Πέμπτη 3 Ιανουαρίου 2013

Παραδοσιακό αγιορείτικο κέρασμα δ'




Ακόμα τέσσερεις μικρές ιστορίες συναρμόζονται πάλι σ' αυτό το κέρασμα και αντιδωρίζονται στον αναγνώστη.
Επέτρεψαν οι μοναχοί της Ι. Μ. Παντελεήμονος τον Πούτιν να φωτογραφίσει τα ζωγραφισμένα κρανία των κεκοιμημένων μοναχών που φυλάσσονται στο οστεοφυλάκιο της μονής;
Το τεράστιο αόρατο πέλαγος της αγάπης του Θεού και η κλήση στον μοναχισμό.
Τα ΣΑ ΕΚ ΤΩΝ ΣΩΝ της Πόλεως.
Η Σίβυλλα στο Άγιον Όρος.
 



Το λουκούμι

Η πρώτη φορά που είδα οστεοφυλάκιο στο Άγιον Όρος ήταν, αν θυμάμαι καλά, το 1976. Παρεκκλήσι της Ι. Μ. Σταυρονικήτα που βρισκόταν έξω από τη μονή, στο δρόμο προς την Ι. Μ. Ιβήρων, δίπλα στη θάλασσα σχεδόν, είχε αγρυπνία. Κάποια στιγμή πριν το χάραμα της ημέρας, είχε ανοιχθεί το οστεοφυλάκιο που βρισκόταν ακριβώς κάτω από την εκκλησία.
Εκεί για πρώτη φορά είδα σειρές από νεκροκεφαλές κεκοιμημένων μοναχών. Ο χώρος φωτιζόταν από κερί. Το μέρος ήταν πολύ υποβλητικό, αφού η στενή επαφή με τα οστά των κεκοιμημένων μοναχών σού έφερνε στο νου άμεσα το μάταιο αυτού του κόσμου.


  
Αργότερα διάβασα για τη μνήμη θανάτου και πάντα όταν διάβαζα για αυτήν αργότερα, ο νους μου στρεφόταν σ' αυτές τις εικόνες που είχα δει πρώτη φορά εκεί. Βέβαια η μνήμη θανάτου δεν συνίσταται καθόλου στο να βλέπεις οστά κεκοιμημένων.
Αργότερα η εμπειρία μου μεγάλωσε. Είδα οστεοφυλάκια σε μονές, ακόμα κι εδώ στο εξωτερικό, όπου μεγάλα οστεοφυλάκια σώζονται σε πολλές χώρες με οστά νεκρών από τη μαύρη πανώλη ή από τους πολέμους που συντάραξαν την ευρωπαϊκή ήπειρο για αιώνες (δες φωτογραφίες παρακάτω).




Καταγράφω εδώ δύο ακόμα πληροφορίες.
Κάποτε φίλος, συχνός επισκέπτης του Αγίου Όρους και εραστής προσκυνητής της πέτρινης αθωνικής ερήμου, μού είπε ότι ερημίτες ασκητές είχαν δει παλαιότερα σε σπηλιές του Άθωνα οστά κεκοιμημένων έκθετα, δηλαδή όχι θαμμένα, το ένα πάνω στο άλλο. Τού είπαν ότι προφανώς ο μοναχός πληροφορούνταν τη στιγμή του θανάτου του, πήγαινε ξάπλωνε σε κάποια "κόγχη" της σπηλιάς και εκεί πέθαινε. Αργότερα η Ι. Μ. Μεγίστης Λαύρας όταν περνούσε ο καιρός και δεν είχε "ειδήσεις" από αυτόν, έστελνε άλλον στη θέση του. Αυτός το ίδιο, όταν ερχόταν η ώρα του, πήγαινε ξάπλωνε στο ίδιο μέρος και πέθαινε εκεί, πάνω στον προηγούμενο.


Τα οστά ενός άγνωστου μοναχού σε σπηλιά του Άθωνα (πηγή).

Ο ελληνοαμερικάνος ιστορικός τέχνης Paul Koudounaris έγραψε ένα βιβλίο με τίτλο "The Empire of Death" που κυκλοφόρησε τον Οκτώβριο του 2011 από τις εκδόσεις Thames & Hudson. Ο ίδιος έφτασε μέχρι το 'Άγιο 'Όρος για να καταγράψει και να φωτογραφίσει τη λατρευτική "αρχιτεκτονική" από ανθρώπινα οστά. Δεν του επέτρεψαν όμως να φωτογραφίσει τα ζωγραφισμένα κρανία των Ρώσων μοναχών ("the Rembrandts of skull-painting") της Ι.Μ. Παντελεήμονος. "Τίποτα το προσωπικό μαζί σας", του είπε ένας καλόγερος, "άλλωστε ούτε και στον Πούτιν το επιτρέψαμε".


Περισσότερες φωτογραφίες από τον ιστότοπο του συγγραφέα (εδώ).

Η ρακή

Επισκέπτεσαι το Άγιον Όρος ως προσκυνητής. Για πόσο καιρό; Τέσσερεις μέρες. Ίσως αν έχεις γνωστό μπορείς να μείνεις περισσότερο. Πόσους γέροντες προορατικούς ξέρεις; Πόσοι υπάρχουν; Και αν ξέρεις κάποιον προορατικό γέροντα πόσο χρόνο θα έχεις μαζί του; Αφού θα περιμένουν κι άλλοι τη σειρά τους. Και πάλι πόσες ερωτήσεις θα έχεις ή θα προλάβεις να του υποβάλλεις; Και όταν θα βρω αυτόν τον γέροντα να είναι διαθέσιμος, εκεί μπροστά μου, θα μπορώ να τον ρωτήσω όλες αυτές τις ανοησίες που έχω στο κεφάλι μου; Δεν θα συσταλώ; Δεν θα ντραπώ την άγνοιά μου; Πώς όμως να πάρω και κάτι ωφέλιμο, έναν ωφέλιμο λόγο να τον αποθησαυρίσω; Να τον έχω στην επιστροφή μου;
Είχα διαβάσει ότι χρειάζεται κλήση για τον μοναχισμό. Ρώτησα τι είναι κλήση. Μού είπαν ότι είναι κλήσις θεϊκή. Άρχισα λοιπόν να ρωτώ τους μοναχούς σε ανύποπτες στιγμές πως πήραν την απόφαση να γίνουν μοναχοί. Μια εύκολη ερώτηση. Και να μπροστά μου ακούω και δεν πιστεύω στα αυτιά μου. Ακόμα και απλοί, νέοι αγιορείτες μοναχοί ξετυλίγουν θαυμαστές ιστορίες. Το θαύμα βρίσκεται παντού!
Έτσι μαζεύω κάθε φορά αυτές τις ιστορίες και τις φυλάω στη μνήμη μου σαν μικρά μαργαριταράκια, δώρα της ευμένειας, της προσήνειας και της φιλανθρωπίας του Θεού προς τους ανθρώπους. Μία από αυτές αντιδωρήθηκε στο α΄. Τώρα άλλη μία έχει σειρά.
Διηγείται νέος μοναχός στην Ι. Μ. Κ. με καταγωγή από μεγάλη πόλη. Καθαρίζουμε κρεμμύδια στην κουζίνα και λόγω των κρεμμυδιών καθόμαστε παράμερα από τους άλλους μοναχούς και λαϊκούς για να μην τους ενοχλούμε. Παγκοινιά. Τα ξύλα τρίζουν κάτω από τον ταβά που ετοιμάζει την απογευματινή τράπεζα. Ομιλίες σιγανές. Ο ήλιος παίζει με τις σκιές στα παράθυρα, καθώς κουνιούνται τα δένδρα έξω από τον ελαφρύ άνεμο.
- Ήθελα πολύ να γίνω μοναχός. Κάθε μέρα η απόφασή μου μεγάλωνε. Κλειδωνόμουν στο δωμάτιό μου και έκανα μεγάλες μετάνοιες και προσευχή. Με τις ώρες. Οι γονείς μου καλοί χριστιανοί, αλλά δεν ήθελαν να γίνω μοναχός. Η μάνα μου ανησυχούσε. Ερχόταν συνέχεια στο δωμάτιό μου και μού μιλούσε. Μ’ απασχολούσε. Μού έλεγε να μην κλειδώνομαι μέσα. Ο πατέρας μου πάλι συνέχεια μού πρότεινε εκδρομές και έπαιρνε τηλέφωνο τα ξαδέλφια μου να έρχονται να με βγάζουν βόλτα σαν από δική τους πρωτοβουλία. Μια κοπέλα του κύκλου μου άρχισε ξαφνικά να ενδιαφέρεται για μένα. Είχα πολλά εμπόδια.
- Τελικά πώς το αποφάσισες; Πώς έγινε;
- Δεν ήξερα τι να κάνω! Συνεχώς συναντούσα εμπόδια. Έκανα προσευχή με πόνο και απελπισία. Μια μέρα, το βράδυ, σηκώθηκα από το κρεβάτι ήσυχα για να κάνω την προσευχή μου. Δεν άναβα καθόλου το φως για να μην με καταλάβουν οι γονείς μου. Εκείνο το βράδυ προσευχόμουν με όλη μου τη ψυχή και έλεγα Θεέ μου, Παναγιά μου, βοήθησέ με! Δώσε μου ένα σημάδι, Χριστέ μου! Και όπως το έλεγα αυτό, ένα φως άρχισε να μπαίνει από τις γρίλιες του παράθυρου. Ήταν καλοκαίρι, το παράθυρο ανοιχτό, αλλά τα στόρια κατεβασμένα.
- Τι φως ήταν αυτό; Μήπως ήταν από κανένα αυτοκίνητο;
- Το φως κινούνταν, σαν να μπήκε απέξω και να ήρθε τριγύρω μου. Ένοιωσα αμέσως ηρεμία και ένα κύμα ειρήνης με κατέκλυσε. Τι να σου πω! Το πρόσωπό μου είχε μισο-στραβώσει σε ένα γλυκό χαμόγελο που δεν μπορούσα να το σταματήσω κι ένας ενθουσιασμός μού συνεπήρε την καρδιά. Τι ήταν εκείνο το πράγμα! Μου ήρθε να κραυγάσω από χαρά, το πιστεύεις; Ήξερα πια. Βεβαιώθηκα. Την άλλη μέρα έφυγα κρυφά για το Άγιον Όρος. Για μέρες ήμουν σα μεθυσμένος. Από χαρά. Αγαπούσα και το πιο μικρό χορταράκι. Και το πιο μικρό πλασματάκι. Ήθελα μονάχα να γίνω ένας μικρός κόκκος άμμου μέσα σ' εκείνη την αγάπη που ένοιωθα. Μέχρι να φτάσω εδώ, ταξιδεύοντας με το ΚΤΕΛ, ότι έβλεπα με υπέρ, υπέρ συγκινούσε. Η καρδιά μου ήταν εκείνη την ημέρα και για μέρες ακόμα, πολύ, πολύ ευαίσθητη.
- Δηλαδή;
- Πώς να σού το πω; Έβλεπα για παράδειγμα τον οδηγό να σηκώνεται από τη θέση του για να βοηθήσει μια ηλικιωμένη κυρία να ανέβει τα σκαλάκια του λεωφορείου. Και όπως έβλεπα αυτή τη σκηνή, συγκινούμουν από το καλό που έβλεπα μπροστά μου, το καλό που έκανε εκείνος ο οδηγός, και δάκρυα κυλούσαν από τα μάτια μου. Σκεφτόμουν ότι ένα τοσοδά μικρό καλό τραβούσε εκείνο το τεράστιο αόρατο πέλαγος αγάπης πάνω μας. Και ερχόταν αυτή η τεράστια αγάπη και έσκαγε πάνω μας σαν κύμα. Και δώστου να κλαίω. Δεν μπορούσα να κρατηθώ. Είχα συνέχεια τα χέρια στο πρόσωπό μου για να μην με βλέπουν. Δονούμουν από το καλό που έβλεπα γύρω μου. Καθόλου δεν σκεφτόμουν πως θα έρθω να μείνω εδώ για πάντα, τις δυσκολίες και τέτοια. Πετούσα, έκλαιγα από χαρά.
- Και τελικά ήρθες εδώ;
- Ναι, στο Άγιον Όρος. Όχι όμως αμέσως σ' αυτή την μονή.
- Είδες ξανά αυτό το φως;
- Όχι. Αλλά και που το είδα μια φορά μού φτάνει. Τι ήταν εκείνο το πράγμα, λέει με ταπεινό χαμόγελο. Δόξα σοι, ο Θεός. Ένα τόσοο δά μικρό καλό κάνουμε και τραβάει εκείνο το τεράστιο ωκεανό αγάπης να έρθει να ζει μαζί μας, λέει συγκινημένος.

Το νερό

Η συζήτηση ξεκίνησε από προσκυνητές στο αρχονταρίκι μονής και συνεχίστηκε στον κοιτώνα. Και κράτησε πολύ ώρα. Επιχειρήματα υπέρ ή κατά υποστηρίχτηκαν με πάθος.
Η συζήτηση αφορούσε εσχατολογικά περί της Πόλεως. Εδώ όμως θα διηγηθώ μονάχα μία μικρή ιστορία από τις τόσες που ακούστηκαν και θα την διηγηθώ σε πρώτο πρόσωπο. Που να θυμάμαι τώρα ποιος την πρωτοείπε, ποιος την συμπλήρωσε και ποιος την τελείωσε.
Μία ανοιξιάτικη ημέρα, σχεδόν καλοκαιρινή. Η ώρα κοντά δυόμιση το μεσημέρι. Η πόλη πέφτει. Ήδη από τα χαράματα οι υπερασπιστικές γραμμές της πόλης έσπαγαν. Εδώ κι εκεί σποραδικές αντιστάσεις από ομάδες στρατιωτών.
Την ώρα του χαμού, ο κόσμος θυμήθηκε μία προφητεία. Ότι την ημέρα που θα έμπαιναν οι εχθροί μέσα στην πόλη, οι Ρωμαίοι θα έχαναν τη μάχη, αλλά θα ηττούνταν μέχρι την κολώνα του Κωνσταντίνου στο Φόρουμ. Μέχρι σ’ εκείνο το σημείο.
Η κολώνα του Κωνσταντίνου όπως είναι σήμερα (Çemberlitaş Sütunu)
Εκεί ένας άγγελος, άλλοι έλεγαν ο ίδιος ο αρχάγγελος Μιχαήλ θα κατέβαινε από τον ουρανό, θα έβγαζε το ξίφος του, εκείνη την ρομφαία, και θα την έδινε σε έναν απλό πολίτη από το πλήθος. Όχι σε ευγενή ή σε στρατιωτικό. Και εκείνος ο πολίτης, με το ξίφος του αρχάγγελου Μιχαήλ, από το σημείο εκείνο, θα καταπολεμούσε τους εχθρούς και θα τους κατανικούσε.
Γι’ αυτό ο κόσμος ενθυμούμενος την προφητεία θα τρέξει εκεί. Και πακτώθηκε εκεί. Το μέρος αυτό βρίσκεται περίπου εξακόσια μέτρα από την Αγία Σοφία. Ο κόσμος γέμισε γρήγορα την μεγάλη εκκλησία. Χιλιάδες λαού κλείστηκαν μέσα. Οι περισσότεροι γυναικόπαιδα και ηλικιωμένοι.
Προ του βέβαιου χαμού ο κόσμος αναπέμπει δεήσεις. Φοβούνται και κλαίνε. Θεία λειτουργία τελείται με σκοπό την θεία κοινωνία όλων. Σπάνε οι πόρτες. Εξαγριωμένοι εχθροί θα επιπέσουν εναντίον του άμαχου πλήθους, μεθυσμένοι από εωσφορικό μίσος. Η σφαγή θα είναι ανελέητη, έτσι λένε οι πηγές.
Τη στιγμή που σπάει η μεγάλη πόρτα, η θεία λειτουργία βρίσκεται στο σημείο που ο ιερέας λέει «…ΤΑ ΣΑ ΕΚ ΤΩΝ ΣΩΝ…». Τότε ανοίγει μια πόρτα στον τοίχο και ο ιερέας εξαφανίζεται εκεί με τα Τίμια Δώρα. Τα Σα κόβονται στη μέση. Η θεία λειτουργία μένει στη μέση.
Υπάρχει ένας μικρός τυφλός διάδρομος στο δεξί κλίτος του ναού. Αυτός ο τυφλός διάδρομος στο τέλος του μοιάζει σαν πόρτα κλειστή. Φέρει ημιανάγλυφη μαρμάρινη επίστεψη και λεπτές παραστάδες δεξιά κι αριστερά που μοιάζουν πλευρές πόρτας. Ίσως υπήρχε κάποτε εκεί μια πόρτα που έχει κλειστεί για κάποιο λόγο. Ο τυφλός διάδρομος είναι μακρύς, κάπου δέκα μέτρα. Μια ομάδα ανθρώπων χωράει άνετα.
Λέει λοιπόν κάποιος ότι πήγαν προσκυνηματική εκδρομή στην πόλη και ο συνοδός τούς οδήγησε εκεί. Ο συνοδός διηγείται το θρύλο. Ο χώρος είναι στενός για τόσα άτομα, για τόσο μεγάλο γκρουπ. Το μέρος δεν φωτίζεται. Μένουν στο ημίφως.
- Αφήστε τώρα λίγο να καταλαγιάσει ο κουρνιαχτός του πλήθους και ο ήχος των άλλων τουριστών. Κάντε ησυχία για λίγο. Σιωπήστε για λίγο. Κολλήστε το κεφάλι στον τοίχο και ακούστε.
Και εκεί, μέσα από τον τοίχο, ακούγεται βαθειά ένας ήχος.
Σσσααά, Σσσααά, Σσσααά.
Σσσααά, Σσσααά, Σσσααά βαθειά πίσω από τον τοίχο.

Ο ήχος να έρχεται σαν κύματα θαλάσσης. Όλοι είναι πολύ σιωπηλοί και πολύ συγκινημένοι.
- Και ξέρετε, λέει ο συνοδός, αυτός ο ήχος, αυτά τα κομμένα Σα, ακούγονται μόνο από εμάς. Μόνο στο γένος μας παραχωρείται αυτός ο ήχος. Κανένας άλλος δεν τον ακούει.
Επιστρέφουμε τώρα στον κοιτώνα του μοναστηριού.
- Τον άκουσες εσύ αυτόν τον ήχο, ρωτάω.
- Ναι.
- Πού είναι αυτό το μέρος, ξέρεις;
- Να σού το εξηγήσω, να στο σχεδιάσω.
Επιστρέφω στο εξωτερικό, όπου ζω. Το βράδυ δεν μπορώ να κοιμηθώ για μέρες. Σκέφτομαι τα ΣΑ ΕΚ ΤΩΝ ΣΩΝ. Αυτό το «μόνο στο γένος μας» με τυραννά.
Από εδώ που ζω, με το γρήγορο τρένο, είμαι στο Παρίσι σε λιγότερο από δύο ώρες, στο Λονδίνο το ίδιο, στο Άμστερνταμ το ίδιο, στην Κολωνία το ίδιο. Κανένας από αυτούς τους λαούς γύρω μου δεν περιμένει τίποτα. Δεν έχουν αυτοί τηγανισμένα ψάρια πού πηδούν από το τηγάνι, φωνές ν’ ακούγονται πίσω από χτιστές πόρτες και τοίχους, μαρμαρωμένο βασιλιά και το σπαθί του Ιωάννη να τρίζει καθώς ξεθηλυκώνεται. Τίποτα. Ο καθένας εδώ έχει μονάχα ατομικά όνειρα. Το καινούριο αυτοκίνητο, το προσεχές ταξίδι.
Αυτό το «μόνο στο γένος μας» με κατατρίβει εδώ που ζω στα ξένα. Αυτό «το γένος μας».
Το αποφασίζω. Βρίσκω τρεις μέρες καιρό. Παίρνω το φθηνό τσάρτερ. Έχω κλείσει ένα καλό ξενοδοχείο. Φθάνω απόγευμα. Την άλλη μέρα το πρωί πάω στην Αγία Σοφία. Για να πάω παίρνω ταξί. Οι δρόμοι μποτιλιαρισμένοι. Η κίνηση στους δρόμους μεγάλη. Στα ταμεία χαμός. Πλήθη άτελειωτα τουριστών περιμένουν να βγάλουν εισιτήριο. Δύο τεράστιες ουρές μπροστά στα δύο ταμεία. Περιμένω μια ώρα. Βγάζω εισιτήριο. Αδημονώ να περάσω τον έλεγχο των εισιτηρίων. Πηγαίνω προς την πόρτα της εισόδου. Το πλήθος μεγάλο. Κάνω ζιγκ ζαγκ να αποφύγω τα γκρουπ που σταματημένα εδώ κι εκεί ακούν τους ξεναγούς. Η απόσταση μεγάλη μέχρι το μέρος που έχω κατά νου. Το βρίσκω εύκολα. Μπαίνω στον σκοτεινό διάδρομο. Πράγματι κάτι σαν πόρτα να διαγράφεται στο βάθος. Παίρνω μια ανάσα, σκύβω και κολλάω τ’ αυτί μου στον τοίχο.

Ο καφές

Στην αρχαιότητα με τη λέξη Σίβυλλα χαρακτηριζόταν η οποιαδήποτε γυναίκα με μαντική ικανότητα που προφήτευε αυθόρμητα (χωρίς να ερωτηθεί), όταν περιερχόταν σε έκσταση, μελλοντικά συμβάντα (συνήθως δυσάρεστα ή φοβερά). Αυτό συνέβαινε, όπως πίστευαν οι αρχαίοι Έλληνες και Ρωμαίοι, γιατί δεχόταν την επίσκεψη ενός θεϊκού πνεύματος. Οι Σίβυλλες δεν είχαν σχέση εργασίας με κάποιο μαντείο.
Η κάθε Σίβυλλα πιστευόταν ότι είχε το προφητικό χάρισμα από τη γέννησή της. Και όπως ο χρησμοδότης θεός Απόλλων κρατούσε τη λύρα, έτσι και η Σίβυλλα κρατούσε ένα άλλο έγχορδο μουσικό όργανο, τη σαμβύκη (είδος τριγωνικής λύρας). Η επαφή της Σίβυλλας με το θείο προϋπέθετε την παρθενία της.
Σύμφωνα με αρχαίους θρύλους, υπήρξαν συνολικά 12 Σίβυλλες σε όλη την αρχαιότητα. Από αυτές, οι πιο διάσημες ήταν:
Η Ιδαία Σίβυλλα ή Σίβυλλα της Μαρπησσού ή Ελλησποντία, η Σαμία Σίβυλλα, η Ερυθραία Σίβυλλα, η Ηροφίλη, η Δελφική Σίβυλλα και η Κυμαία Σίβυλλα, η Δημώ ή Δημοφίλη.
Η Ερυθραία Σίβυλλα, η Ηροφίλη, θεωρείται προάγγελος του Ιησού Χριστού. Μεταξύ των υπογεγραμμένων χρησμών της Ερυθραίας υπήρχε και ένας χρησμός που προανήγγειλε την Δευτέρα Παρουσία του Χριστού.
Στο Άγιον Όρος σώζονται δύο τοιχογραφίες στις οποίες παριστάνεται η Ερυθραία Σίβυλλα να προφητεύει περί του προσώπου του Ιησού Χριστού (Τράπεζα της Ι.Μ. Μεγίστης Λαύρας) και περί της Δευτέρας Παρουσίας του (Προστώο της κεντρικής πύλης της Ι.Μ. Βατοπαιδίου):
Η τοιχογραφία της Σίβυλλας της Ερυθραίας από την Τράπεζα της Ιεράς Μονής Μεγίστης Λαύρας. Στον πάπυρο που κρατάει η Σίβυλλα αναγράφεται: «ΚΑΙ ΣΤΑΥΡΩΘΗΣΕΤΕ ΥΠΟ ΕΒΡΑΙΩΝ ΑΠΙΣΤΩΝ. ΚΑΙ ΜΑΚΑΡΙΟΙ ΟΙ ΑΚΟΥΟΝΤΕΣ ΑΥΤΟΝ. ΟΥΑΙ ΔΕ ΟΙ ΜΗ ΑΚΟΥΟΝΤΕΣ ΑΥΤΟΝ». Η τοιχογραφία φιλοτεχνήθηκε το 1512.
Η τοιχογραφία της Σίβυλλας της Ερυθραίας από το προστώο της πύλης της Ιεράς Μονής Βατοπαιδίου. Στον πάπυρο που εικονίζεται αναγράφονται ο δεύτερος και ο τρίτος στίχος από την προφητεία της περί της Δευτέρας Παρουσίας του Χριστού. Οι δύο στίχοι αναφέρουν: «ΗΞΕΙ ΟΥΡΑΝΟΘΕΝ ΒΑΣΙΛΕΥΣ ΑΙΩΝΩΝ, ΜΕΛΛΩΝ ΚΡΙΝΑΙ ΠΑΣΑΝ ΣΑΡΚΑ ΚΑΙ ΚΟΣΜΟΝ ΑΠΑΝΤΑ». Η τοιχογραφία φιλοτεχνήθηκε το 1870.
Η προφητεία της Σίβυλλας της Ερυθραίας περί της Δευτέρας Παρουσίας του Χριστού ως λειτουργικό δράμα και γρηγοριανό μέλος παίζεται από τον μεσαίωνα μέχρι και σήμερα συνεχώς σε εκκλησίες της Καταλωνίας και της Σαρδηνίας χωρίς διακοπή.  Κατά τη διάρκεια της απαγγελίας των προφητειών, η τραγουδίστρια έχει ένα σπαθί υψωμένο, το οποίο συμβολίζει τον προφητικό της λόγο. Όταν τελειώνει η απαγγελία των προφητειών περί της Αποκάλυψης και της Δευτέρας Παρουσίας του Χριστού κάνει το σημείο του Σταυρού αποκαλύπτοντας με αυτόν τον τρόπο ότι οι προφητείες της αναφέρονταν στον Ιησού Χριστό (δες π.χ. 1:49΄στο δεύτερο βίντεο το σπαθί και στο 9:26' την αποκάλυψη του ονόματος του Ιησού Χριστού με το σημείο του σταυρού).



πηγή

διαβάστε επίσης :Μέρος πρώτο,δεύτερο,τρίτο  

Δεν υπάρχουν σχόλια: