Δευτέρα 6 Σεπτεμβρίου 2010

Ο Μεστός Οράσεως Φύλακας

http://www.poiein.gr/wp-uploads/geddes0.jpg
Δημήτριος Μουζάκης

Έχουν περάσει δυο χρόνια, εάν καλώς ενθυμούμαι, από τη σκέψη και την έξαψη που μου δημιούργησε η εκπομπή της κ. Τσουκαλά «Έχει Γούστο» στην κρατική τηλεόραση. Ήταν η παγκόσμια ημέρα της Ποιήσεως και καλεσμένοι της γνωστής παρουσιάστριας ήταν οι κ. Γιάννης Κοντός και Αντώνης Φωστιέρης. Σε δεδομένη στιγμή της συζητήσεως, η κ. Τσουκαλά ρωτούσε επιμόνως τον κ. Κοντό περί της χρησιμότητος της Ποιήσεως, όχι «για εσάς τους ποιητές» αλλά, προφανώς, για κείνους που δεν είναι ποιητές. «Τι χρησιμότητα έχει ένα λουλούδι;», αντέτεινε ο κ. Κοντός. Και η κ. Τσουκαλά απάντησε: «Το λουλούδι προΰπάρχει. Δεν είναι ανθρώπινο δημιούργημα». Για τις όποιες αποκλίσεις από τις ακριβείς εκφράσεις ζητώ προκαταβολικώς συγγνώμη, καθότι, ευάλωτος στην απάτη της, αποτείνομαι αποκλειστικώς στη μνήμη, τούτη την ώρα των επερχόμενων αράδων.

To ζήτημα της παρήχησης με έχει πολυαπασχολήσει. Ο φθόγγος που επιμένει τοποθετείται συνήθως μέσα σε λέξεις που εκφέρονται. Όμως οι λέξεις που εκφέρονται έχουν κουραστεί, γιατί δεν υπάρχει κοινό να μην τις ακούει από εκείνους που στερούνται την αίσθηση. Γι’ αυτό κι εγώ αναζητώ ένα ποίημα μεστό παρηχήσεων, με τους επιμένοντες φθόγγους να λιάζονται μέσα σε λέξεις που παραλείπονται, εξίσου, όμως, υποχρεωτικές με τις λέξεις που εκφέρονται. Προκειμένου να πετύχω το μονόδρομο προς τον υπαινιγμό, εντός του οποίου κρύβονται οι λέξεις-αντηχεία των εκφερομένων, πρέπει να δεχθώ ότι διαθέτω την αίσθηση. Μόνο αν διαθέτω την αίσθηση μπορώ να ενισχύσω την ένταση των λέξεων που εκφέρω, χρησιμοποιώντας τις παρηχήσεις τους με λέξεις που δεν εκφέρω, αλλά εννοώ.

Δέχομαι ότι διαθέτω την αίσθηση σημαίνει πως εννοώ λέξεις που, ώσπου να τις εννοήσω, έχουν μέσα στα στήθη των ανθρώπων υπόσταση γνώριμου ρίγους, αναγόμενου στη φυσική ροπή στρέψης προς τον ήλιο (δέχομαι τον ήλιο, επομένως, σημαίνει δέχομαι τον ηλιοτροπισμό). Κείνον που αποφάσισε τις αναστομώσεις της ομορφιάς μέσα στους ιστούς του Ωραίου δεν τον γνωρίζω-είμαι, βέβαιος, όμως, πως, αν υπάρχει, αυτός αποφάσισε την έλξη της ομορφιάς ως αποτύπωμα κύματος θαλάσσης, τουτ’ έστιν ως φαινόμενο με αδελφά αποτελέσματα, αλλ’ ουδέποτε όμοια. Όταν με κυριεύει ο φόβος της εκπεμπόμενης ασυναρτησίας (ή, τελοσπάντων, της αντιαισθητικής χασμωδίας), συχνά επιστρατεύω παράδειγμα. Καθώς, λοιπόν, ο πατέρας (ή η μάνα) παρακολουθεί το φιλμ, μπορεί να ταραχθεί από μια φαινομενικά απλή απεικόνιση του γνώριμου (μόνο η καρδούλα του σκηνοθέτη ξέρει την αγωνία αυτής της απλότητας). Όταν επιστρέψει στο σπίτι, η μάνα (ή ο πατέρας) ενδέχεται να προσφέρει ένα άγγιγμα απαλό στα μαλλιά του παιδιού της (πού ξεφύτρωσε ένα άγγιγμα που ως το ποίημα ήταν ξεχασμένο;). Όσο η ανθρωπότητα γίνεται σοφότερη, εκτιμά ολοένα και περισσότερο τέτοια ισχνά στην όψη αλλά ποιοτικώς και αθροιστικώς σωτήρια νεύματα. Δε με πιστεύετε; Ρωτήστε τις ασφαλιστικές εταιρείες, να μάθετε πώς μεταλλάσσεται το συμφέρον, όταν το ίδιο διαπιστώνει ότι βάλλεται από την αντίληψη του εαυτού του. Μπορεί να φαντάξει επικερδής η υποχώρηση σε αυτό που εισπνέεται ή σε κείνο που καταπίνεται, ώσπου το ανυποχώρητο να αποδειχθεί επικερδέστερο. Αυτό, λοιπόν, κάνει η ποίηση: υπαινίσσεται, μέσα σε δευτερόλεπτα, μέσα σε κλάσματα, αν χρειαστεί, των πιο ανεπαίσθητων δευτερολέπτων, το χάδι στο παιδικό κεφάλι. Του χορταριού τη βρώση. Την παύση του ψεκασμού του χορταριού με βιοκτόνα, ώσπου χορτάρι πια να μη μοιάζει (αν δεν ακούστηκε το αύριο της παρήχησης, παρακαλώ σας να ακουσθεί ο συνειρμός). Μη λησμονούμε ότι η ανθρωπιά, ως μέγεθος καταγόμενο από τον μύθο, έχει πολλές μονάδες μέτρησης: το φιλί, την αγκαλιά, το δάκρυ, τη βροχή, τη μητέρα του Ηρακλή, την Περσεφόνη-πόσοι θα έτρωγαν καννίβαλοι τη γη δίχως της ποίησης τ’ αμόνι; Προς Θεού, δεν εννοώ ανθρώπους. Οι άνθρωποι δημιουργούν φυλακές για τους εαυτούς τους-δεν μπορούν να σπάσουν την αλήθεια περισσότερο. Η ποίηση δημιουργεί μια κόλαση, στα καζάνια της οποίας βασανίζει συμπεριφορές-γιατί για την ποίηση, όλοι οι άνθρωποι είναι αθώοι.


Σφυριά-σφυριά στο αμόνι της ποίησης, η ανθρωπιά συντηρείται και ανακαλύπτει ξανά τον εαυτό της. Γίνεται βρέφος ανθρώπου, που, μέσα από την κούνια, δάχτυλο ανθρώπου σφίγγει. Η ποίηση ορίζει τον εαυτό της σ’ αυτή την τάση της χειρός: ανάπτυξη επιφωνήματος, ανάπτυξη στίλβοντος ποδηλάτου, αντήχηση ανθρωπιάς εξ υπαινικτικής παρήχησης φθόγγων υφάλμυρου ύδατος. Μπορεί, πράγματι, αρχικώς, να φαίνονται σημάδια στο χαρτί, χρώματα στο πανί, φωνές στην οθόνη (ενοχλεί, φαίνεται, την εποχή ο τρόπος που στεκόμαστε όρθιοι), αλλά σκεφτείτε: τι επίδραση ασκεί στις οικογένειες, στις απελπισίες, στις ασχήμιες η ζύμωση με την υποτιμημένη παρήχηση του υπαινιγμού που απλώνει από το νόημα το χέρι; Ποιο καθήκον χτίζεται από τα υλικά έστω και της στιγμιαίας έκδυσης της αλλοτρίωσης; Τι πίεση ασκεί στην εκτροπή και τη λήθη το σύμβολο του καλύτερου εαυτού; Τίνι τρόπω ο πολιτισμός απηχεί το περιεχόμενό του στα σπήλαια των ανθρώπινων κοινωνιών; Πόσο εκκωφαντικά πιο άνθρωποι περιφερόμαστε ανάμεσα στους ανθρώπους χάρη στη σκοτεινή δύναμη του μύθου; Γιατί η ποίηση είναι ο ήρωας που χρειαζόμαστε. Ο ήρωας που αξίζουμε. Ο μεστός οράσεως φύλακας. Ο Σκοτεινός Ιππότης.

Δεν υπάρχουν σχόλια: