Αυτός την έλεγε Αίγλη. Αυτή τον φώναζε Μαυρή. Ηταν η αγαπημένη του ανιψιά, που σήμερα θυμάται τον θείο της, με αφορμή τα 100 χρόνια από τη γέννησή του
Συναντήσαμε την Ελγκα Καββαδία, την ανιψιά του Νίκου Καββαδία, στο σπίτι της, κάτω από την Ακρόπολη, για να μιλήσουμε, με αφορμή τη συμπλήρωση 100 χρόνων από τη γέννηση του ποιητή, για τη διαχείριση της κληρονομιάς του Καββαδία και το ανέκδοτο αρχείο του με την πλούσια αλληλογραφία, τα σημειώματα, τους δίσκους, τις απειράριθμες φωτογραφίες. Αλλά αυτό το πρωινό του Ιουνίου, στο ισόγειο της Ερεχθείου, με την Ελγκα Καββαδία απέναντι καθισμένη στην πολυθρόνα μπροστά στην μπαλκονόπορτα που βγάζει στην αυλή, με τα γαλάζια μάτια της να χαμογελούν και να χειρονομεί ζωηρά ενώ αφηγείται με τον ενθουσιασμό έφηβης περιστατικά από τη ζωή με τον «θειο» της, κάθε διάθεση να μιλήσουμε φιλολογικά για τον Καββαδία φεύγει. Η ατμό σφαιρα της οικογένειας Καββαδία μάς απορρόφησε και καταλήξαμε να ακολουθούμε στο σπίτι την Ελγκα, που σηκωνόταν κάθε λίγο για να μας δείξει μια φωτογραφία, έναν πίνακα που χάρισε ο Τσαρούχης ή ο Χατζηκυριάκος-Γκίκας στον θείο της, το κασελάκι με τις καρτ ποστάλ ή έναν δίσκο που της έφερε εκείνος από κάποιο ταξίδι, ακόμη μέσα στο χάρτινο κάλυμμά του, σαν να ήταν μόλις χθες.
«Ζούσαμε όλοι μαζί,εγώ με τους γονείς μου,η νόνα,οι τρεις θείοι μου. Ηταν μια οικογένεια πολύ δεμένη και αγαπημένη.Και εγώ,που ήμουν το μόνο παιδί στην οικογένεια,είχα τις φροντίδες όλων.Θα είχα καταλήξει “χαλασμένη” αν δεν ήταν όλοι τους πολύ αυστηροί σε θέματα αρχών». Μια φορά θυμάται να τη μάλωσε ο Καββαδίας, στα δώδεκά της. Είχε εκφράσει την άποψη για κάποιον ότι είναι σπουδαίος. «Σπουδαίος είναι όποιος είναι άνθρωπος» της είπε θυμωμένος, «μην το ξαναπείς,μην ξεχωρίζεις τους ανθρώπους».
Την Κυριακή, γύρω από το τραπέζι όλη η οικογένεια, με φίλους που μπαινόβγαιναν όλη την ώρα στο σπίτι, ειδικά όταν ο Νίκος Καββαδίας ήταν εκεί, τον Γιάννη Τσαρούχη, τον Θράσο Καστανάκη, τον ηθοποιό Γιώργο Παππά, τη Μέλπω Αξιώτη, την Ελλη Αλεξίου, έτρωγαν, γελούσαν, μιλούσαν, έφερναν βιβλία, διάβαζαν και συζητούσαν εκεί με τις ώρες, «ήταν ένα πανηγύρι». Και τα μοιράζονταν όλα, μικροί- μεγάλοι, στην οικογένεια Καββαδία ήταν αδύνατον να υπάρχουν μυστικά.
Δεν θέλει να μιλάει για τον θείο της η Ελγκα, δεν το συνηθίζει. «Λέγονται όμως πολλά, γράφονται διάφορα από ανθρώπους που δεν τον ήξεραν, που καπηλεύονται το όνομά του, οπότε πιστεύω τώρα ότι οφείλω να το κάνω». Ο γιος της Φίλιππος Χατζόπουλος είναι ο κληρονόμος του Καββαδία. «Ολα αυτά, το αρχείο μου, ανήκουν στον Φίλιππο, αυτός θα αποφασίσει τι θα τα κάνει» έλεγε ο Καββαδίας για τον Φίλιππο, στον οποίο αφιέρωσε και το «Τραβέρσο». Εκείνος όμως δεν θέλει να μιλάει για τον «παππού» Καββαδία. Η σχέση τους είναι πολύ ξεχωριστή για να τη μοιραστεί. «Είχε αδυναμία στον Φίλιππο ο θειος μου» μας είπε η Ελγκα. Τον έπαιρνε αγκαλιά και του έλεγε ιστορίες. Του έλεγε ότι η γοργόνα στο τατουάζ που είχε στο χέρι του έφευγε το βράδυ και ταξίδευε, και το πρωί επέστρεφε και του διηγιόταν τις νυχτερινές της περιπέτειες. Τίποτε δεν ήταν κοινό, καθημερινό με τον Καββαδία, τα έκανε όλα ποιητικά, ήταν μεγάλος παραμυθάς.
Οπως ήταν- και είναι απ΄ ό,τι διαπιστώσαμε- όλοι στην οικογένεια, ξεκινώντας από τη «νόνα», τη μητέρα του Καββαδία, μια γυναίκα πνευ ματώδη, χειμαρρώδη αφηγήτρια α λα Προυστ, δυνατή αλλά και αυστηρή. Διάβαζε πολύ, διάβαζε και τα ποιήματα του γιου της, αλλά δεν εξέφραζε ποτέ τη γνώμη της. Ο Καββαδίας τής είχε μεγάλη αδυναμία και δεν της χαλούσε χατίρι. «Κάποτε ο θειος μου είχε φέρει έναν πίθηκο από κάποιο ταξίδι,τον Κόκο.Ηταν δύσκολος χαρακτήρας ο Κόκο,είχε κάνει τη ζωή της νόνας μου μαρτύριο,και ζήτησε στον θειο μου να τον πάρει από το σπίτι.Τον πήγαμε στον Εθνικό Κήπο,όπου είχαμε πάει και τον παπαγάλο του,τον Ζακό.Ο παπαγάλος πέθανε σε βαθύ γήρας.Ο πίθηκος δεν ξέρω τι απόγινε».
Μικρά περιστατικά που συνθέτουν την οικιακή ατμόσφαιρα και την άλλη πλευρά του μοναχικού μελαγχολικού ναυτικού. «Νοιαζόταν τόσο για την οικογένειά του και μας αγαπούσε τόσο, που, όταν ταξιδεύαμε μαζί του ο Φίλιππος και εγώ, είχε πολύ άγχος.Φοβόταν μη μας συμβεί κάποιο ατύχημα,μην πέσουμε στη θάλασσα». Ανησυχίες του καθημερινού Καββαδία.
ΕΙΧΕ ΔΩΣΕΙ ΜΟΝΟ ΜΙΑ ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ
Δεν αγαπούσε την προβολή και δεν την επεδίωκε ο Καββαδίας,θυμάται η Ελγκα.«Μία συνέντευξη έδωσε μονάχα ο θειος μου.“Δεν είμαι γυρολόγος να διαφημίζω την πραμάτεια μου” έλεγε.“Φτάνει να διαβάσει κανείς προσεκτικά τα ποιήματά μου και θα βρει εκεί ό,τι θέλει για μένα,δεν έχω να πω κάτι περισσότερο”. Οταν κάποιος που τον πρωτογνώριζε τον ρωτούσε τι σχέση έχει με τον ποιητή Νίκο Καββαδία, απαντούσε “Ξάδερφός μου είναι”, για να αποφύγει ερωτήσεις». Με τους φίλους όμως ήταν απολαυστικός αφηγητής και στο σπίτι λαλίστατος.«Στο σπίτι απάγγελνε Σικελιανό, Καβάφη, Βάρναλη, Πολέμη, Αγρα,Σεφέρη,τα πάντα.Και τα δικά του ποιήματα πρώτα στο μυαλό του τα σκάρωνε και τα μουρμούριζε.“Τι λες εκεί; ” τον ρωτούσαμε.“Κάτι καινούργιο” απαντούσε.Και όταν το ποίημα είχε σχηματιστεί μέσα του,λέγοντάς το,τότε καθόταν και το έγραφε σε χαρτί».
Ευαίσθητος, με χιούμορ, κοινωνικός,οικείος και χωρίς πόζα,ο Καββαδίας ήταν εύκολος άνθρωπος να ζεις μαζί του.«Δεν είχε απαιτήσεις,δεν τον πείραζε να τον διακόψεις όταν έγραφε,δεν παραπονιόταν για τίποτε.Μονάχα καμιά φορά,έτσι ανοργάνωτος που ήταν,μπορεί να έχανε ένα πακέτο τσιγάρα όπου είχε σημειώσει κάποιους στίχους που τους ήθελε και τότε μας έβαζε να το ψάχνουμε παντού, ακόμη και στα σκουπίδια...».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου