«Μου
αρέσουν οι παρέες της Κυριακής γύρω από το τραπέζι» λέει η Σοφία στη βεράντα
του σπιτιού τους στον Γαλατά, στη μέση του φροντισμένου κτήματος, ενός
παραδείσου χρωμάτων, ευωδιών και γεύσεων. «Ο παράδεισος είναι άλλα πράγματα»
συνεχίζει η Σοφία καθώς ετοιμάζει αυτό το πλούσιο και χειροποίητο κυριακάτικο
τραπέζι. «Είναι η καλή διάθεση, η αγάπη για τους άλλους». Πράγματι έτσι είναι,
αλλά η καλή διάθεση και η αγάπη φαίνονται στο καλό φαγητό, που το κάνουν καλό
τα αυθεντικά υλικά. Και όλα σχεδόν τα συστατικά αυτού του τραπεζιού, το λάδι,
τα κηπευτικά, τα μυριστικά, τα φρούτα είναι καθάρια, φροντισμένα με τα χέρια
τους.
Μας
τα δείχνει ο Φίλιππος με κρυφό καμάρι κάτω από τη ψιλή βροχή που αναμοχλεύει
τις μυρωδιές της ρίγανης, της λουϊζας, του εστραγκόν, της δάφνης. Κόβει
δυο-τρεις βανίλιες που έχουν ωριμάσει και πάρει το πιο βαθύ τους μωβ και μας
περνά από τις ιδιότροπες φυτείες της φράουλας και κάτω από τις φορτωμένες
λεμονιές. Η γεύση των «χρυσών» καρπών αναδεικνύεται σε όλο το μεγαλείο της στην
σπιτική λεμονάδα με την οποία μας καλωσορίζουν στη βεράντα τους, ουσιαστικά σε
μια ολόκληρη φιλοσοφία για τη διατροφή και τη ζωή.
Ο
ζωγράφος Κώστας Παπανικολάου που είναι στη συντροφιά μας, αποκαλύπτει το δικό
του φέρμα. Αρμύρες ελαφρώς βρασμένες με λάδι και λεμόνι. Μάζεψε τα τρυφερά
βλαστάρια τους από τοπία που αγαπά να ζωγραφίζει, από τις αμμουδιές πριν την
Αλυκή. Από κοντά έρχονται και τα σαλιβάρβαρα τουρσί, άγρια χόρτα που για την
καλλιέργειά τους φροντίζει μόνον ο Θεός, και ο εξαιρετικός οίνος που παπά από
το χωριό Αδάμι. Η αρχή έγινε.
Η
Σοφία συνηθίζει να μαγειρεύει με ό,τι έχει. Έχει βέβαια πάρα πολλά υλικά γύρω
της, όπως αμπελόφυλλα με τα οποία τύλιξε ντολμάδες με γέμιση με ρύζι,
κουκουνάρι, εστραγκόν και ξύσμα λεμονιού. Έχει όμως και αποξηραμένο ρόδι που
έφερε από το Ιράν – ένα ταξίδι που ενθουσίασε την ίδια και τον Φίλιππο που
έχουν ακόμη τη μουσική του στα αυτιά τους και στα δικά μας – που το πρόσθεσε
στη γέμιση και έδωσε χρώμα και πάνω στο φαγητό.
Στο
κτήμα έχουν όμως και πολλά κολοκυθάκια, ευκαιρία για ένα σουφλέ ή για μια κολοκυθόπιτα
χωρίς φύλλο όπως την αποκαλεί η Σοφία. Ένα μίγμα από τριμμένα κολοκύθια, τυριά
(φέτα, ανθότυρο, κεφαλοτύρι, ροκφόρ), κρεμμύδι παλιό και φρέσκο, τρία αβγά,
λίγο αλεύρι όσο να δέσει, και μυριστικά (φρέσκο εστραγκόν, μαϊντανό, δυόσμο),
αλάτι και πιπέρι. Το ταψί ψήνεται στο φούρνο στους 180 βαθμούς. Κολοκυθάκια
υπάρχουν όμως και στην παντοσύναχτη βραστή σαλάτα με πολλών λογιών χόρτα από
τον κήπο.
Και
καθώς το γεύμα ολοκληρώνεται με κοτόπουλο κοκκινιστό με μακαρόνια, στο τραπέζι
αρχίζει μια πολύ ενδιαφέρουσα παρέλαση χειροποίητων επιδορπίων, γλυκά του
κουταλιού, γιαούρτι με φράουλες, λικέρ βύσσινο. Δεν έγιναν όλα τα λεμόνια
λεμονάδα, αλλά και λεμοντσέλο που τώρα είναι η ώρα να το δοκιμάσουμε αν έχει
γίνει. Αν και είναι ήδη καλό, η Σοφά αποφαίνεται ότι θέλει ακόμα μερικές ημέρες
να ωριμάσει. Έχει τελικά ιδιαίτερη σημασία να χορταίνεις εκτός από τα φαγητά
τους και με τους ίδιους του ανθρώπους, τη συντροφιά τους και τη φιλοσοφία τους.
Έτσι αποκτά και η τροφή ολοκληρωμένο νόημα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου