Τρίτη 14 Ιανουαρίου 2025

EN EIΔΕΙ ΠΕΡΙΣΤΕΡΑΣ

 Δεν υπάρχει διαθέσιμη περιγραφή για τη φωτογραφία.


Διατὶ κατέβη τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον εἰς εἶδος περιστερᾶς; Και λέγομεν εἰς αὐτὸ μίαν ἱστορίαν τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, τὴν ὁποίαν ὅλοι γνωρίζετε καὶ διὰ τοῦτο ἁπλῶς θὰ τὴν ὑπομνήσωμεν. Εἰς τοῦ Νῶε τὸν καιρὸν ἤσαν ὅλοι οἱ ἄνθρωποι ἄδικοι καὶ ἁμαρτωλοί, καὶ οὐδόλως ἐσέβοντο τὸν Θεὸν οἱ πεπλανημένοι ἐκεῖνοι. Μόνον ὀκτὼ ψυχαὶ ἤσαν εὐσεβεῖς εἰς τὸν κόσμον ὅλον, ὁ Νῶε, ἡ γυνὴ αὐτοῦ, τὰ τρία τέκνα του, ὁ Σήμ, ὁ Χὰμ καὶ ὁ Ἰάφεθ, καὶ αἱ τρεῖς γυναῖκες τῶν υἱῶν του. Ὅθεν ὁ Θεὸς ἐβαρύνθη τὰς ἁμαρτίας τῶν ἀνθρώπων ἐκείνων, καὶ ἠθέλησε νὰ τοὺς καταποντίση. Εἶπε λοιπὸν πρὸς τὸν Νῶε’ «Κάμε μίαν κιβωτὸν καὶ εἴσελθε εἰς αὐτὴν σὺ καὶ ἡ γυνή σου, καὶ αἱ γυναῖκες τῶν υἱῶν σου καὶ οἱ υἱοί σου, διότι θέλω καταστρέψει τὸν κόσμον ὅλον». Ἔκαμε λοιπὸν ὁ Νῶε μίαν κιβωτὸν μεγάλην καὶ ἔβαλεν ἐντὸς αὐτῆς τὴν γυναίκα του καὶ τὴν συνοδείαν του ὅλην, ἐπῆρε δὲ καὶ ἀπὸ πᾶν εἶδος ζώων δυὸ ζεύγη ἀπὸ τὰ ἀκάθαρτα, ἀπὸ δὲ τὰ καθαρὰ ἐπῆρεν ἑπτὰ ζεύγη. Ὅταν δὲ εἰσῆλθον εἰς τὴν κιβωτόν, ἔκλεισε τὴν θύραν. Παρευθὺς τότε ὁ Θεὸς ἔβρεξε τεσσαράκοντα ἡμέρας καὶ τεσσαράκοντα νύκτας τόσον, ὥστε ἐπνίγησαν τὰ ζῶα ὅλα, τὰ θηρία καὶ οἱ ἁμαρτωλοὶ ἄνθρωποι. Ἡ δὲ κιβωτὸς ἐκείνη ἐπλεεν ἐπάνω εἰς τὰ ὕδατα, ἕως ὅτου κατήντησεν εἰς ἕνα ὅρος ὀνομαζόμενον Ἀραράτ.
Ὅταν λοιπὸν ἔπαυσεν ἡ μεγάλη βροχή, ἔστειλεν ὁ Νῶε ἕνα κόρακα, διὰ νὰ ἰδῆ ἂν ἔπαυσεν ὁ κατακλυσμὸς ἢ ὄχι. Ὁ κόραξ ἐξελθῶν καὶ εὐρῶν τὰ πτώματα τῶν ζώων καὶ τῶν ἀνθρώπων, δὲν ἐγύρισε νὰ δείξη σημεῖον τί ὅτι ἔπαυσεν ὁ κατακλυσμός. Ἔστειλε τότε ἄλλον ἕνα κόρακα, καὶ οὔτε ἐκεῖνος ἐγύρισεν. Ἀνάμεινε τότε ἑπτὰ ἡμέρας, καὶ στέλλει μίαν περιστεράν, ἡ δὲ περιστερά, ὡς καθαρὰ ποὺ εἶναι, δὲν ἤθελε νὰ καθήση εἰς τὴν λάσπην. Ἔλαβε μόνον ἕνα κλῶνον ἀπὸ ἐλαίαν καὶ ἐπέστρεψε πάλιν ὀπίσω εἰς τὴν κιβωτόν. Τότε ἐγνώρισεν ὁ Νῶε, ὅτι κατέπαυσεν ὁ κατακλυσμός. Όπως λοιπὸν ἐκείνη ἡ περιστερὰ ἔδειξεν ὅτι ἔπαυσεν ὁ κατακλυσμός, οὕτω καὶ τὸ Ἅγιον Πνεῦμα, τὸ ὁποῖον ἐφάνη εἰς εἶδος περιστερᾶς ἐπάνω τῆς κεφαλῆς τοῦ Κυρίου, ἔδειξεν, ὅτι ἔπαυσεν ὁ μέγας καὶ πολὺς κατακλυσμὸς τῶν ἁμαρτιῶν τῶν ἀνθρώπων καὶ ὅτι ἐπειδὴ ὁ Χριστός, ὁ ὁποῖος ἐχρίσθη ὑπὸ τοῦ Πατρὸς μὲ τὸ ἔλαιον τῆς ἀγαλλιάσεως, καθὼς τὸ λέγει καὶ ὁ Δαβίδ, βαπτίζεται, οὕτω μέλλουσιν οἱ μὲν δαίμονες, οἱ ἐχθροί τοῦ Θεοῦ, νὰ ἀφανισθοῦν ἀπὸ τὸν κατακλυσμόν, ἤτοι τοὺς λόγους τοῦ Κυρίου, οἱ δὲ δίκαιοι νὰ διαφυλαχθοῦν καὶ νὰ ἐλευθερωθοῦν ἀπὸ τὰς ἁμαρτίας των τὰς πολλᾶς, ὡς ὁ Νῶε ἐσώθη μὲ ὅλον τό οἶκον του ἀπὸ τὸν κατακλυσμὸν μὲ τὴν κιβωτὸν ἐκείνην.
Διὰ τοῦτο λοιπόν, εὐλογημένοι Χριστιανοί, ἐφάνη τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον εἰς εἶδος περιστερᾶς. Ἀλλὰ καὶ δι’ ἄλλον λόγον ἐγένετο τοῦτο. Ὅτι ἡ περιστερὰ εἶναι ἀκεραία, ἤτοι πλέον ἄκακον ἀπὸ ὅλα τα πετεινά, καθὼς λέγει καὶ τὸ Εὐαγγέλιον «Γίνεσθε φρόνιμοι ὡς οἱ ὄφεις, καὶ ἀκέραιοι ὡς αἳ περιστεραὶ» Ἤτοι ὁ ὄφις ἔχει συνήθειαν, ὅταν τὸν κτυποῦν, νὰ ἀφήνη τὸ σῶμα του νὰ τὸ θανατώσουν, μόνον τὴν κεφαλὴν του προφυλάσσει. Ούτω καὶ ἠμεῖς οἱ Χριστιανοὶ νὰ εἴμεθα φρόνιμοι, τὰ πλούτη μας ὅλα καὶ τὸ σῶμα μας νὰ δίδωμεν εἰς τὸν θάνατον διὰ τὴν ἀγάπην τοῦ Χριστοῦ, μόνον τὴν πίστιν μας νὰ φυλάττωμεν ἀπὸ ὅλα περισσότερον, καὶ νὰ εἴμεθα ὡς ἡ περιστερὰ κατὰ πάντα ἄκακοι, νὰ μὴ κρατῶμεν κακίαν καὶ ἔχθραν κατὰ τίνος Χριστιανοῦ, οὔτε νὰ πονηρευώμεθα εἰς κάθε λόγον. Ἐπειδὴ λοιπὸν ἡ περιστερὰ εἶναι ἀπὸ ὅλα τα πετεινὰ καθαρωτέρα καὶ ἄκακος, διὰ τοῦτο τὸ Ἅγιον Πνεῦμα ἐφάνη εἰς εἶδος περιστερᾶς.
ΑΓΙΟΥ ΔΑΜΑΣΚΗΝΟΥ ΤΟΥ ΣΤΟΥΔΙΤΟΥ