Τετάρτη 2 Φεβρουαρίου 2011
Μπιλμπάο: Έρωτας α λα βασκικά
της Ηρώς Κουνάδη
Το πρώτο πράγμα που θα ακούσεις, ως ενθουσιασμένος επισκέπτης του Μπιλμπάο από τους κατοίκους του, είναι πως η πόλη που θαυμάζεις αυτήν την στιγμή, δεν υπήρχε πριν από το 1997. «Είναι δυνατόν;» θα αναρωτηθείς εύλογα, καθώς θα ακούς διηγήσεις για την πιο άσχημη βιομηχανική πόλη του κόσμου, για ένα ποτάμι που ήταν καφέ αντί για το γαλάζιο στη θέα του οποίου χαμογελάς τώρα, για γιγάντια εργοστάσια που εξορίστηκαν, για μεγαλειώδη έργα που ξεπέρασαν κάθε φαντασία. Διηγήσεις για μια κάμπια που μεταμορφώθηκε σε πεταλούδα, σε αυτό που εσένα ως Έλληνα θα σου φαίνεται «εν μία νυκτί» –στην πραγματικότητα σε λίγα χρόνια. Σε extreme περιπτώσεις, θα σου δείξουν και φωτογραφίες. Τόσο δύσκολο είναι να το πιστέψεις
Μπαινοβγαίνεις στις design εισόδους του μετρό που σχεδίασε ο Norman Foster για να μοιάζουν με γιγάντιους γαιοσκώληκες. Βολτάρεις σε ένα από τα ομορφότερα ιστορικά κέντρα που επισκέφθηκες τελευταία, σταματώντας κάθε τόσο μπροστά σε ένα ακόμη υπέροχο νεοκλασικό. Τσιμπολογάς pintxos (tapas α λα βασκικά) δίπλα στο ποτάμι, στο δρόμο για το πιο πολυφωτογραφημένο μουσείο του κόσμου, το Guggenheim. Και σε όλες αυτές τις βόλτες, προσπαθείς να φανταστείς πώς γίνεται.
Πώς είναι δυνατόν αυτή η πολύχρωμη πόλη, που σφύζει από ζωή κάθε ώρα της ημέρας, που είναι ο παράδεισος κάθε καλοφαγά/ θεατρόφιλου/ μπαρόβιου/ καλλιτέχνη/ φοιτητή αρχιτεκτονικής, να ήταν πριν από ούτε δεκαπέντε χρόνια γκρίζα, βρώμικη και άσχημη; Δε θα το καταλάβεις ποτέ. Γιατί η μεταμόρφωση ήταν τόσο ριζική, που πλέον δεν μπορείς να διακρίνεις ούτε στο ελάχιστο τα σημάδια της. Αλλά και γιατί μετά από λίγο δεν θα σε πολύ-νοιάζει. Θα σου φτάνει το ότι τώρα είναι απλά υπέροχη.
Μικρή ιστορική παρένθεση
Σε αντίθεση με την ευρύτατα διαδεδομένη αντίληψη, το Μπιλμπάο δεν είναι η πρωτεύουσα της Χώρας των Βάσκων –κι η Χώρα των Βάσκων, βέβαια, δεν είναι χώρα, αλλά μία από τις αυτόνομες κοινότητες της Ισπανίας, ακριβώς όπως η Καταλονία, αλλά αυτή είναι μια άλλη, μεγάλη ιστορία. Ιστορικά, πρωτεύουσα των πρώτων κατοίκων της Ευρώπης, με την περίεργη γλώσσα η οποία ταλαιπωρεί επί αιώνες τους γλωσσολόγους που προσπαθούν να την κατηγοριοποιήσουν, ήταν η Ναβάρα.
Πριν ο Φράνκο συλλάβει το μεγαλοφυές σχέδιο εξόντωσης των Βάσκων, τον βομβαρδισμό της Γκερνίκα, στην οποία συνερχόταν η βουλή τους, από τον φίλο του τον Χίτλερ, χώρισε την Ναβάρα από την υπόλοιπη χώρα, σε μια απέλπιδα προσπάθεια να αποδυναμώσει, διαιρώντας, αυτούς που θεωρούσε τους μεγαλύτερους εχθρούς του. Η Ναβάρα παρέμεινε ανεξάρτητη αυτόνομη επαρχία μετά την αποκατάσταση της δημοκρατίας, οπότε ως πρωτεύουσα της Χώρας των Βάσκων ορίστηκε το «ουδέτερο έδαφος» της Βιτόρια. Κι αυτό γιατί ο ανταγωνισμός που επικρατούσε –κι εξακολουθεί να επικρατεί– ανάμεσα στις δύο μεγάλες πόλεις των Βάσκων, Μπιλμπάο και Σαν Σεμπαστιάν, δεν άφηνε άλλο περιθώριο ειρηνικής επίλυσης του μείζονος αυτού θέματος. Το Μπιλμπάο εξελίχθηκε στη μεγαλύτερη πόλη και το σημαντικότερο λιμάνι της Χώρας των Βάσκων.
Η Παλιά Πόλη
Ίσως το γοητευτικότερο κομμάτι του Μπιλμπάο, η μικρούλα παλιά πόλη είναι γεμάτη πλακόστρωτα καλντερίμια, κτίρια του 18ου αιώνα που γερνούν γοητευτικά, προκαλώντας σε να σταματήσεις σχεδόν ανά τρία βήματα για να χαζέψεις άλλη μία υπέροχη πρόσοψη, γοτθικές εκκλησίες και ανθισμένα μπαλκόνια. Στην καρδιά της παλιάς πόλης δεσπόζει ο επιβλητικός καθεδρικός του Santiago, απ’ όπου ξεκινούν τα ατελείωτα σκαλάκια που ανεβαίνουν μέχρι την εκκλησία του Αγίου Νικολάου, που χρονολογείται από το 1756.
Αν δεν αντέχετε την ανάβαση, μπορείτε να ακολουθήσετε την πραγματικά όμορφη διαδρομή από την ανάποδη: ανεβαίνοντας με τον ανελκυστήρα του μετρό μέχρι τον Άγιο Νικόλαο, και κατεβαίνοντας τα σκαλάκια. Η φαντασμαγορική θέα της παλιάς πόλης, άλλωστε, φαίνεται στην κατάβαση, και όχι στην ανάβαση –αυτή είναι η δικαιολογία που προβάλλαμε όλοι στον διψασμένο για λίγη γυμναστική εαυτό μας.
Ακριβώς μπροστά στον καθεδρικό, στην μικρή πλατεΐτσα που πλημμυρίζει τραπέζια και καρέκλες από τα παρακείμενα μπαρ τα ηλιόλουστα μεσημέρια, ενώνονται οι λεγόμενοι «Επτά Δρόμοι» που συναποτελούσαν όλη - όλη την πόλη του Μπιλμπάο από την ίδρυσή της τον 13ο αιώνα μέχρι τον 16ο αιώνα, οπότε και άρχισε να κτίζεται το Ensanche, η «επέκταση», που έδωσε το όνομά της στην γειτονιά που βρίσκεται στην απέναντι πλευρά του ποταμού.
Στον λαβύρινθο των επτά δρόμων αξίζει να χαθείτε –μην ξεγελιέστε από τον μικρό αριθμό τους, σίγουρα θα χαθείτε– για να ανακαλύψετε funky μπαράκια που σερβίρουν λαχταριστά pintxos (λεπτομέρειες γι’ αυτόν τον ακρογωνιαίο λίθο της βασικής κουζίνας παρακάτω), gourmet εστιατόρια, arty μαγαζάκια που πωλούν βιβλία, ρούχα, παιχνίδια ή όλα αυτά μαζί, χαριτωμένα παγκάκια με θέα σε γοητευτικά γοτθικά, αναγεννησιακά και ρομανέσκ κτίρια και ατμοσφαιρικά, ανήλιαγα σοκάκια. Όταν χορτάσετε –έστω, προσωρινά– βόλτες στην παλιά πόλη, θα κατευθυνθείτε στο νούμερο ένα αξιοθέατο του Μπιλμπάο…
Το Guggenheim
Το πλέον αναγνωρίσιμο κτίριο της πόλης, η αφορμή για την μεταμόρφωση του Μπιλμπάο από άσχημο βιομηχανικό λιμάνι σε ταξιδιωτικό προορισμό, το μεγαλούργημα του Frank O. Gehry απέχει πολύ από ένα συνηθισμένο μουσείο σύγχρονης τέχνης. Το καταλαβαίνεις, ήδη από την πρώτη στιγμή που αποβιβάζεσαι από το τραμ στην ομώνυμη –εννοείται– στάση και περπατάς παράλληλα με το ποτάμι, τον Rio Nervion, στον γεμάτο έργα τέχνης πεζόδρομο/ προαύλιο χώρο του μουσείου.
Ένας γιγάντιος γάτος φτιαγμένος εξολοκλήρου από λουλούδια και φυτά, ένα τεράστιο μπουκέτο από πλεξιγκλάς τουλίπες, ακόμη και μια «εγκατάσταση» που εκτοξεύει καπνό πάνω στο νερό του ποταμού ανά τακτά χρονικά διαστήματα δημιουργώντας αφηρημένα σχήματα είναι μερικές από τις εικαστικές εκπλήξεις της διαδρομής. Κι έπειτα, σηκώνεις το βλέμμα και το αντικρίζεις, για να παραδεχτείς –όσο ορκισμένος εχθρός της μοντέρνας αρχιτεκτονικής και αν είσαι– πως είναι στην πραγματικότητα πολύ εντυπωσιακότερο απ’ όσο δείχνει στις φωτογραφίες.
Φτιαγμένο από τιτάνιο, το οποίο αλλάζει χρώμα σχεδόν ανά πεντάλεπτο, ανάλογα με τη γωνία υπό την οποία (δεν) πέφτουν επάνω του οι ακτίνες του ήλιου, και σχεδιασμένο έτσι ώστε να θυμίζει –αν έχεις εξασκηθεί αρκετά στην αναγνώριση συμβόλων στην μοντέρνα τέχνη– καράβι που πλέει στα νερά του ποταμού, το κτίριο του Guggenheim είναι, κατά γενική ομολογία, πολύ εντυπωσιακότερο από το περιεχόμενό του.
Αυτό το τελευταίο, χωρίς να είναι απογοητευτικό, είναι λίγο-πολύ ό,τι θα περιμένατε από ένα σχετικά μικρό μουσείο μοντέρνας τέχνης, χωρίς τα grande έργα όπως η Guernica του Πικάσο, την οποία οι Βάσκοι πίστευαν ότι θα μπορούσαν δικαιωματικά να διεκδικήσουν από το Reina Sofia της Μαδρίτης με την ολοκλήρωση του μουσείου –πράγμα που, φυσικά, δεν έγινε ποτέ. Μία μικρή μόνιμη και αρκετές ενδιαφέρουσες περιοδικές εκθέσεις περιλαμβάνουν έργα Βάσκων και ξένων καλλιτεχνών. Οι ιδιαίτερα κατατοπιστικοί audio guides διατίθενται δωρεάν με το εισιτήριο, το οποίο κοστίζει 12,50 ευρώ.
Λίγο sightseeing ακόμη…
Όπως θα σας πουν σχεδόν ομόφωνα οι μόνιμοι κάτοικοι αλλά και οι τακτικοί επισκέπτες του Μπιλμπάο, το Guggenheim μπορεί να έχει το όνομα, αλλά το Μουσείο Καλών Τεχνών έχει την χάρη. Goya, El Greco, Gauguin, Chillida και Barcelo είναι μερικά από τα διάσημα ονόματα που υπογράφουν τις συλλογές του, οι οποίες ξεκινούν από την Romanesque και γοτθική τέχνη του 12ου αιώνα και φτάνουν μέχρι τον 21ο αιώνα. Η είσοδος στο μουσείο κοστίζει 6 ευρώ.
Αξιοθέατο, με την ετυμολογική έννοια της λέξης, είναι και το πάρκο Dona Casilda Iturriza, ακριβώς δίπλα στο μουσείο, με τα περίτεχνα σιντριβάνια και τις εντυπωσιακές στοές, που διακοσμούνται με κεραμικά πλακάκια εμπνευσμένα από την αραβική τεχνοτροπία. Στην άλλη άκρη του πάρκου βρίσκεται το επίσης εντυπωσιακό εξωτερικά Palacio de Congresos y de la Musica –το Μέγαρο Μουσικής της πόλης, που φιλοξενεί επίσης συνέδρια– και απέναντί του το Ναυτικό Μουσείο του Μπιλμπάο, στην όχθη του Rio Nervion. Οι διαδραστικές εκθέσεις του και τα γιγάντια ομοιώματα του ισπανικού στόλου του 15ου αιώνα που πλέουν στο νερό θα ενθουσιάσουν τα παιδιά, αλλά και τους ενήλικες που διατηρούν συναισθηματικούς δεσμούς με τη θάλασσα γενικώς και τη ναυτιλία ειδικώς.
Σημειώστε, τέλος, δύο πολύ ενδιαφέρουσες διαδρομές: η πρώτη ξεκινά από το νοτιότερο άκρο της παλιάς πόλης, στην σκεπαστή αγορά Ribera, που είναι όπως ακριβώς θα φανταζόσασταν μία αγορά του 19ου αιώνα –ατμοσφαιρικά ημιφωτισμένη, γοητευτικά ρουστίκ και εντελώς μη τουριστική– και συνεχίζεται παράλληλα με το ποτάμι, για να καταλήξει στο κτισμένο το 1892 επιβλητικό Δημαρχείο, κι από εκεί στην κατά γενική ομολογία ομορφότερη από τις δεκατέσσερις γέφυρες του Rio Nervion, την Puente Zubi Zuri που σχεδίασε ο γνωστός και μη εξαιρετέος Santiago Calatrava.
Η δεύτερη διαδρομή είναι εκείνη που ξεκινά από την γέφυρα του εντυπωσιακά αναγεννησιακού Θεάτρου Arriaga –που είναι τόσο εξωτερικά όσο και εσωτερικά ένα από τα ομορφότερα θέατρα του κόσμου– και διασχίζει μερικούς από τους κεντρικότερους δρόμους της υποτιμημένης «καινούριας» πόλης, η οποία έχει να επιδείξει μερικά εντυπωσιακά δείγματα αρχιτεκτονικής του 19ου αιώνα. Φαρδιές λεωφόροι, όμορφοι πεζόδρομοι με καταστήματα και café και μικρά, καταπράσινα πάρκα βρίσκονται διάσπαρτα σε αυτό το ιδιαίτερα ζωντανό κομμάτι της πόλης.
Αν «παρεκκλίνετε» λίγο, προς τον σιδηροδρομικό σταθμό, θα βρεθείτε στην γοητευτικά πολυπολιτισμκή, εντυπωσιακά πολύχρωμη, ίσως και λίγο ύποπτα σκοτεινή τα βράδια, συνοικία των μεταναστών που λέγεται San Francisco. Εδώ θα βρείτε νοστιμότατα falafel, donner και ινδικές σπεσιαλιτέ, αν επιθυμήσετε ένα διάλειμμα από τη βασκική κουζίνα –κατά προτίμηση μεσημεριανό. Οι ντόπιοι γενικώς αποφεύγουν την γειτονιά, με τον ίδιο τρόπο που κάποιοι Αθηναίοι αποφεύγουν τους δρόμους κάτω από την Ομόνοια.
Λίγο έξω από το κέντρο της πόλης, στο τέρμα της γραμμής του μετρό, βρίσκονται οι παραλίες του Μπιλμπάο, που πλημμυρίζουν από κόσμο τα καλοκαιρινά Σαββατοκύριακα, και η θρυλική Γέφυρα του Βισκαϊκού, η πρώτη κρεμαστή γέφυρα που κατασκευάστηκε με πλατφόρμα για την μεταφορά εμπορευμάτων και οχημάτων, το μακρινό 1893 –τότε που οι περιοχές τις οποίες ενώνει, Portugalete και Las Arenas, ήταν ολόκληρες πόλεις.
Η πλατφόρμα λειτουργεί ακόμη, μεταφέροντας κόσμο και οχήματα από τη μία πλευρά στην άλλη κάθε οκτώ λεπτά, ενώ δύο ανελκυστήρες αναλαμβάνουν να σας ανεβάσουν στην κορυφή της γέφυρας, στα 50 μέτρα, την οποία μπορείτε να διασχίσετε πεζοί για να απολαύσετε την πανοραμική θέα στον κόλπο του Βισκαϊκού τις ημέρες χωρίς αέρα –διότι όταν φυσάει, εκεί πάνω φυσάει πολύ: τόσο πολύ που οι ανελκυστήρες δεν λειτουργούν, προκειμένου να διασφαλίζεται η ακεραιότητα των αφελών τουριστών.
Πού (και τι, και πώς) να φάτε
Όπως και στην υπόλοιπη Χώρα των Βάσκων –που θεωρείται και από τους ίδιους τους Ισπανούς ένας από τους πλέον ενδιαφέροντες «γαστριμαργικούς προορισμούς» της χώρας– έτσι και στο Μπιλμπάο το φαγητό είναι ένα ολόκληρο κεφάλαιο. Τα pintxos bar βρίσκονται σε κάθε γωνία κάθε μικρού ή μεγαλύτερου δρόμου, και θα τα βρείτε γεμάτα από τη 1.00 μέχρι τις 3.00 το μεσημέρι, οπότε οι υπάλληλοι γραφείων και καταστημάτων κάνουν το καθιερωμένο διάλειμμα για μεσημεριανό, και από τις 8.00 το βράδυ μέχρι μία-δύο ώρες μετά τα Μεσάνυχτα.
“Pintxos” θα μπορούσαμε να πούμε ότι είναι το βασκικό αντίστοιχο των tapas –περιγραφή με την οποία θα διαφωνούσε κάθε Βάσκος που σέβεται την κουζίνα του, αναπτύσσοντάς σας μια τεράστια θεωρία σχετικά με την γευστική υπεροχή και την ανωτερότητα των pintxos έναντι των tapas. Τα pintxos, λοιπόν, έχουν το μέγεθος των tapas, προορίζονται για να συνοδεύσουν την μπύρα ή το κρασί σας όταν θέλετε να τσιμπήσετε κάτι, και δεν είναι κανονικό γεύμα. Η λογική «παραγγέλνουμε δέκα pintxos, γεμίζουμε ένα τραπέζι και τρώμε κανονικό μεσημεριανό» είναι τουλάχιστον περίεργη: η αναλογία είναι συνήθως ένα πιατάκι με ένα pintxo για κάθε ποτήρι κρασιού ή μπύρας. Το επόμενο πιατάκι, όπως και η επόμενη μπύρα, καταναλώνεται στο διπλανό μπαρ –για την περίπτωση που αναρωτιέστε πώς είναι δυνατόν να επιβιώνουν εκατοντάδες πανομοιότυπα μπαρ στη σειρά, σε μια πόλη τριακοσίων χιλιάδων κατοίκων.
Το πιατάκι αυτό μπορεί να περιέχει από τα κλασικά καναπεδάκια με jamon, λουκανικάκια chorizo και tortilla με πατάτες που θα παραγγέλνατε σε οποιοδήποτε tapas bar (αλλά που θα υπερέχουν γευστικά κλπ) μέχρι τις πιο ευφάνταστες συνταγές: χταποδάκι μαγειρεμένο με πολύχρωμες πιπεριές, τραγανές κροκέτες με κιμά και μυρωδικά, μπουτάκια κοτόπουλου με μέλι και πάπρικα, και πάει λέγοντας. Ιδιαίτερα δημοφιλή είναι, επίσης, τα ψαρο-pintxos, ιδιαίτερα εκείνα με μπακαλιάρο και boqueron, συγκλονιστικό γαύρο μαρινάτο.
Όταν φτάσει –μετά από τρεις - τέσσερις μέρες– η στιγμή που θα συνειδητοποιήσετε ότι σας έχει λείψει τόσο η ιεροτελεστία «κάθομαι σε ένα τραπέζι, έρχεται ένας σερβιτόρος και παραγγέλνω σαλάτα, ορεκτικό και κυρίως πιάτο» όσο και το κανονικό φαγητό, θα ανακαλύψετε και τα εξαιρετικά, αν και μάλλον τσιμπημένα, εστιατόρια του Μπιλμπάο. Στα προσεγμένα μενού τους κυριαρχεί η παραδοσιακή βασκική κουζίνα, βασικό συστατικό της οποίας είναι το ψάρι, και για να γίνουμε πιο συγκεκριμένοι ο μπακαλιάρος. Αυτό βέβαια δεν σημαίνει πως οι κρεατοφάγοι δεν θα βρουν και ωραιότατες επιλογές με περισσότερη πρωτεΐνη και λιγότερα ω-3 λιπαρά οξέα.
Μερικές από τις καλύτερες διευθύνσεις για να ξεκινήσετε την γνωριμία σας με την βασκική κουζίνα είναι οι εξής:
- Gorbea (Calle Jardines 3, στην παλιά πόλη): Χώρος που παντρεύει το βιομηχανικό design με πίνακες ζωγραφικής, κουζίνα που ξεκινά από την βασκική παράδοση και προσθέτει ελάχιστες δημιουργικές πινελιές εδώ κι εκεί. Το αποτέλεσμα είναι απλά ασυναγώνιστο. Πιάστε τραπεζάκι δίπλα στην τζαμαρία, για να χαζεύετε την περαντζάδα της Calle Jardines, ιδιαίτερα αν έρθετε Παρασκευή ή Σάββατο βράδυ, και δοκιμάστε οπωσδήποτε bakalao al pil pil (η πατροπαράδοτη συνταγή, μπακαλιάρος σε πήλινο σκεύος με σκόρδο και ελαιόλαδο) και την σαλάτα με το κατσικίσιο τυρί και τα αμύγδαλα. Οι τιμές κυμαίνονται στα 25-30 ευρώ κατ’ άτομο, χωρίς το κρασί.
- Bar Alisas (Calle Ernesto Erkoreka 2, κοντά στο μετρό της παλιάς πόλης): Pintxos bar και εστιατόριο, δύο σε ένα. Αναλόγως πόσο πεινάτε, διαλέγετε αν θα καθίσετε στην μπάρα ή σε τραπεζάκι. Μικρός, funky χώρος που μπαρ-ίζει, με δυνατή μουσική και 30-something θαμώνες, κουζίνα-παράδεισος για τους κρεατοφάγους της παρέας που δεν αντέχουν άλλο μπακαλιάρο. Hit το χοιρινό κότσι με πουρέ πατάτας, εξαιρετικές και οι patatas bravas που οι περισσότεροι θα γνωρίζετε από τα tapas bar –πατάτες με κόκκινη, καυτερή σως. Οι τιμές κυμαίνονται στα επίπεδα των 25 ευρώ το άτομο.
- Bai Batzokia (Henao 33-35, στο Abando): Από τα πλέον στιλάτα pintxos bar της πόλης, με ψηλά σκαμπό και μαύρο γυαλιστερό ντεκόρ, θα αναλάβει να σώσει το budget σας αν παρασυρθείτε σε σπατάλες στα εστιατόρια της πόλης: καθημερινά από τις 18.00 μέχρι τις 21.00 όλα τα pintxos κοστίζουν ένα ευρώ.
- Kuku Soak (Barrenkale Barrena 18, στην παλιά πόλη): Ένα από τα δημοφιλέστερα pintxos bar της παλιάς πόλης, βγάζει τραπεζάκια στον πεζόδρομο με την παραμικρή υποψία ήλιου, και σερβίρει μία εντυπωσιακά μεγάλη ποικιλία pintxos που καλύπτει –ειδικά τα μεσημέρια– την εξίσου εντυπωσιακά μεγάλη μπάρα του. Η tortilla του είναι με διαφορά από τις καλύτερες που έχετε δοκιμάσει. Αν πεινάσετε αργά το βράδυ, είναι πιθανό να το βρείτε ανοιχτό, αφού είναι μάλλον το πιο ξενύχτικο της πόλης.
Πού να μείνετε
- Από τις καλύτερες επιλογές διαμονής –και ίσως το οικονομικότερο στην κατηγορία του– είναι το 4άστερο Barcelo Avenida: king size κρεβάτια με ανατομικά στρώματα, τεράστιες μπανιέρες με στήλη υδρομασάζ, τηλεοράσεις plasma, wi-fi, mini bar, μεγάλα παράθυρα με πανοραμική θέα στην πόλη, δωμάτια καπνιστών και μη για να είναι όλοι χαρούμενοι, και όλα αυτά σε τιμές που ξεκινούν από 55 ευρώ το δίκλινο. Στα μειονεκτήματα, η σχετική του απόσταση από το κέντρο της πόλης –που εξισορροπείται από την εγγύτητα στον σταθμό του μετρό– και το γεγονός ότι το πρωινό χρεώνεται ξεχωριστά, και κοστίζει 12 ευρώ κατ’ άτομο. Κρατήσεις μέσω του Booking.
- Στην καρδιά της παλιάς πόλης, στον πεζόδρομο Jardines, το Bilbao Jardines προσφέρει λιτά αλλά περιποιημένα δωμάτια, με όλες τις απαραίτητες παροχές και ανέσεις, σε τιμές που ξεκινούν από 67 ευρώ για το δίκλινο με πρωινό. Κάντε την κράτησή σας μέσω του Booking.
- Σε πολύ καλή τοποθεσία, ακριβώς δίπλα στο Θέατρο Arriaga, βρίσκεται το Tryp Arenal, τα δωμάτια του οποίου διαθέτουν πρόσβαση στο internet και δορυφορική τηλεόραση. Οι τιμές κυμαίνονται στα 70 ευρώ με πρωινό. Κρατήσεις μέσω του Booking.
- Minimal design, εξαιρετικές παροχές και το gourmet εστιατόριο Txipiron στο ισόγειο, είναι τα δυνατά χαρτιά του NH Deusto, που βρίσκεται κοντά στο Guggenheim. Οι τιμές του ξεκινούν από 59 ευρώ για το δίκλινο δωμάτιο. Κρατήσεις μέσω του Booking.
Πώς να πάτε
Με την ισπανική low cost Vueling, στο site της οποίας μπορείτε να κλείσετε πτήση Αθήνα – Μπιλμπάο, με ανταπόκριση στην Βαρκελώνη, χωρίς να χρειαστεί να αγοράσετε δύο ξεχωριστά εισιτήρια (Αθήνα - Βαρκελώνη και Βαρκελώνη - Μπιλμπάο) όπως συμβαίνει σε άλλες low cost. Οι τιμές ξεκινούν από 205 ευρώ μετ’ επιστροφής και φόρων.
Εναλλακτικά, με την Iberia, θα πετάξετε μέσω Μαδρίτης, σε τιμές που ξεκινούν από 232 ευρώ μετ’ επιστροφής και φόρων.
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου