Τετάρτη 5 Δεκεμβρίου 2012

Κυπριακές παραδόσεις για τις μεγάλες μορφές του Χριστού και της Παναγίας

Καμιά δουλειά δεν αρχίζει ο Κύπριος- ούτε την πόρτα του σπιτιού του δεν ανοίγει το πρωί- χωρίς να ζητήσει τη βοήθεια του Θεού. Γιατί τον νιώθει σαν μεγαλόψυχο και πονετικό πατέρα που τίποτα δεν γίνεται  «δίχως το θέλημάν του», ίδια όπως τον ένιωθαν και οι Ακρίτες της βυζαντινής παράδοσης. Η προσευχή του Διγενή παρ' όλη την απλότητά της, κλείνει ό,τι πιο υψηλό σε θρησκευτική ανάταση και ανθρώπινο παλμό μας έδωσε η λαϊκή μούσα της Κύπρου:

Δοξάζω σε, καλέ Θεέ, που ΄σαι στα ψηλωμένα,
κι οπού γινώσκεις τα κρυφά και τα φανερωμένα.
Τίποτις ΄εν γενίσκεται δίχως το θελημάν σου...

Στη μυρόβολη ατμόσφαιρα των θρησκευτικών παραδόσεων της  «Νήσου των Αγίων» την πρώτη και κυρίαρχη θέση- όπως είναι φυσικό- κατέχουν οι μορφές του Χριστού και της Παναγίας. Με αυτές τις πατροπαράδοτες παραδόσεις, όπως και τους μύθους και τα παραμύθια και τα δημοτικά της τραγούδια, ζη, αναπνέει, δουλεύει κι αντρειώνεται η λαϊκή ψυχή της Κύπρου.

Τόσο στην Κύπρο όσο και στη λοιπή Ελλάδα πολλοί από τους αρχαίους θεούς του Ολύμπου αντικαταστάθηκαν- όπως μας είναι γνωστό- από τις φεγγοβόλες μορφές του Χριστού και της Παναγίας, από αγίους και μάρτυρες της θρησκείας του Ναζωραίου που με τον φωτοστέφανο του μαρτυρίου των καταυγάζουν τους αιώνες της παγκόσμιας και ιδιαίτερα της Ελληνικής Χριστιανοσύνης. Άπειρες όσες είναι και οι σχετικές παραδόσεις που με ποιητική διάθεση πλέχτηκαν, σαν δίχτυ μυριοστόλιστο, γύρω από τον μαρτυρικό θάνατο του Ιησού, από την Αειπάρθενο και από ορισμένους αγίους της Ορθοδοξίας.
Μια από τις ωραιότερες παραδόσεις της φαντασίας του Κυπριακού Λαού γύρω από το μορφή του Θεανθρώπου είναι και αυτή: Όταν ο Χριστός ψυχορραγούσε κρεμασμένος στον Σταυρό, κι όλα τα πλάσματα της γης, ως και τα άψυχα, πονούσαν στο μαρτύριό του, μόνο μια σαύρα η σκληρόκαρδη κουβαλούσε ξύλα για να τον κάψουν οι Εβραίοι, πριν παραδώσει το πνεύμα του. Μα μόλις τό ΄μαθαν οι βάτραχοι, όλοι μαζί ξεσηκώθηκαν κι άρχισαν να κουβαλούν με το στάμα τους νερό από τις λίμνες και τα ποτάμια για να σβήσουν τη φωτιά. Από τότε ο Θεός καταράστηκε τη σαύρα να ζη πάντα διψασμένη μες στα λιοπύργια, ενώ τα βατράχια είναι ευτυχισμένα και τραγουδούν, γιατί χαίρονται τη δροσιά του νερού σ΄όλη τους τη ζωή. Λένε ακόμα στην Κύπρο πως απ΄το αίμα που έτρεξε από τις πληγές του Εσταυρωμένου βάφτηκαν κατακόκκινες οι παπαρούνες, που ήτανε πριν κατάλευκες. Κι ακόμα, κάτι μικρά λουλούδια του αγρού με ωραίο βαθυγάλαζο χρώμα, που φυτρώνουν την άνοιξη στη ρίζα των θάμνων, οι Κύπριοι τα λένε «μυροφόρες» επειδή- καθώς πιστεύουν- πρωτοφύτρωσαν την ίδια αυγή που πήγαν οι Μυροφόρες στον τάφο του Χριστού να αλείψουνε με μύρα το θεϊκό του λείψανο. Μα και για το άγριο αγκάθι, που ο χυμός του είναι κόκκινος όπως το αίμα και τ΄ονομάζουνε «χριστάγκαθο», υπάρχει η παράδοση πως απ΄αυτό πλέχτηκε το ακάνθινο στεφάνι του Χριστού.
Η Παναγία η Μεγάλη Μητέρα που συμπονεί τον κόσμο και βρίσκεται παντοτινά κοντά του. Αυτή μαλακώνει τον Γυιό της όταν οργίζεται απ΄τις ανομίες των ανθρώπων και θέλει να τους τιμωρήσει. Τον ικετεύουν οι άγιοι, όμως δεν τους ακούει· τον παρακαλούν οι άγγελοι και οι αρχάγγελοι να μας λυπηθεί, μα δεν μεταπείθεται. Μόλις όμως τον κοιτάξει η Μητέρα του γίνεται πολυεύσπλαχνος και χαμογελάει. Μα και όποια συμφορά έρχεται στον κόσμο, καταιγίδα ή κεραυνός, αρρώστια ή πόλεμος, λένε πως είναι «ο θυμός του Κυρίου» και με δέος και συγκίνηση τον παρακαλούνε «Στρέψε, Θεέ μου, 'που την ορκήν σου!»
Τη θεά Αφροδίτη που οι αρχαίοι Έλληνες θεωρούσαν προστάτισσα των θαλασσών- γι' αυτό και την προσονόμαζαν «Εύπλοια», «Θαλασσία», « Πελαγία» κ.ά.- την αντικατάστησε ο χριστιανική Θεομάνα, που είναι η μόνη αφέντρα και χρυσή Κυρά του Κόσμου. Είναι εκείνη που βοηθάει κ΄εμψυχώνει τους ναυτικούς όταν παλεύουν με τα κύματα και προστατεύει το νησί τους από τις επιδρομές των κουρσάρων, όπωςσυνέβηκε σε καιρούς αλλοτινούς, καθώς το λέει τούτη η παράδοση:
Όταν οι Σαρακηνοί, τα βυζαντινά χρόνια, πέφτανε πάνω στην Κύπρο σαν τ΄αρπαχτικά όρνια, την έκαιγαν και τη λεηλατούσαν απ΄τη μιαν άκρη ως την άλλη, μια μέρα καθώς περνούσαν έξω από την εκκλησία της Παναγίας στην Κάτω Πάφο, η Χάρη της έριξε πάνω στον ναό της ένα πυκνό σύννεφο και τον σκέπασε ολόκληρο, έτσι που οι βάρβαροι δεν μπορούσαν να τον δουν και σώθηκε από την επιδρομή τους. Από τότε η εκκλησία προσονομάστηκε «Θεοσκέπαστη». Κάθε θεοφοβούμενος καπετάνιος- όπως γίνεται και στα άλλα ελληνικά νησιά- της αφιερώνει ένα ασημένιο ή χρυσό, μικρό ή μεγάλο ομοίωμα του καραβιού του για να το προστατεύει η Παναγία η Θεοσκέπαστη από τις τρικυμίες και τον καταποντισμό. Την ίδια θαυματουργή επίδραση ασκούν στους ποντοπόρους  η πολυσέβαστη Παναγία του Κύκκου- που ήρθε από το Βυζάντιο στην Μεγαλόνησο και που, όταν ανέβαζαν την εικόνα της στο αρχικό της μοναστήρι, όλα τα δέντρα του Τροόδους γονάτισαν στο πέρασμά της- όπως και η Χρυσορρογιάτισσα. Κάθε φορά που στο πέλαγο μαίνεται η τρικυμία και τα κύματα θεριεύουν, έτοιμα να καταπιούν τα καραβάκια που ίδια μ΄ένα κομμάτι άχυρο χαροπαλεύουν πάνω από την υγρή άββυσο, οι ναυτικοί ρίχνουν λίγο από το χώμα της Παναγίας, που το ΄χουν πάντα μαζί τους για φυλαχτό κ΄ευθύς η θάλασσα γαληνεύει.
Η αρχαία θεά Άρτεμις, ονομαστή για τη σεμνότητά της, έχει συνταυτιστεί με τη μορφή της Παναγίας στην Κύπρο. Καθώς λέει ένας θρύλος του χωριού Πεδουλά, «όταν η Παναγία εδοκίμασε να χτίσει το μοναστήρι της στην τοποθεσία Φυτεύκα», κοντά στο χωριό, έφυγε θυμωμένη και πήγε στον Κύκκο, «διότι βέβηλοι ετόλμησαν να την προσατενίσουν». Άλλη Παναγία, στην Πάνω Ζώδια, η Παναγία η Αφέγγα, δεν επιπρέπει να την ξεσκεπάσουν και «να ιδούν το πρόσωπόν της». Είναι ακόμα η τιμωρός Παναγία η Ποταμίτισσα που, σύμφωνα με την παράδοση, όταν ένας κακοποιός την είδα μια νύχτα να περιδιαβάζει έξω από τον ναό της όρμησε να της επιτεθεί. Αμέσως η Παναγία έγινε μια μεγάλη λάμψη και μπήκε στην εκκλησία, ενώ ο θρασύς πάθανε ύστερα από λίγο, βασανισμένος από φοβερά οράματα.

Σαν τους αρχαίους Έλληνες που επίστευαν για ορισμένες γυναίκες θεότητες- την Ήρα, την Άρτεμη, την κουροτρόφο Αφροδίτη κ.ά.- ότι προστάτευαν τις επίτοκες γυναίκες και τα μωρά παιδιά, έτσι και οι Χριστιανοί πιστεύουν στη Μητέρα του Χριστού σαν άμεση προστάτισσα της μητρότητας και της βρεφικής ηλικίας. Στην Παναγία οι Κύπριοι, ανάλογα με τον ειδικό προορισμό της, έχουν αφιερώσει διάφορες προσωνυμίες.
Στον Αγρό βρίσκεται η Παναγία η Χρυσελεούσα που προσφέρει το έλεος της θεραπεύοντας τη στειρότητα όταν η άτεκνη γυναίκα κάμει τάμα να κοιμηθεί μέσα στην εκκλησία της.
Η Παναγία η Κοινούσα, στο Λευκόνικο, βοηθά τον εύκολο τοκετό.
Κοντά στον αρχαίο ναό της Αφροδίτης, στα Κούκλα της Πάφου, βρίσκεται η εκκλησία της Παναγίας της Γαλαταριώτισσας όπου πηγαίνουν οι θηλάζουσες μητέρες, της ανάβουν τα καντήλια, παίρνουν χώμα από το δάπεδό της, το ρίχνουν στο νερό και το πίνουν, παρακαλώντας τη Χάρη της να είναι πάντα οι μαστοί τους γεμάτοι γάλα για να χορταίνουν τα μωρά τους. Ένας σχετικός θρύλος για τη Γαλαταριώτισσα λέει: Μια νέα γυναίκα πέθανε κι άφησε ορφανό το βυζασταρούδι της. Το πήρε η γιαγιά του- γριά 70 χρονών- και το πήγε στη Γαλαταριώτισσα να την παρακαλέσει να της βρη γάλα για το μικρό. Και τότε έγινε το θαύμα. Η Παναγία γέμισε τους μαστούς της γριάς με άφθονο γάλα, κ΄έτσι το παιδάκι σώθηκε από το θάνατο.
Στο χωριό Άλωνα υπάρχει η εκκλησία της Παναγίας της Χρυσογαλούσας. Όταν μια μητέρα θέλει να έχει άφθονο γάλα για το θηλασμό του παιδιού της, πρέπει να πάει να προσκυνήσει τη Χάρη της ντυμένη με ολάσπρα ρούχα και κρατώντας δύο μαντίλια, το ένα για να το αφιερώσει στην εικόνα της και το άλλο για να βάλει μέσα «συνάλλεμαν», δηλ. ένα μικρό κομματάκι βαμβάκι με λάδι από το καντήλι της, πού η μητέρα το παίρνει στο σπίτι της για φυλαχτό.
Αμέτρητες είναι στα χωριά της Κύπρου οι εκκλησίες οι αφιερωμένες στην Παναγία, όπως η Γαλατούσα στο Κάρμιν, η Γαλατερούσα στη Λάπηθο και στον Καραβά, η Γαλόκτιστη στον Πάνω Πύργο, η Γαλακτοτροφούσα στο Φτερικούδιν και στο Δωρόν, η Γαλακτινή στη Γιαλούσα.
Όταν μια γυναίκα που δεν έχει καθαρή καρδιά πηγαίνει να παρακαλέσει την Παναγία να της «κετεβάσει» γάλα για να θρέψει το βρέφος της, η Θεομάνα δεν ακούει την παράκλησή της, αλλά, αντίθετα, την τιμωρεί με θαυματουργό τρόπο. Αυτό συνέβη στο χωριό Αγία Μαρίνα της Χρυσοχούς, όπου η Παναγία αντί να δώσει το γάλα στους μαστούς της γυναίκας, τό΄δωσε στους μαστούς της μούλας της από όπου εβύζαξε κ΄έζησε το παιδί.
Η προστατευτική δύναμη της Παναγίας απλώνεται και στα κοπάδια, όπως της Χρυσελεούσας στην Τσάδα, της Φορβιώτισσας στην Ασίνου, της Παναγίας της Αμασγούς κοντά στο Μονάγρι, όπου βρίσκουν καταφύγιο τα πρόβατα τους παγερούς μήνες του χειμώνα.
Ακόμα λένε οι χωρικοί της Κύπρου πως η Παναγία θυμώνει όταν τα «λιοβουττήματα»,* σαρίζουνε  το σπίτι της, επειδή «ραντίζουν» την εικόνα του Χριστού και τη δική της με «ποφρουκάλιδα»*. Πλάι σε τούτη την παράδοση στέκει και αυτή, σχετική με την προηγούμενη, που λέει πως όταν η Παναγία τσακώθηκε με τη μητέρα της, επειδή σκούπιζε τα δειλινά την εκκλησία, της είπε:

¨Εμέναν τες ημέρες μου 'κκλησιές να λειτουρκούσιν
κ' εσέναν τες ημέρες σου τσακκιά* να πολεμούσιν.

Έτσι από τότε πολλές γιορτές αφιερώνονται στη Θεοτόκο, ενώ καμμιά εξαιρετική γιορτή δεν γίνεται για τη μητέρα της.
Άλλη παράδοση θέλει την Παναγία της Αγιόπετρας προστάτισσα των βοδιών και των προβάτων. Οι τσομπάνηδες της χαρίζουν εκτός από μαλλιά, διάφορα από τα είδη της δουλειάς τους, κουδούνια, «τσυπόδια»*, «βούρκες»*, «πιθκιαύλια»* και άλλα. Παρόμοια δώρα κάνουν οι βοσκοί στον  Άϊ- Στάθη στην Τσάδα, στον Άι- Ματσουκάρη στη Καλλέπεια κ.ά., που τα ερημοκλήσια τους βρίσκονται μέσα σε σπηλιές. Όμως, από τους πιο θαυματουργούς αγίους, προστάτες των κοπαδιών, θεωρείται ο Άγιος Μάμας που κι αυτός ήταν βοσκός και που τον παμηγυρίζει όλη η Κύπρος κάθε 2 Σεπτέμβρη στις 66 εκκλησίες που του έχει αφιερώσει. Για τον Άγιο Λάζαρο υπάρχει το έθιμο την παραμονή της Κυριακής των Βαΐων να πηγαίνει ο παπάς μ΄ένα παιδί στα σπίτια των χωρικών και να διηγιέται ψαλμωδικά την περιπέτεια του πολιούχου της Λάρνακας με τη σκληρόκαρδη γριά που την καταράστηκε για την τσιγκουνιά της κ' έγινε το αμπέλι της μια λίμνη αλατερή, η περίφημη «Αλυκή» της Λάρνακας.

Γλωσσάρι

λιοβουττήματα = ηλιοβασιλέματα, ποφρουκάλιδα = σκουπίδια, τσακκιά = μαχαίρια, τσυπόδια = ποιμενικά ψηλά ραβδιά με σιδερένια βάση, βούρκες =σακούλες των βοσκών από προβιά, πιθκιαύλια = φλογέρες.

Πηγή: Από το βιβλίο της Αθηνάς Ταρσούλη «ΚΥΠΡΟΣ», τόμος Β', 1963
Μεταφέρθηκε στο διαδίκτυο από NOCTOC

Δεν υπάρχουν σχόλια: