της Ευαγγελίας Μπίτου, φιλολόγου
Κοντεύουν σαράντα ημέρες από την κοίμηση του αοιδίμου Αρχιεπισκόπου Αλβανίας Αναστασίου. Εκείνες τις ημέρες μίλησαν πολλοί και ακούσθηκαν πολλά. Προβλήθηκαν ευτυχώς και συνεντεύξεις του, αλλά και ομιλίες του διάφορες.
Η ζωή του Αρχιεπισκόπου Αναστασίου υπήρξε εξ αρχής δώρο του Θεού στην πιστή μητέρα του, η οποία τον κυοφόρησε και τον έφερε στον κόσμο με πολλή προσευχή και κίνδυνο της δικής της ζωής. Ο ίδιος προσπάθησε να αγαπήσει τον Θεό, καθώς έλεγε, κατά το «καὶ ἀγαπήσεις Κύριον τὸν Θεόν σου ἐξ ὅλης τῆς καρδίας σου καὶ ἐξ ὅλης τῆς ψυχῆς σου καὶ ἐξ ὅλης τῆς διανοίας σου καὶ ἐξ ὅλης τῆς ἰσχύος σου» (Μαρκ. 12, 30-31). Προσευχόμενος κάποτε στην Αιθιοπία, σε ώρα που βρέθηκε κοντά στον θάνατο, είπε: «Θεέ μου, μπορείς να έχεις πολλά παράπονα από μένα∙ αλλά προσπάθησα να σε αγαπήσω». Και πρόσθεσε μιλώντας στον δημοσιογράφο: «Προσπάθησα να ζήσω μέσα σ’ αυτό το μυστήριο της αγάπης του Θεού… Δεν τα έχω καταφέρει πάντοτε, αλλά ξέρω ότι η προσπάθεια έχει το δικό της νόημα» (Συνέντευξη στον Αλέξη Παπαχελά, Δεκέμβριος 2017). Θεωρεί «ύψιστη πραγματικότητα, επαναστατική αλήθεια» τον λόγο του ευαγγελιστού Ιωάννου «῾Ο Θεὸς ἀγάπη ἐστί, καὶ ὁ μένων ἐν τῇ ἀγάπῃ ἐν τῷ Θεῷ μένει καὶ ὁ Θεὸς ἐν αὐτῷ» (Ιω. Α΄4,16). Γι’ αυτό έλεγε: Δεν πιστεύομε στη δύναμη της βίας, αλλά στη δύναμη της αγάπης. Κρατηθείτε μακριά από την αγάπη της δύναμης, συμβούλευε. Κάποια άλλη φορά είπε ότι «η εξουσία της αγάπης μπορεί να μας απαλλάξει από την αγάπη της εξουσίας», η οποία συνδέεται με πολλά δεινά. Δυνατός πάντα ο λόγος του και χαρίεις, διότι ήταν λόγος αληθείας! Στη συγκεκριμένη περίπτωση ξεχωριστή δύναμη και χάρη προσδίδει το χιαστό σχήμα λόγου (δύναμη της αγάπης- αγάπη της δύναμης∙ αγάπη της εξουσίας - εξουσία της αγάπης), το οποίο τόσο απλά και φυσικά χρησιμοποιείται.
Εκείνος όλα τα έδωσε στον Θεό. Επέλεξε την αυταπάρνηση, όταν μια Μεγάλη Τρίτη ως έφεδρος αξιωματικός, άκουσε το του Ευαγγελίου∙ «ἀμὴν ἀμὴν λέγω ὑμῖν, ἐὰν μὴ ὁ κόκκος τοῦ σίτου πεσὼν εἰς τὴν γῆν ἀποθάνῃ, αὐτὸς μόνος μένει· ἐὰν δὲ ἀποθάνῃ, πολὺν καρπὸν φέρει» (Ιω. 12,24). Όπου τον κάλεσε η Εκκλησία, ανταποκρίθηκε χωρίς ποτέ να λογαριάσει κόπο, δυσκολίες, προβλήματα, κινδύνους. Όπου τον έστειλε, την τίμησε.
Στην Αφρική είχε να αντιμετωπίσει φτώχεια, αρρώστιες, φυσικούς κινδύνους, αλλά βρήκε ανθρώπους χαρούμενους που ήξεραν να τραγουδούν και να χορεύουν, ανέφερε σε μια ομιλία του. Όταν τους άφησε, για να βρεθεί στην Αλβανία, τους είπε πως τους αφήνει, επειδή κάποιοι άλλοι έχουν μεγαλύτερη ανάγκη από αυτούς, και εκείνοι τον κατάλαβαν.
Και βρέθηκε στην Αλβανία, όπου, όπως ο ίδιος ανέφερε, «δεν παρέλαβε θρόνο, αλλά ανέλαβε ένα σταυρό». Βρέθηκε στη μόνη χώρα του κόσμου, όπου η πίστη στον Θεό είχε απαγορευθεί από το Σύνταγμα. «Ο Χριστός εκεί είχε σταυρωθεί και ταφεί για είκοσι τρία ολόκληρα χρόνια», είπε. Βρήκε ερείπια εκκλησιών και καρδιές κλειστές από το κήρυγμα της αθεΐας και την καχυποψία. «Εκείνο που με στήριξε», είπε, «ήταν η αίσθηση ότι δεν έκανα κάτι για τον εαυτό μου, αλλά ότι είχα μια αποστολή και έπρεπε να μου φθάνει μόνον ο Θεός». Αυτό του έδωσε τη δύναμη να κατανοήσει, να δικαιολογήσει και να θεωρεί αδικημένους αυτούς, οι οποίοι, μεγαλωμένοι στην αθεϊστική προπαγάνδα, τον αντιμετώπισαν με δυσπιστία, όταν πρωτοπήγε.
Και τότε «ανοιχτήκαμε στις ανάγκες της κοινωνίας… Κάθε ανθρώπινο πρόσωπο ήταν δικό μας… Δεν ήταν ορθόδοξοι, αλλά ήταν άνθρωποι που πονούσαν και χρειαζόντουσαν στοργή». Η αγάπη του στον Θεό πλάτυνε τόσο την καρδιά του, ώστε να χωράει όλους τους ανθρώπους. «Όλα τα δένδρα μπορούν να αναπτυχθούν ελεύθερα κάτω από τον Ήλιο της Δικαιοσύνης», έλεγε. Υπήρξε συμπαραστάτης πάντοτε των πονεμένων και αναγκεμένων, χωρίς να διακρίνει τους ανθρώπους με βάση την καταγωγή τους, το χρώμα, την εθνικότητα ή τη θρησκεία. Οι άνθρωποι όλοι είναι εικόνες Θεού και ως εκ τούτου σεβαστές. Ο Αρχιεπίσκοπος Αναστάσιος ήταν οικουμενικός, όχι οικουμενιστής. Όντας ξεκάθαρος και ανυποχώρητος στην ορθόδοξη πίστη του, αντιμετώπιζε με σεβασμό τα πιστεύω των άλλων, και όλους τους αγκάλιαζε.
Συγκλονιστική η γεμάτη ευγνωμοσύνη μαρτυρία του απλού Κρητικού, που μετέφερε το νεογέννητο παιδί του στην Αθήνα για θερμοκοιτίδα στο Νοσοκομείο Παίδων. Συνάντησε τον Αρχιεπίσκοπο στο αεροδρόμιο∙ έτυχε να συνταξιδεύουν. Ο Αρχιεπίσκοπος τον νοιάσθηκε να τακτοποιηθεί στο αεροπλάνο, να φθάσει στο Νοσοκομείο, να τακτοποιηθεί το παιδί και φρόντισε και για κείνον, έναν άγνωστο!
Έλεγε επίσης πως τα προβλήματα υπάρχουν για να τα λύνομε. Ως μαθητής ήταν, ως γνωστόν, άριστος και στα Μαθηματικά και θα μπορούσε να τον είχε κερδίσει το Πολυτεχνείο, όπως όλοι περίμεναν. Αυτός όμως προτίμησε τη Θεολογική Σχολή. Αργότερα ως καθηγητής της Θεολογικής Σχολής νοιάσθηκε για τους φοιτητές που βρέθηκαν στην εξέγερση της Νομικής και κατόπιν του Πολυτεχνείου και ύστερα στα κρατητήρια της Ε.Α.Τ - Ε.Σ.Α., σε μια εποχή που ήταν επικίνδυνο να εκφράζεσαι ελεύθερα.
Ευφυέστατος, με μόρφωση μεγάλη, πολύγλωσσος, με συγγραφικό έργο αξιόλογο, εγνωσμένου κύρους και με πολλούς τιμητικούς τίτλους, εκπλήσσει με τις γνώσεις του. Και συγχρόνως είναι τόσο ταπεινός! Την ίδια μέρα που αναγορεύθηκε Καθηγητής της Ιστορίας των Θρησκευμάτων στη Θεολογική Σχολή Αθηνών εκλέχθηκε και Επίσκοπος Ανδρούσης από την Εκκλησία της Ελλάδος. «Αναστάσιε, μην ξεχνάς ότι είσαι πάντα φοιτητής και πάντα διάκονος», είπε στον εαυτό του. Στο σχόλιο δημοσιογράφου ότι επιτέλεσε μεγάλο έργο, ένα θαύμα, απάντησε: «Το θαύμα του Θεού. Εμείς υπηρέτες του». Η ταπεινολογία δεν έχει σχέση με τον Αρχιεπίσκοπο Αναστάσιο. Είναι βαθύς γνώστης της Αγίας Γραφής, αλλά και τηρητής της. Στην προσωπικότητά του αληθεύει το «ὅσῳ μέγας εἶ, τοσούτῳ ταπεινοῦ σεαυτόν, καὶ ἔναντι Κυρίου εὑρήσεις χάριν· ὅτι μεγάλη ἡ δυναστεία τοῦ Κυρίου καὶ ὑπὸ τῶν ταπεινῶν δοξάζεται» (Σοφ. Σειρ. 3,18-20). Άλλοτε πάλι, όταν τον ανακήρυξαν επίτιμο δημότη Λάρισας, αναφέρθηκε με αρχοντική λεπτότητα στα επαινετικά λόγια του δημάρχου Λαρίσης για το σημαντικό έργο του: «Ο δήμαρχος με την καλοσύνη του έχει ένα φακό και τα μεγαλώνει όλα τα πράγματα…», σχολίασε.
Καταπλήσσει επίσης η εσωτερική ελευθερία του και η σχετική τοποθέτησή του. «Μάθετε να αντιμετωπίζετε το θέλημα του Θεού και να είσαστε ελεύθεροι από το δικό σας θέλημα», συμβούλευε. «Να είσαστε ελεύθεροι από την απαίτηση της ευγνωμοσύνης των άλλων, ελεύθεροι από το παράπονο, την πικρία, την αγανάκτηση». Τον δρόμο που υποδείκνυε, τον βάδιζε πρώτα ο ίδιος. Τρόπος της ζωής του ήταν η θυσία του εαυτού του. Προσπερνούσε τα πολύ δύσκολα με το «Θεέ μου, είμαι στα χέρια σου». Το πίστευε βαθιά. Τον εγωκεντρισμό θεωρούσε αίτιον πολλών κακών. Το αντίθετο της ειρήνης είναι ο εγωκεντρισμός, ο οποίος φέρνει την κενοδοξία και την απληστία, είπε κάποτε. Δεν μπορούσε να αποδεχθεί ως αιτία πολέμου τη διαφορετική θρησκευτική πίστη. «Κανείς δεν έχει το δικαίωμα να χρησιμοποιεί το λάδι της θρησκείας, για να δυναμώνει τη φωτιά των συγκρούσεων. Το λάδι του θρησκευτικού βιώματος πρέπει να χρησιμοποιείται για να επουλώνει πληγές, και όχι για να αναζωπυρώνει τη φωτιά των πολεμικών συρράξεων», διακήρυττε.
Τον υποδέχθηκαν στην Αλβανία 14-15 άνθρωποι, αλλά οι περισσότεροι τον είδαν με καχυποψία, και κάποιοι με εχθρότητα! Άλλοι τον αντιμετώπιζαν ως μυστικό πράκτορα ξένων συμφερόντων. Και εκείνος σχολίαζε: «Μαζεύομε τις πέτρες που μας πετάνε και κτίζομε». Βρήκε την Εκκλησία της Αλβανίας κατεστραμμένη. Ως βασικές αρχές για την επανασύστασή της θεώρησε τη σωστή διάγνωση της κατάστασης, τη λειτουργία και κατήχηση στις τοπικές γλώσσες και τον γηγενή κλήρο. Νοιάσθηκε για τις ανάγκες όλων αδιακρίτως, ενδιαφέρθηκε για την υγεία και την παιδεία. Για το έργο αυτό έγινε αυτός, ο Αρχιεπίσκοπος, ο Πανεπιστημιακός Δάσκαλος, ο Ακαδημαϊκός, ο επίτιμος Πρόεδρος …, «διεθνής επαίτης». Φρόντισε ακόμη για την οικονομική αυτονομία και αυτάρκεια της Εκκλησίας της Αλβανίας. Όλα τα έδωσε για τον λαό, που ο Θεός τον κάλεσε να υπηρετήσει. Και είχε πολλά να δώσει, γιατί είχε πολλά χαρίσματα! Σε αυτά συγκαταλέγεται και το ότι ήξερε να επιλέγει τους συνεργάτες του.
Για όλα αυτά, η κοίμησή του υπήρξε συγκλονιστικό γεγονός! Τον κατευόδωσε πλήθος λαού κάθε ηλικίας, επίσημοι και ανεπίσημοι, πιστοί αλλά και διαφορετικής ιδεολογίας άνθρωποι, όλοι με έναν καλό λόγο για εκείνον και με θαυμασμό για το έργο του.
Όντως, «… Ο μέγας στύλος της εν Αλβανία Εκκλησίας έπεσε», όπως είπε ο Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος για τον Αρχιεπίσκοπο Αναστάσιο. Έπεσε και φάνηκε το μέγεθος της προσφοράς του! Έπεσε και έλαμψε η χαρισματική προσωπικότητά του! Έπεσε και φάνηκε η ευλογία του Θεού, δώρο στην Ορθόδοξη Εκκλησία για τα πολύ δύσκολα. Ο Αρχιεπίσκοπος Αλβανίας Αναστάσιος πέρασε στην ανάπαυση της αιωνιότητας! Έζησε στη γη, αλλά ως πολίτης του ουρανού. Η ζωή του ήταν εφαρμοσμένο το Ευαγγέλιο.
Γι’ αυτό ζωογόνησε την πίστη μας, ανέστησε στις ψυχές μας την ελπίδα και μας δίδαξε ότι μπορούμε να πορευόμαστε χαρούμενοι στις δυσκολίες της καθημερινότητας, διότι είμαστε στα χέρια του Θεού, και διότι η προσπάθεια έχει τη δική της αξία. Καύχημα της σύγχρονης Ορθόδοξης Εκκλησίας, στήριγμα των πιστών, παράδειγμα φωτεινό των ημερών μας, δώρο του Θεού στον κόσμο, σε μια εποχή που οι προκλήσεις απειλούν και την ουσία της υπάρξεώς μας.
Ας είναι ένα ευχαριστώ από καρδιάς τούτο το κείμενο για το μεγάλο δώρο του Θεού, τον Αρχιεπίσκοπο Αναστάσιο, στην Ορθόδοξη Εκκλησία. Σε εκείνον άρεσε ιδιαίτερα το « Τίς Θεὸς μέγας ὡς ὁ Θεὸς ἡμῶν; σὺ εἶ ὁ Θεὸς ὁ ποιῶν θαυμάσια (μόνος)» (Ψαλμ. 76,14-15). Και εμείς ομολογούμε: “Θαυμαστός ὁ Θεός ἐν τοῖς ἁγίοις αὐτοῦ” (Ψαλμ.67, 36).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου