Κυριακή 4 Νοεμβρίου 2012

ΤΟ ΔΡΑΜΑ ΤΗΣ ΑΝΙΣΟΤΗΤΟΣ, Η ΚΟΛΑΣΙ ΚΑΙ Η ΠΡΟΦΗΤΕΙΑ (Τὸ πρόσωπο, ὅταν ὑποτάσσεται βίαια σὲ ἀπρόσωπες ἀρχές, κυριολεκτικὰ ἀλλοτριώνεται)

 «Ἄνθρωπός τις ἦν πλούσιος…
πτωχὸς δέ τις ὀνόματι Λάζαρος»
. (Λουκ. ιϛ´ 19-20)

Επίσκοπος Ναυπάκτου π.Ιερόθεος 

Πρέπει κανεὶς νὰ εἶναι πολὺ ἄρρωστος ἢ πολὺ φανατισμένος γιὰ νὰ μὴ βλέπη ἕνα μεγάλο κοινωνικὸ πρόβλημα, ποὺ μαστίζει τὶς σύγχρονες κοινωνίες. Τὸ κείμενο τοῦ σημερινοῦ κηρύγματος γράφεται σὲ μία ἀτμόσφαιρα ἀποπνικτική, ποὺ θέλει νὰ δίνη αὐθαίρετες λύσεις, ποὺ κυριαρχεῖται ἀπὸ τὸν φανατισμὸ τῆς μονοδιάστατης ζωῆς. Πάντως ἡ Ἐκκλησία βλέπει τὴν ὕπαρξι τοῦ κοινωνικοῦ προβλήματος, ἀλλὰ ἔχει μία «στενοκεφαλιὰ» νὰ τὸ βλέπη στὴν πληρότητά του. Δὲν τὸ ἀπομονώνει ἀπὸ τὴν πνευματική του πλευρά. Ἔχει τὴν τόλμη καὶ τὴν παρρησία νὰ διακηρύττη ὅτι ἡ ὁριζόντια διάστασι τοῦ ἀνθρώπου εἶναι συνάρτησι τῆς καθέτου διαστάσεώς του καὶ ὅτι ἀπὸ τὴν δεύτερη ἐξαρτᾶται ἡ λύσι τῆς πρώτης. Σὲ μία κοινωνία ποὺ ὑπάρχει ἀναζήτησι νέων τρόπων ζωῆς, ποὺ ἐπιδιώκεται ἡ ἐξωτερικὴ ἐπιφανειακὴ ἀλλαγή, ποὺ ἐπιχειρεῖται ἀπὸ κοινωνιολόγους κλπ., ἡ Ἐκκλησία ἔχει τὴν τόλμη νὰ κηρύττη ὅτι ἡ ἀλλαγή, ἡ μεταμόρφωσι καὶ ἡ πραγματικὴ ὀργάνωσι γίνεται διὰ τῶν ἁγίων. Ἀξίζει τὸν κόπο, μέσα στὴν στενότητα τοῦ χώρου ποὺ διαθέτουμε, νὰ δοῦμε μερικὲς ἐνδιαφέρουσες πλευρὲς τοῦ θέματός μας.


 Πλούσιος καὶ Λάζαρος


 .            Ὁ Κύριος στὴν σημερινὴ παραβολὴ παρουσίασε ἐκφραστικὰ τὴν ἀβυσσαλέα διαφορὰ μεταξὺ τοῦ πλουσίου καὶ τοῦ Λαζάρου, τοῦ ἀνωνύμου θὰ λέγαμε κεφαλαιοκράτη, ποὺ εἶχε μεταβάλει τὸν ἑαυτό του σὲ πράγμα, πρὸς χάριν τοῦ πλούτου, ποὺ ἦταν γι’ αὐτὸν πρόσωπο καὶ τοῦ ἐπωνύμου πτωχοῦ, πού, παρὰ τὴν φτώχια του, ἦταν πρόσωπο. Ὀνομαζόταν Λάζαρος. Χαώδης ἡ διαφορὰ μεταξὺ τῶν δύο ἀνθρώπων. Ὁ πλούσιος εἶχε καθημερινὰ φαγοπότια, ἐνῶ ὁ φτωχὸς ζοῦσε μὲ τὰ ψυχία τῆς τραπέζης. Ὁ πλούσιος ἦταν εὔρωστος σωματικά, ἐνῶ ὁ φτωχὸς «ἡλκωμένος». Ὁ πλούσιος ἔμενε σὲ ἀρχοντικὸ καὶ ἐκεῖ διασκέδαζε μὲ τοὺς φίλους του, ἐνῶ ὁ φτωχὸς ζητιάνευε στὴν πόρτα τοῦ σπιτιοῦ τοῦ πρώτου, συντροφιὰ μὲ τὰ σκυλιά. Ὁ πλούσιος φοροῦσε καθημερινὰ «πορφύραν καὶ βύσσον», ἐνῶ ὁ φτωχὸς ζητιάνευε, ἦταν ρακένδυτος καὶ γυμνός. Ὁ Κύριος ζωγράφισε κατὰ τὸν καλύτερο τρόπο τὴν μεγάλη ἀνισότητα μεταξὺ τοῦ πλούτου καὶ τῆς φτώχιας.
.            Τὸ κείμενο αὐτὸ τοῦ ἱεροῦ εὐαγγελίου φανερώνει τὸ δράμα ὅλων τῶν ἐποχῶν καὶ φυσικὰ καὶ τῆς δικῆς μας ἐποχῆς. Βλέπουμε τὴν τέλεια ἐφαρμογὴ τῆς παραβολῆς στὸν χῶρο τῆς πατρίδος μας καὶ σὲ ὁλόκληρη τὴν ἀνθρωπότητα. Ἄλλοι πεινοῦν καὶ ἄλλοι μεθοῦν. Πολλὰ συστήματα ἀφιερώνονται μὲ πάθος στὴν λύσι αὐτοῦ τοῦ τεραστίου προβλήματος. Δὲν παραγνωρίζουμε τὴν προσφορά τους, ἀλλὰ δὲν μποροῦμε νὰ μὴ σημειώσουμε καὶ τὶς μεγάλες ἀδυναμίες τους. Διότιὅλα τὰ ἀνθρώπινα συστήματα δὲν μποροῦν νὰ ξεφύγουν τὸν πειρασμὸ τῆς ὑπαγωγῆς τοῦ προσώπου στὴν ἀπρόσωπη ἀρχὴ καὶ στοὺς ἀπρόσωπους νόμους. Ἐπιδιώκουν τὴν καλυτέρευσι τῶν κοινωνικῶν θεσμῶν μὲ τὴν βεβαιότητα ὅτι τὸ πρόσωπο θὰ δῆ καλύτερες μέρες. Ἀλλὰ τὸ πρόσωπο, ὅταν ὑποτάσσεται βίαια σὲ ἀπρόσωπες ἀρχές, κυριολεκτικὰ ἀλλοτριώνεται.
.            Ἡ Ἐκκλησία ἀναγεννᾶ τὸν ἄνθρωπο καὶ ἔτσι ὁ ἀναγεννημένος ἄνθρωπος μεταμορφώνει μὲ ἐλευθερία τοὺς κοινωνικοὺς θεσμούς. Βοηθᾶ ἀποτελεσματικὰ στὴν λύσι τοῦ κοινωνικοῦ προβλήματος. Στὴν Ἐκκλησία ζοῦμε τὴν ἐν Χριστῷ ἀδελφότητα, ποὺ εἶναι ὑπέρβασι τῆς ὁποιασδήποτε ἀνισότητος.


 Παράδεισος καὶ Κόλασι


.            Ἡ παραβολὴ μᾶς δείχνει καὶ τὴν μετὰ θάνατον ἀντίστροφη ἀνισότητα, ποὺ ἡ Ἐκκλησία προσπαθεῖ νὰ θεραπεύση ἀπὸ αὐτὴν τὴν ζωή. Ὁ πτωχὸς Λάζαρος βρίσκεται στοὺς κόλπους τοῦ Ἀβραάμ, ποὺ εἶναι ὁ τόπος τῶν σεσωσμένων. Ὁ πλούσιος «ὑπάρχων ἐν βασάνοις» βλέπει τὸν Ἀβραὰμ καὶ ζητᾶ βοήθεια. Πρέπει καὶ στὸ σημεῖο αὐτὸ νὰ διατυπώσουμε μερικὲς ἁπλὲς σκέψεις, σχετικὰ μὲ τὴν Κόλασι καὶ τὸν Παράδεισο, ἀφοῦ ἔχουν σχέσι μὲ τὰ κοινωνικὰ προβλήματα, ἐπειδὴ αὐτὸς ποὺ δὲν ἔχει ἀγάπη δὲν μπορεῖ νὰ συναντήση τὴν Ἀγάπη.
.            Ὁ Παράδεισος καὶ ἡ Κόλασι εἶναι δύο διαφορετικοὶ τρόποι ζωῆς. Ὁ ἄνθρωπος πλάσθηκε ἀπὸ τὸν Θεὸ γιὰ νὰ ἑνωθεῖ αἰώνια μαζί Του καὶ νὰ ἀπολαμβάνει τὴν ἀγάπη Του. Μὲ τὴν ἁμαρτία ἔγινε ἡ διάσπασι τοῦ ἀνθρώπου καὶ μὲ τὴν ἐνανθρώπησι τοῦ Χριστοῦ ἔχουμε πρόσληψι ὅλης της ἀνθρωπίνης φύσεως, ὁπότε ὑπάρχει ἡ δυνατότητα τῆς θεώσεως. Ἔτσι κατὰ τὴν Δευτέρα Παρουσία τοῦ Χριστοῦ θὰ ἔχουμε ἀποκατάστασι τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως, ὄχι ὅμως καὶ τῆς ἀνθρωπίνης θελήσεως. Αὐτὸ σημαίνει ὅτι ἡ φύσι τοῦ ἀνθρώπου θὰ ἀποκτήση τὸ «ἀεὶ εἶναι», ἀλλὰ τὸ «ἀεὶ εὖ εἶναι» ἢ τὸ «ἀεὶ φεῦ εἶναι» εἶναι θέμα τῆς ἀνθρωπίνης θελήσεως, ποὺ συνδέεται μὲ τὴν στάσι μας ἀπέναντι στὸν πάσχοντα ἀδελφό. Κατὰ τὸν θεοφόρο Μάξιμο «οὐκ ἴσως μεθέξουσι τοῦ Θεοῦ… ἀλλ’ ἀναλόγως ἑαυτοῖς». Ὅσοι ἔκαναν καλὴ χρῆσι τῶν φυσικῶν δυνάμεων αὐτοὶ θὰ βλέπουν τὴν δόξα τοῦ Θεοῦ ὡς Φῶς, ἐνῶ ὅσοι ἔκαναν κατάχρησι τῶν φυσικῶν δυνάμεων θὰ βλέπουν τὸν Θεὸ ὡς πῦρ, φωτιά.
.             Ἑπομένως κόλασι δὲν εἶναι ἡ ἀπουσία τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ ἡ παρουσία τοῦ Θεοῦ ὡς φωτιά. Καὶ ἡ θέα τοῦ Θεοῦ ὡς φωτιά, εἶναι ἀποτέλεσμα τῆς ἐσωτερικῆς πνευματικῆς τυφλώσεως τοῦ ἀνθρώπου. Εἶναι ἀκριβῶς ὅ,τι γίνεται μὲ τὴν θεία Κοινωνία. Οἱ ἀξίως μετέχοντες τῆς Ἁγίας Τραπέζης λαμβάνουν τὸ Φῶς, ἐνῶ οἱ ἀναξίως μετέχοντες τῆς Ἁγίας Τραπέζης λαμβάνουν φωτιὰ καὶ καταδίκη. Αὐτὸ θὰ ἔχη αἰώνιες συνέπειες.
.            Αὐτὴ εἶναι ἡ κοινὴ διδασκαλία τῶν ἁγίων Πατέρων τῆς Ὀρθοδοξίας, ἐνῶ οἱ Δυτικοί, ἀφοῦ ἀλλοίωσαν τὴν πατερικὴ Παράδοσι, ἔφθασαν στὸ συμπέρασμα ὅτι οἱ κολασμένοι δὲν θὰ βλέπουν τὸν Θεὸ καὶ ἔτσι ἐξέλαβαν τὸ αἰώνιο πῦρ τῆς Ἁγίας Γραφῆς σὰν κτιστό. Θὰ ἀρκεσθοῦμε στὴν παράθεσι τῆς διδασκαλίας τοῦ ἁγίου Ἰσαάκ: «Οἱ κολαζόμενοι εἰς τὴν γέεναν διὰ τῆς μάστιγος τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ τιμωροῦνται… Ἄτοπον εἶναι τὸ νὰ νομίζη τις ὅτι οἱ ἁμαρτωλοὶ εἰς τὴν κόλασιν στεροῦνται τὴν ἀγάπην τοῦ Θεοῦ, διότι ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ… δίδεται κοινῶς εἰς πάντας, ἐνεργεῖ ὅμως διὰ τῆς δυνάμεως τῆς φύσεως αὐτῆς κατὰ δύο τρόπους, τοὺς μὲν ἁμαρτωλοὺς κολάζη, τοὺς δὲ δικαίους εὐφραίνει».


Προφῆτες καὶ προφητικὸ κήρυγμα


 .            Στὴν παράκλησι τοῦ πλουσίου νὰ στείλη ὁ Ἀβραὰμ τὸν Λάζαρο στὸ σπίτι του, γιὰ νὰ μετανοήσουν οἱ ἀδελφοί του, ὁ Ἀβραὰμ ἀπαντᾶ: «ἔχουσι Μωυσέα καὶ Προφήτας. Ἀκουσάτωσαν αὐτῶν», δηλαδὴ ἔχουν τοὺς λόγους τῶν Προφητῶν, τὴν Ἁγία Γραφή, ποὺ πρέπει νὰ ἐφαρμόζουν, γιὰ νὰ ἀποφύγουν τὴν γέεννα τοῦ πυρός.
.            Ἀλλὰ Προφῆτες δὲν ὑπῆρξαν κάποτε. Ὑπάρχουν πάντοτε.Προφήτης εἶναι ἐκεῖνος ποὺ ἐν Χριστῷ ἀποκρυπτογραφεῖ ὅλα τὰ ἱστορικὰ γεγονότα, ποὺ γιὰ τοὺς ὑπολοίπους ἀνθρώπους εἶναι τυλιγμένα στὸ σκοτάδι. Εἶναι ἐκεῖνος ποὺ κάτω ἀπὸ κάθε γεγονὸς βλέπει τὶς ἐνέργειες τοῦ Θεοῦ. Οἱ Προφῆτες, ποὺ μαζὶ μὲ τὸ προφητικὸ χάρισμα συνδυάζουν τὸ Βασιλικὸ καὶ τὸ Ἱερατικό, εἶναι οἱ κριτὲς τῆς ἱστορίας, ποὺ ἀναλύουν τὰ γεγονότα, μιλοῦν προφητικὰ γιὰ νὰ μετανοήσουν οἱ ἄνθρωποι. Ἑπομένως δὲν χρειάζονται νὰ ἀναστηθοῦν νεκροὶ γιὰ νὰ μιλήσουν, ἀφοῦ ὑπάρχουν ἅγιοι, ποὺ ἤδη ἔχουν ἀναστηθῆ καὶ μποροῦν νὰ μιλήσουν.
.            Γι’ αὐτὸ ὁ κάθε μεταμορφωμένος κήρυκας καὶ ὁ κάθε μεταμορφωμένος πιστός, ὡς Προφήτης, δὲν πρέπει νὰ κινῆται καὶ νὰ ἀναλύεται ἀπὸ τὰ φαινόμενα, δὲν μπορεῖ νὰ «συμβιβάζεται μὲ συμβιβασμούς». Πρέπει νὰ μιλᾶ γιὰ τὴν κοινωνικὴ ἀδικία καὶ τὴν ἐκμετάλλευσι τοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ. Τὸ προφητικὸ κήρυγμα, ὡς κήρυγμα ἐλευθερίας τοῦ ἀνθρώπου, ἀπὸ κάθε τυραννία, ποὺ κατὰ βάσιν εἶναι ἡ Βασιλεία τοῦ Σατανᾶ, πρέπει νὰ λάβη τὴν θέσι του στὴν σημερινὴ ἐκκλησιαστικὴ ζωή. Σήμερα χρειάζονται Προφῆτες ποὺ εἰρηνικὰ καὶ ἤρεμα, δηλαδὴ θυσιαστικὰ θὰ κρίνουν τὴν ἱστορία καὶ θὰ ἀνοίγουν δρόμους γιὰ τὴν βίωσι τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ. Ἔτσι ἡ Ἐκκλησία εἰρηνικὰ θὰ πάρη θέσι στὰ φλέγοντα προβλήματα, ποὺ μαστίζουν τὶς ἀνθρώπινες κοινωνίες. Θὰ φανῆ τὸ ἐνδιαφέρον της γιὰ τὴν ἀποκατάστασι τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως καὶ τῆς ἀνθρωπίνης θελήσεως καὶ τὴν θέωσι τοῦ ἀνθρώπου.
.             Τέτοιοι Προφῆτες, ποὺ ἐξασκοῦν τὸ προφητικὸ κήρυγμα καὶ ποὺ ἐλευθερώνουν τὸν ἄνθρωπο, ὑπάρχουν πολλοὶ σήμερα καὶ ἐργάζονται ἤρεμα καὶ ἀθόρυβα. Κινοῦνται πέρα ἀπὸ τὴν ἐπιφάνεια, ἀλλὰ ἀπὸ τὸ βάθος αὐτὸ ποὺ ἐργάζονται ἢ ἀπὸ τὸ στενό τους περιβάλλον θὰ διαλύσουν κάθε ἀνθρώπινη ἐπιφάνεια καὶ θὰ φανερώσουν τὴν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Δηλαδὴ δὲν θὰ καταργήσουν τὴν ἀνισότητα τῆς θελήσεως, ἀλλὰ θὰ μεταμορφώσουν τὴν ἀνθρώπινη φύσι, ἀπαλλάσσοντας τὸν ἄνθρωπο ἀπὸ τὴν ἀγχώδη καθημερινότητα.

Ἀπὸ τὸ βιβλίοτοῦ Ἀρχιμ. Ἱεροθέου Βλάχου
(νῦν Μητρ. Ναυπάκτου)
«Ὀσμὴ Γνώσεως»κδόσεις «Τέρτιος»,
Κατερίνη 1985, σελ. 193-197

πηγή



1 σχόλιο:

Ανώνυμος είπε...

πολύ καίριες επισημάνσεις, τρελέ, ευχαριστούμε...