«Τα καημένα τα ζώα θεό έχουν τον άνθρωπο. Όπως εμείς ζητούμε βοήθεια από τον Θεό, έτσι και αυτά ζητούν βοήθεια από τον άνθρωπο. Στο Άγιον Όρος άκουγα για τον Γερο-Θεοφύλακτο από την Σκήτη του Αγίου Βασιλείου ότι είχε μεγάλη φιλία με τα άγρια ζώα.
Αυτά διαισθάνονταν την αγάπη του και πήγαιναν στην Καλύβη του, όταν είχαν καμμιά ανάγκη. Κάποτε ένα ζαρκάδι που είχε σπάσει το πόδι του πήγε έξω από το Κελλί του και βέλαζε θλιμμένα. Βγήκε ο Γέροντας και το είδε να τεντώνη το σπασμένο του ποδαράκι σαν να του το έδειχνε. Εκείνος του έφερε λίγο παξιμάδι να φάη και πήρε δύο ξυλάκια, με τα οποία του έδεσε σταθερά το πόδι του .
Μετά
είπε στο ζαρκαδάκι: «Πήγαινε τώρα στο καλό και μετά από μια εβδομάδα να
ξαναπεράσης να το δω». Ο καλός Γέροντας συνεννοήθηκε με το ζώο σαν
γιατρός με πονεμένο άνθρωπο, επειδή είχε γίνει άνθρωπος του Θεού!...
Αλλά
κι αν πεινούν κι αν διψούν τα ζώα, στον άνθρωπο καταφεύγουν, , γιατί ο
άνθρωπος είναι το αφεντικό τους. Θυμάμαι, στο Καλύβι του Τιμίου Σταυρού,
ένα καλοκαίρι, μια οχιά κατέβηκε από την λαμαρίνα της σκεπής και κουλουριάστηκε μπροστά μου.
Σήκωνε το κεφάλι της ψηλά, έβγαζε τη γλώσσα της και σφύριζε. Διψούσε
πολύ - είχε καή από τον πολύ καύσωνα- και με απειλούσε. Ζητούσε νερό,
αλλά με επιτακτικό τρόπο, λες και ήμουν υποχρεωμένος να πάω να της φέρω
νερό.
«Βρε,
της λέω, εσύ, έτσι που κάνεις, δεν συγκινείς τον άλλον!». Της έβαλα
μετά νεράκι και ήπιε. Ενώ τα τσακάλια πολύ με συγκινούν, γιατί, όταν
πεινούν, κλαίνε σαν μωρά παιδιά. Να δήτε τί έχω πάθει και με τα γατάκια
τώρα στο Καλύβι. Πρόσεξαν πως, κάθε φορά που χτυπούσε το καμπανάκι
έβγαινα έξω, και πότε-πότε τους έρριχνα κάτι να φάνε. Όταν λοιπόν
πεινούν, τραβούν το σχοινί και χτυπάει το καμπανάκι. Βγαίνω και βλέπω να
χτυπούν αυτά το καμπανάκι και τα ταΐζω. Πώς τα έχει κάνει όλα ο
Θεός!...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου