Η κουλτούρα του graffiti είναι πια παγκόσμιο φαινόμενο. Από τη δεκαετία
του ’80, όπου στη Νέα Υόρκη ήταν ένα underground κομμάτι της
κουλτούρας, μέσα από τον Basquiat, μπήκε για πρώτη φορά στους
«κοσμικούς» κύκλους, στο γκλάμουρ του κόσμου του Andy Warhol, των
πλούσιων γκαλεριστών και του φαίνεσθαι.
Από τότε έχουν περάσει πολλά χρόνια και έχουν ξοδευτεί χιλιάδες μπουκάλια σπρέι σε τοίχους ανά τον κόσμο, για να εκφράσει κανείς είτε το πολιτικό του σύνθημα, είτε την αγάπη του για την γυναίκα που αγαπάει, είτε απλά την καλλιτεχνική του έμπνευση.
Με αφορμή το ντοκιμαντέρ για τον Banksy που απολαύσαμε στους κινηματογράφους πρόσφατα, μιλήσαμε με ανθρώπους του χώρου για το ερωτηματικό που θέτει η ταινία, αν το graffiti «ανήκει» σε μουσεία και γκαλερί, καθώς τελευταίως οι graffiti artists έχουν εισχωρήσει στην αγορά έργων τέχνης, με πρώτο και καλύτερο τον ίδιο τον Banksy.

Τι λέει η μια πλευρά και τι η άλλη; Tο protothema.gr συνάντησε τον Dreyk, έναν από τους πιο αγαπημένους γκραφιτάδες της Αθήνας, και την επιμελήτρια και συνεργάτιδα του ιδρύματος ΔΕΣΤΕ, Μαρίνα Βρανοπούλου, και τους ρώτησε ποια είναι η γνώμη τους για το graffiti και την είσοδό του σε μουσεία και γκαλερί.
Dreyk

“Θεωρώ ότι είναι ένα τυπικό και συχνό θέμα συζήτησης, το οποίο είναι καθαρά υποκειμενικό. Για την κοινότητα του graffiti, όταν εκθέσεις σε μία γκαλερί σημαίνει αυτόματα οτι είσαι εμπορικός. Το θέμα για μένα είναι καθαρά αν έχεις να πεις κάτι, μέσω της δουλειάς σου. Ναι, σίγουρα δεν έχει την ίδια δύναμη σε σύγκριση με το να ζωγραφίζεις στο δρόμο, και ποτέ δεν θα αλλάξει αυτό, για έναν απλούστατο λόγο: Είναι γεννημένο για να υπάρχει εκεί έξω. Όσο για την ιδέα του να εκθέτω εγώ σε γκαλερί, μου αρέσει, γιατί μπορώ να δουλεύω κάποιο έργο με το πάσο μου στο σπίτι, όσες μέρες θέλω, μακριά από το κρύο, με τη μουσική που θέλω. Ένας από τους μελλοντικούς μου στόχους είναι, αφού δημιουργήσω έναν μεγάλο αριθμό από έργα (κάτι που ήδη έχω ξεκινήσει), να κάνω την πρώτη μου ατομική έκθεση. Κάποια στιγμή. Επίσης, το να δει κάποιος το έργο μου σε μια γκαλερί, σίγουρα είναι πολύ γοητευτικό, γιατί ασχολείται ένας μεγαλύτερος αριθμός ανθρώπων με το τι βγαίνουμε και ζωγραφίζουμε στους τοίχους... Έχει πλάκα!”
Μαρίνα Βρανοπούλου

“H θέση της τέχνης του graffiti και της street art μέσα στο μουσείο παραμένει να κατανοηθεί και να εξηγηθεί. Αυτό δεν θα έπρεπε να μας ξαφνιάζει, οφείλεται άλλωστε στη νεαρή ηλικία των εν λόγω κινημάτων. Προς το παρόν, αυτό που μπορούμε να καταγράψουμε, είναι πως η τέχνη του graffiti (που κινούνταν αποκλειστικά στα πλαίσια της underground κουλτούρας) αποτελεί πλέον αναπόσπαστο κομμάτι της τέχνης του δρόμου (street art).
Σήμερα λοιπόν, η τέχνη του graffiti μεταφράζεται σε «δημόσια τέχνη με μήνυμα». Αναλυτικά, αποτελεί ένα εικαστικό μέσο, όπως η γλυπτική και η βίντεο αρτ, που διαθέτει έναν διαφορετικό δίαυλο επικοινωνίας. Για μένα, είναι μία «δημιουργική έκφραση συνείδησης», καθώς ο καλλιτέχνης-δημιουργός της, κατά κύριο λόγο, δεν συνεργάζεται με κάποιον επιμελητή για τη θέαση του έργου του, αλλά είναι αυτόνομος και συνομιλητής του είναι μόνο η συνείδηση του περαστικού".
"Αποτελεί επίσης το graffiti, ένα παιχνίδι μεταξύ της ανωνυμότητας και της συλλογικότητας, μία τέχνη που μεταλλάσσεται διαρκώς, καθώς πορεύεται δίπλα σε άλλους δημιουργούς και στις ήδη υπάρχουσες εικόνες της πόλης. Τέλος (εκτός μουσειακού πλαισίου), εκτιμάται μόνον, με κριτήριο τις κοινωνικές και αισθητικές αξίες του όποιου, σχολαστικού παρατηρητή. Από την άλλη, οι πολιτιστικοί φορείς (που κατά διαστήματα φιλοξενούν την τέχνη του graffiti στους τοίχους τους), συνήθως τοποθετούν τα όποια εικαστικά έργα σε άσπρα φόντα και σε απόσταση από άλλα, για να εξασφαλίσουν την ιδιωτικότητα τους -ή αλλιώς, την καθαρή θέασή τους".

"Επίσης, κατά κανόνα συνοδεύουν κάθε έργο με την επωνυμία του δημιουργού τους (label του έργου). Αυτό έχει σαν αποτέλεσμα, πολλές φορές, το εικαστικό κοινό να αξιολογεί τα έργα τέχνης μέσα στο ‘whιte cube’, όχι μόνο με βάση την αισθητική ή συμβολική αξία τους ή την εικαστική πρακτική τους και τεχνική, αλλά και με βάση τον τρόπο και τον χώρο έκθεσης των έργων, την οικονομική αξία τους και την αναγνωρισιμότητα του καλλιτέχνη. Για μένα, είναι προφανές ότι, όπως η βίντεο άρτ μετά από πολλά χρόνια αγώνα και απόρριψης, έχει πλέον καταλάβει μία ισάξια θέση με την ζωγραφική ή την γλυπτική μέσα στο Μουσείο, έτσι και η τέχνη του graffiti και η street art βρίσκονται σε αναμονή για τη δική τους τοποθέτηση εκεί. Η συζήτηση λοιπόν, δεν θα πρέπει να είναι αυτή. Αυτό που επείγει, για να μην αλλοιωθεί η φύση της τέχνης του graffiti και της street art, είναι η white cube να βρει σύντομα, μία νέα πλατφόρμα μέσα στην οποία να μπορεί να εκθέτει τα έργα που ανήκουν σε αυτά τα κινήματα, προστατεύοντας τη φύση και τα χαρακτηριστικά τους".
πηγή
Από τότε έχουν περάσει πολλά χρόνια και έχουν ξοδευτεί χιλιάδες μπουκάλια σπρέι σε τοίχους ανά τον κόσμο, για να εκφράσει κανείς είτε το πολιτικό του σύνθημα, είτε την αγάπη του για την γυναίκα που αγαπάει, είτε απλά την καλλιτεχνική του έμπνευση.
Με αφορμή το ντοκιμαντέρ για τον Banksy που απολαύσαμε στους κινηματογράφους πρόσφατα, μιλήσαμε με ανθρώπους του χώρου για το ερωτηματικό που θέτει η ταινία, αν το graffiti «ανήκει» σε μουσεία και γκαλερί, καθώς τελευταίως οι graffiti artists έχουν εισχωρήσει στην αγορά έργων τέχνης, με πρώτο και καλύτερο τον ίδιο τον Banksy.

Τι λέει η μια πλευρά και τι η άλλη; Tο protothema.gr συνάντησε τον Dreyk, έναν από τους πιο αγαπημένους γκραφιτάδες της Αθήνας, και την επιμελήτρια και συνεργάτιδα του ιδρύματος ΔΕΣΤΕ, Μαρίνα Βρανοπούλου, και τους ρώτησε ποια είναι η γνώμη τους για το graffiti και την είσοδό του σε μουσεία και γκαλερί.
Dreyk

“Θεωρώ ότι είναι ένα τυπικό και συχνό θέμα συζήτησης, το οποίο είναι καθαρά υποκειμενικό. Για την κοινότητα του graffiti, όταν εκθέσεις σε μία γκαλερί σημαίνει αυτόματα οτι είσαι εμπορικός. Το θέμα για μένα είναι καθαρά αν έχεις να πεις κάτι, μέσω της δουλειάς σου. Ναι, σίγουρα δεν έχει την ίδια δύναμη σε σύγκριση με το να ζωγραφίζεις στο δρόμο, και ποτέ δεν θα αλλάξει αυτό, για έναν απλούστατο λόγο: Είναι γεννημένο για να υπάρχει εκεί έξω. Όσο για την ιδέα του να εκθέτω εγώ σε γκαλερί, μου αρέσει, γιατί μπορώ να δουλεύω κάποιο έργο με το πάσο μου στο σπίτι, όσες μέρες θέλω, μακριά από το κρύο, με τη μουσική που θέλω. Ένας από τους μελλοντικούς μου στόχους είναι, αφού δημιουργήσω έναν μεγάλο αριθμό από έργα (κάτι που ήδη έχω ξεκινήσει), να κάνω την πρώτη μου ατομική έκθεση. Κάποια στιγμή. Επίσης, το να δει κάποιος το έργο μου σε μια γκαλερί, σίγουρα είναι πολύ γοητευτικό, γιατί ασχολείται ένας μεγαλύτερος αριθμός ανθρώπων με το τι βγαίνουμε και ζωγραφίζουμε στους τοίχους... Έχει πλάκα!”
Μαρίνα Βρανοπούλου

“H θέση της τέχνης του graffiti και της street art μέσα στο μουσείο παραμένει να κατανοηθεί και να εξηγηθεί. Αυτό δεν θα έπρεπε να μας ξαφνιάζει, οφείλεται άλλωστε στη νεαρή ηλικία των εν λόγω κινημάτων. Προς το παρόν, αυτό που μπορούμε να καταγράψουμε, είναι πως η τέχνη του graffiti (που κινούνταν αποκλειστικά στα πλαίσια της underground κουλτούρας) αποτελεί πλέον αναπόσπαστο κομμάτι της τέχνης του δρόμου (street art).
Σήμερα λοιπόν, η τέχνη του graffiti μεταφράζεται σε «δημόσια τέχνη με μήνυμα». Αναλυτικά, αποτελεί ένα εικαστικό μέσο, όπως η γλυπτική και η βίντεο αρτ, που διαθέτει έναν διαφορετικό δίαυλο επικοινωνίας. Για μένα, είναι μία «δημιουργική έκφραση συνείδησης», καθώς ο καλλιτέχνης-δημιουργός της, κατά κύριο λόγο, δεν συνεργάζεται με κάποιον επιμελητή για τη θέαση του έργου του, αλλά είναι αυτόνομος και συνομιλητής του είναι μόνο η συνείδηση του περαστικού".
"Αποτελεί επίσης το graffiti, ένα παιχνίδι μεταξύ της ανωνυμότητας και της συλλογικότητας, μία τέχνη που μεταλλάσσεται διαρκώς, καθώς πορεύεται δίπλα σε άλλους δημιουργούς και στις ήδη υπάρχουσες εικόνες της πόλης. Τέλος (εκτός μουσειακού πλαισίου), εκτιμάται μόνον, με κριτήριο τις κοινωνικές και αισθητικές αξίες του όποιου, σχολαστικού παρατηρητή. Από την άλλη, οι πολιτιστικοί φορείς (που κατά διαστήματα φιλοξενούν την τέχνη του graffiti στους τοίχους τους), συνήθως τοποθετούν τα όποια εικαστικά έργα σε άσπρα φόντα και σε απόσταση από άλλα, για να εξασφαλίσουν την ιδιωτικότητα τους -ή αλλιώς, την καθαρή θέασή τους".

"Επίσης, κατά κανόνα συνοδεύουν κάθε έργο με την επωνυμία του δημιουργού τους (label του έργου). Αυτό έχει σαν αποτέλεσμα, πολλές φορές, το εικαστικό κοινό να αξιολογεί τα έργα τέχνης μέσα στο ‘whιte cube’, όχι μόνο με βάση την αισθητική ή συμβολική αξία τους ή την εικαστική πρακτική τους και τεχνική, αλλά και με βάση τον τρόπο και τον χώρο έκθεσης των έργων, την οικονομική αξία τους και την αναγνωρισιμότητα του καλλιτέχνη. Για μένα, είναι προφανές ότι, όπως η βίντεο άρτ μετά από πολλά χρόνια αγώνα και απόρριψης, έχει πλέον καταλάβει μία ισάξια θέση με την ζωγραφική ή την γλυπτική μέσα στο Μουσείο, έτσι και η τέχνη του graffiti και η street art βρίσκονται σε αναμονή για τη δική τους τοποθέτηση εκεί. Η συζήτηση λοιπόν, δεν θα πρέπει να είναι αυτή. Αυτό που επείγει, για να μην αλλοιωθεί η φύση της τέχνης του graffiti και της street art, είναι η white cube να βρει σύντομα, μία νέα πλατφόρμα μέσα στην οποία να μπορεί να εκθέτει τα έργα που ανήκουν σε αυτά τα κινήματα, προστατεύοντας τη φύση και τα χαρακτηριστικά τους".
πηγή


Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου