«Ο
τρόπος ασκήσεως εν ησυχία και θεωρία εφηρμόζετο μεταξύ των ασκητών απο
του τέλους του Δ’ αιώνος, και η εφαρμογή αυτή συνεχίσθη μέχρι της
ενάρξεως της εικονομαχικής έριδος. Στην συνέχεια και επί δυόμισυ αιώνες,
δέν ακούγεται τίποτε περί θεωρητικού βίου εν ησυχία, πράγμα που
οφείλεται, αφενός στον διωγμό κατά του μοναχικού βίου απο τους
εικονομάχους, αφετέρου στην αναγέννηση των κλασσικών γραμμάτων που
επακολούθησε. Κατά την διάρκεια όλης
αυτής της περιόδου, η πλήρης ηθική και πνευματική τελείωσις εθεωρείτο
ανέφικτος. Γι’αυτό και σταμάτησε και η αγιοποίησις νέων προσώπων.
Απο τα μέσα όμως του δεκάτου αιώνος παρατηρείται προσπάθεια επανόδου
στον θεωρητικό βίο των παλαιών ασκητών, διά του Συμεών του Ευλαβούς, του
Συμεών του Νέου Θεολόγου και του Νικήτα Στηθάτου. Η επιδίωξη του Συμεών
του Νέου να προβάλη τον δάσκαλον του ως άγιο ξένισε τους
εκκλησιαστικούς παράγοντες και γι’αυτό πολεμήθηκε με πείσμα. Ένας άλλος
λόγος των διωγμών που υπέστησαν οι Συμεών και Νικήτας, είναι ότι στην
μονή του Στουδίου, όπου εμόναζαν υπήρχε ισχυρή φιλολατινική παράδοσις η
οποία ξεκινούσε απο τον ιδρυτή της Στούδιον, ο οποίος κατήγετο απο την
Ρώμη. Μία παράδοσις η οποία πολεμήθηκε με σθένος απο τους μοναχούς μας.
Σ’αυτή την διαμάχη βλέπουμε ήδη μία μικρογραφία της ησυχαστικής έριδος και ώς πρός τα αίτια καί προς το περιεχόμενο».
Η
Νίκη όμως της Εκκλησίας επί των εικονομάχων είχε και μερικές δυσάρεστες
συνέπειες. Σύνοδος θέσπισε ότι δέν πρέπει δημόσια λαϊκός να κινεί
δογματικό λόγο ή να διδάσκει, και να διεκδικεί για τον εαυτό του αξίωμα
διδασκαλικό, αλλά να τα εμπιστεύεται στην τάξιν που ορίσθη παρά του
Κυρίου και σ’αυτούς οι οποίοι την Χάριν του διδασκάλου έλαβον να
διανοίγουν λόγον.
Απο
εδώ ξεκινά επίσημα ο κληρικαλισμός, ο οποίος τελειώνει στις μέρες μας,
με την απόλυτη διαφθορά του Κλήρου και την απόλυτη απάθεια των λαϊκών.
Ο
Συμεών τόνιζε αντιθέτως ότι η θεολογία δέν είναι κτήμα οιουδήποτε
Χριστιανού που δέχθηκε το βάπτισμα, αλλά μόνον εκείνων οι οποίοι έχουν
ιδιαίτερο χάρισμα του Αγίου Πνεύματος και την επιδιώκουν δι’ασκήσεως και
θεωρίας.
Ας προσέξουμε, χάρισμα, όχι αξίωμα!! Πώς είναι δυνατόν να αντικαθιστά το αξίωμα το Χάρισμα;;
Ας προσέξουμε, χάρισμα, όχι αξίωμα!! Πώς είναι δυνατόν να αντικαθιστά το αξίωμα το Χάρισμα;;
Αυτή
η αντικατάσταση, εξαφάνισε την Εκκλησία του Κυρίου, και έφτιαξε στην
θέσι της,την Εκκλησία του Κλήρου! Την οποία σήμερα αποθεώνει ο Ζηζιούλας
με τον Οικουμενισμό του. Μία αποθέωση η οποία θα σημάνει και το τέλος
της πίστεως μας.
Ας
προσέξουμε και την ουσία των κανόνων. Μετά την νίκη επί των
εικονομάχων, με τα κείμενα των γνωστών πατέρων της Εκκλησίας, η Σύνοδος
συντάσσει κανόνα. Τον οποίο δυστυχώς σήμερα πολλοί πιστεύουν σαν
Θεόσδοτο. Οι κανόνες προσπαθούν να προστατεύουν απο την συγκεκριμένη
αίρεση που αντιμετωπίστηκε. Όχι απο ΤΗΝ αίρεση. απο κάθε αίρεση. κάθε
αίρεση είναι καινοφανής, όπως και η Εκκλησιολογική αίρεση του Ζηζιούλα, η
οποία τερματίζει και σφραγίζει την τραγική επιρροή των δυτικών
οργανώσεων στον τόπο μας. Την βίαιη εισδοχή της Ηθικής στην θέση του
Ευαγγελίου, Σήμερα στην Δύση, η ηθική αντικαθίσταται απο την λογική,
διότι καταλαμβάνουν ακριβώς τον ίδιο χώρο και δυστυχώς αυτή η
αντικατάσταση, μέσω της νεοορθοδοξίας έδωσε την χαριστική βολή στην
πίστη μας. Στην περίπτωση όμως του κανόνος αυτού, ο κανόνας ξεπέρασε
κάθε όριο, διότι ενώ στόχος ήταν οι αυτοκράτορες, υποβάθμισαν όλο το
περιεχόμενο της Εκκλησίας, τον λαό, τα πρόβατα του Κυρίου, για πρώτη και
για τελευταία φορά. Αυτός ο κανόνας ταλαιπωρεί μέχρι σήμερα το
Εκκλησιαστικό σώμα.
Υπάρχουν δύο θρησκείες οι οποίες αρνούνται τίς εικόνες. Ο μωαμεθανισμός καί η παπική θρησκεία. Επιβάλλοντας αυτόν τόν κανόνα πού απαγορεύει στούς λαϊκούς νά ερμηνεύουν τήν πίστη τους, δηλ καταδικάζοντάς τους στήν ανοησία, η ορθοδοξία κατά μία παράδοξη ειρωνεία τής ιστορίας, επιστρέφει στόν τόπο από τόν οποίο ξεκίνησε ο πόλεμος τών εικόνων. Στην παπική και μωαμεθανική θρησκεία, διότι σε αυτές λαός δέν υπάρχει, υπάρχει μόνο ο κλήρος και οι κανόνες με τους οποίους ρυθμίζεται η ζωή των λαϊκών. Ήταν μία Πύρρειος νίκη η οποία μας κόστισε την αληθινή Εκκλησία.
Υπάρχουν δύο θρησκείες οι οποίες αρνούνται τίς εικόνες. Ο μωαμεθανισμός καί η παπική θρησκεία. Επιβάλλοντας αυτόν τόν κανόνα πού απαγορεύει στούς λαϊκούς νά ερμηνεύουν τήν πίστη τους, δηλ καταδικάζοντάς τους στήν ανοησία, η ορθοδοξία κατά μία παράδοξη ειρωνεία τής ιστορίας, επιστρέφει στόν τόπο από τόν οποίο ξεκίνησε ο πόλεμος τών εικόνων. Στην παπική και μωαμεθανική θρησκεία, διότι σε αυτές λαός δέν υπάρχει, υπάρχει μόνο ο κλήρος και οι κανόνες με τους οποίους ρυθμίζεται η ζωή των λαϊκών. Ήταν μία Πύρρειος νίκη η οποία μας κόστισε την αληθινή Εκκλησία.
Oι
κανόνες αντλώντας τό νόημά τους από αυτόν τόν τελευταίο κανόνα πού
χωρίζει τήν εκκλησία στά δύο, έφτασαν μέχρι τών ημερών μας μέ τήν
θεολογία τού Ζηζιούλα στήν οποία αυτονομείται η εικών καί καταργείται τό
πρωτότυπο. Τό ίδιο συνέβη καί στόν κληρικαλισμό. Τό πρώτότυπο τών
κανόνων, είναι οι εντολές τού Κυρίου καί σήμερα έχουν αυτονομηθεί όπως
καί η εικών καί έχουν καταργήσει τό πρωτότυπο.
Εμβληματική
φιγούρα, ο Άγιος Νικόδημος, ο οποίος έγραψε καί τό πηδάλιο καί τίς
εντολές τού Κυρίου. Τό πηδάλιο γιά τούς λαϊκούς καί τίς εντολές γιά τούς
μοναχούς. Υπακούοντας μέ τή σειρά του στόν ανήκουστο κανόνα πού
σημάδεψε τήν νίκη τής εικονολατρίας.
Τέλος
θά θέλαμε νά προσθέσουμε πώς αυτή η αναβάθμιση τών κανόνων εις βάρος
τών εντολών τού Κυρίου, απηχεί τήν παληά μηδενιστική πεποίθηση τών
χρόνων τού Αγίου Συμεών ότι δέν μπορούν πλέον νά υπάρξουν Άγιοι. Καί ναί
μέν σήμερα μπορούμε νά πιστέψουμε, ευτυχώς, πώς μπορούν νά υπάρξουν
Άγιοι, όπως υπάρχουν μοναχοί καί αγιορείτες, αλλά είναι αδύνατον ακόμη
καί σήμερα νά πιστέψουμε πώς μπορεί νά υπάρξει ένας λαϊκός Άγιος.
Από το “Ημερολόγιο” του Αλεξάνδρου Σμέμαν
«Τρίτη, 2 Φεβρουαρίου, 1982
Ο κληρικαλισμός δημιουργεί ασφυξία• ανάγει ένα μέρος του εαυτού του σ’ ολόκληρο τον ιερό χαρακτήρα της Εκκλησίας• μεταβάλλει τη δύναμή της σε ιερή εξουσία για να ελέγχει, να καθοδηγεί, να διοικεί• σ’ εξουσία για να επιτελεί μυστήρια, και γενικά, μετατρέπει την κάθε εξουσία σε «θεόσδοτη εξουσία»! Ο κληρικαλισμός αποσπά κάθε «ιερότητα» από τους λαϊκούς: αποδείξεις; το τέμπλο, η θεία Κοινωνία (μόνο κατόπιν αδείας), η Θεολογία...
Και όσο περισσότερο ο κληρικαλισμός «κληρικοποιεί» (η παραδοσιακή εικόνα του επισκόπου ή του ιερέα – που επιτείνεται από τα ρούχα του, τα μαλλιά του, κ.λπ., κι ο επίσκοπος από τις πανάκριβες στολές!), τόσο περισσότερο η ίδια η Εκκλησία θα εκκοσμικεύεται, θα υποτάσσεται πνευματικά σ’ αυτόν τον κόσμο. Στην Καινή Διαθήκη, ο ιερέας παρουσιάζεται ως ο ιδανικός λαϊκός. Σχεδόν όμως αμέσως μετά αρχίζει ο αυξανόμενος ριζικός χωρισμός του από τους λαϊκούς• κι όχι μόνο χωρισμός, αλλά αντίθεση κι αντιπαράθεση προς τους λαϊκούς…
Ο ιερέας αντί να είναι ο «τύπος των πιστών» (Α' Τιμοθ. 4, 12), εμφανίζεται με την εικόνα του «κυρίου πάσης ιερότητος» (master of all sacrality) που ξεχωρίζει από τους πιστούς, που διανέμει τη χάρη κατά βούληση.
Αυτή είναι η ρίζα της αντίθεσης στη συχνή θεία Κοινωνία από κάποιους κληρικούς – η προστασία της θείας Κοινωνίας με την εξομολόγηση, την άφεση, με την «εξουσία που μου έχει δοθεί...» κ.λπ. Είναι σαφές πως αυτός ο αγώνας μεγαλώνει τώρα υπό την επίδραση κάποιων κληρικών πού έχουν καταληφθεί από την εξουσία τους, από την «ιερότητά» τους. Τίποτε δεν απειλεί τόσο την εξουσία τους όσο η επιστροφή της Ευχαριστίας στην Εκκλησία, η αναγέννησή της ως το «Μυστήριο της Εκκλησίας», κι όχι ως ένα από «τα μέσα εξαγιασμού...».
Η τραγωδία της θεολογικής παιδείας βρίσκεται στο γεγονός πως νέοι άνθρωποι που θέλουν να γίνουν ιερείς αναζητούν –συνειδητά ή ασυνείδητα– αυτόν τον χωρισμό, αυτή την εξουσία, αυτό το ανέβασμα πάνω από τους λαϊκούς. Η δίψα τους αυτή ενισχύεται και γεννάται από ολόκληρο το σύστημα της θεολογικής παιδείας, τον κληρικαλισμό. Πώς μπορεί να τους κάνει κανείς να καταλάβουν, όχι μόνο με το μυαλό τους, αλλά μ’ ολόκληρη την ύπαρξή τους, πως πρέπει ν’ απομακρυνθούν από την εξουσία, από κάθε εξουσία, η οποία υπήρξε ανέκαθεν ένας πειρασμός που προέρχεται πάντοτε από τον Διάβολο; Ο Χριστός μάς απελευθέρωσε απ’ αύτη την εξουσία –«εδόθη μοι πάσα εξουσία εν ουρανώ και επί γης...» (Ματθ., 28,18)– αποκαλύπτοντας το Φως της εξουσίας ως εξουσία αγάπης και Ουσιαστικής αυτοπροσφοράς. Ο Χριστός δεν έδωσε στην Εκκλησία «εξουσία», αλλά το Άγιο Πνεύμα: «Λάβετε Πνεύμα Άγιον...». Η εξουσία, εν Χριστώ, επέστρεψε στον Θεό, κι ο άνθρωπος θεραπεύτηκε από το «διοικείν και διατάζειν».
Στο εξηκοστό πρώτο έτος της ζωής μου, ξαφνικά αναρωτιέμαι: Πώς τα πάντα έχουν τόσο πολύ διαστρεβλωθεί; Και φοβούμαι!»
Φοβερό; Κι όμως αυτός ο άνθρωπος με την τόσο βαθειά απέχθεια, και συμβιβασμό ταυτόχρονα με την “ψεύτικη ζωή” του, υπήρξε και θεωρείται ακόμα, ένας στυλοβάτης της σύγχρονης “ακαδημαϊκής” θεολογίας μας. Πώς να μην κλάψουμε πικρά; Πώς κατασκευάσαμε έναν τέτοιο φτιαχτό “θεολογικό” κόσμο; Και πώς να μην αρνηθούμε ολόκληρη την εκκλησιαστική πατερική μας κληρονομιά, εφόσον αυτός είναι ο σκοπός αυτού του φτιαχτού κόσμου!;
Ο κληρικαλισμός δημιουργεί ασφυξία• ανάγει ένα μέρος του εαυτού του σ’ ολόκληρο τον ιερό χαρακτήρα της Εκκλησίας• μεταβάλλει τη δύναμή της σε ιερή εξουσία για να ελέγχει, να καθοδηγεί, να διοικεί• σ’ εξουσία για να επιτελεί μυστήρια, και γενικά, μετατρέπει την κάθε εξουσία σε «θεόσδοτη εξουσία»! Ο κληρικαλισμός αποσπά κάθε «ιερότητα» από τους λαϊκούς: αποδείξεις; το τέμπλο, η θεία Κοινωνία (μόνο κατόπιν αδείας), η Θεολογία...
Και όσο περισσότερο ο κληρικαλισμός «κληρικοποιεί» (η παραδοσιακή εικόνα του επισκόπου ή του ιερέα – που επιτείνεται από τα ρούχα του, τα μαλλιά του, κ.λπ., κι ο επίσκοπος από τις πανάκριβες στολές!), τόσο περισσότερο η ίδια η Εκκλησία θα εκκοσμικεύεται, θα υποτάσσεται πνευματικά σ’ αυτόν τον κόσμο. Στην Καινή Διαθήκη, ο ιερέας παρουσιάζεται ως ο ιδανικός λαϊκός. Σχεδόν όμως αμέσως μετά αρχίζει ο αυξανόμενος ριζικός χωρισμός του από τους λαϊκούς• κι όχι μόνο χωρισμός, αλλά αντίθεση κι αντιπαράθεση προς τους λαϊκούς…
Ο ιερέας αντί να είναι ο «τύπος των πιστών» (Α' Τιμοθ. 4, 12), εμφανίζεται με την εικόνα του «κυρίου πάσης ιερότητος» (master of all sacrality) που ξεχωρίζει από τους πιστούς, που διανέμει τη χάρη κατά βούληση.
Αυτή είναι η ρίζα της αντίθεσης στη συχνή θεία Κοινωνία από κάποιους κληρικούς – η προστασία της θείας Κοινωνίας με την εξομολόγηση, την άφεση, με την «εξουσία που μου έχει δοθεί...» κ.λπ. Είναι σαφές πως αυτός ο αγώνας μεγαλώνει τώρα υπό την επίδραση κάποιων κληρικών πού έχουν καταληφθεί από την εξουσία τους, από την «ιερότητά» τους. Τίποτε δεν απειλεί τόσο την εξουσία τους όσο η επιστροφή της Ευχαριστίας στην Εκκλησία, η αναγέννησή της ως το «Μυστήριο της Εκκλησίας», κι όχι ως ένα από «τα μέσα εξαγιασμού...».
Η τραγωδία της θεολογικής παιδείας βρίσκεται στο γεγονός πως νέοι άνθρωποι που θέλουν να γίνουν ιερείς αναζητούν –συνειδητά ή ασυνείδητα– αυτόν τον χωρισμό, αυτή την εξουσία, αυτό το ανέβασμα πάνω από τους λαϊκούς. Η δίψα τους αυτή ενισχύεται και γεννάται από ολόκληρο το σύστημα της θεολογικής παιδείας, τον κληρικαλισμό. Πώς μπορεί να τους κάνει κανείς να καταλάβουν, όχι μόνο με το μυαλό τους, αλλά μ’ ολόκληρη την ύπαρξή τους, πως πρέπει ν’ απομακρυνθούν από την εξουσία, από κάθε εξουσία, η οποία υπήρξε ανέκαθεν ένας πειρασμός που προέρχεται πάντοτε από τον Διάβολο; Ο Χριστός μάς απελευθέρωσε απ’ αύτη την εξουσία –«εδόθη μοι πάσα εξουσία εν ουρανώ και επί γης...» (Ματθ., 28,18)– αποκαλύπτοντας το Φως της εξουσίας ως εξουσία αγάπης και Ουσιαστικής αυτοπροσφοράς. Ο Χριστός δεν έδωσε στην Εκκλησία «εξουσία», αλλά το Άγιο Πνεύμα: «Λάβετε Πνεύμα Άγιον...». Η εξουσία, εν Χριστώ, επέστρεψε στον Θεό, κι ο άνθρωπος θεραπεύτηκε από το «διοικείν και διατάζειν».
Στο εξηκοστό πρώτο έτος της ζωής μου, ξαφνικά αναρωτιέμαι: Πώς τα πάντα έχουν τόσο πολύ διαστρεβλωθεί; Και φοβούμαι!»
Φοβερό; Κι όμως αυτός ο άνθρωπος με την τόσο βαθειά απέχθεια, και συμβιβασμό ταυτόχρονα με την “ψεύτικη ζωή” του, υπήρξε και θεωρείται ακόμα, ένας στυλοβάτης της σύγχρονης “ακαδημαϊκής” θεολογίας μας. Πώς να μην κλάψουμε πικρά; Πώς κατασκευάσαμε έναν τέτοιο φτιαχτό “θεολογικό” κόσμο; Και πώς να μην αρνηθούμε ολόκληρη την εκκλησιαστική πατερική μας κληρονομιά, εφόσον αυτός είναι ο σκοπός αυτού του φτιαχτού κόσμου!;
Αμέθυστος.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου