Έτος 1849 και ο 22χρονος επαναστάτης συλλαμβάνεται για αποτυχημένη απόπειρα δολοφονίας κατά του Τσάρου. Η τιμωρία τόσο για τον ίδιο, όσο και των συντρόφων του θα είναι θάνατος δια απαγχονισμού σε κάποια κεντρική πλατεία της Αγίας Πετρούπολης στις 22 Δεκεμβρίου του ίδιου έτους.
Ενώ ετοιμάζεται να αποχαιρετήσει πρόωρα την ζωή πάνω στην παγωμένη, αφιλόξενη πλατεία, την τελευταία στιγμή κάποιος έφιππος απεσταλμένος απ' το παλάτι, διαμηνύει την απόδοση χάριτος στους μελλοθάνατους και τη μετατροπή της ποινής σε τετραετή κάθειρξη με καταναγκαστικά έργα στη Σιβηρία.
Στον δρόμο λοιπόν για την Σιβηρία και τον σιδηροδρομικό σταθμό, κάποιες γιαγιάδες απ' την περιοχή συνήθιζαν τότε να δίνουν κάποια υποτυπώδη τρόφιμα ή και Αγίες Γραφές στους φρουρούμενους αλυσοδεμένους άνδρες που έφευγαν για μακριά και να τους ευλογούνε.
Εκείνος όμως άθεος. Πίστευε σε έναν κόσμο ελεύθερο από κοινωνικές τάξεις, από θρησκευτικές δεισιδαιμονίες, ωστόσο σαν κίνηση ευγενείας πήρε την Αγία Γραφή όπου του δόθηκε, την έβαλε στην τσέπη.
Τους επόμενους μήνες, χρησιμοποίησε τις σελίδες της σαν προσάναμμα για την πίπα του σε όλες εκείνες τις μοναχικές του τις στιγμές. Τις ώρες που σταματούσανε τα βασανιστήρια και έπαυαν οι εξευτελισμοί.
Είχε "καπνίσει" όλο το του κατά Ματθαίου, τον Μάρκο και είχε ξεκινήσει να σκίζει από τον Ευαγγελιστή Λουκά, όταν από περιέργεια καθαρή και από βαριεστημάρα, σκέφτηκε να διαβάσει ότι είχε απομείνει.
Και έπεσε επάνω στην παραβολή του ασώτου υιού.
Και ήταν υπέροχη η στιγμή. Σχηματοποίησε στο μυαλό του την έννοια του επαναπατρισμού, πίσω, σε έναν Πατέρα, που δεν θα ρωτήσει "πού πήγες" και "τί έκανες", που δεν θα θέσει με τον τρόπο του όρους ή κάποιες προϋποθέσεις, που όλα όσα έχει να σου πει, θα τα εξέφραζε σε μια σφιχτή αγκαλιά.
Αν χανότανε κάποια στιγμή ολόκληρο το Ευαγγέλιο, λένε πολλοί Πατέρες, κι έμενε μόνο το κείμενο απ' του ασώτου υιού, θα ήταν αυτό αρκετό απο μόνο του για να εκφράσει την πεμπτουσία του Θεού.
Ο Φιόντορ Ντοστογιέφσκι, ο άλλοτε μελλοθάνατος, θα πρέπει να την εισέπραξε βαθιά, αυτήν την αγκαλιά. Όταν τελείωσε όλο αυτό, έγινε κορυφαίος λογοτέχνης και διακεκριμένος διανοητής επάνω σε θέματα Ορθόδοξης θεολογίας.
Απεβίωσε στα 60 του χρόνια με την Αγία Γραφή κάτω από το προσκεφάλι του, αφήνοντας την παρακαταθήκη στον γιο του τον πρωτότοκο με την προτροπή να την διαβάζει πάντα.
"Πιστεύω ότι δεν υπάρχει τίποτε πιο όμορφο, πιο βαθύ, πιο συμπαθητικό, πιο λογικό, πιο ζωντανό και τέλειο από τον Χριστό. Και λέω στον εαυτό μου, με ζηλόφθονη αγάπη, όχι μόνο ότι δεν υπάρχει τίποτε, αλλ’ ότι δεν μπορεί να υπάρχει.
Επιπλέον, αν κάποιος μου απεδείκνυε ότι ο Χριστός δεν ταυτίζεται με την αλήθεια κι ότι, στην πραγματικότητα, η αλήθεια είναι εκτός Χριστού, θα προτιμούσα τότε να παραμείνω με τον Χριστό, παρά να πάω με την αλήθεια…"
1 σχόλιο:
Στην πραγματικότητα δεν την χρησιμοποιούσε σαν προσάναμα της πίπας, αλλά έστριβε τσιγάρα, επειδή ήταν τυπωμένη σε πολύ λεπτό χαρτί. Στο κάτεργο μπορούσαν να αγοράσουν καπνό, αλλά όχι χαρτί για τσιγάρα.
Αποφάσισε να την διαβάσει, επειδή ήταν το μόνο βιβλίο που επιτρεπόταν να έχουν και του είχε λείψει πολύ το διάβασμα.
Ταλαιπωρημένος άνθρωπος. Έγινε τόσο διάσημος και αγαπητός, επειδή με τα βιβλία του φανερώθηκε ως η "αδελφή ψυχή", όλων των "Ταπεινών και Καταφρονεμένων", που είναι πολλοί, πάρα πολλοί.
Όλα του τα βιβλία είναι κατά βάσιν αυτοβιογραφικά. Την ζωή του στο κάτεργο, περιγράφει στο βιβλίο "Αναμνήσεις από το σπίτι των πεθαμένων".
Δημοσίευση σχολίου