Δευτέρα 16 Νοεμβρίου 2009

Ο παιδικός μου φίλος...



Μεγαλώσαμε μαζί από πολύ μικρά παιδιά. Τα πρώτα μας κοινά παιχνίδια στις μικρές αυλές των χαμόσπιτων της προσφυγικής γειτονιάς -που μύριζαν πραγματικά «βασιλικό κι ασβέστη», φαγητό κατσαρόλας κι ανθρώπινη ζεστασιά- κι αργότερα στους λασπωμένους δρόμους της το φθινόπωρο ή το χειμώνα και τις λουλουδιασμένες αλάνες της την άνοιξη…

Μιλώ για τον Α., τον καλύτερο παιδικό μου φίλο. Από κοινού αποφασίσαμε την ποδοσφαιρική ομάδα που θα υποστηρίζαμε και με την ίδια καρφίτσα χαράξαμε τα αρχικά των ονομάτων μας στη μέσα μεριά του χεριού, λίγο πάνω από τον καρπό, σμίγοντας το αίμα μας και ορκιζόμενοι αιώνια φιλία…

Αν και ήταν ένα χρόνο μεγαλύτερός μου, συχνά διαβάζαμε μαζί. Το διάβασμα ήταν το πρόσχημα για να είμαστε μαζί και δεν κρατούσε και πολύ είναι αλήθεια. Περιμέναμε πώς και πώς την ευκαιρία που θα μέναμε μόνοι, για να κάνουμε τα σχέδιά μας για άγνωστα ταξίδια και περιπέτειες, όταν θα μεγαλώναμε λίγο ακόμη…

Μας άρεζε και τους δύο πολύ η μουσική. Θυμάμαι ακόμα τα καλοκαίρια που καθόμασταν στα σκαλοπάτια της εξώπορτας του σπιτιού του, κάτω από τη βερικοκιά και την αμυγδαλιά της μικρής αυλής. Η ευωδιά από τα γιασεμιά, τις ακακίες και τις φλαμουριές να πλημμυρίζουν την ήσυχη νύχτα και με αφορμή τη μουσική από κάποιο μακρινό ραδιόφωνο, αρχίζαμε να τραγουδάμε Καζαντζίδη και Τσιτσάνη. Ήμασταν δεν ήμασταν 10 ή 12 χρονών τότε…

Στα χρόνια της εφηβείας μας, ήταν ο πρώτος της παρέας που είχε ολοκληρωμένες σχέσεις με την κόρη ενός μεγαλογιατρού, που τον δέχονταν σπίτι της όταν έλειπαν οι γονείς της, και τον περιμέναμε πώς και πώς μετά από κάθε ραντεβού του για να μας πει τα καθέκαστα…

Τα χρόνια πέρασαν και ο Α. έδωσε πρώτος εξετάσεις στο πανεπιστήμιο. Πέρασε στρατιωτική ιατρική. Κλείσιμο μέσα, όπως στο στρατό, και το καψώνι να πηγαίνει σύννεφο. Για να μην κάνει κακό, όταν ένας λοχίας τον χτύπησε με τον υποκόπανο του όπλου του στο στομάχι, αμέσως μετά από το φαγητό, για κάτι ασήμαντο, πήδηξε τη μάντρα του στρατοπέδου και έφυγε. Ήταν προχωρημένη ώρα, ένα πολύ ζεστό μεσημέρι Σεπτεμβρίου, όταν χτύπησε η πόρτα του σπιτιού μας. Όταν άνοιξε η μητέρα μου, στο κατώφλι στέκονταν ταλαιπωρημένος, αλλά χαμογελαστός ο Α., ρωτώντας αν μπορεί να περάσει μέσα.

Δεν ήθελε με τίποτα να πάει σπίτι του ή να ειδοποιηθούν οι δικοί του. Η μητέρα μου, αν και φαρμακωμένη, σεβάστηκε την επιθυμία του και τον φιλοξενήσαμε μέχρι την επομένη. Μας απέκρυψε πως, αν ήθελε, είχε το δικαίωμα να επιστρέψει μέσα σε 24 ώρες στο στρατόπεδο και τη σχολή του, χωρίς συνέπειες. Δεν πήγε…

Εικοσιπέντε χρόνια αργότερα, νικήθηκε από τον καρκίνο. Δεν θα ξεχάσω ποτέ στη ζωή μου το βλέμμα της μεγάλης του κόρης, όταν -την ημέρα της κηδείας- γύρισε και με κοίταξε, μετά από κάτι που της ψιθύρισε η θεία του φίλου μου στο αυτί. Η θεία του αυτή, για κάποιο λόγο, θεωρούσε πως εγώ ευθυνόμουν για τη φυγή του Α. και τη μη έγκαιρη επιστροφή του στη σχολή. Πίστευε πως, αν δεν γινόταν τότε αυτό, ο Α. θα ζούσε καθώς δεν θα προσβάλλονταν από καρκίνο, εργαζόμενος σε μια περιοχή της Ελλάδας που μολύνθηκε πολύ από την έκρηξη στο Τσερνομπίλ…

Δεν ήξερε όμως, πως ο Α. μας απέκρυψε σκόπιμα το περιθώριο επιστροφής του…

Βάλσαμο το αγκάλιασμα και το φιλί του πατέρα του Α. κάθε φορά που με βλέπει στο δρόμο, λέγοντας πως νιώθει σαν ν΄αγκαλιάζει και να φιλά το γιο του. Τον τελευταίο μήνα δεν τον βλέπω πια, αν και μένει πολύ κοντά. Είναι χτυπημένος από καρκίνο. Από την ίδια ασθένεια που «έφυγαν» και η γιαγιά του Α., η μητέρα του και οι δύο αδελφές της…

Αυτή ακριβώς την εποχή, λίγα χρόνια πριν, «έφυγε» ο αγαπημένος παιδικός μου φίλος για ένα από τα άγνωστα ταξίδια μας….







sven

Δεν υπάρχουν σχόλια: