Τρίτη 12 Οκτωβρίου 2010

Το παλαιό παραδοσιακό ελαιοτριβείο της ορεινής Τριφυλίας

Η συζήτηση γύρω από το παραδοσιακό λιοτρίβι.

Στην αρχή η Σπυρούλα Σοφού και η Κυρά Παναγιώτα Λυμπεροπούλου η γυναίκα του Στάθη Λυμπέρη, άρχισαν να μου διηγούνται τον τρόπο που μάζευαν τον καρπό της ελιάς. ” Για να μαζέψουμε εκείνα τα χρόνια τις ελιές, έπρεπε πρώτα να μαζέψουμε σπάρτα, για να φτιάξουμε στο αργαλειό τον “Λάκο” τα σπαρτόπανα. Τα σπάρτα τα απλώναμε κατά μήκος του Αγριλαίϊκου ποταμιού.

ΠΑΛΑΙΟ ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΟ ΕΛΑΙΟΤΡΙΒΕΙΟ


Τα αφήναμε για 15 με 20 ημέρες μα μουλιάσουν στο νερό, μετά τα ξεφλουδίζαμε. Στεγνά ή υγρά τα κτυπάγαμε στο “Μαγγάνι”. Στην συνέχεια τα στριβαμε σε κλωνές με την ρόκκα και ύστερα στον αργαλειό για να υφάνουμε τα σπαρτόπανα. Σαν ερχόταν η ώρα για το μάζεμα της ελιάς, πρώτα στήναμε την “Τέντα” την καλύβα, ήταν πλεκτή από “τραγόμαλλο”. Όση βροχή και αν έπεφτε δεν πέρναγε σταγόνα. Ο καρπός μαζευότανε σε κοφίνια ή σακιά και μετά με τα ζώα στο σπίτι. Ακολουθούσε το “Λίκνισμα”, αυτό γινόταν όταν φυσούσε με τον τενεκέ ή με το φτυάρι για να χωρήσει ο καρπός από τα φύλλα. Και ο καρπός ήταν έτοιμος να ερθει ο “Αγωγιάτης” δηλαδή ο καροτσέρης με το άλογο, για να τον πάρει από τον “αφέντη” έτσι έλεγαν τον κτηματία και να τον πάει στο λιοτρίβι.

Όμως μου έλεγε η κυρά Παναγιώτα, τότε τα λιοτρίβια αργούσαν και μπορεί ο καρπός να σάπιζε…γιαυτό κοντά στο παραγώνι μέσα στο σπίτι, φτιάχνανε το λεγόμενο “Ρογί”, ενα μικρό αλωνάκι από αφάνες για να μην έρχεται σε επαφή ο καρπός με το έδαφος. Στρώνανε ένα τσουβάλι και τον καρπό χύμα με ένα πιάτο αλάτι. Το ίδιο με την δεύτερη στρώση και το ίδιο για κάθε τσουβάλι. Όταν ερχόταν η ώρα οι ελιές είχαν γίνει λάσπη… Μόνο με το φτυάρι το μαζεύανε, όμως οι ελιές δεν σάπιζαν και το λάδι έβγαινε διαμάντι!!! μου


ΠΙΕΣΤΗΡΙΟ ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΟΥ ΕΛΑΙΟΤΡΙΒΕΙΟΥ

περιέγραφαν η γυναίκα του Πότη Καπέλιου και ο Περικλής Κώνστας, το παλαιό παραδοσιακό λιοτρίβι.

Στο κέντρο του ελαιοτριβείου ήταν τοποθετημένο οριζόντια ενα πέτρινο κυκλικό αλώνι από μασίφ πέτρα σκαλιστή με το χέρι. Στο κέντρο είχε ένα σιδερένιο άξωνα, στις άκρες του στηρίζονταν κάθετα δύο κυκλικα σκαλισμένες πέτρες, πολύ βαριές καθε μία πρέπει να ζυγιζε γύρω στον ένα και παραπάνω τόνο τις αγόραζαναπό τον Πόρο κυρίως. Στο αλώνι τοποθετούσαν μία κυκλική λαμαρίνα, να μην πέφτει ο καρπός έξω. Ο αγωγιάτης έφερνε τον καρπό σε κοφίνια ή σε σακιά και οι εργάτες, έριχναν τις ελιές στα λιθαρια έτσι λέγανε τις πέτρες. Ανάλογα με το μέγεθος της κατασκευής το “καργάρισμα” κυμαινόταν από 200 έως 250 οκάδες. Ο σιδερένιος άξονας είχε μία υποδοχή στην κοτυφή. Εκεί έβαζαν κυρίως δοκάρια από κυπαρίσσια και έζεναν το ζώο, για να μην ζαλίζεται και ξευφεύγει από τη γύρα του βάζανε στα μάτια παρωπίδες για να βλέπει μόνο μπροστά. Άλλα μαθέναν και ακολουθούσαν τη γύρα μόνα τους, άλλα τα οδηγούσε ο εργάτης. Με αυτόν τον τρόπο κινούνταν τα λιθάρια κυκλικά και αλέθανε τον καρπό μέχρι να γίνει πολτός. Όταν αρχιζε να φαίνεται στην κορυφή “λαδιά”, να “κορφιάζει” όπως λέγανε τότε ήταν έτοιμο για να μεταφερθεί στην δεξαμενή ή στην γούρνα. Ανοίγανε στο πλάϊ τις λαμαρίνας ένα πορτάκι και ο πολτός έπεφτε στην γούρνα, από εκεί έπρεπε να μπεί στις

ΑΠΟΜΕΙΝΑΡΙΑ ΤΟΥ ΠΑΛΙΟΥ ΚΑΙΡΟΥ, ΛΙΘΑΡΙΑ ΚΑΙ ΠΙΕΣΤΗΡΙΑ ΣΤΟ ΧΩΡΙΟ ΜΑΛΙΚΙ, φωτογραφικό αρχείο ΚΟΜΙΑΝΟΣ ΠΙΠΗΣ

“τσαντίλες”ή στα “Τσουλιά”.

ΑΠΟΜΕΙΝΑΡΙΑ ΤΟΥ ΠΑΛΙΟΥ ΚΑΙΡΟΥ, ΛΙΘΑΡΙΑ ΚΑΙ ΠΙΕΣΤΗΡΙΑ ΣΤΟ ΧΩΡΙΟ ΜΑΛΙΚΙ

Ήταν σαν φάκελοι τετράγωνοι από μαλλί τράγινο ραμένοι ή από σχοινί συνήθως. Με την σέσουλα ή με φτυάρι βαζανε και μια ποσότητα πολτού 3 με 4 οκάδες σε κάθα τσαντίλα. Μετά τις τοποθετούσαν στο πιεστήριο την μία πάνω στην άλλη και φτιάχνανε το “Στάμα’. Στην κορυφή του πιεστηρίου ήταν η “Χελιδόνα” με καστάνιες. Πρώτα χρησιμοποιούσαν την μανέλλα και μια μεταλική πλάκα κατέβαινε και πίεζε τις τσαντίλες. Αυτό γινόταν μέχρις ενός σημείου, μετά για να πιεσθεί περισσότερο το “στάμα”, βάζανε ένα μακρύ ξύλο και με την βοήθεια δύο ή τριών εργατών, το σπρώχνανε όσο έπερνε ρίχνωντας συγχρόνως καυτό νερό.

Το λάδι με την μούργα έτρεχε στο “λιμπί”μία στενόμακρη σιδερένια δεξαμενή. Το λάδι κορφιαζε και το νερό στο κάτω μέρος έφευγε από ένα σωληνάκι. Αυτός που είχε το γενικό πρόσταγμα λεγόταν “Καραβοκύρης”οι λοιποί εργάτες λέγονταν “μούτσοι”. Με την “Αγκλιά” μία κατασκευή τσίγκινη που χόραγε δύο οκάδες ή με κοχίλια θαλασινά μεγάλου μεγέθους, έπερνε τον κορφιά και το έριχνε στην “λαδούσα”, εκεί το άφηνε περίπου μία ώρα να καθίσει. Όλη η διαδικασία χρειαζόταν πολύ ώρα, δεν ήταν λίγες οι φορές που για να προλλάβουν, δούλευαν ολόκληρο το εικοσιτετράωρο.

Μετά γέμιζαν τα τουλούμια με το περίφημο αγουρόλαδο της τριφυλιακής γής. Το αθέρμιγο λάδι, την κορυφή του παραγωμένου λαδιού. Βάλσαμο και φάρμακο με υπέροχη γεύση. Παραδοσιακά λιοτρίβια υπήρχαν σε κάθε χωριό μέχρι το 1955, σιγά τα αντικατέστησε η τεχνολογία. Το άλογο το αντικατέστησε η πετραιομηχανή με τους ιμάντες και τα εργατικά χέρια στο πιεστήριο.

Η απόδοση αυξήθηκε και το κόστος παραγωγής μειώθηκε. ΟΜΩΣ Η ΓΕΥΣΗ ΚΑΙ Η ΠΟΙΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΑΘΕΡΜΙΓΟΥ ΠΑΔΟΣΙΑΚΟΥ ΛΑΔΙΟΥ ΘΑ ΜΕΙΝΕΙ…ΑΝΑΜΝΗΣΗ!!!

πηγή

Δεν υπάρχουν σχόλια: