Γέροντα, γιατί προσπαθεῖς νὰ φτύνεις συνέχεια μέσα ἀπὸ τὴν μάσκα τοῦ ὀξυγόνου;
. Γέροντας: – Φτύνω τὸν ἀόρατο… νά ᾽ξερες τί μοῦ κάνει; Ἔχω νὰ κοιμηθῶ πέντε μερόνυχτα…
– Τί σοῦ κάνει Γέροντα;
. Γέροντας: Εἶναι συνεχῶς ἀπέναντί μου. Μὲ βρίζει καὶ μὲ ἀπειλεῖ… Ἡ μορφή του εἶναι τόσο ἀπαίσια, ποὺ ἂν δὲν ἐνδυναμώσει ὁ Θεός, δὲν ἀντέχει ὁ ἄνθρωπος τὴν ἀγριότητα τῆς παρουσίας του…
– Πῶς εἶναι Γέροντα;
– Σὰν χοῖρος μὲ χονδρὲς–ἁδρὲς τρίχες (ἔτσι τὸν ἔβλεπε κι ὁ Γέροντας Ἀναστάσιος). Βρωμάει ἀπαίσια… Ἀλλάζει ὄψεις… Δὲν μπορεῖς νὰ τὸν περιγράψεις… Βγάζει τὴ γλώσσα του, ποὺ εἶναι τεράστια… ἀπὸ τὸ στόμα του ἐξέρχονται κοκκινωπὲς φωτιές…
– Σοῦ μιλάει Γέροντα;
. Γέροντας: Ἂν μοῦ μιλάει; Προσπαθεῖ νὰ μὲ ἀποθαρρύνει… Καὶ τί δὲν μοῦ λέει… Ἐγὼ -λέει- σοῦ ᾽φαγα τὴν σάρκα… ἐγὼ σοῦ λάβωσα τὰ πνευμόνια… Ἐγὼ ἔβαλα καὶ σὲ καταδίωκαν μία ζωή. Ἐγὼ σοῦ ἔκανα τὸ τάδε καὶ τὸ τάδε.. Ἐγὼ σ᾽ ἔφερα σὲ αὐτὴ τὴν κατάσταση. Ὅποιους βάλω στὰ δίχτυά μου, τοὺς περιποιοῦμαι καλά… Δικός μου εἶσαι ρέ… Δικός μου… Ἀκοῦς;
– Ἐσὺ πῶς ἀντιδρᾶς Γέροντα;
– Γέροντας: Ἀπαντῶ μὲ τὸ Χρυσοστομικὸ λόγιο: «Ἀνέστη Χριστὸς καὶ πεπτώκασι δαίμονες». Καὶ τὸν φτύνω συνέχεια… Αὐτός μοῦ λέει: «Τὸ περιποιήθηκα καλὰ καὶ τὸ Χρυσοστομάκι σας, ποὺ μοῦ πήγαινε κόντρα καὶ τά ᾽γραψε αὐτὰ (ἐννοοῦσε τὸν Ἅγιο Ἰωάννη τὸν Χρυσόστομο). Τὸν συγύρισα χειρότερα ἀπὸ σένα. Ἔβαλα τοὺς δικούς μου καὶ τὸν διέλυσαν στὴν ἐξορία… Ἀφεντάδες καὶ Δεσποτάδες… Ἀκοῦς ρέ; Ἐγὼ σᾶς κατευθύνω καὶ τώρα… Θὰ τ᾽ ἀλλάξω ὅλα στὰ μπλὰ μπλά σας (στὴν διδασκαλία σας)… Ὅποιος μοῦ πάει κόντρα τὸν περιποιοῦμαι καλά… Ἔλα τώρα νὰ σέ… δροσίσω…». Βγάζει τὴν ἀπαίσια γλώσσα του, τὴν τεντώνει, ἂν καὶ βρίσκεται σὲ ἀπόσταση κάποια μέτρα μακριά, τὴν κάνει σὰν προβοσκίδα ἐλέφαντα, μὲ ἀκουμπᾶ σὲ διάφορα σημεῖα τοῦ προσώπου μου καὶ μὲ καίει ἀφόρητα… Καὶ συνεχίζει σαρκαστικά: «Αὐτὸ τὸ δῶρο ἀπὸ τὴν γλώσσα μου, ἐπειδὴ ἐσὺ μὲ ἔψηνες μὲ τὴν δική σου τὴν γλώσσα… Μπορεῖς νὰ μοῦ πεῖς γιατί δίδασκες; Ἀφοῦ ἐρχόμουνα καὶ σοῦ ᾽λεγα ὅτι δὲν ἦταν δουλειά σου νὰ διδάσκεις καὶ νὰ δίνεις κατευθύνσεις στὸν κόσμο. Νὰ διδάσκουν οἱ θεολόγοι, οἱ δεσποτάδες, μάλιστα… Ἀλλὰ ὄχι κι ἐσὺ νὰ μὲ βαρᾶς… Τὸ ξύλο τὸ ἀπελέκητο!». Ἄλλοτε γίνεται τεράστιο φίδι, περιτυλίγει καὶ σφίγγει τὸ σῶμα μου καὶ ἀντιμετωπίζω ἀφόρητο μαρτύριο. Ἐπιμένω στὸ «Χριστὸς Ἀνέστη καὶ πεπτώκασι δαίμονες» καὶ στὸ φτύσιμο… Τὰ εἶχα αὐτὰ καὶ στὴν ἔρημο ἀλλὰ καὶ πιὸ ἀραιὰ καὶ νικηφόρα… Ξεκίνησαν ἐντατικότερα τὶς τελευταῖες ἡμέρες… Ἐπιμένει καὶ δὲν φεύγει…
. – Ξέρετε, τοῦ εἶπα, ὁ Γέροντας Ἐφραὶμ ὁ Ἀριζονίτης γράφει, ὅτι τὸ ὑφίστανται αὐτὸ πρὸ τοῦ τέλους οἱ μεγάλοι ἀθλητὲς γιὰ νὰ ἀποκομίσουν καὶ μαρτυρικὸ στεφάνι. Γράφει συγκεκριμένα γιὰ τὴν Ὁσία Μητέρα του Γερόντισσα Θεοφανώ, ὅτι ἔβλεπε ὁ Γέροντας τὸν Ἄγγελό της, λίγες ἡμέρες πρὸ τῆς μακαρίας τελευτῆς της νὰ ἀποσύρεται διακριτικὰ καὶ νὰ παρακολουθεῖ τὸν ἀγώνα της, χωρὶς νὰ ἐπεμβαίνει. Τὴν ἄφηνε μόνη της νὰ παλεύει γιὰ νὰ αὐξηθεῖ ὁ μισθὸς τοῦ ἀγώνα καὶ τῆς ὑπομονῆς. Ἐκείνη ἀντιστέκονταν ἀδιάλειπτα μὲ δύο λέξεις: «Ἰησοῦ – Παναγία μου». Τὸν ἔβλεπε καὶ κρατοῦσε στιλέτο καὶ τὴν σημάδευε μὲ ἄγριες διαθέσεις… Τώρα καὶ ἐσεῖς εὑρίσκεσθε στὴν πύλη… Γι᾽ αὐτὸ συμβαίνουν αὐτά…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου