Κυριακή 14 Δεκεμβρίου 2014

ΝΑ ΠΑΡΑΤΗΣΟΥΜΕ ΠΙΑ ΤΟΥΤΗ ΤΗ ΒΛΑΧΙΚΗ ΘΡΗΣΚΕΙΑ»



Τοῦ Φώτη Κόντογλου

.           «Καὶ ἔσεσθε μισούμενοι ὑπὸ πάντων διὰ τὸ ὄνομά μου» (Ματθ. ι´ 22). «Εἰ ὁ κόσμος ὑμᾶς μισεῖ, γινώσκετε ὅτι ἐμὲ πρῶτον ὑμῶν μεμίσηκεν» (Ἰωάν. ιε´ 18).
.           Ἡ κίνηση ποὺ ἄρχισε νὰ γίνεται ἀνάμεσα στὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο καὶ στὸ Βατικανό, μὲ τὴ συνάντηση τοῦ Πατριάρχη Ἀθηναγόρα καὶ τοῦ Πάπα Παύλου, ἔστρεψε κατὰ κεῖ τὴν προσοχὴ τοῦ κόσμου. Ἡ ἐποχή μας εἶναι ὅλο θεαματικὲς σκηνοθεσίες, γιατί ὁ κόσμος 
σήμερα ἔχει μανία μὲ τὸ θέατρο, κι ὅλοι, εἴτε πολιτικοὶ εἶναι, εἴτε ἐπιστήμονες, εἴτε καλλιτέχνες, ἀκόμα καὶ κάποιοι παπάδες, παρουσιάζονται σὰν νὰ εἶναι ἠθοποιοί, καὶ τοὺς παίρνουνε φωτογραφίες καὶ κινηματογραφικὲς ταινίες, καὶ ποζάρουνε μέσα στὶς ἐφημερίδες, ποὺ τοὺς ἱστορίζουνε μὲ ὅλα τὰ καθέκαστα. Ἔτσι ἔγινε καὶ μὲ τοὺς δύο μεγάλους ἀρχηγοὺς τοῦ Χριστιανισμοῦ, ποὺ πήγανε μὲ πομπή, σὰν ἄρχοντες, ἐκεῖ ποὺ γεννήθηκε ὁ Χριστός, πάμφτωχος μέσα σὲ ἕνα παχνί, σ᾽ ἕνα φτωχικὸ μαντρί. Ἡ συνάντηση αὐτὴ ἔγινε ὕστερα ἀπὸ πολλὲς τυμπανοκρουσίες, ἀληθινὰ μὲ σεμνότητα ποὺ θύμιζε τὴν ταπείνωση τοῦ Χριστοῦ!
.           Κι ὁ κόσμος χειροκρότησε τοὺς δύο ἀρχηγοὺς ποὺ διακηρύξανε, πὼς οἱ Χριστιανοὶ πρέπει νὰ ἑνωθοῦνε, καὶ πὼς αὐτοὶ δίνουνε τὸ σύνθημα, παραμερίζοντας κάθε… ἔχθρητα ποὺ εἶχε φυτρώσει ἀνάμεσά τους στὰ περασμένα χρόνια, καὶ πὼς «τὸ μεσότειχον τοῦ φραγμοῦ διαλέλυται». Ὁ κόσμος θέλει καὶ ποθεῖ τὴ συμφιλίωση ἀνάμεσα στοὺς Χριστιανούς, καὶ θαρρεῖ πὼς ἔχει δίκηο νὰ πιστεύη πὼς κάθε ἄνθρωπος ποὺ δὲ θέλει αὐτὴ τὴ συμφιλίωση, εἶναι κακὸς ἄνθρωπος, ἐχθρὸς τῆς εἰρήνης, ἔρημος ἀπὸ ἀγάπη, κι ἂν λέγη μάλιστα πὼς εἶναι καὶ Χριστιανός, μ᾽ αὐτὸ ποὺ κάνει δείχνει πὼς εἶναι ὑποκριτὴς καὶ θεομπαίχτης, ἀφοῦ δὲν ἔχει μέσα του τὴν ἀγάπη, ποὺ εἶναι ὁ ἴδιος ὁ Χριστός. Ἀλλὰ πόσο διαφορετικὰ εἶναι τὰ πράγματα! Πόσο ἄδικα κρίνουνε οἱ πολλοὶ ἐκείνους ποὺ δὲν ἐπικροτοῦνε αὐτοὺς τοὺς ἐναγκαλισμούς!
.           Ὁ πολὺς ὁ κόσμος κρίνει χωρὶς νὰ ξέρη, καταδικάζει χωρὶς νὰ ρωτήση, γιατί φέρνεται ἔτσι σ᾽ αὐτὸν τὸν ὁποῖον καταδικάζει. Βέβαια, μὲ τὴν πρώτη ματιά, δὲ μπορεῖ παρὰ νὰ παραδεχτῆ κανένας πὼς ὅλοι μας πρέπει νὰ ἐπικροτήσουμε μὲ ἐνθουσιασμὸ αὐτὴ τὴν εὐλογημένη κίνηση, καὶ νὰ εὐχόμαστε νὰ φτάξη στὸ ποθητὸ ἀδέλφωμα ὅλων τῶν Χριστιανῶν. Ὡστόσο, οἱ πολλοὶ δὲν ξέρουνε ἂν ὑπάρχη κάποιο μεγάλο ἐμπόδιο στὸ νὰ γίνη αὐτὸ τὸ ἀδέλφωμα, τὸ πιὸ μεγάλο ἐμπόδιο. «Καὶ ποιό ἐμπόδιο μπορεῖ νὰ ὑπάρχη, ἐκεῖ ποὺ ὑπάρχει ἡ ἀγάπη;», θὰ ποῦνε πολλοί, σχεδὸν ὅλοι. Μιλοῦνε ἔτσι, γιατί δὲν ξέρουνε πὼς αὐτὴ ἡ λεγόμενη συμφιλίωση γίνεται μὲ τὴ θυσία τῆς ἀλήθειας τοῦ Χριστοῦ ἀπὸ μέρος τῆς Ὀρθοδοξίας, χωρὶς νὰ ὑπάρχη στὴ μέση καθόλου ἀγάπη. Ἀλλὰ κι ἂν ὑπῆρχε ἀγάπη, ἡ ἀγάπη αὐτὴ θὰ ἤτανε ἡ ἀπατηλὴ ἀγάπη τούτου τοῦ κόσμου, ποὺ δὲν ἔχει καμμιὰ σχέση μὲ τὸν Χριστό.
.           Ὁ Χριστὸς ξεχώρισε τὴ μία ἀγάπη ἀπὸ τὴν ἄλλη, καθὼς ξεχώρισε καὶ τὴν εἰρήνη ποὺ νοιώθει ὁ κόσμος, ἀπὸ τὴν δική του τὴν εἰρήνη. Καὶ ποιά λοιπὸν εἶναι ἡ ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ; Τὴν εἶπε ὁ ἴδιος μὲ τὰ λόγια τοῦτα: «ὁ ἔχων τὰς ἐντολάς μου καὶ τηρῶν αὐτάς, ἐκεῖνός ἐστιν ὁ ἀγαπῶν με… Ἐάν τις ἀγαπᾶ με, τὸν λόγον μου τηρήσει». Καὶ φύλακας καὶ ἑρμηνευτὴς τοῦ λόγου τοῦ Χριστοῦ εἶναι ἡ Ἐκκλησία. Ἡ Ἐκκλησία εἶναι ἡ ἱερὴ Κιβωτός, ποὺ μέσα σ᾽ αὐτὴ φυλάχθηκε ἡ ἀλήθεια τοῦ Εὐαγγελίου. Φυλάχθηκε ἀμίαντη ἀπὸ τὶς αἱρέσεις, καὶ θὰ φυλαχθῆ ἄσπιλη καὶ ἀναλλοίωτη ἕως τὴ συντέλεια τοῦ κόσμου. Κι αὐτὴ ἡ Ἐκκλησία εἶναι ἡ Μία, Ἁγία, Καθολικὴ καὶ Ἀποστολικὴ Ἐκκλησία, ἡ λεγομένη Ὀρθόδοξη. Εἶναι αὐτή, γιατί μονάχα αὐτὴ διατήρησε ἀνόθευτο κι ἀνάλλαχτο τὸν λόγο τοῦ Κυρίου, κράτησε ἀνέγγιχτα τὰ μυστήρια καὶ τὰ δόγματα, ἐπικυρώνοντάς τα μὲ τὶς ἑπτὰ Οἰκουμενικὲς Συνόδους, κάθε φορὰ ποὺ ἐπιχειρούσανε οἱ αἱρετικοὶ νὰ τὰ ἐξηγήσουν κατὰ τὴ διεστραμμένη διάνοιά τους. Ἡ παπικὴ Ἐκκλησία τῆς Ρώμης δὲν τὰ κράτησε ἀδιάφθορα, ἀλλὰ κατάντησε αἱρετική, γιατί ἄλλαξε καὶ μυστήρια καὶ δόγματα, σὲ σημεῖο ποὺ ἡ διδασκαλία τοῦ Χριστοῦ νὰ γίνη ἀγνώριστη.
.           Τὸ κοσμικὸ πνεῦμα της, νόθεψε τὸν λόγο τοῦ Κυρίου, κι ἡ ἀλαζονεία της τὴν ἀποξένωσε ἀπὸ τὸ σῶμα τῆς ἀληθινῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ, ποὺ τὸ θεμέλιό της εἶναι ἡ ταπείνωση. Λοιπόν, καλὰ εἶναι τὰ ἔμορφα λόγια τῆς ἀγάπης, καὶ εὐχάριστα ἀκούγονται ἀπὸ τὰ ἀνύποπτα αὐτιὰ τῶν πολλῶν ἀνθρώπων, ποὺ ἀποροῦν πὼς ὑπάρχουνε ἄνθρωποι ποὺ δὲν ἐπικροτοῦν αὐτὴ τὴν ἀγάπη ἀνάμεσα στοὺς Χριστιανούς. Καὶ τοῦτο γίνεται ἐπειδὴ οἱ πολλοὶ εἶναι ἀδιάφοροι γιὰ τὴ θρησκεία, κι ὅσοι πάλι δὲν εἶναι ἀδιάφοροι, δὲν εἶναι σὲ θέση νὰ νοιώσουνε ὅλοι μὲ ποιὰ πληρωμὴ θὰ γίνη αὐτὴ ἡ συμφιλίωση. Ἡ πληρωμὴ θὰ γίνη μὲ τὴ θυσία τοῦ λόγου τοῦ Χριστοῦ, ποὺ εἶναι ἡ ἴδια ἡ ἀγάπη. Τί εἴδους λοιπὸν συναδέλφωση μπορεῖ νὰ εἶναι αὐτὴ ποὺ πληρώνεται μὲ τὴ θυσία τῆς ἀληθινῆς Ἀγάπης;.           Ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ χτίσθηκε μὲ τὸ τίμιο αἷμα Του, καὶ στερεώθηκε μὲ τὸ αἷμα τῶν μυριάδων μαρτύρων. Σὰν λείψανε οἱ ἀρχαῖοι τύραννοι, οἱ εἰδωλολάτρες ἐχθροὶ τῆς θρησκείας μας, οἱ Διοκλητιανοὶ κι οἱ Μαξέντιοι, φανερωθήκανε οἱ αἱρετικοὶ κι οἱ ἀποστάτες, ποὺ λεγόντανε μὲν Χριστιανοί, μὰ χτυπούσανε τὴ θρησκεία μὲ πλέον ὕπουλον τρόπο, καὶ τότε λάμψανε οἱ νέοι μάρτυρες, οἱ λεγόμενοι ὁμολογηταί. Καὶ τοῦτο ἔγινε κατὰ θεία παραχώρηση, γιὰ νὰ βρίσκεται ἡ Ἐκκλησία πάντα σὲ κίνδυνο, ὥστε νὰ εἶναι ἄγρυπνοι νύχτα καὶ μέρα οἱ κυβερνῆτες της κι ὅλοι οἱ Χριστιανοί, σὰν ἐκείνους τοὺς στρατιῶτες ποὺ φυλάγουν θησαυρὸ μεγάλον.
.           Γιὰ τοῦτο λέγει ὁ ἅγιος Ἰσαὰκ πὼς σὲ ὅσους κατοικεῖ μέσα τους τὸ Ἅγιον Πνεῦμα, δὲν τοὺς ἀφήνει νὰ συνηθίσουν στὴν ὀκνηρία καὶ νὰ νυστάξουν, ἀλλὰ τοὺς βάζει παντοτινὰ σὲ φροντίδες καὶ σὲ ἀγῶνα σκληρόν. Τώρα ποὺ γίνεται αὐτὴ ἡ κίνηση νὰ ἑνωθοῦν οἱ Χριστιανοί, μὰ κι ὅσοι δὲν εἶναι Χριστιανοί, κινημένοι ἀπὸ τὴν κοσμικὴ ἐπιθυμία τῆς καλοπέρασης καὶ τῆς πνευματικῆς ἀναισθησίας, κι ὄχι ἀπὸ τὸ πνεῦμα τοῦ Χριστοῦ, οἱ πολλοὶ ποὺ εἶναι ἀδιάφοροι, καὶ ποὺ δὲν τοὺς μέλλει γιὰ τὴ θρησκεία, χειροκροτοῦνε αὐτὴ τὴν κίνηση, γιατί δὲν ἐνδιαφέρονται γιὰ ἄλλο τίποτα, παρὰ μονάχα γιὰ τὴν ὑλικὴ ζωὴ καὶ γιὰ τὴν ἐξασφάλισή της. Γι᾽ αὐτούς, θρησκεία, δόγματα, μυστήρια, ἀλήθεια, μέλλουσα ζωή, εἶναι ἀνοησίες καὶ γελοῖες δεισιδαιμονίες, ποὺ πρέπει νὰ σαρωθοῦν μπροστὰ στὸ ὑψηλὸ καὶ κοσμοεπιθύμητο ἰδεῶδες τῆς ψεύτικης συναδέλφωσης ἀνάμεσα στοὺς ἀνθρώπους.
.           Γι᾽ αὐτοὺς μία ἀλήθεια ὑπάρχει, κι εἶναι αὐτὴ ἡ ἀλήθεια τούτη ἡ σαρκικὴ ζωὴ ποὺ ζοῦμε, χωρὶς πίστη, χωρὶς ἐλπίδα πέρα ἀπὸ τὸν τάφο. Καὶ γι᾽ αὐτὴ τὴ ζωὴ πρέπει νὰ θυσιασθοῦνε τὰ πάντα, καὶ πολὺ περισσότερο ἡ ἀλήθεια ποὺ μᾶς παρέδωσε ὁ Χριστός, καὶ ποὺ γι᾽ αὐτοὺς εἶναι ἕνα ψέμα, μία ἀνοησία. Αὐτὸ τὸ πλῆθος ποὺ εἶναι ἀδιάφορο γιὰ τὴ θρησκεία, βογγᾶ φοβεριστικὰ καταπάνω σὲ κείνους ποὺ ἀγωνίζονται γιὰ νὰ φυλαχτῆ ὁ θησαυρὸς τῆς Ὀρθοδοξίας, καὶ νὰ μὴ θυσιαστῆ στὸ παζάρεμα ποὺ θὰ γίνη γιὰ τὴν κοσμικὴ συμφιλίωση ἀνάμεσα στοὺς ἀνθρώπους. Γι᾽ αὐτὸ τὸ πλῆθος, εἶναι ἀκατανόητο τὸ πεῖσμα ποὺ φανερώνουν «οἱ φανατικοὶ θρησκόληπτοι, οἱ ἐχθροὶ τῆς προόδου, οἱ μισαλλόδοξοι, οἱ μνησίκακοι». Πόσο εὔκολο πράγμα εἶναι νὰ τὰ βλέπη κανένας ὅλα, καὶ θρησκεία, καὶ Χριστό, καὶ πίστη μὲ τέτοιον μακάριον τρόπο! Νὰ μὴ σκοτίζεσαι γιὰ τίποτα, καὶ ὅμως νὰ φαίνεσαι πὼς εἶσαι καὶ γεμάτος ἀγάπη, ταπεινὸς κι ἀμνησίκακος περισσότερο ἀπὸ τοὺς ἁγίους! Σήμερα ποὺ εἴμαστε ἕτοιμοι νὰ σπαράξουμε ὁ ἕνας τὸν ἄλλον γιὰ τὸ συμφέρον, γέμισε ὁ κόσμος ἀπὸ ἀνθρώπους ποὺ περνοῦν γιὰ ψυχόπονοι καὶ γιὰ κήρυκες τῆς ἀγάπης καὶ τῆς ταπείνωσης, ἐπειδὴ φωνάζουνε νὰ σαρωθοῦνε «τὰ μίση τοῦ παρελθόντος καὶ νὰ λησμονηθοῦν οἱ δογματικὲς ἀνοησίες ποὺ ἐμπόδιζαν ἐπὶ αἰῶνας τὴν προσέγγισιν τῆς Ἀνατολικῆς καὶ τῆς Δυτικῆς Ἐκκλησίας».
.           Γι᾽ αὐτοὺς τοὺς καλοὺς ἀνθρώπους, ποὺ δὲν ἔχουνε ἀνάγκη ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία, γιὰ νὰ εἶναι καλοὶ ἄνθρωποι, οἱ ὁμολογητὲς ποὺ βασανισθήκανε γιὰ τὴν πίστη μας ἀπὸ τοὺς αἱρετικούς, καὶ ποὺ προτιμήσανε νὰ θανατωθοῦνε παρὰ νὰ τὴν ἀρνηθοῦνε, ἤτανε κάποιοι στενόμυαλοι πεισματάρηδες, κακοὶ καὶ μοχθηροί, ποὺ δὲν εἴχανε καθόλου ἀγάπη μέσα τους, κι ἂς τοὺς εἴπανε ἁγίους. Ἅγιοι εἶναι οἱ σημερινοὶ κράχτες τῆς συναδελφώσεως μὲ τοὺς αἱρετικούς, κι ὄχι ὁ Ἀθανάσιος, ὁ Βασίλειος, ὁ Σπυρίδων, ὁ Νικόλαος, ὁ Εὐστάθιος, ὁ Μάξιμος, ὁ Θεόδωρος Στουδίτης, ὁ Θεοφάνης ὁ Γραπτός, ὁ Γρηγόριος Παλαμᾶς, ὁ Μάρκος ὁ Εὐγενικός, ὁ Νικόδημος Ἁγιορείτης, κι οἱ ἄλλοι φανατικοὶ καλόγηροι. Μὰ γιὰ τοὺς ἔξυπνους ποὺ δὲν δίνουνε πεντάρα γιὰ τὴ θρησκεία, κι οἱ μάρτυρες ἀκόμα ποὺ χύσανε τὸ αἷμα τους γιὰ νὰ στερεωθῆ ἡ Ἐκκλησία, καὶ κεῖνοι ἄδικα σφαχτήκανε καὶ κρεμασθήκανε καὶ χάσανε τὴ ζωή τους γιὰ ἕνα ἀνόητο πεῖσμα, ἐπειδὴ πιστέψανε σὲ κάποιο ψέμα ποὺ τὸ νομίσανε γιὰ ἀλήθεια. Τὸ πρακτικὸ μυαλὸ τὰ περιπαίζει ὅλα, θρησκεία, πίστη, δόγματα, μυστήρια, σωτηρία, μέλλουσα ζωή..           Πῶς νὰ θυσιάσης, λέγει, τούτη τὴ ζωὴ τὴ χειροπιαστή, γιὰ τὴν ἄλλη, ποὺ δὲν γύρισε κανένας ἀπὸ τὸν ἅδη γιὰ νὰ μᾶς πῆ πὼς ὑπάρχει! «Κάλλιο πέντε καὶ στὸ χέρι, παρὰ δέκα καὶ καρτέρει». Ἔτσι συλλογίζεται ὁ φρόνιμος, ὁ πρακτικὸς ἄνθρωπος, καὶ πορεύεται ἀναλόγως. Αὐτὸς εἶναι ποὺ ἐνθουσιάσθηκε γιὰ τὴν Ἕνωση τῶν Ἐκκλησιῶν, «γιὰ νὰ πάψουν τέλος πάντων αὐτὲς οἱ ἀνοησίες μὲ τὰ σχίσματα, μὲ τὰ δόγματα καὶ τοὺς βυζαντινισμούς». Τί ὡραῖα! Τί καλά! Τὴ δουλειά μας νὰ κάνουμε. «Νὰ γίνουμε καὶ στὴ θρησκεία Εὐρωπαῖοι, ὅπως γινήκαμε Εὐρωπαῖοι σὲ ὅλα. Νὰ συγγενέψουμε μὲ τοὺς Εὐρωπαίους Χριστιανούς, νὰ παρατήσουμε πιὰ τούτη τὴ βλάχικη θρησκεία μὲ τοὺς λυγδιασμένους καλόγερους. Νὰ συγχρονισθοῦμε. Νὰ ἀποκτήσουμε ἱερωμένους εὐπαρουσίαστους, ὄχι τσελιγκάδες ἀχτένιστους, σὰν τὸν Κοσμᾶ τὸν Αἰτωλὸ μὲ τὴν γκλίτσα. Ἐκεῖ θὰ βρισκόμαστε αἰωνίως; Ὑπανάπτυκτοι θὰ μείνουμε καὶ στὴ θρησκεία;».
.           Ὁ διάβολος πάντα τάζει πολλὰ σὲ κείνους ποὺ θέλει νὰ μπλέξη στὰ δίχτυά του. Στοὺς πρωτόπλαστους εἶπε πὼς θὰ γίνουνε θεοί, ἂν τὸν ἀκούσουνε καὶ φᾶνε ἀπὸ τὸ Δένδρο τῆς Γνώσεως. Ἔτσι καὶ τώρα, σὲ ὅλους αὐτοὺς ποὺ ἐπικροτοῦνε τὴν ἱερὴ συμμαχία τοῦ Πάπα μὲ τὸν Πατριάρχη, στοὺς ἀδιάφορους γιὰ τὰ θρησκευτικά, στοὺς ἄθεους καὶ στοὺς ψευτοχριστιανούς, λέγει γιὰ νὰ τοὺς σαγηνέψη, πὼς θὰ φανοῦνε στὰ μάτια τοῦ κόσμου φιλάδελφοι, ἀμνησίκακοι, ταπεινοί, μὰ καὶ προοδευτικοί, φιλελεύθεροι, χωρὶς φανατισμοὺς καὶ δεισιδαιμονίες. Καὶ πώς, μὲ τὸ νὰ ἐγκρίνουνε ὅ,τι γίνεται γιὰ τὸ ἀδέρφωμα τῶν Χριστιανῶν, συνεργοῦνε στὸ καλὸ τῆς ἀνθρωπότητος, γιὰ νὰ ζήση ἥσυχη καὶ ν᾽ ἀπολάψη τὰ καλὰ τούτου τοῦ κόσμου, χωρὶς νὰ μποδίζεται ἀπὸ τὴ θρησκεία τοῦ Χριστοῦ καὶ τὴν καταραμένη διδασκαλία του, ποὺ χωρίζει τοὺς ἀνθρώπους καὶ τοὺς κάνει νὰ ἐχθρεύωνται μεταξύ τους. Ὁ ἴδιος ὁ Χριστὸς εἶπε πὼς ἦρθε στὸν κόσμο γιὰ νὰ τὸν κάνη ἄνω-κάτω, νὰ χωρίση γονιοὺς ἀπὸ τὰ τέκνα, ἀδελφὸ ἀπὸ ἀδελφό: «Μὴ νομίσητε, λέγει, ὅτι ἦλθον βαλεῖν εἰρήνην ἐπὶ τὴν γῆν. Οὐκ ἦλθον βαλεῖν εἰρήνην, ἀλλὰ μάχαιραν. Ἦλθον γὰρ διχᾶσαι ἄνθρωπον παρὰ τοῦ πατρὸς αὐτοῦ καὶ θυγατέρα κατὰ τῆς μητρὸς αὐτῆς καὶ νύμφην κατὰ τῆς πενθερᾶς αὐτῆς» (Ματθ. ι´ 24). Καὶ σὲ ἄλλο μέρος λέγει πάλι: «Πῦρ ἦλθον βαλεῖν ἐπὶ τὴν γῆν (Λουκ. ιβ´ 49). Πῶς γίνεται, αὐτὸς ὁ Χριστὸς ποὺ μιλοῦσε ὁλοένα γιὰ εἰρήνη, καὶ χαιρετοῦσε λέγοντας «Εἰρήνη ὑμῖν», πῶς λέγει πάλι πὼς ἦρθε στὴ γῆ γιὰ νὰ βάλη φωτιὰ νὰ τὴν κάψη; «Λοιπόν, ἐσεῖς οἱ ἄνθρωποι, λέγει ὁ διάβολος στ᾽ αὐτί τους, πρέπει νὰ βάλετε ἕνα τέλος στὴ φαγομάρα ποὺ ἔρριξε ἀνάμεσά σας αὐτὸς ὁ ταραχοποιὸς ποὺ λέγεται Χριστός, γιὰ νὰ μπορέσετε νὰ ζήσετε ἥσυχοι καὶ μονιασμένοι. Ἐκεῖνος εἶπε πὼς θὰ φέρη στὸν κόσμο τὴν ταραχὴ καὶ τὴ διχόνοια, καὶ τὴν ἔφερε. Ἐγὼ σᾶς φέρνω τὴν εἰρήνη καὶ τὴν ἀγάπη κι ἂς μὲ λένε διάβολο, σατανᾶ κι ἀνθρωποκτόνο. Ἦρθε ἡ ὥρα νὰ καταλάβετε ποιὸς εἶναι ὁ ἐχθρός σας καὶ ποιὸς ὁ εὐεργέτης σας. Εὐεργέτης σας εἶμαι ἐγὼ ὁ ἀδικοκατηγορημένος, ὅπως τὸ βλέπετε καθαρὰ σήμερα ποὺ καθαρίσανε τὰ μάτια σας μὲ τὴν ἐπιστήμη καὶ μὲ τὴν ἀληθινὴ γνώση. Τόσους αἰῶνες σᾶς τύφλωνε ἐκεῖνος ὁ πλάνος ὁ Χριστὸς μὲ τὰ παραμύθια του. Ἀνάθεμα τὸν!».

πηγή:ἐφημ. «ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ»  (16.02.1964)

Δεν υπάρχουν σχόλια: