Παρασκευή 28 Οκτωβρίου 2011

28η Οκτωβρίου...

Τα θεμέλιά μου στα βουνά
και τα βουνά σηκώνουν οι λαοί στον ώμο τους
και πάνω τους η μνήμη καίει
άκαυτη βάτος

Μνήμη του λαού που σε λένε Πίνδο και σε λένε Άθω

Εσύ μόνη απ' την φτέρνα τον άνδρα γνωρίζεις
Εσύ μόνη απ' την κόψη της πέτρας μιλάς
Εσύ την όψη των αγίων οξύνεις
κι εσύ στου νερού των αιώνων την άκρη σύρεις
πασχαλιάν αναστάσιμη (…)



Πάντα μου άρεσαν αυτοί οι στίχοι του Ελύτη, πάντα με γέμιζε ελπίδα ο ηρωισμός που αναδύεται στην Πίνδο και τον Άθωνα. Παραμονές της εθνικής μας επετείου έτυχε να πέσει στα χέρια μου ένα λεύκωμα του Μουσείου Μπενάκη με Φωτογραφίες της Βούλας Παπαϊωάννου, μιας γυναίκας που ως τα 78 της, οπότε σχεδόν τυφλή κρέμασε τη μηχανή της, αποτύπωσε με μοναδικό τρόπο τις αρχαιότητες, τα μετόπισθεν του πολέμου, την ανασυγκρότηση. Στο παρόν κείμενο οι φωτογραφίες της συναντούν τον απεσταγμένο λόγο της ποίησης και την εγκάρδια προσευχή των παιδιών ενός σχολείου. Αυτά σας συστήνω λόγω ημερών, καθώς και το βιβλίο του Γ. Θεοτοκά «Ασθενείς και Οδοιπόροι», μια συγκλονιστική πραγματικά αναζήτηση ψυχής στα χρόνια του πολέμου και τα κατοπινά.




Δεν είναι τούτο πάλεμα σε μαρμαρένια αλώνια,
εκεί να στέκει ο Διγενής και μπρος να στέκει ο Χάρος.…
κ' είναι οι νεκροί, στα ξάγναντα, πρωτοπανηγυριώτες

Άγγελος Σικελιανός


"Κύριε, βοήθα να θυμόμαστε
πώς έγινε τούτο το φονικό
την αρπαγή το δόλο την ιδιοτέλεια,
το στέγνωμα της αγάπης
Κύριε, βοήθα να τα ξεριζώσουμε ..."

Γ. Σεφέρης


Ένα μνημόσυνο θελήσαμε να κάνουμε…


Για τους παππούδες μας που πολέμησαν τους επτά μήνες της μάχης της Ελλάδας...
Στο Ελληνοαλβανικό μέτωπο, διώχνοντας τους Ιταλούς 60χλμ μέσα στην Αλβανία.
Στη Γραμμή Μεταξά, κοντά στη Βουλγαρία, εκεί οπου το Ρούπελ και τα άλλα οχυρά «δεν παραδίδονται αλλά καταλαμβάνονται» από τους Γερμανούς.
Σε υποβρύχια και αντιτορπιλικά, όπως ο Παπανικολής, ο Πρωτεύς, η Βασίλισσα Όλγα.

Ένα μνημόσυνο …
Για εκείνους που συμμετείχαν στην τελευταία εν Ελλάδι μάχη, στην Κρήτη και για δέκα μέρες υπέμειναν τους αλεξιπτωτιστές των 1200 γερμανικών αεροπλάνων
Και για τους άλλους που συνέχισαν στη Μέση Ανατολή, στο Ελ Αλαμέιν πλάι στους συμμάχους


Ένα μνημόσυνο θελήσαμε να κάνουμε…
Για τους προγόνους μας που πέθαναν στην τριετή τριπλή Κατοχή.
Στις βουλγαρικές εκκαθαρίσεις στη Μακεδονία
Στην Αθήνα, από την πείνα, το χειμώνα του 1941
Στην Καισαριανή και στ’ άλλα σκοπευτήρια
Στα στρατόπεδα συγκεντρώσεων
Στα ολοκαυτώματα που' γιναν για αντίποινα,
στα Καλαβρυτα και στο Δίστομο, κι αλλού
Θα θέλαμε να μνημονεύσουμε κιόλους εκείνους που πλάι στους επώνυμους, τον Δαβάκη, τον Παπάγο, τραυματίστηκαν ή έπαθαν γάγγραινα από το ψύχος
Όλους όσους αντιστάθηκαν στον εχθρό κατά την Κατοχή, ανατινάζοντας γέφυρες, φυγαδεύοντας Βρετανούς ή τυπώνοντας παράνομα φυλλάδια...


Θα θέλαμε να μνημονεύσουμε
Τα παιδιά του ξυπόλυτου τάγματος, τους σαλταδόρους που έκλεβαν ψωμί και το μοίραζαν στους ανθρώπους
Τις γυναίκες που έπλεκαν κάλτσες, άνοιγαν δρόμους κι έφερναν εφόδια, περιποιούνταν αρρώστους και περίμεναν ένα γράμμα
Τους γονείς που έχασαν τα παιδιά τους,
ή περιποιήθηκαν τα πολλά ορφανά του πολέμου


Θα θέλαμε να ευχαριστήσουμε, αντιστοίχως, όσους ζουν και μας μιλούν για όλα αυτά, όσους βίωσαν την φρίκη του πολέμου...


Μα, εσύ Θεέ που ακούς, μπορείς να αναπαύσεις και όσους δεν στάθηκαν στο ύψος των περιστάσεων, τους λιποτάκτες και τους δωσίλογους, τους μαυραγορίτες και τους εχθρούς ακόμα...


Για τα θύματα όλων των εθνικοτήτων αυτού του πολέμου, μα και όλων των πολέμων, θελήσαμε να κάνουμε ένα μνημόσυνο.



… Η νύχτα μας βελονιάζει τα κόκκαλα μέσα στ’ αμπριά
εκεί μέσα
μεταφέραμε τα φιλικά μας πρόσωπα και τ’ ασπαζόμαστε
μεταφέραμε το σπίτι και την εκκλησία του χωριού μας
το κλουβί στο παράθυρο, τα μάτια των κοριτσιών
το φράχτη του κήπου μας, όλα τα σύνορά μας
την Παναγιά με το γαρούφαλλο, ασίκισσα
που μας σκεπάζει τα πόδια πριν το χιόνι,
που μας διπλώνει στη μπόλια της πριν απ’ το θάνατο.



Μα ότι κι αν γίνει εμείς θα επιζήσουμε.
Άνθρωποι κατοικούν μες το πνεύμα της Ελευθερίας
αμέτρητοι,
Άνθρωποι όμορφοι μες την θυσία τους , Άνθρωποι.
Ένας μεγάλος καταυλισμός είναι η έννοια της αρετής.
Το ότι πέθαναν δεν σημαίνει ότι έπαψαν να υπάρχουν εκεί,
με τις λύπες, τα δάκρυα και τις κουβέντες τους.
Ο ήλιος σας θάναι ακριβά πληρωμένος.
Αν τυχόν δεν γυρίσω, ας είστε καλά,
σκεφτείτε για λίγο πόσο μου στοίχησε.


(Σαν ήμουνα μικρός καθρεφτιζόμουνα στα ρυάκια της πατρίδας μου δεν ήμουν πλασμένος για τον πόλεμο. Ν. Βρεττάκος)
Ε. Κ.


πηγή

Δεν υπάρχουν σχόλια: