Περπάτησε στην «Ιδιωτική Οδό» του Ελύτη, παρέα με τις συλλέκτριες των κρόκων της Θήρας και τις Μυροφόρες.
Βρέθηκε απέναντι στον «αρχέκακον όφι» των πατερικών κειμένων, τον δικό του Αλεμανό. Στάθηκε πάνω από τον τάφο των πεσόντων του Πελοποννησιακού Πολέμου με τον «Επιτάφιο» του Περικλή στα χείλη. Και, τέλος, ξάπλωσε σε «τούτα δω τα μάρμαρα» όπου κακιά σκουριά δεν πιάνει του Γιάννη Ρίτσου. Το διακειμενικό «πάντρεμα» του 75χρονου Κώστα Ζουράρι, που άφησε άφωνη προ ημερών τη Βουλή και έστειλε το πανελλήνιο στα λεξικά για να βγάλει άκρη, ήταν μια συνηθισμένη στιγμή για τον άνθρωπο που με τη γλωσσοπλαστική ευφυΐα του μπορεί να καταργήσει τεράστιες ιδεολογικές αποστάσεις σε ένα λεπτό, μπολιάζοντας με θρησκευτικές αναφορές, εθνικές ανατάσεις και αρχαία ρητά τον συχνά δυσερμήνευτο λόγο του.
Με σπουδές στη Νομική Θεσσαλονίκης και την Πολιτειολογία στη Γαλλία μπαίνει από νωρίς στους κόλπους των Ελλήνων διανοουμένων του εξωτερικού, διαμορφώνοντας μια δική του ιδιαίτερη περσόνα, ένα «brand name» συνώνυμο με το ακατανόητο. Γεννημένος κομμουνιστής όπως άλλοι γεννιούνται κωφάλαλοι, όπως είχε δηλώσει στο παρελθόν, περνά κάποια στιγμή στην άλλη πλευρά, επισκέπτεται το Αγιον Ορος και πρωταγωνιστεί στο ιδεολογικό ρεύμα της Νεοορθοδοξίας, μαζί με τον Διονύση Σαββόπουλο, τον Χρήστο Γιανναρά και τον Στέλιο Ράμφο. Νωπή είναι ακόμη η μνήμη από τη μαχητικότητά του για την αναγραφή του θρησκεύματος στις ταυτότητες, αλλά και κατά της χρήσης της λέξης «Μακεδονία» στο όνομα των Σκοπίων. Είναι το ευαίσθητο σημείο του. Τα πολιτικά άλματά του τον φέρνουν από το ΚΚΕ Εσωτερικού στις τάξεις του ΚΚΕ. Κατεβαίνει στις ευρωεκλογές του 1999 και στις εθνικές εκλογές του 2000, για να το αποκηρύξει στη συνέχεια. «Διαλέγω να είμαι με τον Θουκυδίδη και τον Χρυσόστομο και όχι με τον Μαρξ, διότι διαλέγω τη νηφάλιο μέθη της αμφιβολίας και όχι την υπνηλία της βεβαιότητας» γράφει σε ένα από τα βιβλία του. Ακολουθεί η συμμετοχή του στο Πανελλήνιο Μακεδονικό Μέτωπο, στη Σπίθα του Μίκη Θεοδωράκη και στο κόμμα του Πυρίκαυστος Ελλάδα, μέσω του οποίου συνεργάζεται με τους Ανεξάρτητους Ελληνες και εκλέγεται στην Α΄ Θεσσαλονίκης.
Απεργία πείνας
Το πανελλήνιο τον γνωρίζει μέσα από τον αγώνα του για το Βραχάσι. Είναι 2002, όταν κατεβαίνει υποψήφιος νομάρχης Λασιθίου με τη Ν.Δ. και κάνει σημαία του την ανεξαρτησία του χωριού του πατέρα του κόντρα στον «Καποδίστρια». Φτάνει σε απεργία πείνας, κερδίζει και το Βραχάσι σώζεται. Το γνωστότερο «γιλέκο» της χώρας αποθεώνεται. Από τα «κερασάκια» της δημόσιας πορείας του είναι η κατάθεσή του στη δίκη της 17 Νοέμβρη, όπου υπερασπίζεται τον Αλέξανδρο Γιωτόπουλο, εγκέφαλο της τρομοκρατικής οργάνωσης.
Η Θεσσαλονίκη τον ζει από κοντά και τον γνωρίζει καλύτερα όταν αναλαμβάνει εκδότης στο ιστορικό συγκρότημα Βελλίδη. «Κώστας Ζουράρις, εκδότης της "Μακεδονίας" και τινών ακόμη...» είναι η προσωπική του παρέμβαση στην ταυτότητα της εφημερίδας, όπου... τινά είναι η «Θεσσαλονίκη» και η αθλητική «Σπορ του Βορρά». Οι εργαζόμενοι του δημοσιογραφικού ομίλου ακόμη θυμούνται την πρώτη του παρουσίαση στον τρίτο όροφο της Μοναστηρίου 85, όπου μιλά με συγκίνηση για τον πατέρα του, τον πρώτο σεξολόγο της Ελλάδας, Γιώργο Ζουράρι, και τραγουδά ένα εμβατήριο, ακολουθώντας στη συνέχεια με ρυθμικές κινήσεις τον σκοπό του, αφήνοντας τον κόσμο ενεό. Κατά την παραμονή του στο δημοσιογραφικό συγκρότημα αποσοβεί την τελευταία στιγμή το κλείσιμο του ραδιοφωνικού σταθμού Extra Sport 103, συμμετέχει ως ραδιοφωνικός παραγωγός στο πρόγραμμα με εβδομαδιαία εκπομπή και τραγούδι αρχής τον «Μικρό Βοριά», πάντα στην πρώτη εκτέλεση. Την ίδια περίοδο πρωτοστατεί στην προσπάθεια μετατροπής του ΠΑΟΚ σε εταιρία λαϊκής βάσης και ηγείται ψηφοδελτίου για την ανατροπή της διοίκησης του Ερασιτέχνη. Μπορεί κανένα από τα 2.000 μέλη του Ερασιτέχνη που γεμίζουν ασφυκτικά το «Παλατάκι» να μη θυμάται σήμερα λέξη από την ομιλία του, όμως όλοι μπορούν να ανασύρουν την ξυπόλυτη εικόνα του με τις λαστιχένιες σαγιονάρες.
Η ομιλία που έφερε την αποθέωση
Κύριοι βουλευταί και κυρίες βουλευταί ή βουλευτίνες, ή κυρίες και κύριοι σύντροφοι και συντρόφισσες, επειδή σήμερα, αύριο, παραπέρα, αυτές τις μέρες, όπως πάντοτε, αείποτε και συνεχώς θα βυσσοδομούν πάλι η κουστωδία των δυσσεβών Βρυξελλών και εκείνος ο αρχέκακος όφις ο Αλεμανός, γι' αυτό ακριβώς θα πρέπει να ξαναγυρίσουμε στον καθ' ημάς τρόπον. Ποιος είναι ο τρόπος μας; Αυτός πάσα γην και θάλασσαν εσβατών τη ημετέρα τόλμην καταναγκάσαντες γενέσθαι μνημεία αΐδια καλών τε και κακών συγκατοικήσαντες και επειδή θα επανέλθουν πάλι οι δυσσεβείς και οι άλλοι Αλεμανοί και ως αρχέκακος όφις, εμείς ξέρουμε ότι θα συμπαραταχθούμε, θα συμπορευθούμε, θα συμπολεμήσουμε τη υπερμάχω στρατηγώ που 'χει στα μάτια της ψηφιδωτό τον καημόν της Ρωμιοσύνης. Βεβαίως, εμείς διδάξαμε στην οικουμένη, εμείς διδάξαμε πάντοτε, εσαεί και αείποτε και ξανά και ξανά ότι σ' αυτόν εδώ τον χρονικώς υπεράχρονον τόπον, σ' αυτόν τον τόπον, στην κορυφήν του Ομήρου και στο ακροθίνιον του Ολύμπου, εμείς οι Ολύμπιοι διδάξαμε εδώ ότι η έρις γίνεται έρως. Ναι, η έρις γίνεται έρως, έρως ελευθερίας και φυσικά ξέρουμε πολύ καλά ότι ξεκινούμε όπως πάντα εδώ και τρεις χιλιάδες ηττημένοι, αλλά ως ηττημένοι είμαστε αυτοί οι οποίοι θα ξαναδώσουμε σ' αυτόν τον πλανήτη των πεπλανημένων πλανητών και των πλανήτων, την καθ' ημάς καθεστηκυίαν πολιτείαν. Ποια είναι η καθ' ημάς καθεστηκυία πολιτεία; Μία και μόνη. Σε τούτα εδώ τα μάρμαρα κακιά σκουριά δεν πιάνει».
Μαρία Μαθιοπούλου
Βρέθηκε απέναντι στον «αρχέκακον όφι» των πατερικών κειμένων, τον δικό του Αλεμανό. Στάθηκε πάνω από τον τάφο των πεσόντων του Πελοποννησιακού Πολέμου με τον «Επιτάφιο» του Περικλή στα χείλη. Και, τέλος, ξάπλωσε σε «τούτα δω τα μάρμαρα» όπου κακιά σκουριά δεν πιάνει του Γιάννη Ρίτσου. Το διακειμενικό «πάντρεμα» του 75χρονου Κώστα Ζουράρι, που άφησε άφωνη προ ημερών τη Βουλή και έστειλε το πανελλήνιο στα λεξικά για να βγάλει άκρη, ήταν μια συνηθισμένη στιγμή για τον άνθρωπο που με τη γλωσσοπλαστική ευφυΐα του μπορεί να καταργήσει τεράστιες ιδεολογικές αποστάσεις σε ένα λεπτό, μπολιάζοντας με θρησκευτικές αναφορές, εθνικές ανατάσεις και αρχαία ρητά τον συχνά δυσερμήνευτο λόγο του.
Με σπουδές στη Νομική Θεσσαλονίκης και την Πολιτειολογία στη Γαλλία μπαίνει από νωρίς στους κόλπους των Ελλήνων διανοουμένων του εξωτερικού, διαμορφώνοντας μια δική του ιδιαίτερη περσόνα, ένα «brand name» συνώνυμο με το ακατανόητο. Γεννημένος κομμουνιστής όπως άλλοι γεννιούνται κωφάλαλοι, όπως είχε δηλώσει στο παρελθόν, περνά κάποια στιγμή στην άλλη πλευρά, επισκέπτεται το Αγιον Ορος και πρωταγωνιστεί στο ιδεολογικό ρεύμα της Νεοορθοδοξίας, μαζί με τον Διονύση Σαββόπουλο, τον Χρήστο Γιανναρά και τον Στέλιο Ράμφο. Νωπή είναι ακόμη η μνήμη από τη μαχητικότητά του για την αναγραφή του θρησκεύματος στις ταυτότητες, αλλά και κατά της χρήσης της λέξης «Μακεδονία» στο όνομα των Σκοπίων. Είναι το ευαίσθητο σημείο του. Τα πολιτικά άλματά του τον φέρνουν από το ΚΚΕ Εσωτερικού στις τάξεις του ΚΚΕ. Κατεβαίνει στις ευρωεκλογές του 1999 και στις εθνικές εκλογές του 2000, για να το αποκηρύξει στη συνέχεια. «Διαλέγω να είμαι με τον Θουκυδίδη και τον Χρυσόστομο και όχι με τον Μαρξ, διότι διαλέγω τη νηφάλιο μέθη της αμφιβολίας και όχι την υπνηλία της βεβαιότητας» γράφει σε ένα από τα βιβλία του. Ακολουθεί η συμμετοχή του στο Πανελλήνιο Μακεδονικό Μέτωπο, στη Σπίθα του Μίκη Θεοδωράκη και στο κόμμα του Πυρίκαυστος Ελλάδα, μέσω του οποίου συνεργάζεται με τους Ανεξάρτητους Ελληνες και εκλέγεται στην Α΄ Θεσσαλονίκης.
Απεργία πείνας
Το πανελλήνιο τον γνωρίζει μέσα από τον αγώνα του για το Βραχάσι. Είναι 2002, όταν κατεβαίνει υποψήφιος νομάρχης Λασιθίου με τη Ν.Δ. και κάνει σημαία του την ανεξαρτησία του χωριού του πατέρα του κόντρα στον «Καποδίστρια». Φτάνει σε απεργία πείνας, κερδίζει και το Βραχάσι σώζεται. Το γνωστότερο «γιλέκο» της χώρας αποθεώνεται. Από τα «κερασάκια» της δημόσιας πορείας του είναι η κατάθεσή του στη δίκη της 17 Νοέμβρη, όπου υπερασπίζεται τον Αλέξανδρο Γιωτόπουλο, εγκέφαλο της τρομοκρατικής οργάνωσης.
Η Θεσσαλονίκη τον ζει από κοντά και τον γνωρίζει καλύτερα όταν αναλαμβάνει εκδότης στο ιστορικό συγκρότημα Βελλίδη. «Κώστας Ζουράρις, εκδότης της "Μακεδονίας" και τινών ακόμη...» είναι η προσωπική του παρέμβαση στην ταυτότητα της εφημερίδας, όπου... τινά είναι η «Θεσσαλονίκη» και η αθλητική «Σπορ του Βορρά». Οι εργαζόμενοι του δημοσιογραφικού ομίλου ακόμη θυμούνται την πρώτη του παρουσίαση στον τρίτο όροφο της Μοναστηρίου 85, όπου μιλά με συγκίνηση για τον πατέρα του, τον πρώτο σεξολόγο της Ελλάδας, Γιώργο Ζουράρι, και τραγουδά ένα εμβατήριο, ακολουθώντας στη συνέχεια με ρυθμικές κινήσεις τον σκοπό του, αφήνοντας τον κόσμο ενεό. Κατά την παραμονή του στο δημοσιογραφικό συγκρότημα αποσοβεί την τελευταία στιγμή το κλείσιμο του ραδιοφωνικού σταθμού Extra Sport 103, συμμετέχει ως ραδιοφωνικός παραγωγός στο πρόγραμμα με εβδομαδιαία εκπομπή και τραγούδι αρχής τον «Μικρό Βοριά», πάντα στην πρώτη εκτέλεση. Την ίδια περίοδο πρωτοστατεί στην προσπάθεια μετατροπής του ΠΑΟΚ σε εταιρία λαϊκής βάσης και ηγείται ψηφοδελτίου για την ανατροπή της διοίκησης του Ερασιτέχνη. Μπορεί κανένα από τα 2.000 μέλη του Ερασιτέχνη που γεμίζουν ασφυκτικά το «Παλατάκι» να μη θυμάται σήμερα λέξη από την ομιλία του, όμως όλοι μπορούν να ανασύρουν την ξυπόλυτη εικόνα του με τις λαστιχένιες σαγιονάρες.
Η ομιλία που έφερε την αποθέωση
Κύριοι βουλευταί και κυρίες βουλευταί ή βουλευτίνες, ή κυρίες και κύριοι σύντροφοι και συντρόφισσες, επειδή σήμερα, αύριο, παραπέρα, αυτές τις μέρες, όπως πάντοτε, αείποτε και συνεχώς θα βυσσοδομούν πάλι η κουστωδία των δυσσεβών Βρυξελλών και εκείνος ο αρχέκακος όφις ο Αλεμανός, γι' αυτό ακριβώς θα πρέπει να ξαναγυρίσουμε στον καθ' ημάς τρόπον. Ποιος είναι ο τρόπος μας; Αυτός πάσα γην και θάλασσαν εσβατών τη ημετέρα τόλμην καταναγκάσαντες γενέσθαι μνημεία αΐδια καλών τε και κακών συγκατοικήσαντες και επειδή θα επανέλθουν πάλι οι δυσσεβείς και οι άλλοι Αλεμανοί και ως αρχέκακος όφις, εμείς ξέρουμε ότι θα συμπαραταχθούμε, θα συμπορευθούμε, θα συμπολεμήσουμε τη υπερμάχω στρατηγώ που 'χει στα μάτια της ψηφιδωτό τον καημόν της Ρωμιοσύνης. Βεβαίως, εμείς διδάξαμε στην οικουμένη, εμείς διδάξαμε πάντοτε, εσαεί και αείποτε και ξανά και ξανά ότι σ' αυτόν εδώ τον χρονικώς υπεράχρονον τόπον, σ' αυτόν τον τόπον, στην κορυφήν του Ομήρου και στο ακροθίνιον του Ολύμπου, εμείς οι Ολύμπιοι διδάξαμε εδώ ότι η έρις γίνεται έρως. Ναι, η έρις γίνεται έρως, έρως ελευθερίας και φυσικά ξέρουμε πολύ καλά ότι ξεκινούμε όπως πάντα εδώ και τρεις χιλιάδες ηττημένοι, αλλά ως ηττημένοι είμαστε αυτοί οι οποίοι θα ξαναδώσουμε σ' αυτόν τον πλανήτη των πεπλανημένων πλανητών και των πλανήτων, την καθ' ημάς καθεστηκυίαν πολιτείαν. Ποια είναι η καθ' ημάς καθεστηκυία πολιτεία; Μία και μόνη. Σε τούτα εδώ τα μάρμαρα κακιά σκουριά δεν πιάνει».
Μαρία Μαθιοπούλου
Διαβάστε επίσης :Αποθεώθηκε ο πυρίκαυστος Έλλην στην παρθενική ομιλία του στην Βουλή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου