Τῆς κα Μαρίας – Ἐλευθερείας Γ. Γιατράκου, Δρ. Φιλ. Ἱστορίας
1ον
Συμπληρώθηκαν φέτος ἑκατὸν εἴκοσι χρόνια ἀπὸ τὴ γέννηση καὶ πενῆντα ἕνα ἀπὸ τὸ θάνατο τοῦ Ἠλία Βενέζη, ἑνὸς ἀπὸ τοὺς σημαντικότερους πεζογράφους τῆς λογοτεχνικῆς γενιᾶς τοῦ 1930. Τὸ πραγματικό του ὄνομα ἦταν Ἠλίας Μέλλος[1].
Ὁ Ἠλίας Βενέζης γεννήθηκε τὸ 1904 στὸ Ἀϊβαλὶ τῆς Μικρᾶς Ἀσίας, ἀπὸ ὅπου ἐκπατρίστηκε γιὰ πρώτη φορὰ τὸ 1914, ὅταν οἱ Τοῦρκοι ἄρχισαν διωγμοὺς τῶν χριστιανῶν μὲ τὴν πρώτη παγκόσμια σύρραξη[2]. Ἡ οἰκογένειά του γνώρισε ἔτσι τὸ δρᾶμα τοῦ πρώτου διωγμοῦ ἀπὸ τὰ χρόνια τοῦ πρώτου παγκοσμίου πολέμου. Ὁ πατέρας του καὶ μία ἀδελφή του ἔγιναν ὅμηροι τῶν Τούρκων, αὐτός, ἡ μητέρα του καὶ τὰ ἄλλα παιδιὰ φυγάδες στὴ Μυτιλήνη. Ἐκεῖ ὁ Βενέζης θὰ τελειώσει τὸ Γυμνάσιο. Ἡ οἰκογένεια θὰ μαζευτεῖ ξανὰ στὸ Ἀϊβαλὶ τὸ 1919 καὶ θὰ μείνει ἐκεῖ ὥς τὸ 1922, ὁπότε ὁ Βενέζης θὰ γνωρίσει καὶ ὁ ἴδιος τὴν ὁμηρία, μετὰ τὴν ὁποία καταφεύγει στὴ Μυτιλήνη, τόπο καταγωγῆς τῆς μητέρας του, ὅπου δημοσιεύει τὶς πρῶτες συνέχειες τοῦ χρονικοῦ τῆς ὁμηρίας στὸ ἔργο του «Νούμερο 31328», στὴν ἐφημερίδα «Καμπάνα»[3].
Ὀδυνηρὴ στάθηκε ἡ ἐμπειρία του, ἀπὸ τὴ Μικρασιατικὴ Καταστροφὴ τοῦ 1922, ὅταν τὸν συνέλαβαν οἱ Τοῦρκοι καὶ τὸν ἔστειλαν αἰχμάλωτο, στὰ ἐργατικὰ τάγματα τῆς Ἀνατολῆς, περιπέτεια ἀνεξίτηλη στὴν ψυχή του, ποὺ ἀποτυπώθηκε μὲ δραματικότητα στὸ παραπάνω χρονικό, «Τὸ Νούμερο 313284[4]». Τὸ «Νούμερο 31328» δὲν εἶναι τυχαῖο. Εἶναι ὁ ἀριθμὸς ποὺ εἶχε ὡς ὅμηρος ὁ συγγραφέας στὰ «τάγματα ἐργασίας».
Τὸ βιβλίο του ποὺ ἔκανε γνωστὸ παγκοσμίως τὸ δρᾶμα τῶν ξεριζωμένων Ἑλλήνων τῆς Μικρασιατικῆς καταστροφῆς εἶναι ἡ «Αἰολικὴ Γῆ». Γνώρισε περίπου εἰκοσιτέσσερις ἐκδόσεις κι ἡ 24η ἀπὸ τὸν ἐκδοτικὸ οἶκο τῆς «Ἑστίας» μὲ εἰκονογράφηση τοῦ βιβλίου καὶ τοῦ καλύμματός του ἀπὸ τὸν Σπύρο Βασιλείου[5].
Ἰδιαιτέρως συγκινεῖ ὁ πρόλογος τοῦ βιβλίου, γραμμένος, ἀπὸ τὸν Ἄγγελο Σικελιανὸ στὰ 1944, Συγκινημένος κι ὁ ἴδιος ὁ Ἄγγελος Σικελιανὸς τὸ ἐκφράζει στὸ γραπτό του ἀπὸ τὴ σκηνὴ τοῦ ἔργου τοῦ Βενέζη, ποὺ ἀποτελεῖ καὶ τὴν ἀποκορύφωσή του:
«Ὁ παπποὺς καὶ ἡ γιαγιὰ διώχνονται βίαια καὶ γιὰ πάντα ἀπὸ τὴν αἰολικὴ γῆ κι ἀπὸ τὸ βιός τους κι ἄφηναν πίσω τους μνῆμες καὶ ὅ,τι βίωσαν καὶ δημιούργησαν οἱ ἴδιοι καὶ οἱ προηγούμενες γενιές, μία τρισχιλιετῆ δηλαδὴ πολιτιστικὴ κληρονομιὰ καὶ ταξιδεύουν στὸ Αἰγαῖο πρὸς τὴν ἐλεύθερη Ἑλλάδα. Ἡ γιαγιὰ κουρασμένη γέρνει τὸ κεφάλι της στὸ στῆθος τοῦ παπποῦ, ἀλλὰ κάτι τὴν ἐμποδίζει. Κι εἶναι χαρακτηριστικὸς καὶ Συγκινητικὸς ὁ διάλογος ποὺ ἀκολουθεῖ:
«- Τί εἶναι αὐτό; ρωτᾶ σχεδὸν ἀδιάφορα. Ὁ παπποὺς φέρνει τὸ χέρι του. Τὸ χώνει κάτω ἀπ’ τὸ ροῦχο, βρίσκει τὸ μικρὸ ξένο σῶμα ποὺ ἀκουμπᾶ στὸ κορμί του καὶ ποὺ ἀκούει τοὺς κτύπους τῆς καρδιᾶς του.
Τί εἶναι;
Δὲν εἶναι τίποτα, λέει δειλὰ ὁ παππούς, σὰν παιδὶ ποὺ ἔφταιξε. Δὲν εἶναι τίποτα. Λίγο χῶμα εἶναι.
Χῶμα!
Ναί, λίγο χῶμα ἀπ’ τὴ γῆ τους. Γιὰ νὰ φυτέψουν ἕνα βασιλικό, τῆς λέει, στὸν ξένο τόπου ποὺ πᾶνε. Γιὰ νὰ θυμοῦνται.
Ἀργὰ τὰ δάχτυλα τοῦ γέροντα ἀνοίγουν τὸ μαντίλι, ὅπου εἶναι φυλαγμένο τὸ χῶμα. Ψάχνουν ἐκεῖ μέσα, ψάχνουν καὶ τὰ δάκτυλα τῆς γιαγιᾶς] σὰ νὰ τὸ χαϊδεύουν. Τὰ μάτια τους, δακρυσμένα, στέκουν ἐκεῖ.
Δὲν εἶναι τίποτα λέω. Λίγο χῶμα. Γῆ, Αἰολικὴ Γῆ, Γῆ τοῦ τόπου μου».
Ὁ Ἄγγελος Σικελιανὸς στὸν πρόλογο τοῦ βιβλίου τοῦ Ἠλία Βενέζη «Αἰολικὴ Γῆ» σημειώνει ὅτι, «τὸ μικρὸ μαντίλι μὲ τὸ φυλαγμένο ἀπὸ τὴν πατρίδα χῶμα εἶναι ἡ ἴδια ἡ σάρκα καὶ τὸ πνεῦμα τῆς Ἰωνίας. Ἡ Ἰωνία δὲν χάθηκε. Ἡ Ἰωνία ζεῖ. Ὁ χαμένος της προαιώνιος πολιτισμὸς ὑπάρχει. Μᾶς τὸν ἔφερε τὸ δρᾶμα τὸ φρικιὸ τῆς ἱστορίας. Μᾶς τὸν ἔφερε ἡ προσφυγιὰ κοντά μας. Μᾶς τὸν ἔφερες ἐσύ, Ἠλία Βενέζη, Σκύβω καὶ φιλῶ τὸ χῶμα ἐκεῖνο πρῶτα. Ἔπειτα ἀπὸ μέρους ὅλων μας τῶν ἀδελφῶν καὶ μεγαλύτερος στὰ χρόνια σκύβω καὶ φιλῶ μὲ αὐτὸν τὸν ἴδιο πρόλογο καὶ τὸ δικό σου μέτωπο, ἀδελφὲ Βενέζη»[6].
Μεταφρασμένο σὲ πολλὲς γλῶσσες τὸ βιβλίο τοῦ Βενέζη «Αἰολικὴ Γῆ» ὑπῆρξε ἡ καλύτερη διεθνὴς ἐνημέρωση γιὰ τὴ γενοκτονία τοῦ ἑλληνισμοῦ τὸ 1922. Συνέβαλε στὸ νὰ γνωρίσουν οἱ ξένοι τὸν ξεριζωμὸ 1,5 ἑκατομμυρίου Ἑλλήνων ἀπὸ τὴ Μικρὰ Ἀσία καὶ τὸν Πόντο[7].
Συγκλονιστικὲς οἱ μαρτυρίες τῶν ξένων γιὰ τὴ μικρασιατικὴ τραγῳδία τοῦ ἑλληνισμοῦ, ποὺ κατὰ τὴν περιγραφὴ τοῦ Βενέζη μοιάζει ὡς μία ἐξορία ἀπὸ τὸν Κῆπο τῆς Ἐδέμ, γιὰ τὸν ὁποῖο διατηρεῖ μία ἔντονη νοσταλγία καὶ δημιουργεῖ μία ἄλλη Ἐδὲμ ἀπὸ τὴ χαμένη Ἀνατολὴ[8].
Κι ὁ Πιὲρ Ἀμαντρὶ στὸ δικό του πρόλογο στὴ γαλλικὴ ἔκδοση σημειώνει ὅτι, «ὁ Βενέζης, ὅπως στὸ χορὸ τῆς τραγῳδίας βάζει ὡς κύριο πρόλογο τοῦ ἔργου του ἕνα λαὸ διωγμένο, κυνηγημένο ποὺ κατεβαίνει πρὸς τὴ θάλασσα κουβαλώντας μαζί του τὸ σῶμα τοῦ ἁγίου του. Εἶναι, ὅπως χιονίζει ἡ σπαρακτικὴ ἔξοδος. Ὅλος ὁ χριστιανισμὸς τῆς Μικρᾶς Ἀσίας ποὺ ξεριζώνεται ἀπὸ τὴ γῆ του»[9].
Ὁ Ἠλίας Βενέζης δημοσίευσε ὅπως προαναφέρθηκε τὸ «Νούμερο 31.328» στὴν ἐφημερίδα «Καμπάνα». Στὴν ἴδια ἐφημερίδα δημοσίευσε καὶ ὁ Μυριβήλης, ἐπικεφαλῆς τότε μίας ὁμάδας νέων λογοτεχνῶν, ὁ ὁποῖος ἐνθάρρυνε τὸ Βενέζη στὰ πρῶτα του βήματα. Ὁ Βενέζης ἦλθε στὴν Ἀθήνα τὸ 1932 καὶ διορίστηκε στὴν Τράπεζα τῆς Ἑλλάδος. Στὴν Κατοχὴ φυλακίστηκε ἀπὸ τοὺς Γερμανοὺς στὸ Χαϊδάρι. Χρημάτισε ἐπανειλημμένα Γενικὸς Διευθυντὴς τοῦ Ἐθνικοῦ Θεάτρου καὶ τὸ 1957 ἔγινε ἀκαδημαϊκὸς[10].
Τὸ ἔργο τοῦ Βενέζη συμπυκνώνεται κυρίως σὲ μία συλλογὴ διηγημάτων ὁ «Μανώλης Λέκας» (1928), ἀκολουθεῖ τὸ «Νούμερο 31.328» ποὺ συνάντησε θερμότατη ὑποδοχή. Τὰ βιβλία ποὺ τὸν καθιέρωσαν ὡς σπουδαῖο συγγραφέα καὶ λογοτέχνη εἶναι περισσότερο τὰ βιβλία του «Γαλήνη» (1939) καὶ ἡ «Αἰολικὴ Γῆ» (1943), ποὺ ἀποτελοῦν, ἰδίως τὸ δεύτερο, ἕνα εἶδος ἀνάμεσα στὸ μυθιστόρημα καὶ στὸ χρονικό. Ἔγραψε καὶ πολλὰ βιβλία, κυρίως συλλογὲς διηγημάτων καὶ ταξιδιωτικὲς ἐντυπώσεις ἢ χρονικὰ (μεταξὺ τῶν ὁποίων τὸ «Χρονικὸν τῆς Τραπέζης τῆς Ἑλλάδος» (1955) καὶ τὶς βιογραφίες «Ἀρχιεπίσκοπος Δαμασκηνὸς» (1952) καὶ «Ἐμμανουὴλ Τσουδερὸς» (1965). Στὰ τελευταῖα του βιβλία συγκαταλέγονται ἡ «Ἐφταλοὺ» (1972), ἡ μυθιστορία «Στὶς ἑλληνικὲς θάλασσες» (1973) καὶ οἱ ἀφηγήσεις «Μικρασία χαῖρε» (1974).[11]
Σημειώσεις:
[1] Βλ. πρόχειρα γιὰ τὸν Ἠλία Βενέζη στὸ Δημήτρη Δασκαλόπουλο, Ἠλίας Βενέζης, «Πάπυρος Λαροὺς Μπριττάνικα», τ. 14, σελ. 21. [2] Βλ. ὅπ. [3] Βλ. Ἡλίας Βενέζης, «Νέα Δομή», τ. 7ος, σ.30. [4] Βλ. Δημήτρη Δασκαλόπουλο, ὅ.π., σ. 22. [5] Βλ. Γ.Ν. Παπαθανασόπουλο, «Ἠλίας Βενέζης ὁ τραγῳδὸς τῆς αἰολικῆς γῆς», ἔνθετο «ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΓΝΩΣΕΙΣ» τοῦ «Ἐλεύθερου Τύπου», Ἀθήνα 29-8-2004, σελ. 3/45. [6] Βλ. σχετικά, Γ.Ν. Παπαθανασόπουλο, ὅ.π. [7] ὅ.π. [8] Βλ. ὅ.π. [9] ὅ.π. [10] Βλ. Βενέζης Ἠλίας, Ἐγκυκλοπαίδεια «Νέα Δομή», τ. 7, σ. 30. [11] Βλ. ὅ.π.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου