους ἀ­πό τήν Το­πι­κή Σύ­νο­δο τῆς Ἱ­ε­ραρ­χί­ας, ὅ­πως προ­βλέ­πε­ται, ἄλ­λω­στε, ἀ­πό τίς Προ­συ­νο­δι­κές Δι­α­σκέ­ψεις.

Αὐ­τήν τή στιγ­μή βρι­σκό­μα­στε ἐκ­κλη­σι­α­στι­κῶς στό προ­τε­λευ­ταῖ­ο στά­διο τῶν ὁ­ρι­στι­κῶν ἀ­πο­φά­σε­ων τῆς Με­γά­λης Πα­νορ­θο­δό­ξου Συ­νό­δου. Φρο­νῶ, ὅ­τι τά πράγ­μα­τα –πα­ρά τήν ἐ­ξαι­ρε­τι­κή σο­βα­ρό­τη­τά τους– εἶ­ναι ἀ­κό­μη ἰ­ά­σι­μα. Ὡς γνω­στόν, τό Συ­νο­δι­κό Σύ­στη­μα τῆς Ὀρ­θο­δό­ξου Ἐκ­κλη­σί­ας μας ἀ­πο­τε­λεῖ ἁ­γι­ο­πνευ­μα­τι­κή ἐκ­κλη­σι­α­στι­κή λει­τουρ­γί­α, ὄ­χι μό­νο γιά τά θέ­μα­τα τῆς δι­οι­κή­σε­ως καί τῆς ζω­ῆς της, ἀλ­λά καί γιά τήν ἀ­κρι­βῆ δι­α­τύ­πω­ση τῆς δογ­μα­τι­κῆς δι­δα­σκα­λί­ας της. Εἰ­δι­κό­τε­ρα, φρο­νῶ, ὅ­τι τό συ­νο­δι­κό ἔλ­λειμ­μα τῶν πα­ρελ­θόν­των 55 ἐ­τῶν μπο­ρεῖ σί­γου­ρα νά θε­ρα­πευ­θεῖ τώ­ρα, ἐ­φό­σον οἱ ἀ­πο­φά­σεις τῆς ἐ­πι­κει­μέ­νης Συ­νό­δου τῆς Ἱ­ε­ραρ­χί­ας, σχε­τι­κά μέ τά θέ­μα­τα τῆς μελ­λού­σης Με­γά­λης Συ­νό­δου τῆς Ὀρ­θο­δο­ξί­ας, θά εἶ­ναι σύμ­φω­νες μέ τήν αὐ­το­συ­νει­δη­σί­α τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας καί τήν ἁ­γι­ο­πνευ­μα­τι­κή ἐμ­πει­ρί­α τῆς Ἱ­ε­ρᾶς Πα­ρα­δό­σε­ώς της.
Καί κά­τι ἄλ­λο, συ­να­φές, καί ἐ­ξαι­ρε­τι­κά σο­βα­ρό. Δι­ά­βα­σα, προ­σε­κτι­κά, τόν δη­μο­σι­ευ­μέ­νο προ­σφά­τως «Κα­νο­νι­σμό Ὀρ­γα­νώ­σε­ως καί Λει­τουρ­γί­ας τῆς Ἁ­γί­ας καί Με­γά­λης Συ­νό­δου» καί­ ἔ­χω νά Σᾶς κα­τα­θέ­σω μί­α θε­ο­λο­γι­κοῦ-δογ­μα­τι­κοῦ χα­ρα­κτή­ρα πα­ρα­τή­ρη­σή μου.
Συγ­κε­κρι­μέ­να, στό Ἄρ­θρο 12, μέ θέ­μα «ΨΗ­ΦΟ­ΦΟ­ΡΙΑ ΚΑΙ ΕΓ­ΚΡΙ­ΣΙΣ ΤΩΝ ΚΕΙ­ΜΕ­ΝΩΝ», ση­μει­ώ­νον­ται τά ἑ­ξῆς ση­μαν­τι­κά: «Ἡ ψη­φο­φο­ρί­α ἐ­πί τῶν συ­ζη­τη­θέν­των καί ἀ­να­θε­ω­ρη­θέν­των ὑ­πό τῆς Συ­νό­δου κει­μέ­νων ἐ­πί τῶν θε­μά­των τῆς ἡ­με­ρη­σί­ας δι­α­τά­ξε­ως,
1. συν­δέ­ε­ται πρός τάς αὐ­το­κε­φά­λους Ὀρ­θο­δό­ξους Ἐκ­κλη­σί­ας καί ὄ­χι πρός τά κα­θ’ ἕ­κα­στον μέ­λη τῶν ἐν τῇ Συ­νό­δῳ ἀν­τι­προ­σω­πει­ῶν αὐ­τῶν, συμ­φώ­νως πρός τήν ὁ­μό­φω­νον σχε­τι­κήν ἀ­πό­φα­σιν τῆς Ἱ­ε­ρᾶς Συ­νά­ξε­ως τῶν Προκα­θη­μέ­νων τῶν Ὀρ­θο­δό­ξων Ἐκ­κλη­σι­ῶν, 
2. ἡ κα­τά Ἐκ­κλη­σί­ας καί ὄ­χι κα­τά τά μέ­λη αὐ­τῶν ψή­φι­σις ἐν τῇ Συ­νό­δῳ τῶν κει­μέ­νων δέν ἀ­πο­κλεί­ει τήν ἀρ­νη­τι­κήν θέ­σιν ἑ­νός ἤ καί πλει­ό­νων ἀρ­χι­ε­ρέ­ων μιᾶς ἀν­τι­προ­σω­πεί­ας αὐ­το­κε­φά­λου τι­νός Ὀρ­θο­δό­ξου Ἐκ­κλη­σί­ας ἐ­πί τῶν γε­νο­μέ­νων τρο­πο­λο­γι­ῶν ἤ καί ἐ­πί ἑ­νός κει­μέ­νου γε­νι­κώ­τε­ρον, ἡ δι­α­φω­νί­α τῶν ὁ­ποί­ων κα­τα­χω­ρί­ζε­ται εἰς τά Πρα­κτι­κά τῆς Συ­νό­δου, καί 
3. ἡ ἀ­ξι­ο­λό­γη­σις τῶν δι­α­φω­νι­ῶν αὐ­τῶν εἶ­ναι πλέ­ον ἐ­σω­τε­ρι­κόν ζή­τη­μα τῆς εἰς ἥν ἀ­νή­κουν αὐ­το­κε­φά­λου Ἐκ­κλη­σί­ας, ἡ ὁ­ποί­α δύ­να­ται νά ὑ­πο­στη­ρί­ξῃ τήν θε­τι­κήν ψῆ­φον αὐ­τῆς ἐ­πί τῇ βά­σει τῆς ἀρ­χῆς τῆς ἐ­σω­τε­ρι­κῆς πλει­ο­νο­ψη­φί­ας, ἐκ­φρά­ζε­ται δέ ὑ­πό τοῦ Προ­κα­θη­μέ­νου αὐ­τῆς, διό καί δέ­ον ὅ­πως προ­βλε­φθῇ εἰς αὐ­τήν ὁ ἀ­ναγ­καῖ­ος χῶ­ρος καί χρό­νος δι᾽ ἐ­σω­τε­ρι­κήν συ­ζή­τη­σιν ἐπ᾽ αὐ­τοῦ».
Στό Ἄρ­θρο αὐ­τό βλέ­που­με, ὅ­τι ἡ ὁ­μο­φω­νί­α τῆς Με­γά­λης Συ­νό­δου πε­ρι­ο­ρί­ζε­ται στή μί­α ψῆ­φο κά­θε Το­πι­κῆς Αὐ­το­κε­φά­λου Ἐκ­κλη­σί­ας. Οἱ ἐ­πι­μέ­ρους δι­α­φω­νί­ες -ἐ­φό­σον αὐ­τές συμ­βαί­νει νά ἀ­πο­τε­λοῦν μει­ο­ψη­φί­α, στό πλαί­σιο τῶν Το­πι­κῶν Ἐκ­κλη­σι­ῶν- ἀ­φή­νον­ται ὡς «ἐ­σω­τε­ρι­κή ὑ­πό­θε­σή τους», πρᾶγ­μα πού εἶ­ναι ἐκ­κλη­σι­ο­λο­γι­κῶς ἀ­πα­ρά­δε­κτο γιά τήν συγ­κε­κρι­μέ­νη Πα­νορ­θό­δο­ξη Σύ­νο­δο, ὅ­ταν μά­λι­στα συμ­βαί­νει τό θέ­μα τῆς δι­α­φω­νί­ας νά εἶ­ναι γιά δογ­μα­τι­κή ὑ­πό­θε­ση. Καί ἡ πε­ρί­πτω­ση αὐ­τή εἶ­ναι πά­ρα πο­λύ πι­θα­νή. Λό­γου χά­ρη, τό θέ­μα τῆς αὐ­το­συ­νει­δη­σί­ας καί τῆς ταυ­τό­τη­τας τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας, πού πραγ­μα­τεύ­ε­ται τό Κεί­με­νο: «ΣΧΕ­ΣΕΙΣ ΤΗΣ ΟΡ­ΘΟ­ΔΟ­ΞΟΥ ΕΚ­ΚΛΗ­ΣΙΑΣ ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΛΟΙ­ΠΟΝ ΧΡΙ­ΣΤΙ­Α­ΝΙ­ΚΟΝ ΚΟ­ΣΜΟΝ», εἶ­ναι θέ­μα ἐκ­κλη­σι­ο­λο­γι­κό, δη­λα­δή κα­τε­ξο­χήν δογ­μα­τι­κό. Κα­τά συ­νέ­πεια, δέν εἶ­ναι θε­ο­λο­γι­κά ἐ­πι­τρε­πτό, ἕ­να Κεί­με­νο πού προ­ω­θεῖ­ται πρός ἔγ­κρι­ση, ἀ­πό τή μί­α με­ριά νά εἰ­ση­γεῖ­ται οὐ­σι­α­στι­κά τήν Προ­τε­σταν­τι­κή θε­ω­ρί­α τῶν «κλά­δων» -νο­μι­μο­ποι­ών­τας μέ τήν ἀ­πο­δο­χή του τήν ὕ­παρ­ξη πολ­λῶν Ἐκ­κλη­σι­ῶν μέ πο­λύ δι­α­φο­ρε­τι­κά δόγ­μα­τα- καί ἀ­πό τήν ἄλ­λη ὁ «Κα­νο­νι­σμός Ὀρ­γα­νώ­σε­ως καί Λει­τουρ­γί­ας τῆς Συ­νό­δου» αὐ­τῆς νά ἀ­γνο­εῖ στήν πρά­ξη τούς ἐν­δε­χό­με­νους μει­ο­ψη­φοῦν­τες Ἱ­ε­ράρ­χες τῶν ἐ­πι­μέ­ρους Το­πι­κῶν Ἐκ­κλη­σι­ῶν καί νά μήν λαμ­βά­νει σο­βα­ρώ­τα­τα ὑ­πό­ψη τίς θε­ο­λο­γι­κές το­πο­θε­τή­σεις τῆς ἐ­πι­σκο­πι­κῆς συ­νει­δή­σε­ώς τους.
Καί ἐ­δῶ γεν­νᾶ­ται τό εὔ­λο­γο θε­ο­λο­γι­κό-δογ­μα­τι­κό ἐ­ρώ­τη­μα: Πῶς θά ὁμολογη­θεῖ στήν προ­κει­μέ­νη πε­ρί­πτω­ση ἡ μί­α πί­στη τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας, «ἐν ἑ­νί στό­μα­τι καί μιᾷ καρ­δί­ᾳ»; Πῶς θά μπο­ρέ­σουν οἱ Συ­νο­δι­κοί Πα­τέ­ρες νά ποῦν: «ἔ­δο­ξε τῷ Ἁ­γί­ῳ Πνεύ­μα­τι καί ἡ­μῖν»; Πῶς θά ἀ­πο­δεί­ξουν ὅ­τι ἔ­χουν «νοῦν Χρι­στοῦ», ὅ­πως ὑ­πο­στη­ρί­ζουν οἱ θε­ο­φό­ροι Πα­τέ­ρες τῶν Οἰ­κου­με­νι­κῶν Συ­νό­δων τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας;
Μα­κα­ρι­ώ­τα­τε,
Στά δογ­μα­τι­κά θέ­μα­τα, ὡς γνω­στόν, ἡ ἀ­λή­θεια δέν βρί­σκε­ται στήν πλει­ο­νο­ψη­φί­α τῶν Συ­νο­δι­κῶν Ἀρ­χι­ε­ρέ­ων. Ἡ ἀ­λή­θεια κα­θε­αυ­τήν εἶ­ναι πλει­ο­ψη­φι­κή, για­τί στήν Ἐκ­κλη­σί­α ἡ ἀ­λή­θεια εἶ­ναι Ὑ­πο­στα­τι­κή πραγ­μα­τι­κό­τη­τα. Γι’ αὐ­τό, καί ὅ­σοι δι­α­φω­νοῦν μέ αὐ­τήν, ἀ­πο­κό­πτον­ται ἀ­πό τήν Ἐκ­κλη­σί­α, ἀ­φοῦ κα­θαι­ροῦν­ται καί ἀ­φο­ρί­ζον­ται κα­τά πε­ρί­πτω­ση. Ἡ Ἁ­γί­α καί Με­γά­λη Σύ­νο­δος δέν ἐ­πι­τρέ­πε­ται νά ἀ­φή­σει σέ κα­τώ­τε­ρα συ­νο­δι­κά σώ­μα­τα τό ἐ­ξαι­ρε­τι­κά σο­βα­ρό θέ­μα τῆς ἐν­δε­χό­με­νης δι­α­φω­νί­ας τῶν μει­ο­ψη­φούν­των ἐ­πι­σκό­πων σέ δογ­μα­τι­κά θέ­μα­τα. Ἐ­πι­βάλ­λε­ται, ὡς ἀ­νώ­τα­το συ­νο­δι­κό σῶ­μα, νά ἐ­πι­λη­φθεῖ αὐ­τοῦ τοῦ θέ­μα­τος ἄ­με­σα, για­τί δι­α­φο­ρε­τι­κά ὑ­πάρ­χει ὁ­ρα­τός ὁ κίν­δυ­νος τοῦ Σχί­σμα­τος στήν Ἐκ­κλη­σί­α, τήν στιγ­μή ἀ­κρι­βῶς, πού ἡ Με­γά­λη αὐ­τή Σύ­νο­δος φι­λο­δο­ξεῖ νά ἐ­πα­να­βε­βαι­ώ­σει τήν ὁ­ρα­τή ἑ­νό­τη­τα τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας μας.
Μέ βα­θύ­τα­το σε­βα­σμό
ἀ­σπά­ζο­μαι τήν δε­ξιάν Σας
Δη­μή­τριος Τσε­λεγ­γί­δης
Κα­θη­γη­τής τῆς Θε­ο­λο­γι­κῆς Σχο­λῆς τοῦ Α.Π.Θ.
πηγή 

Δεν υπάρχουν σχόλια: