«Ποῦ εἶναι τὸ ὅριο γιὰ τὸν κοσμικὸ ἄνθρωπο ἀνάμεσα στὴν ἐπιτρεπόμενη ἀνάπαυση καὶ τὶς ἀπολαύσεις τῆς “σάρκας” καὶ τὴν ἀπαραίτητη ἐγκράτεια»; Ὅλα τὰ ἐρωτήματα τῆς πνευματικῆς ζωῆς, κατὰ τὴν ἐφαρμογή τους στὴ ζωή, γίνονται ἄκρως περίπλοκα, γιατί ἐμεῖς εἴμαστε φοβερὰ περίπλοκοι, Ἀλλὰ ἂν θὰ ἐκφράσω σύντομα τὸ δικό σου πρόβλημα, ὅπως ἐγὼ τὸ κατανοῶ, τότε θὰ ἔλεγα ὅτι σὲ σένα, μετὰ ἀπ’ ὅλα ποὺ ἔζησες, εἶναι ἀπαραίτητο νὰ εἶσαι προσεκτικὴ μὲ τὸ σῶμα σου. Οἱ ἀπολαύσεις τῆς σάρκας εἶναι ὀλέθριες γιὰ τὴν ψυχή, ὅταν ἐπιδιώκονται ἀπὸ τὸν ἄνθρωπο ἀκριβῶς ὡς τέτοιες, δηλαδὴ ὡς ἀπολαύσεως μὲ ἐμπαθῆ τρόπο. Οἱ ἐπιθυμίες σου ὅμως γιὰ ἀνάπαυση δὲν ἀνήκουν καθόλου στὴν κατηγορία αὐτή. Μὴν ταράζεσαι καθόλου ἐπειδὴ ξαπλώνεις, ἐπειδὴ τρῶς ἢ πίνεις, ἐπειδὴ γενικὰ μεριμνᾶς γιὰ τὸ σῶμα σου. Γιὰ σένα ἡ ζωὴ εἶναι πολύτιμη καὶ σπουδαία. Ἂν εἶναι δυνατὸ νὰ τὴν παρατείνεις οἰκονομῶντας τὸ σῶμα σου, τότε πρέπει ἔτσι καὶ νὰ γίνει. Ἀλλὰ τὸ κυριότερο, ἀπὸ αὐτὸ κερδίζεις καὶ στὸ ἐπίπεδο τῆς προσευχῆς, πρᾶγμα ποὺ σοῦ τὸ δίδαξε καὶ ἡ πεῖρα.
Ἀπὸ τὴν ἄποψη αὐτὴ δὲν θὰ ἦταν ἀνώφελο νὰ διαβάσεις τὶς ἐπιστολὲς τοῦ ἐπισκόπου Ἰγνατίου Μπριαντζιανίνωφ. Ἐκεῖ γράφει πολὺ καθαρὰ ὅτι δὲν τὸν ὠφέλησε ἡ καταπόνηση τοῦ ἑαυτοῦ του μὲ ὑπέρμετρη νηστεία, ἐξ αἰτίας τῆς ὁποίας ἔχασε πολὺ πολύτιμο χρόνο κατακείμενος ἀπὸ ἀδυναμία στὴν κλίνη κλπ.
Μὲ ρώτησες ἀκόμη, τί σημαίνει νὰ σωθεῖς… Ἂν μιλήσουμε γι’ αὐτὸ ἁπλά, τότε πρέπει νὰ ποῦμε ὅτι ἀπὸ τὴ δική μας πλευρὰ αὐτὸ σημαίνει: Μὲ ὅλες τὶς δυνάμεις τῆς ψυχῆς μας, ὅλου τοῦ εἶναι μας, νὰ ἀγωνιζόμαστε, γιὰ νὰ μὴν δεχθοῦμε μετοχὴ σὲ ἁμαρτία, νὰ ἀποστραφοῦμε τὴν ἁμαρτία. Αὐτὴ ἡ ἄρνηση εἶναι ἡ μόνη ἐπιλογὴ ποὺ ἔχουμε. Ἡ ἴδια ὅμως ἡ σωτηρία, ὡς καινούργια πιὰ ζωή, εἶναι δῶρο τοῦ Θεοῦ. Αὐτὴ μπορεῖ νὰ δοθεῖ ὁποιαδήποτε στιγμὴ σὲ κάθε ἄνθρωπο ποὺ κάνει τὸν ἑαυτό του ἱκανὸ νὰ τὴν δεχθεῖ. Ὡς ἐκ τούτου συγκεντρώνουμε τὴν προσοχή μας στὸ νὰ τηροῦμε τὶς ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ, νὰ μὴν διαπράξουμε ἁμαρτία, νὰ ζήσουμε κατὰ τὴ δικαιοσύνη τοῦ Θεοῦ. Καὶ δὲν περιμένουμε τίποτε ἄλλο ἀπὸ τὸν ἑαυτό μας οὔτε ἀπὸ τὸν Θεό, γιὰ νὰ μὴν πέσουμε σὲ πλάνη μὲ τὴν προσμονὴ αὐτή. Γιατί, ἂν ἔχουμε αὐτὴ τὴν προσμονή, σημαίνει ὅτι θεωροῦμε τὸν ἑαυτό μας ἄξιο τῆς δωρεᾶς τοῦ Θεοῦ καὶ γι’ αὐτὸ μπορεῖ νὰ δεχθοῦμε ἐκεῖνο ποὺ δὲν εἶναι δῶρο Θεοῦ. Θεολογικὰ ὅμως σωτηρία σημαίνει θέωση τοῦ ἀνθρώπου. Ὁ σωσμένος δέχεται τὸ πλήρωμα τῆς θείας ζωῆς. Καὶ αὐτὸ εἶναι δῶρο ἀπὸ τὸν Θεό.