Πέμπτη 14 Ιανουαρίου 2010
Η Γιορτή της Μαμμής ή Γυναικοκρατία
Στις 8 Ιανουαρίου, μέσα στο χώρο των εορτών του Δωδεκαήμερου, ύστερα από τη θεϊκή Γέννηση και τη θεϊκή Βάπτιση στις περιοχές κυρίως της Μακεδονίας αλλά και στον ευρύτερο Βαλκανικό χώρο γιορτάζεται η το έθιμο της «Μπάμπως».
Αφορά ιδιαίτερα τη Μαμμή της συνοικίας ή του χωριού. Η Μαμμή, ως γνωστόν, αποτελεί ένα πανανθρώπινο συμβολικό πρόσωπο, που δεν λείπει κι από τις εικονικές παραστάσεις των «Γεννήσεων», κατά το λουτρό του Θείου Βρέφους. Η εκκλησία ετίμησε τον ανάδοχό (νουνό) του Άγιο Ιωάννη, στις 7 Ιανουαρίου. Γιατί να μην τιμήσουν κι οι άνθρωποι, ιδιαίτερα οι μητέρες, τη Μαμμή, για τις ως τώρα και τις έπειτα γέννες τους, που είναι η αρχή του νέου έτους;
Ο Γεώργιος Μέγας μάς έχει δώσει μια παραστατική περιγραφή και (την προαναφερθείσα) ερμηνεία της «Ημέρας της Μαμμής» στην Επετηρίδα του Λαογραφικού Αρχείου της Ακαδημίας Αθηνών. Είχε λάβει αφορμή από παλαιότερη δημοσιογραφική πληροφορία (1929) του Κ. Φαλτάιτς, ότι «εις χωρία της Κεντρικής Μακεδονίας , όπου μετά την ανταλλαγή των πληθυσμών Ελλάδος και Βουλγαρίας (1923) εγκαταστάθηκαν Έλληνες χωρικοί εξ ανατολικής Ρωμυλίας, την 8η Ιανουαρίου από το πρωί, οι γυναίκες κάθε χωριού βρίσκονται σε συναγερμό. Ντύνονται με τα καλύτερα ρούχα των και περνούν στο λαιμό τους φλωριά. Αποβραδίς έχουν ετοιμάσει καλά φαγητά και κρασί, και το πρωί, παίρνοντας μαζί μια μεγάλη πλάκα-σαπούνι, πηγαίνουν με τα εφόδια αυτά στο σπίτι της Μαμής του χωριού τους. Εκεί περιμένει τις γυναίκες, ντυμένη με τα καλύτερά της ρούχα, (για ν΄ αρχίσει στο σπίτι της, κάτι τελετουργικό):
Κάθε νεοφερμένη πλένει (συμβολικά) τα χέρια της Μαμής, με το σαπούνι που έφερε, και της το αφήνει, ώστε έτσι η Μαμή να εξασφαλίζεται από σαπούνι για όλο το χρόνο. Έπειτα οι γυναίκες στολίζουν με τα φλωριά τη Μαμή και την κάνουν χρυσοστόλιστη. (Τα φλωριά, μετά το τέλος της γιορτής, επιστρέφονται στις κατόχους τους). Κι αρχίζει το γλέντι.
Η Μαμμή έχει μαγειρέψει κι αυτή τα φαγητά της. Το τραπέζι είναι απέραντο. Τα φαγητά ορεκτικά και άφθονα. Το κρασί, τρέχει χωρίς τελειωμό και οι γυναίκες διηγούνται διάφορα ανέκδοτα, που δεν επιτρέπεται ν΄ ακούσει αφτί ανδρός.
Όταν ανάψει το γλέντι, αρχίζει ο χορός. Η Μαμμή τραβά εμπρός κι ακολουθούν οι άλλες. Και το γλέντι διαρκώς γίνεται ζωηρότερο. Τις απογευματινές ώρες η διασκέδαση φθάνει στο κατακόρυφο. Τα τραγούδια των γυναικών χαλούν τον κόσμο.
Έπειτα, το σπίτι της Μαμμής εγκαταλείπεται και ο χείμαρος των γυναικών, με τη Μαμμή εμπρός , ξεχύνεται στους κεντρικούς δρόμους του χωριού. Ακριβώς τότε, κανένας άνδρας δεν τολμά να φανεί στην αγορά. Μόνον τα καφενεία είναι ανοιχτά, κι απ΄ όλους τους άνδρες μόνον οι καφετζήδες «απολαμβάνουν ασυλίας» (είναι ελεύθεροι στο έργο τους).
Ο χορός τα τραγούδια, η διασκέδαση, συνεχίζονται στην πλατεία, στην αγορά και στα καφενεία… Αργά το βράδυ οι γυναίκες γυρίζουν κατακουρασμένες στα σπίτια τους, και από την άλλη ημέρα κι αυτές και οι άνδρες αναπιάνουν τα έργα τους.»
Με αφορμή «των αναβιώσεων» αυτών, ο Μέγας ανέτρεξε σε περιγραφικά στοιχεία από τις παλιές πατρίδες των προσφύγων της Θράκης, ιδιαίτερα σε χειρόγραφο του 1866, στα Αρχεία του Ιστορικού Λεξικού της Ακαδημίας, γραμμένο από τον λόγιο Συμ. Μανασσείδη, όπου περιγράφεται η «Γιορτή της Μαμμής», όπως γινόταν στην ελληνο-βουλγαρική συνοικία της Αδριανούπολης. Ο ίδιος μελετητής έχει συγκεντρώσει από το 1937 δώδεκα αυθεντικές περιγραφές από τα χωριά των προσφύγων αλλά και παρόμοιες γιορτές ευρωπαϊκών λαών (Βέλγιο, Γερμανία, Δανία, Ελβετία κ.α.) καθώς και τις αρχαίες ελληνικές, τα Θερμοσόφια, τα Αλώα και τα Ελευσίνεια που έχουν ομοιότητες. Έτσι ο Μέγας συνοψίζοντας κοινά στοιχεία του εθίμου, το θεωρεί κυρίως «γιορτή της γυναίκας», με σκοπό την τεκνογονία και με συμβολικά τιμώμενο πρόσωπο τη Μαμμή.
Η περίοδος αυτή του μετα-δωδεκαημέρου, που είναι και «καρναβαλική» οδηγεί επίσης σε μεταμφιέσεις και ελευθεριότητες, που τις δέχονται ή τις υφίστανται «ευγονικά» και οι άντρες. Έτσι φτάσαμε στη σημερινή «Γυναικοκρατία», που τουρίστες και απληροφόρητοι δημοσιογράφοι τη βλέπουν ξεκρέμαστη, σαν τάχα ένα φεμινιστικό κίνημα Αριστοφανικό.
Η Μαμμή του χωριού με τις παλιές παραδοσιακές υπηρεσίες της σε μυριάδες γενεών, τιμάται επάξια με βασιλικές (έστω και παρωδημένες σκόπιμα) διακρίσεις και με προσφορές κοινής προθυμίας.
Παύλος Φουρνογεράκης
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου