«Πάντες ὃσοι ἦλθον πρὸ ἐμοῦ, κλέπται εἰσὶ καὶ λῃσταί» (κατὰ Ἰωάννην, Ι, 8)
Γεώργιος Π. Παύλος, Αναπληρωτής Καθηγητής Δ.Π.Θ.
Ωραία. Τώρα βλέπουμε και αυτό μεταξύ πολλών άλλων. Οι μαθητές να επιπλήττουν τους δασκάλους έστω και με τρόπο ευγενικό. Όμως όταν πρόκειται περί των μεγίστων στην ζωή, δηλαδή περί του μεγίστου, τότε οι όποιες ευγένειες και οι όποιοι τρόποι δεν μπορούν να υποκαταστήσουν τα ουσιώδη.
«Πολῖται, χρὴ τὰ καίρια λέγειν»[1] . Στην απάντηση των νέων θεολόγων εκπαιδευτικών, που σχεδίασαν το νέο πιλοτικό σχέδιο προγράμματος σπουδών για τα θρησκευτικά[2], προς την διακριτική κριτική και νουθεσία που τους ασκήθηκε από τον π. Βασίλειο Γοντικάκη, και με την οποία συμφώνησαν πολλοί άλλοι Αγιορείτες ασκητές, όπως ο π. Γεώργιος Καψάνης[3] και άλλοι, είδαμε να εκφράζεται η δυσαρέσκεια ορισμένων θεολόγων μας. Δηλαδή, ότι οι Αγιορείτες μοναχοί έκαναν κριτική από έμμεση πληροφόρηση και χωρίς να έχουν εξαντλητικά μελετήσει το προτεινόμενο από αυτούς σχέδιο θρησκευτικών για μαθητές δημοτικού γυμνασίου και λυκείου.
Όταν μέσα στους πίνακες του προτεινόμενου προγράμματος σπουδών βλέπουμε αμέσως και αδιάκριτα να αραδιάζονται εορτές χριστιανικές, μουσουλμανικές, ινδουιστικές και ιουδαϊκές, ως όλα αυτά να αποτελούν ενιαίο όλον και ισάξιες πλευρές του ιδίου πράγματος και του ιδίου γεγονότος, είναι σαφές το θανατηφόρο ολίσθημα.
Εδώ δεν πρόκειται απλώς περί παιδαγωγικού λάθους στα μαθηματικά, την φυσική, την γλώσσα ή όποιο άλλο μάθημα. Είναι προτιμότερο τα παιδιά των Ελλήνων να μην διδάσκονται κανένα μάθημα θρησκευτικών, παρά ένα μάθημα στο οποίο η ορθόδοξη πίστη δεν είναι παρά μία μεταξύ άλλων πολλών.
Όχι. Εδώ δεν χωρά και δεν υπάρχει ισοτιμία, σχετικότητα ή πολλαπλότητα. Εδώ ή γνωρίζουμε την μοναδικότητα, ή παραιτούμεθα. «Ὃς ἂν ὁμολογήσῃ ὅτι ᾿Ιησοῦς ἐστιν ὁ υἱὸς τοῦ Θεοῦ, ὁ Θεὸς ἐν αὐτῷ μένει καὶ αὐτὸς ἐν τῷ Θεῷ»[4]. «Καὶ πᾶν πνεῦμα ὃ μὴ ὁμολογεῖ τὸν Ἰησοῦν Χριστὸν ἐν σαρκὶ ἐληλυθότα, ἐκ τοῦ Θεοῦ οὐκ ἔστι»[5].
Το προτεινόμενο λοιπόν μάθημα θρησκευτικών, όπως δείχνουμε στα επόμενα, είναι ακατάλληλο και για χριστιανούς μαθητές αλλά και για μαθητές άλλων πίστεων και άλλων θεολογικών παραδόσεων. Τους προσβάλλει και τους αδικεί όλους, και χριστιανούς και μη. Ένα τέτοιο μάθημα είναι άκρως επικίνδυνο για όλους και εξυπηρετεί μόνον όσους θέλουν να πολτοποιήσουν τους λαούς, τους ανθρώπους και τους πολιτισμούς.
Εμείς ως Έλληνες και ως Ορθόδοξοι πρέπει να αμυνθούμε και να προστατέψουμε όλους τους ανθρώπους, όλους τους πολιτισμούς και όλες τις πίστεις από την πολτοποίηση, να αμυνθούμε ως πολίτες της γης και του κόσμου χάριν όλου του κόσμου στην επιχειρούμενη πνευματική, πολιτιστική, οικονομική και πολιτική παγκόσμια δικτατορία.
Ο Θεός ανέχεται τόσο πόνο, τόση κακία, τόση αδικία, τόσο δάκρυ και τόση βλακεία πάνω στην γη ακριβώς επειδή σέβεται την προσωπικότητα κάθε λαού, κάθε ανθρώπου και κάθε πλάσματος. Και μάς προτείνει τον ένα και μοναδικό δρόμο ενότητας και κοινωνίας, αυτόν που ο Ίδιος ως άνθρωπος βάδισε, αυτόν της θυσίας ως της τελείας αγάπης και της τελείας ελευθερίας. Δηλαδή την άρση κάθε πνεύματος εξουσίας.
Μήπως, εξ άλλου, αυτός δεν ήταν πάντα ο δρόμος του λαού μας, είτε στην αρχαία είτε στην χριστιανική του εποχή; Η θυσία του για την ελευθερία; Και όταν θυσιάζεσαι για την ελευθερία σου τότε θυσιάζεσαι και προασπίζεις την ελευθερία όλων. Στην ουσία θυσιάζεσαι για τους άλλους. Ιδίως και πολύ περισσότερο βέβαια, αν είσαι Θεός, οπότε δεν έχεις καθόλου εγώ, αλλά είσαι όλος Εσύ, δηλαδή ζεις και υπάρχεις για τον Άλλον.
Αυτή δεν ήταν πάντα η μοίρα μας και η μοίρα του λαού μας; να φυλάμε δηλαδή Θερμοπύλες για ολόκληρη την ιστορία, για ολόκληρο τον κόσμο και για τον όλο άνθρωπο; Και το Άγιον Όρος σήμερα δεν είναι ο τόπος της καρδιάς μας, ο τόπος του λαού μας, ο οικείος και πολύ δικός μας τόπος; αυτός που μας εξάγει από την ερημία και την θλίψη του εαυτού μας και μας άγει στην όντως πόλη την ευρυτέρα όλου του Σύμπαντος;
Πώς λοιπόν, μπορούμε τόσο απλά, τόσο εύκολα να το προσπερνούμε; Μήπως δεν ήταν το Άγιον Όρος και τα παιδιά του «με τα μαλλιά και με τα μαύρα ρούχα» κατά τον ποιητή μας, που μας κράτησε και μας κρατά από το χέρι όταν κατακρημνιζόμεθα στις χαράδρες του περιπλανώμενου στην άπω Ανατολή και την άπω Δύση απύθμενου εαυτού μας;
Στο Άγιον Όρος δεν είναι που δοκιμάσαμε όλες τις πίστεις και όλους τους θεούς του κόσμου και βεβαιωθήκαμε για τη θλιβερή, μουντή και άνυδρη μικρότητά των; Εδώ στο Άγιον Όρος δεν ήταν που δοκιμάστηκαν ως σε κάμινο πυρέσσουσα όλες οι μυστικές μας εμπειρίες θεών αλλοτρίων, που ζήτησαν να μας κρατήσουν δέσμιους;
Εδώ στο Άγιον Όρος δεν είναι όπου είδαμε τον όλο εαυτό μας να θρυμματίζεται ως καθρέφτης πολύτιμος και να διαλύεται σε κομμάτια άπειρα; Και μετά να ξανασυντίθεται και να ανακαινίζεται και να εξέρχεται νικών από το πηκτό σκοτάδι της νύκτας της αφανίζουσας την σάρκα και την ψυχή μας, κρατούμενος από Δύναμη που δεν είναι εκ του κόσμου τούτου του φθειρομένου;
Δεν είναι λοιπόν ο τόπος τούτος του Αγίου Όρους ο τόπος της ψυχής μας, ο τόπος της ψυχής του λαού μας και της ψυχής όλου του κόσμου; Ενός κόσμου κατά βάθος ωδινόμενου, είτε έχοντος θρησκείες είτε χωρίς θρησκείες, είτε έχοντος εορτές είτε χωρίς εορτές;
Πώς λοιπόν μπορούμε να τον προσπερνάμε έτσι απλά;
Επειδή η κυρία Διαμαντοπούλου ή κάποιοι άλλοι προϊστάμενοι, δικοί της και δικοί μας, ή και ο ίδιος ο νάνος εαυτός μας, μάς το υποδεικνύουν; Μήπως άραγε απωλέσαμε το μέτρο που μετρά τον κόσμο με το φώς, και το νήμα της μνήμης που μας εξάγει από τον λαβύρινθο του εαυτού μας και του κόσμου όπου κατοικεί το Μινώταυρο τέρας το ανθρωποκτόνο;
Ύστερα από αυτά δεν καταλαβαίνω πραγματικά γιατί οι θεολόγοι που συνέταξαν το νέο πρόγραμμα σπουδών των θρησκευτικών για τους μαθητές των ελληνικών σχολείων, δεν κατανοούν τον ξάστερο ως ουρανό λόγο μιας πραγματικά ιστορικής ασκητικής φυσιογνωμίας του Αγίου Όρους, εννοώ τον π. Βασίλειο Γοντικάκη, με την οποία συμφωνούν επίσης άλλες μεγάλες ασκητικές προσωπικότητες, όπως ο π. Γεώργιος Καψάνης, και άλλοι.
Νομίζω δε, πως εάν ήσαν εν ζωή Άγιοι άνθρωποι, όπως ο π. Παΐσιος, ο π. Πορφύριος, ο π. Ιάκωβος και άλλοι του δικού των επιπέδου, δεν θα έλεγαν κάτι το διαφορετικό από αυτά που έγραψε ο π. Βασίλειος Γοντικάκης στην επιστολή του προς τον Αρχιεπίσκοπο Αθηνών και πάσης Ελλάδος [6].
Ή μήπως δεν θα συνηγορούσαν σε αυτή την στάση άνθρωποι που πριν από εμάς στην πρόσφατη ιστορία βρέθηκαν σε ανάλογη αν και σαφώς πολύ χειρότερη δοκιμασία, όπως ο Άγιος Λουκάς ο Ρώσος, ο ιατρός, που μόνος του και με την ολόλαμπρη προσωπικότητα του ενίκησε -δεχόμενος αγόγγυστα κάθε μαρτύριο- όλον τον σοβιετισμό; Όπως και τόσοι άλλοι Ρώσοι νεομάρτυρες αλλά και τόσοι άλλες προσωπικότητες συγχρόνων Αγίων, όπως ο Άγιος Νικόλαος Βελιμίροβιτς, Επίσκοπος Ζίτσης, ο Άγιος Ιουστίνος Πόποβιτς; Αλλά και ο Άγιος Νεκτάριος, για άλλους βέβαια λόγους, ωστόσο αρκετά όμοιους με τους σημερινούς, δεν δέχτηκε να μαρτυρήσει επί πολλά χρόνια διωγμών του;
η συνέχεια εδώ

Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου