(Μὲ ἀφορμὴ ἄρθρο στὴν ἰστοσελίδα τῶν οἰκολόγων)
Καθόλου δὲν ξαφνιάστηκα διαβάζοντας τὸ ἄρθρο μὲ τίτλο «Ἡ ἀνάπτυξη τῆς θρησκευτικῆς συνείδησης μέσω τῆς ἐκπαίδευσης στὴν Ἑλλάδα παραβιάζει τὴν Εὐρωπαϊκὴ σύμβαση τῶν δικαιωμάτων τοῦ ἀνθρώπου». Περισσότερο ἀπὸ 30 χρόνια τώρα μαχόμενη ἐκπαιδευτικὸς θεολόγος ἔχω βιώσει, παρὰ τὶς ἀντίθετες ἀπόψεις τοῦ ἀρθρογράφου, ἕναν ἀνελέητο πόλεμο κατὰ τοῦ μαθήματος καὶ τοῦ περιεχομένου του ἀπὸ διάφορες κατευθύνσεις. Τὸ παράδοξο εἶναι ὅτι ὁ πόλεμος ἐκδηλώνεται συχνὰ ἀπὸ τὰ κέντρα ἐξουσίας τὰ ὁποία, ὡς ἐκ τῆς θέσεώς τους ὀφείλουν, ὅπως ὑπαινίσσεται καὶ τὸ ἄρθρο, νὰ μᾶς προστατεύουν. Καί, ὅμως, ἄλλοτε, κάποιοι ὑψηλὰ ἱστάμενοι καιροφυλακτοῦν μήπως μὲ κάποιο νεῦμα μᾶς παραβιάσουμε τὴ «θρησκευτικὴ ἐλευθερία τῶν μαθητῶν». Ἄλλοτε, κάποιοι συνηγορώντας ὑπὲρ τοῦ πολίτη (ποιοῦ πολίτη ἄραγε) πετοῦνε τὸ μάθημα στὸν κάδο τῶν προαιρετικῶν. Ἄλλοτε, κάποιοι σὲ δημοσιεύματα τοὺς ὀνειρεύονται ἐπιτέλους ἕνα μοντέρνο, καθὼς πρέπει, λαϊκὸ-ἄθεο κράτος, ποὺ ὄχι μόνο τὸ μάθημα θὰ ἐξοβελισθεῖ ἀπ’ τὰ σχολεῖα ἀλλὰ μέχρι καὶ ὁ σταυρὸς ἀπὸ τὸ στῆθος τῶν μαθητῶν.
Ἀλλά, ἂς πάρουμε τὶς αἰτιάσεις τοῦ ἄρθρου μὲ τὴ σειρά.
Ὡς πρὸς τὸ θέμα τῆς παραβίασης τῆς Εὐρωπαϊκῆς σύμβασης τῶν ἀνθρωπίνων δικαιωμάτων τοῦ ἀνθρώπου ποὺ δημιουργεῖ ἡ διδασκαλία τοῦ μαθήματος τῶν θρησκευτικῶν καὶ κάνει τὸν συντάκτη τοῦ ἄρθρου νὰ ἀνησυχεῖ, θεωρῶ ὅτι ἔχει λυθεῖ ἀπὸ τὴν ἴδια τὴν Εὐρωπαϊκὴ ἕνωση. Στὶς 15-06-2010 τὸ Εὐρωπαϊκὸ Δικαστήριο τῶν ἀνθρωπίνων δικαιωμάτων ἀπεφάνθη, ἐξ αἰτίας τῆς προσφυγῆς δύο Πολωνῶν γιὰ τὴ μὴ διδασκαλία τῆς ἠθικῆς ὡς ἐναλλακτικοῦ μαθήματος τῶν θρησκευτικῶν ὅτι, τὸ Εὐρωπαϊκὸ δικαστήριο ἐπιβάλλει τὴν εἰσαγωγὴ τοῦ μαθήματος τῶν θρησκευτικῶν ἀντίστοιχο μὲ...
τὶς θρησκευτικὲς καὶ φιλοσοφικὲς ἀπαιτήσεις τῶν γονέων[1]. Ἐπιπροσθέτως, πρέπει νὰ σημειωθεῖ ὅτι τὸ Εὐρωπαϊκὸ Δικαστήριο ἀνθρωπίνων δικαιωμάτων μὲ τὴν ἀπόφαση τοῦ «20-06-2007, ὑπόθεση Folgero κατὰ Νορβηγίας» δὲν ἐπιβάλλει τὴν μετατροπὴ τοῦ μαθήματος τῶν θρησκευτικῶν ἀπὸ ὑποχρεωτικὸ σὲ προαιρετικό.
Τέλος, στὴν Εὐρωπαϊκὴ Σύμβαση Ἀνθρωπίνων Δικαιωμάτων στὸ ἄρθρο 2 τοῦ πρώτου πρόσθετου πρωτοκόλλου τῆς ὑπάρχει διάταξη ποὺ ὁρίζει ὅτι τὰ εὐρωπαϊκὰ κράτη ὑποχρεοῦνται νὰ εἰσαγάγουν στὰ δημόσια σχολεῖα μάθημα θρησκευτικῶν ἀντίστοιχο μὲ τὶς θρησκευτικὲς ἢ φιλοσοφικὲς πεποιθήσεις τῶν πολιτῶν τῆς[2].
Τὸ μάθημα, τέλος, κατὰ τὴ Σύνταγμα τῆς Ἑλληνικῆς Πολιτείας καὶ τὶς ἀποφάσεις τῶν Ἀνωτάτων Δικαστηρίων «εἶναι ὑποχρεωτικὸ διὰ τὴν ἀνάπτυξιν εἰς ἐπαρκῆ βαθμόν, τῆς θρησκευτικῆς συνειδήσεως τῶν Ἑλληνοπαίδων συμφώνως πρὸς τὰς ἀρχὰς τοῦ ὀρθοδόξου χριστιανικοῦ δόγματος.»(ΣτῈ 3356/95)[3]
Καὶ μετὰ τὸ νομικὸ σκέλος ἂς ἔλθουμε στὸ θεολογικό.
Θὰ πρέπει νὰ εἶναι κανεὶς τὸ λιγότερο ἀνιστόρητος γιὰ νὰ μὴν ἀποδέχεται ὅτι ὁ Ἑλληνοχριστιανισμὸς ἢ μᾶλλον ἡ Ἑλληνορθοδοξία ( γιὰ νὰ μὴν κάνουμε κακοὺς συνειρμοὺς μὲ τὸν πρῶτο ὄρο) ἀποτελεῖ τὴν ταυτότητα αὐτοῦ του ἔθνους. Θέλουν δὲ θέλουν κάποιοι, δένει δὲ δένει μὲ τὴν ἰδεολογία τοὺς οἱ συνιστῶσες αὐτοῦ του λαοῦ εἶναι ὁ Ἑλληνισμὸς καὶ ἡ Ὀρθοδοξία.
Δυστυχῶς γὶ΄ αὐτοὺς ἡ Ὀρθοδοξία δὲν εἶναι μία θρησκεία τοῦ περιθωρίου ἢ μία ἐνοχλητικὴ ἠθικὴ ποὺ τὴν πετᾶς στὴν ἄκρη καὶ τὴν ξεφορτώνεσαι. Ἡ Ὀρθοδοξία εἶναι ἱστορία συνυφασμένη ἐν πολλοῖς μὲ τὴν ἱστορία αὐτοῦ του τόπου καὶ σφραγισμένη μὲ αἷμα καὶ θυσίες. Εἶναι τέχνη, εἶναι γραμματεία, εἶναι ἤθη καὶ ἔθιμα, εἶναι πολιτισμὸς ζωντανός, ὡς τρόπος ζωῆς νοούμενος, εἶναι στάση ζωῆς, εἶναι λόγος λυτρωτικὸς γιὰ τὴ ζωὴ καὶ τὸ θάνατο.
Μέσα στὴν ἐκκλησία ἡ ἀρχαιοελληνικὴ πνευματικότητα καὶ ἀναζήτηση μεταμορφώνεται, ἀπαντᾶται καὶ σφραγίζεται μὲ τὴν ζωντανὴ ἐμπειρία καὶ τὴ θυσία ἁγίων καὶ μαρτύρων.
Πῶς νὰ διδάξεις καὶ νὰ διδαχτεῖς Βυζαντινὴ Ἱστορία χωρὶς θεολογικὲς προϋποθέσεις; Πῶς νὰ μελετήσεις τὴν ἐπανάσταση τοῦ 1821 καὶ τὴν τουρκοκρατία δίχως τὴν παρουσία τῆς ἐκκλησίας; Πῶς νὰ ἐμβαθύνεις στὴν ὑπαρξιακὴ ἀγωνία τῆς Ἑλληνικῆς φιλοσοφίας χωρὶς τὴν ἀπάντηση τῆς αὐθυπέρβασης καὶ τῆς αὐτοπροσφορᾶς ποὺ νικᾶ τὸ θάνατο, ὅπως φαίνεται στὴν ἐκκλησιαστικὴ γραμματεία καὶ ἐμπειρία;
Πῶς νὰ κατανοήσεις στὴ Νεοελληνικὴ λογοτεχνία ὄχι μόνο τὸ ἀτόφιο ὀρθόδοξο φρόνημα τοῦ Παπαδιαμάντη, τοῦ Κόντογλου, τοῦ Πεντζίκη, τοῦ Μακρυγιάννη ἀλλὰ καὶ τὴ θρησκευτικὴ ἀγωνία καὶ προβληματικὴ ἀκόμα καὶ τοῦ Καζαντζάκη χωρὶς τὴ στοιχειώδη θρησκευτικὴ ἀγωγή; Γιατί ὁ χρόνος ποὺ διατίθεται σ΄ αὐτὴν εἶναι στοιχειώδης σὲ σχέση μὲ τὸν πλοῦτο της.
Νομίζω ὅτι ὁ Ἐλύτης στὸ «Ἄξιόν ἐστι», ποὺ κατὰ τὴν ὁμολογία τοῦ εἶναι δομημένο στὰ μέτρα τῆς ὀρθόδοξης θείας λειτουργίας, ὁ Ἐλύτης λοιπὸν ὡραία συγκεφαλαιώνει τὴ διπλὴ παράδοση τοῦ λαοῦ μας ὅταν λέει: « Μνήμη τοῦ λαοῦ μου σὲ λένε Πίνδο καὶ σὲ λένε Ἄθω».
Τέλος, ἂς ἔλθουμε στὸ θέμα τῆς πολιτισμικῆς σύνθεσης τῶν τάξεών μας καὶ τῆς ὑποτιθέμενης περιθωριοποίησης τῶν ἀλλόθρησκων. Στὰ σχολεῖα τῆς «πολυπόθητης» καὶ «κατευθυνόμενης» πολυπολιτισμικότητας οἱ ἀλλόθρησκοι εἶναι ἐπὶ τὸ πλεῖστον καὶ ἀλλοεθνεῖς. Ἔχουν ἄλλη γλώσσα, ἄλλη ἱστορία καὶ ἄλλη Ἐθνικὴ συνείδηση. Μήπως λοιπὸν τοὺς στεροῦμε τὴν ἐλευθερία καὶ ἐπεμβαίνουμε στὴν ἐθνική τους συνείδηση ὑποχρεώνοντάς τους νὰ μαθαίνουν τὴν ἑλληνικὴ γλώσσα καὶ γραμματεία καὶ τὴν ἑλληνικὴ ἱστορία; Δὲν ἀκούω νὰ συζητιέται κάτι τέτοιο καὶ ὀρθῶς.
Γιατί, ἄραγε, στοχοποιεῖται μόνο ἡ ὀρθόδοξη ἀγωγή; Ἔχει γραφτεῖ καὶ ξαναγραφτεῖ καὶ πρέπει ἐπιτέλους νὰ γίνει κατανοητὸ ὅτι ἡ ὀρθοδοξία δὲν εἶναι θρησκεία, μία ἀπ’ ὅλες, ὅπως ἁπλουστευτικὰ τὴν παρουσιάζουν συχνὰ πολλοὶ ἄσχετοι μὲ τὸ θέμα.
Ὁ ὀρθόδοξος χριστιανισμὸς εἶναι ἐκκλησία δηλαδὴ κοινωνία, ἀγαπητικὴ σχέση ποὺ προϋποθέτει αὐθυπέρβαση, ἄγνωστη καὶ ἀνυποψίαστη γιὰ τὸ φίλαυτο ἄνθρωπο τῆς ἐποχῆς μας. Μέσα στὴν ἐκκλησία ὁ ἄνθρωπος λυτρώνεται ἀπὸ τὴ βιολογικὴ ἀναγκαιότητα, ξεπερνᾶ τὴν ἀσφάλεια κάθε κοινωνικοῦ καὶ βιολογικοῦ δεσμοῦ, παραιτεῖται ἑκούσια ἀπὸ κάθε δικαίωμα καὶ ἔτσι κινεῖται σὲ τέτοιο ἐπίπεδο ἐλευθερίας καὶ ἀγάπης ποὺ ξεπερνᾶ καὶ τὸ θάνατο.
Τὸ κατόρθωμα εἶναι θεϊκὸ δῶρο καὶ πιστοποιεῖται στὸ πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ καὶ τῶν ἁγίων.
Μόνο μὲ αὐτὲς τὶς προϋποθέσεις δικαιοῦται κάποιος νὰ μιλᾶ γιὰ κοινωνία, ἀγάπη καὶ ἀληθινὰ ἀνθρώπινα δικαιώματα. Διαφορετικά, ὅλα τὰ παραπάνω εἶναι ἀνυπόστατα καὶ ὁδηγοῦν σὲ κοινωνικὰ ἀδιέξοδα ποὺ ζοῦμε καθημερινά.
Ἡ ἐκκλησία εἶναι ἡ ὑπέρβαση τῶν θρησκειῶν καὶ τῶν ἰδεολογιῶν. Ἡ τριαδικὴ θεολογία εἶναι ἑνωτικὴ καὶ ἀγκαλιάζει ὅλους χωρὶς διάκριση. Αὐτὸ δείχνουν τὰ τεντωμένα στὸ σταυρὸ χέρια τοῦ Χριστοῦ.
Ὁ ἄνθρωπος μόνο σὲ κοινωνία μὲ τὸ Ἄκτιστο κοινωνεῖ οὐσιαστικὰ μὲ τὸν συνάνθρωπο, βιώνει τὴν ἀπόλυτη ἀγάπη καὶ ἐλευθερώνεται ἀπὸ τὴ φθαρτότητα, γίνεται παγκόσμιος ἄνθρωπος κατὰ τὴν ἔκφραση σύγχρονου ἁγίου.
Τελειώνοντας, θὰ ἤθελα νὰ καταθέσω τὴ προσωπική μου ἐμπειρία ἀπὸ τὶς πολυπολιτισμικὲς καὶ πολυθρησκευτικὲς τάξεις, ὅπου ἐργάζομαι τὰ τελευταία δεκαπέντε χρόνια. Μὲ συγκινεῖ ἰδιαίτερα ἡ ἐλεύθερη παρακολούθηση τοῦ μαθήματος ἀπὸ τοὺς ἀλλόθρησκους μαθητὲς τοὺς ὁποίους ἐγὼ ἡ ἴδια ἐνημερώνω γιὰ τὸ δικαίωμά τους νὰ ἐπιλέξουν σύμφωνα μὲ τὸ νόμο τὸ «παιχνίδι» ἀντὶ τοῦ μαθήματος τῶν θρησκευτικῶν καὶ ὅμως ἐκεῖνα σὲ ποσοστὸ 97% ἐπιλέγουν νὰ μένουν καὶ νὰ παρακολουθοῦν κανονικὰ τὸ μάθημα.
Ἡ Ὀρθοδοξία εἶναι ἕνας θησαυρὸς ἑλληνικὸς καὶ οἰκουμενικός. Ἔχει τὴ δυνατότητα νὰ ὁλοκληρώσει τὸν ἄνθρωπο, νὰ ἀναμορφώσει τὴν ἱστορία, νὰ ἀπαντήσει στὰ ἀδιέξοδα κοινωνικὰ καὶ ὑπαρξιακά του κόσμου. Ἂς τὸ συνειδητοποιήσουμε ἐπιτέλους καὶ ἂς μὴν τὴν ἀντιμετωπίζουμε μὲ τόση προχειρότητα καὶ προκατάληψη, γιατί ἀδικοῦμε τὸν ἑαυτό μας.
Χρόνια τώρα μέσα στὸ πνεῦμα τῆς “ἐλεύθερης διακίνησης τῶν ἰδεών” γαλουχήσαμε γενιές, ἐντὸς καὶ ἐκτὸς σχολείου, μὲ μία ἀσπόνδυλη παιδεία βασισμένη σὲ μεγάλες καὶ βαρύγδουπες ἔννοιες. Τώρα εἰσπράττουμε τὸ ἀποτέλεσμα. Ἡ δημοκρατία ἔγινε αὐταρχισμός, ἡ ἐλευθερία ἀσυδοσία, ἡ ἀλήθεια ψέμα καὶ τ’ ἀνθρώπινα δικαιώματα ἀποκαΐδια ἀπὸ στραπατσαρισμένες διαδηλώσεις.. Ἡ καταστροφὴ φαίνεται νὰ εἶναι χωρὶς προηγούμενο.
Μήπως εἶναι ὥρα, τώρα πάνω στὴν ἀπελπισία μας νὰ δοῦμε σοβαρὰ καὶ ἀπροκατάληπτα τὴν πνευματική μας κληρονομιὰ καὶ , ποιὸς ξέρει, ἴσως μπορέσουμε νὰ βροῦμε ἐρείσματα ποὺ θὰ μᾶς βοηθήσουν νὰ ἐπαναπροσδιορίσουμε τὴ ζωή μας.
Α.Α.
Θεολόγος-Φιλόλογος
Θεσσαλονίκη
(ἡ ἐπιστολὴ δημοσιεύεται μέσω τοῦ Ἰστολογίου
τῆς Ὁμάδας Ἐκπαιδευτικῶν "Ὁ Παιδαγωγὸς")Παραπομπὲς :
[1] Βλέπε, «Εὐρωπαϊκοῦ δικαστηρίου ἀνθρωπίνων δικαιωμάτων», ἀπόφαση τῆς 15-06-2010 προσφυγὴ No 7710/02. Ὑπόθεση Grzelak κατὰ Πολωνίας.
Εἰδικότερα στὴν παράγραφο 104 τῆς ἀπόφασης παρατίθεται:
« The Court notes that it remains, in principal with the national margin of appreciation left to the States under Article 2 of Protocol No 1 to decide whether the to provide religious instruction in public schools and, if so, what particular system should be adopted » (Τὸ Δικαστήριο ἐπισημαίνει κατ’ ἀρχήν, ὅτι ἀνάγεται στὸ ἐθνικὸ περιθώριο ἐκτιμήσεως, ποὺ ἀναγνωρίζεται εἰς τὰ κράτη κατ’ ἄρθρον 2 τοῦ Πρωτοκόλλου Νὸ 1 νὰ ἀποφασίσουν ἐὰν θὰ εἰσαγάγουν τὸ μάθημα τῶν θρησκευτικῶν εἰς τὰ δημόσια σχολεῖα καί, ἂν ναί, ποῖο εἰδικότερο σύστημα θὰ υἱοθετήσουν)
Ἐπίσης, βλέπε:
«Ἐπιβάλλεται ὅπως ἡ Πολιτεία διὰ τῆς λήψεως τῶν καταλλήλων κατὰ περίπτωσιν, νομοθετικῶν καὶ κανονιστικῶν μέτρων, ἐξασφαλίζει τὴν διδασκαλίαν τοῦ κατὰ τὰ ἄνω μαθήματος τῶν θρησκευτικῶν εἰς τοὺς ἐν λόγω μαθητᾶς καὶ δὴ νὰ τὴν ἐξασφαλίζει κατὰ τὰ ἤδη κριθέντα (ΣτῈ 3356/95) ἐπὶ ἱκανὸν ὡρῶν διδασκαλίας ἐβδομαδιαίως» (ΣτῈ 2762/2004).
Ἐξ ἄλλου:
«Οἱ διεθνεῖς συμβάσεις, ποὺ ἔχουν ἐπικυρωθεῖ μὲ νόμο, Ὑπερισχύουν μὲ τὸ ἄρθρο 28 πάρ. 1 τοῦ Συντάγματος, κάθε ἄλλης ἀντίθετης διάταξης νόμου, ὄχι ὅμως καὶ τῶν διατάξεων τοῦ Συντάγματος»(ΣτῈ 2281/2001)
[2] Περιοδικὸ « Ἐπιθεώρηση Δημοτικοῦ καὶ Διοικητικοῦ Δικαίου» τόμος ἔτους 2009
[3] Βλέπε καί: «Σκοπὸς τῆς πρωτοβάθμιας καὶ δευτεροβάθμιας ἐκπαίδευσης εἶναι νὰ συμβάλλει στὴν ἰσόρροπη ἀνάπτυξη τῶν διανοητικῶν καὶ ψυχοσωματικῶν δυνάμεων τῶν μαθητῶν, ὥστε…. νὰ γίνουν ὑπεύθυνοι καὶ δημοκρατικοὶ πολίτες ,…..καὶ νὰ διακατέχονται ἀπὸ πίστη πρὸς τὴν πατρίδα καὶ τὰ γνήσια στοιχεῖα τῆς ὀρθόδοξης χριστιανικῆς παράδοσης…» (Ν1566/1985)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου