Κυριακή 27 Οκτωβρίου 2019

«Ἡ ἐμή ἀπολογία τοῖς ἐμέ ἀνακρίνουσιν αὕτη ἐστί» (Α΄ Κορ. θ΄ 3). …Β

Αποτέλεσμα εικόνας για καρυες αγ οροσἈπάντηση στόν μοναχό π. Παΐσιο Καρεώτη.
  Δεύτερο μέρος

Ἀρχιμ. Ἀντωνίου Φραγκάκη, ἱεροκήρυκος Ἱερᾶς Μητροπόλεως Γορτύνης καί Ἀρκαδίας Κρήτης

Περί πνευματικῆς κληρονομικότητος
Ἔρχομαι τώρα στό πιό ἐπίμαχο σημεῖο τῆς ἀπάντησής μου, αὐτό τῆς πνευματικῆς κληρονομικότητος.  Θά κάνω μία σύντομη εἰσαγωγή.  Ἀπό μικρός ἤκουον ἁπλούςἀνθρώπους τῆς ὑπαίθρου, νά ἀναφέρονται σέ ψυχικά γνωρίσματα πού μεταδίδονται στήν γενεαλογική συνέχεια κάθε ἀνθρώπου.  Παρετηρεῖτο ὅτι παιδιά καί ἐγγόνια ἐνεφάνιζαν,ἐπακριβῶς ἤ κατά προσέγγιση, χαρακτηρολογικά στοιχεῖα τῶν γονέων ἤ τῶν ἀμέσων προγόνων τους, τά πάθη ἤ τίς ἀρετές τους.  Ἡ κοινή διαπίστωση στήν καθομιλουμένη διατυπώνονταν ὡς ἐξῆς:« Ἔ τί περίμενες; Αὐτό εἶναι σόι…»,«τό μῆλο κάτω ἀπό τήν μηλιά θά πέσει…», «εἶδες κόρακα νά βγάνει περιστέρι;», «αἷμα εἶναι καί κυλᾶ στήν ἑπόμενη γενιά», «αὐτό παιδί μου εἶναι ρίζα καί σέρνει κλαδιά» (ἐπεκτείνεται δηλαδή μελλοντικά), «κάθε ἄνθρωπος κυλιέται στό αἷμα ἑπτά γενεῶν και ἔρχεται στόν κόσμο», ἤ ἐκ τοῦ ἀντιθέτου ἔλεγαν: «Ἀπό ρόδο βγαίνει ἀγκάθι κι ἀπό ἀγκάθι βγαίνει ρόδο» καί πολλά ἄλλα παρεμφερῆ.
Αὐτά δέν ἦταν ἀποκυήματα φαντασίας ἀλλά καταστάλαγμα πολυχρόνιας ἐμπειρικῆς πραγματικότητας.  Περιγράφουν τίς ἐπιρροές τῶν παιδιῶν ἀπό τήν ἄμεση ἐπαφή τους μέ τό ἐμβρυακό καί οἰκογενειακό τους περιβάλλον.  Θά πεῖ κανείς, μέ ἐπαρχιώτικες μεθόδους καί ἁπλουστευμένες θεωρήσεις θά κάνουμε θεολογία;  Δέν ἐξαντλῶ τό θέμα ἐδῶ, ἀλλά ξεκινῶ ἀπ΄ἐδῶ.  Ἄλλωστε ἡ ἐμπειρογνωμοσύνη τῆς λαϊκῆς εὐσέβειας δέν στοιχειοθετεῖται ἀπό ὀνειροπόλες περιηγήσεις ἀλλά ἀπό ἐσωτερικές πληροφορίες. Ἡ διαίσθηση στούς ἀγωνιζόμενους ἀνθρώπους δέν εἶναι κατά τόν Γέροντα Σωφρόνιο ἐνέργεια τῆς φαντασίας ἀλλά αἴσθηση καί πληροφορία τῆς καρδίας.
Ὅταν φοιτητής βρέθηκα τό 1988 στήν Ἀθήνα, ἄρχισα μέ παρότρυνση τοῦ Ἁγίου Πορφυρίου νά παρακολουθῶ ἀνελλιπῶς καθ’ ὅλη τήν διάρκεια τῶν θεολογικῶν μου σπουδῶν, κάποιες θεολογικές συνάξεις πού γίνονταν ἀπό κορυφαῖες ἐκκλησιαστικές προσωπικότητες τήν ἐποχή ἐκείνη.  Δέν θά ἀναφέρω τούς ὁμιλητές γιά νά μήν τούς ἐμπλέξω στή συζήτηση.  Ἐκεῖ ἄκουσα πολλές φορές νά ἀναφέρεται, εἰδικά ἕνας ἐξ’ αὐτῶν, σέ δύο ὅρους: Βιολογικό γονιδίωμα καί πνευματικό DNA.  Τό ἔλεγε συνήθως ἀναφορικά στήν Παναγία μας, τονίζοντας ὅτι τό ὑπεραγγελικό μεγαλεῖο της, ὀφειλόταν σέ τρεῖς βασικούς παράγοντες, ἤτοι στούς καθαρμούς τῶν προπατόρων της, στόν προσωπικό της ἀγῶνα καί στήν χάρη τοῦ Θεοῦ.  Αὐτό τό ἀναφέρει καί ὁ Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Ναυπάκτου Ἱερόθεος Βλάχος στά περισπούδαστα συγγράμματά του. Στό βιβλίο του «οἱ Θεομητορικές Ἑορτές» σελίδα 44, γράφει ἐπί λέξει: «Ἡ καθαρότητα τῆς Παρθένου Μαρίας, προκειμένου νά καταρτισθεῖ ἡ κατάλληλη γυναῖκα γιά νά γίνει μητέρα τοῦ Χριστοῦ, ὀφειλόταν στήν Θεία Χάρη, στόν δικό της προσωπικό ἀγῶνα, ἀλλά καί στούς καθαρμούς τῶν προπατόρων της».
Στό ίδιο βιβλίο στή σελίδα 45 γράφει, ὅτι ἡ καθαρότητα τῶν Ἁγίων Προπατόρων «δείχνει καί τό πῶς προετοιμάζονται οἱ χριστιανοί γονεῖς γιά τόν γάμο τους καί τήν ἔναρξη τῆς οἰκογενειακῆς ζωῆς.  Ἡ σωφροσύνη πρό τοῦ γάμου, ἡ νηστεία καί ἡ προσευχή καί ὅλα ὅσα διακελεύει ἡ ἐκκλησιαστική παράδοση παίζουν μεγάλο ρόλο στήν σύλληψη τῶν παιδιῶν καί τήν ἀνατροφή τους». Ἕνας ἱερεύς, σπουδαῖος θεολόγος, δίδασκε τότε στίς συνάξεις πού διοργάνωνε, ἐντατικό πνευματικό ἀγῶνα στίς κυοφοροῦσες μητέρες καί γενικά στό ἀνδρόγυνο καί οἱ θεολογικότατες αὐτές παραινέσεις του ἦταν κατοχυρωμένες πάντοτε πατερικά, ὅμοιες σχεδόν μέ ὅσα γιά τό ἴδιο θέμα συμβούλευε ὁ Ἅγιος Πορφύριος.  Κάποτε μάλιστα ἐνθυμοῦμαι ὅτι συνιστοῦσε νά ἐνδυναμώνεται ἡ εὐχή ἀπό τήν κυοφοροῦσα γυναίκα τήν ὥρα τῶν ὠδίνων τοῦ τοκετοῦ, γιατί ἡ εὐχή πού  γίνεται μέ πόνο φέρνει πολλή χάρη, καί τήν ὥρα τῆς γέννας νά γίνεται ἀκόμα πιό ἔνθερμα γιά νά εἰσπράξει τήν τελική σφραγίδα τό βρέφος.  Ἔπειτα νά γίνεται νέος μητρικός θάλαμος τό σπίτι πού μεγαλώνει τό παιδί καί «ἀμνιακό ὑγρό» ἡ ἀτμόσφαιρα τῆς προσευχῆς.  Εἶχε μάλιστα θαυμαστά δείγματα ἀπό παιδάκια πού κυοφορήθηκαν, γεννήθηκαν καί γαλουχήθηκαν τόν πρῶτο καιρό μετά τήν γέννησή τους  σέ τέτοια εὐλογημένη ἀτμόσφαιρα. Ἔκτοτε μέ ἀπασχολοῦσαν οἱ δύο παράλληλοι ὅροι: βιολογικό γονιδίωμα καί πνευματικό DNA.
Κατά τήν ἴδια περίοδο ἄκουσα τόν ὅρο «πνευματικό γονιδίωμα» παράλληλα μέ τό βιολογικό, στήν κεντρική αἴθουσα τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς Ἀθηνῶν.  Ὁ ἀείμνηστος καθηγητής μας Ἰωάννης Παναγόπουλος, ἑρμηνεύοντας κάποτε τό γεγονός τῆς, μετά ἐμβρυακῶν σκιρτημάτων, προσκυνηματικῆς ἀναφορᾶς τοῦ Προδρόμου πρός τόν Χριστό, ἀνεφέρθη, ἐπεκτείνοντας τήν διδασκαλία ἀπό τήν χαρισματική ἐμβρυακή κατάσταση τοῦ Ἰωάννου, στήν παπική πλάνη περί ἀσπίλου συλλήψεως τῆς Παναγίας. Διευκρίνισε ὅτι ἡ Παναγία κληρονόμησε ὅλες τίς γνωστές ἐπιφορές τοῦ προπατορικοῦ ἁμαρτήματος, ἀλλά καί τό πνευματικό γονιδίωμα τῶν ἐξαγιασμένων γονέων καί προγόνων της.  Ὁ σημερινός μητροπολίτης  Σιατίστης  Ἀθανάσιος πού καθόταν δίπλα μου, μοῦ ψιθύρισε: «Τί νά εἶναι ἄραγε αὐτό τό πνευματικό γονιδίωμα»;
Παρορμητικός ὅπως εἶμαι, ὑπέβαλα ἀμέσως ἐρώτηση στόν ἀλησμόνητο ὑπέροχο πανεπιστημιακό μας δάσκαλο.  Ἐκεῖνος ἐξήγησε ὅτι δέν ἀφορᾶ τήν ψυχή αὐτό τό θέμα.  Κάθε ψυχή ἔχει τελειότητα καί ἔχει ἀρτιότητα ἀπό πλευρᾶς πνευματικῆς συγκροτήσεως. Τίποτα τό κληρονομικό δέν παίρνουμε ἀπό τήν ψυχή πού δέν εἶναι κλωνοποιημένη ἀπό τίς ψυχές τῶν προγόνων καί τῶν ἀμέσων γεννητόρων μας, ἀλλά προέρχεται αὐτοστιγμεί τήν ὥρα τῆς συλλήψεως ἀπό τήν δημιουργική ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ.  Πάραυτα ἐμψυχώνεται τό σωματικό μέρος πού γονιμοποιεῖται καί οἱ ψυχικές αἰσθήσεις λειτουργοῦν μέσω τῶν σωματικῶν αἰσθήσεων. Κάθε κληρονομικότητα βιολογική ἤ πνευματική ἀφορᾶ τήν σάρκα. Μέσω τῆς σάρκας παίρνουμε τίς συνέπειες τοῦ προπατορικοῦ ἁμαρτήματος ἀλλά καί τόν προσωπικό τρόπο ὑπάρξεως τῶν ψυχῶν πού ζωοποίησαν αὐτήν τήν σάρκα... 
Γιατί – ὅπως ἐξήγησε - ἀφήνουν σάν πατημασιές, σάν ράγες τόν τρόπο κινήσεώς τους οἱ ψυχές, πάνω στό σαρκικό μέρος τῆς ἀνθρώπινης ὑπόστασης.  Αὐτά,ἄν θέλει ἡ προαίρεση τῶν ἐπιγενομένων πού τά βρίσκει τά υἱοθετεῖ, ἄν δέν θέλει ὄχι.  Δέν εἴμαστε ὅμηροι καμίας κληρονομικότητας διότι τότε θά κινούμαστε κατά φύσιν μέσα σ’ ἕνα νοθευμένο τοπίο, που ὑπεύθυνος γιά τή σύνθεσή του θά ἦταν ο ἴδιος ὁ Θεός.  Ἡ προαίρεση μυστηριωδῶς ἐξ’ ἄκρας συλλήψεως λειτουργεῖ καί τότε πού δέν ὑπάρχει ἀνεπτυγμένη νόηση.  Βλέπουμε π.χ. τόν Τίμιο Πρόδρομο πρίν νά γνωρίσει τό κακό νά ἐκλέγει τό ἀγαθό....
Στό σημεῖο αὐτό παρενέβην καί πάλι ρώτησα τόν ἀείμνηστο καθηγητή μας, ἄν αὐτή ἡ προαιρετική λειτουργία τοῦ ἐμβρύου καθορίζεται ἀπό κάποιους παράγοντες.  Ἀπάντησε ὅτι εἶναι μυστήριο ἀλλά ὁπωσδήποτε ἐπηρεάζεται ἀπό τήν ἀτμόσφαιρα μέσα στήν ὁποία συλλαμβάνεται καί κυοφορεῖται καί ἀπό τήν ζωηρότητα τῶν πνευματικῶν γραμμῶν πού εἶναι χαραγμένες πάνω στήν σάρκα πού κληρονόμησε... Ἔκτοτε μέ φώναζε ὁ μακαριστός «πνευματικό γονιδίωμα».  Τόν συνάντησα κάποτε ἔξω ἀπό τήν Ἱερά Μονή Ἁγίας Φιλοθέης Ἐκάλης.  Ἀπό μακριά μοῦ φώναξε «ἔλα ἐδῶ πνευματικό γονιδίωμα». Ἤμασταν μαζί τότε μέ τόν ἐκλεκτότατο Ἀρχιμ. Ἰωήλ Κωνστάνταρο.
Ἦταν πιά εὐνόητο σ’ ἐμένα ὅτι πνευματικό γονιδίωμα δέν ἦταν μόνο ἐξωτερική ἀντανάκλαση τῶν στοιχείων τοῦ χαρακτῆρα μέσω τῆς συνοίκησης τῶν παιδιῶν μέ τούς γονεῖς τους καί γενικά μέσω τῆς ἐπαφῆς τῶν ὑπό διαμόρφωση προσωπικοτήτων, μέ τά πρότυπα ἀγωγῆς πού ἐκεῖνοι ἐξασφάλιζαν στά τέκνα τους.  Ἀκόμη καί παιδιά πού υἱοθετοῦνταν ἀπό θετούς γονεῖς καί βρίσκονταν μακριά ἀπό τήν γονική τους φύτρα, παρουσίαζαν χαρακτηρολογική ὁμοιογένεια, ἤτοι ἐμπαθῆ παθητότητα ἤ χαρισματική διαγωγή, εἰδικά τά ὁμοζυγωτικά δίδυμα... Μέ συνεῖχε ἔκτοτε ἡ ἐπιθυμία νά ἐρευνήσω τί εἶναι αὐτές οἱ πνευματικές κληρονομικές ἐπιφορές, νοουμένου ὅτι γνώριζα ὅτι ἡ παθητότητα τῆς μεταπτωτικῆς φύσεως συνείχετο μόνο στήν μετάδοση τῶν ἀδιαβλήτων παθῶν, τῆς φθορᾶς καί τῆς θνητότητος.  Ἄρχισα νά μελετῶ τούς Πατέρες.  Φυσικά μία τέτοια ἔρευνα χρήζει θείου φωτισμοῦ καί ὄχι διανοητικῶν ἐνασχολήσεων. Μέ τήν βοήθεια τοῦ Θεοῦ ἄρχισε νά ξετυλίγεται τό κουβάρι, ὅταν μελέτησα τίς Θεομητορικές ὁμιλίες τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ καί παρεμφερῆ σχόλια τοῦ Ἁγίου Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου.  Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς σέ ὁμιλία του στούς προπάτορες τοῦ Χριστοῦ λέγει ὅτι τό Ἅγιο Πνεῦμα προοικονομοῦσε τήν προέλευση τῆς Παρθένου «εἰς τό εἶναι πρόοδον ἄνωθεν ἐκλεγόμενον καί ἀνακαθαῖρον τήν τοῦ γένους σειράν», δηλαδή ἐξέλεγε καί καθάριζε ἀπό τήν ἀρχή τήν γενεαλογική σειρά, καί ἐνέτασσε τούς ἀξίους νά γίνουν πατέρες μέσα σ’ αὐτήν τήν πατρογονική ἐξέλιξη, τούς δέ ἀναξίους τούς ἀπέρριπτε τελείως. Ἡ Παναγία κληρονόμησε μέν τήν πεπτωκυΐα φύση τοῦ Ἀδάμ, προῆλθε ἀπό τήν σάρκα καί τό σπέρμα του, «ἀλλ’ ἐκ Πνεύματος Ἁγίου κακείνου πολυειδῶς ἄνωθεν καθαιρομένου, τῶν κατά γενεᾶς ἀριστίνδην ἐκλεγομένων».  Ἡ θεία πρόνοια ἐνέτασσε στό γενεαλογικό δέντρο τῆς Θεοτόκου αὐτούς πού καθαρίζονταν ἀπό τό Ἅγιο Πνεῦμα.  Ὁ Νῶε χρημάτισε προπάτοράς της, διότι ἦταν «δίκαιος καί τέλειος ἐν τῇ γενεᾷ αὐτοῦ».  Γράφει ἐπί λέξει ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς: «Προῳκονόμει δέ καί τήν ταύτης εἰς τό εἶναι πρόοδον ἄνωθεν ἐκλεγόμενον καί ἀνακαθαῖρον τήν τοῦ γένους σειράν, καί τούς μέν ἀξίους ἤ ἀξιολόγων ἐσομένους πατέρας προσιέμενον, τούς δέ ἀναξίους τελείως ἀποβαλλόμενον». (Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ, Ὁμιλία ΝΖ΄, περί τῆς κατά σάρκα γενεαλογίας τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ καί τῆς αὐτόν ἐν παρθενία τεκούσης ἀειπαρθένου καί Θεοτόκου, κεφ. 6, ΕΠΕ 11, σελ. 432, Θεσσαλονίκη 1986).
Σέ ἄλλο σημεῖο ἀναφέρει ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς ὅτι ἡ Παναγία εἶναι «ὑπό ρίζης ἁγίας ἀνειμένος βλαστός ὑπεράγιος», γι’ αὐτό καί «οὐ μήν ἀλλ’ οὕτως ἔχουσα τῶν τε θείων χαρισμάτων καί τῶν ὅσα δῶρα φύσεως ἐξ’ αὐτῆς, ὡς εἰπεῖν, τῆς μητρικῆς νηδύος, οὐδ’ ἐπίκτητον τιν’ ἄλλην φύσιν ἐαυτῆ... φοιτήσασα εἰς διδασκάλων εἰσενηνοχέναι ἔγνωκεν» (Ε.Π.Ε. 11, 272-292).  Ὁ δέ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος ἀναφερόμενος στήν γέννηση τοῦ Προφήτου Σαμουήλ, ἐπισημαίνει ὅτι ἔχει ἀρχή τά δάκρυα, τήν προσευχή καί τήν πίστη τῆς ἁγίας Ἄννης καί ὄχι ὅπως γίνεται στούς ἄλλους «ὕπνος καί συνοδοί τῶν γεννησάντων μόνον», ἄν καί πάντοτε «τό τεκεῖν ἄνωθεν ἔχει τήν ἀρχήν, ἀπό τῆς τοῦ Θεοῦ προνοίας, καί οὔτε γυναικός φύσις, οὔτε συνουσία, οὔτε ἄλλο οὐδέν αὐτάρκες πρός τοῦτο ἐστίν».  Γι’ αὐτό ἀπό μία τέτοια εὐλογημένη σύλληψη σάν αὐτήν τῆς Ἄννης, προῆλθε προφήτης.  Ἀναφέρει ἐπί λέξει ὁ ἅγιος: «Εἰ γάρ καί ὁ ἀνήρ ἔσπειρεν, ἀλλά τῷ σπέρματι τήν δύναμιν ταύτης παρέσχεν ἡ εὐχή, καί σεμνοτέρας τάς ἀρχάς τῆς γεννήσεως ἐποίησεν. Οὐ γάρ δή, καθάπερ τῶν λοιπῶν, ὕπνος καί συνοδοί τῶν γεννησαμένων μόνον, ἀλλ’ εὐχαί, καί δάκρυα, καί πίστις ἀρχαί τῆς γεννήσεως ταύτης ἐγένοντο, καί σεμνοτέρας τῶν ἄλλων ἔσχεν τάς γονάς προφήτης διά τήν πίστιν τῆς μητρός γεγονώς...» (PG54.643).
Κατά τόν ἴδιο ἀκριβῶς τρόπο, μακαρίζει καί ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός τό ἀποκορύφωμα τῆς γενεαλογικῆς σειρᾶς τῆς Θεοτόκου, ἤτοι τόν πατέρα αὐτῆς ἅγιο καί δίκαιο Ἰωακείμ καί συγκεκριμένα «τήν ὀσφύν αὐτοῦ, ἤτις κατέβαλε σπέρμα πανάμωμον».
Ἀπ’ ὅλα αὐτά εἶναι ἐξώφθαλμο,ὅτι δέν εἶναι μία ἁπλή «ἠθική» ἐπιβράβευση ἀπό πλευρᾶς τοῦ Θεοῦ ἡ ἐπιλογή τῶν Προπατόρων τῆς Θεοτόκου, ἐπειδή ἀναπαύθηκε στήν πνευματική τους ποιότητα καί τούς ἐπιστράτευσε δυνάμει τῆς προγνωστικῆς Του ἰδιότητος στήν γενεαλογική σειρά τῆς κατά σάρκα γεννήσεώς Του...  Δέν τό ἔκανε αὐτό, ἐπειδή τάχα ἄξιζε τόν «κόπο» νά μετάσχουν στήν ὑλοποίηση ἐξαιρέτων σωτηριολογικῶν προγραμματισμῶν λόγῳ τῆς ἐνάρετης ζωῆς τους.  Αὐτή ἡ ἐνάρετη ζωή εἶχε οὐσιαστικό ρόλο νά διαδραματίσει στήν ὅλη ἐπίτευξη τῆς ἀπολυτρωτικῆς θείας οἰκονομίας, ἐπειδή κληροδοτοῦσε ὁλοένα καί ἐπαυξανόμενη καθαρότητα, «εὔκρατο κλῖμα», γιά νά μεγιστοποιηθεῖ ἡ ἐπενέργεια τῆς Χάριτος τοῦ Θεοῦ μέχρι τῶν ἰδανικῶν προσώπων πού γέννησαν τήν Θεοτόκο.  Ἄν αὐτό ἔγινε μόνο γιά λόγους παραδειγματισμοῦ καί οἱονεί ἠθικῆς ἐπιβράβευσης, αὐτό καί μόνο θά δημιουργοῦσε ὑπεροψία καί ἀλαζονική καύχηση στούς ἀναφυομένους ἐξ’ αὐτῶν ἐπιγόνους, γιά τούς ἐκλεκτούς τοῦ Θεοῦ προπάτορές τους.  Αὐτό ὄντως ἐμφανίσθηκε στά ἔκγονά τους καί τό καυτηριάζει δριμύτατα ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος. Στίς πρῶτες ὁμιλίες του στό κατά Ματθαῖον Εὐαγγέλιο ἀναφέρει πολλά.  Τονίζει ὅτι καί πόρνες καί ἁμαρτωλοί συμμετεῖχαν σ’ αὐτή τήν γενεαλογική σειρά, ὁπότε ἡ καύχηση τῶν Ἰουδαίων γιά τό εὐλογημένο σπέρμα τοῦ Ἀβραάμ ἦταν χωρίς ἀντίκρυσμα.  «Μηδείς τοίνυν ἐπί τούτοις (γιά τούς προγόνους του) μέγα φρονείτω.  Ἀλλ’ ἐννοήσας τοῦ Δεσπότου τούς προγόνους, τό φύσημα ἅπαν κενούτω...» (Ε.Π.Ε. 9,94).  Σέ ἄλλο σημεῖο ἀναφέρει ὅτι ὁ Χριστός προῆλθε γενεαλογικά καί ἀπό μεγάλους ἁμαρτωλούς «οὐδαμῶς ἐπαισχυνόμενος τά ἡμέτερα κακά».  Γράφει ἀκόμη: «Ἔνθα μέν ἐχθροί, ἡ κόλασις αὐτῶν.  Ἔνθα δέ ἀγαπητοί, οὐδέν πρός αὐτούς ἡ τῶν προγόνων ἀρετή, ἐάν μή πιστεύσωσιν...» (Ε.Π.Ε. 17, 420).
Ἑπομένως, ἡ ἐπιβραβευτική καί μόνο ἐπιλογή ἀπό τόν Παντογνώστη Θεό τῶν Θεοπατόρων καί ἡ ἔνταξή τους στήν ἐκτέλεση θείων ὑπηρεσιῶν, εἶναι χωρίς οὐσιαστικό νόημα ἤ καί ἐπισφαλής, γι’ αὐτούς πού θά τήν ἐκμεταλλευτοῦν ἐγωιστικά, ὅταν μάλιστα αὐτή ἡ ἐπιλογή δέν ἔχει ἀποτελεσματικό ρόλο στήν ἐπίτευξη τοῦ μυστηρίου τῆς Θείας Οἰκονομίας ἀλλά μόνο τιμητικό καί θεοστεφῆ χαρακτῆρα.
Ἐνθυμοῦμαι, τόν διαφορετικό αὐτό τρόπο πού ἀντιμετωπίζουν τήν γενεαλογική σειρά τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ οἱ ἅγιοι Πατέρες Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος καί Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς, τήν ἔθεσα κάποτε στόν ἀπό στήθους γνωρίζοντα τά συγγράμματα αὐτῶν, ὁλιγογράμματης παιδείας, Γέροντα Ἀναστάσιο τόν ἡσυχαστή, τόν Κουδουμιανό. Μοῦ ἀπάντησε χιουμοριστικά: «ἄσε νά τούς ρωτήσουμε».  Μετά ἀπό λίγες ἡμέρες μοῦ ἀπάντησε ὅτι ἦταν διαφορετικοί οἱ ἀποδέκτες τῶν σχετικῶν ἀναφορῶν τους. Οἱ ἑκάστοτε Πατέρες προσαρμόζουν τό περιεχόμενο τῆς διδαχῆς τους στίς ὑπάρχουσες ποιμαντικές ἀνάγκες.  Ὁ μέν Ἅγιος Γρηγόριος  ὁ Παλαμᾶς κάνει λόγο γιά συνεχῆ καθαρτική διαδικασία, τά ἀποτελέσματα τῆς ὁποίας ὁλοένα καί μεγιστοποιοῦνταν μέχρι τήν ἐμφάνιση τῆς Θεοτόκου.  Αὐτοί οἱ ἁγνισμοί τῶν Προπατόρων ἀναφέρονται στήν καθ’ ὑπόσταση ἕνωση θείας καί ἀνθρώπινης φύσεως στό Χριστό.  Καί ἔπρεπε ὁ Πανυπερτέλειος Θεός νά προσλάβει καθαρώτατη φύση (μέ τήν πληρότητα τῶν Ἀδαμιαίων κληροδοτημάτων), ἀφοῦ ὅπως γράφει καί πάλι ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς «ἐν γάρ τοῦτο μόνον Θεῷ ἀδύνατον, συνελθεῖν ἀκαθάρτῳ πρίν καθαρθῆναι πρός ἕνωσιν». (ὁμιλία ΝΙ΄ εἰς... τήν Εἴσοδον τῆς Θεοτόκου, Ε.Π.Ε. 11).
Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος ἀναφέρει καί τά κενά «τῆς χιονοστιβάδας» μου, γιατί ἔβλεπε τήν ἀλαζονική καύχηση κάποιων γιά τήν καταγωγή τους καί τόνιζε ὅτι αὐτό δέν σώζει, ἀλλά «ἀπό τῆς οἰκείας προαιρέσεως γίνεται τό πᾶν» (Ε.Π.Ε. 22,450).  Καί ἔφερνε παράδειγμα τά ἁμαρτωλά πρόσωπα πού ἐντάσσονται στόν γενεαλογικό κατάλογο τοῦ Χριστοῦ, γιά νά ἐξάρει περισσότερο ἀπό τίς προϋποθέσεις «τῆς καθ’ ὑπόστασιν ἑνώσεως», «την ,ἐκ τῆς προσλήψεως ταύτης, θεραπείαν καί ἀποκαταστάσιν».
Τό τί ἐννοοῦσε στίς προκαθαρτικές ἀναφορές του ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς, τό ἐπεξηγεῖ παραστατικώτατα ὁ Ἅγιος Νικόδημος ὁἉγιορείτης:«...Καθώς ὁ νεώτερος φυσικός, Μουσχεμβροέκιος καλούμενος, διυλίζοντας καί λαμπικαρίζοντας τό πνεῦμα τοῦ οἴνου, ἤτοι τό ρακί ἐνενήντα φορές, ἐποίησεν αὐτό τόσον καθαρόν καί τόσον λαμπρόν, ὥστε εὐθύς ὅπου ἀνοίγετο τό στόμα τοῦ περιέχοντος αὐτό ἀγγείου, εὐθύς ἐξατρίζετο εἰς τόν ἀέρα.  Τοιουτοτρόπως καί ὁ τῆς φύσεως ἀριστοτέχνης Θεός, ἀφ’ οὗ ἐβδομηκοντάκις ἐπτά διύλισε καί ἐκκαθάρισε τό αἷμα ὅλου τοῦ γένους τῶν ἀνθρώπων, διά μέσου τόσων καί τόσων ἐκλελεγμένων δικαίων καί ἁγίων ἀνδρῶν,οὕτω τελευταῖον εὐδόκησε νά γεννηθεῖ ἡ Κυρία Θεοτόκος, ἡ μέλλουσα Αὐτόν κατά σάρκα γεννῆσαι ἐκλελεγμένη ἐκ τῶν ἐκλελεγμένων δικαία ἐκ τῶν δικαίων καί Ἁγία ἐκ τῶν ἁγίων» (῾Οσίου Νικοδήμου ῾Αγιορείτου, Κῆπος Χαρίτων ἤτοι ῾Ερμηνεία Γλαφυρὰ εἰς τὰς Θʹ ᾩδὰς τῆς Στιχολογίας, σελ. 190-229, ἔκδοσις γʹ, Βασιλείου Ρηγοπούλου, Θεσσαλονίκη 1979).
Σέ ἄλλο σημεῖο ὁ Ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης, ἑρμηνεύοντας τήν ἀποστολική παράθεση στήν Α΄ πρός Κορινθίους ἐπιστολή στίχ. ΙΔ΄ «ἐπεί ἄρα τά τέκνα ὑμῶν ἀκάθαρτα ἐστι, νῦν δέ ἅγια ἐστιν» ἀναφέρει τά ἐξῆς, ἐπικουρούμενος καί ἀπό τόν ἱερό Θεοφύλακτο: «Ἀνίσως τά ἐκ τοῦ πιστοῦ ἀνδρός καί τῆς πιστῆς γυναικός γεννηθέντα τέκνα εἶναι ἀκάθαρτα, ὡς ἕλκοντα τόν ρῦπον τοῦ προπατορικοῦ ἁμαρτήματος... πόσῳ μᾶλλον εἶναι ἀκάθαρτα τά ἐκ τοῦ ἀνδρογύνου γεννώμενα, τοῦ ὁποίου τό μέν ἕνα μέρος εἶναι πιστόν, τό δέ ἄλλο, εἶναι ἄπιστον; ἴσως δέ εἶπεν αὐτά ἅγια, καθ’ὅτι ἁγιάζονται βαπτιζόμενα καί πιστά γινόμενα, ἐξ’ αἰτίας τοῦ πιστοῦ μέρους τοῦ ἀνδρογύνου».  Ἐδῶ μᾶς λέει ὁ Ἄγιος Νικόδημος, ὅτι ἐπιβαρύνεται ὁ γενεαλογικῶς σέ ὅλους μας μεταφερόμενος προπατορικός ρῦπος, ὅταν κάποιος ἀπό τούς γονεῖςἀπό τούς ὁποίους προήλθαμε, δέν εἶναι πιστός.  Ἄν δηλαδή κατάλαβα καλά, ἀναφέρεται, ὄχι μόνο στην κοινή ἀδιάβλητη παθητότητα,πού ὅλοι ἀνεξαιρέτως κληρονομοῦμε,ἀλλά σέ ξεχωριστή κληρονομική ἐπιφορά, γιά νά μήν πληροφορηθῶ καί πάλι σέ ποιά δυτικόφερτη αἵρεση μέ ἐντάσσει ὁ πολυσέβαστος καί ἀγαπητότατος ἐν Κυρίῳ π. Παΐσιος.  Ἔχει ἀπόλυτο δίκαιο ὅταν λέγει ὅτι ἡ Χάρις δέν κληροδοτεῖται ὡς μή κτιστή οὖσα.  Εἶναι σχολαστική καί βαρλααμική πλάνη ἄν ὑποστηρίξουμε κάτι τέτοιο.  Τά ἀποτελέσματα ὅμως τῆς ἐπενέργειας τῆς θείας Χάριτος κληροδοτοῦνται, ἐπαυξανόμενα μάλιστα ὑπό τῆς ἀσκητικῆς προαιρέσεως ἐκείνων πού τά δέχονται.  Ἄλλως πρέπει νά ἀπορρίψομε τά ὑπό τοῦ Ἁγίου Νικοδήμου τοῦἉγιορείτου παρατιθέμενα.  Ὅταν εἶπα στήν συνέντευξη γιά κληρονομούμενη ἁγιότητα, δέν ἐννοοῦσα τήν ἄκτιστη Χάρη,ἡ μέθεξη τῆς ὁποίας ἐξαρτᾶται ἀπό τά ὑπό τῆς προαιρέσεως ἐνεργούμενα, ἀλλά τήν ἐπαυξανόμενη καθαρότητα τῶν προπατόρων τήν ὁποία καί ἁγιότητα ἡ Ἐκκλησία ἐξονόμασε.  Παραθέτει ὁ ἀδελφός ἕνα ἀπόσπασμα ἀπό ὁμιλία τοῦ Ἁγίου Νικολάου τοῦ Καβάσιλα καί ἑρμηνεύει τόν ὅρο «κακία» ὡς τά ἀποτελέσματα τῆς πτώσεως,σε νοηματική ἀπόδοση τῶν δερματίνων χιτώνων καί μόνο.  Συμφωνῶ ἀπολύτως,ἄν καί μπορεῖ νά ἐννοοῦσε ὁἍγιος καί κάτι βαθύτερο.  Σέ ἄλλο σημεῖο, σχετικά μέ τή Θεοτόκο, ἀναφέρει ὁ Ἅγιος Νικόλαος ὁ Καβάσιλας: «Ἄνθρωπος ἦν ἐξ’ ἀνθρώπων ἀνέφυ, τῶν αὐτῶν μετέσχε πάντων τῷ γένει (ἤτοι φθορά, θνητότητα, ἀδιάβλητη παθητότητα), φρονήματος δέ οὐκ ἐκληρονόμησεν ἴσου, οὐδέ παρεσύρη τῇ τοσῇδε τῶν κακῶν συνήθεια».(Λόγος εἰς τήν πάνδοξον Κοίμησιν τῆς Ὑπεραγίας Δεσποίνης ἡμῶν καί Παναχράντου Θεοτόκου. Ἡ Θεομήτωρ, σελ. 184). Εἶναι, ἐπεξηγεῖ, κατά πάντα μέτοχος τῶν μεταπτωτικῶν κληροδοτημάτων, ἀλλά φρόνημα κληρονόμησε διαφορετικό καί δέν ἀνέπτυξε καί ἐκκολαπτόμενη ὑποστατικά γνωμικό θέλημα, παρασυρόμενη ἀπό τήν δύναμη τῆς ἁμαρτίας.  Νομίζω ὁ ἅγιος ἐδῶ εἶναι σαφής.  Τό φρόνημα δέν ἔχει νά κάνει μέ τήν σάρκα, ἀλλά μέ τίς πεποιθήσεις, μέ τήν ἐνδογενή ποιότητα, μέ τήν νοοτροπία πού ἀπορρέει ἀπό τά ψυχικά ἐνεργήματα.  Τό χαρακτηριστικό εἶναι ὅτι ὁἍγιος λέγει «ἐκληρονόμησε» καί ὄχι «ἀνέπτυξε-καλλιέργησε» ὅπως ἀναφέρει στήν ἀμέσως ἑπόμενη πρόταση «οὐδέ παρεσύρη τῇ τοσῇδε τῶν κακῶν συνήθεια».
Σέ ἄλλο σημεῖο τῆς ὁμιλίας του στή γέννηση τῆς Θεοτόκου, ὁ Ἅγιος Νικόλαος ὁ Καβάσιλας, ἐγκωμιάζοντας τούς γονεῖς καί προπάτορες τῆς Θεοτόκου, τονίζει ὅτι ἡ κοινή φύση ἦταν ἀνίκανη νά παράγει ἀπό μόνη της τέτοιο ὑπέροχο ἔργο, «ἀλλά τῆς τῶν προπατόρων προσευχῆς καί δικαιοσύνης ἔργον ὑπῆρξεν».  Τούς συγκρίνει μέ ἄλλους εὐεργέτες τῆς ἀνθρωπότητας, οἱ ὁποῖοι εἶχαν καταστήσει τήν ψυχή τους σύμφωνη καί σύμμετρη πρός τά ἀγαθά πού ἔγιναν αἰτία νά ἔρθουν στούς ἄλλους, καί ἐρωτᾶ πῶς πρέπει νά ὀνομασθοῦν ἄραγε εκείνοι «οἷς ὁ Θεός ἐχρήσατο τήν θαυμαστήν ταύτην τῷ κόσμῳ κατατιθέμενος χάριν ὡς ἄν ὀργάνοις τῆς Αὐτοῦ φιλανθρωπίας ἤ συνεργοῖς ἤ ὅ,τι βέλτιον χρῆ καλεῖν;» Ἤτοι, πόσο σπουδαῖοι εἶναι οἱ διάκονοι ἐκεῖνοι, πού χρησιμοποίησε ὁ Θεός σάν ὄργανα τῆς φιλανθρωπίας Του ἤ συνεργούς Του ἤ ὅπως ἀλλοιῶς πρέπει καλύτερα νά τούς ἀποκαλέσουμε;
Φαίνεται καθαρά ὅτι ὁ ρόλος τῶν Προπατόρων στήν ἐπίτευξη τοῦ σχεδίου τῆς θείας οἰκονομίας, ἦταν βαθύς καί πολύ οὐσιαστικός.  Δέν ἦταν ἁπλῶς ἐπιβράβευση ἤθους καί πνευματικῆς ἀριστείας ἀλλά ἐμφανέστατη συνεργεία μετά τοῦ Θεοῦ στήν ἔναρξη τοῦ ἀπολυτρωτικοῦ ἔργου τῆς Θείας Οἰκονομίας.  Γι’ αὐτό παρακάτω ἀναφέρει ὁἍγιος: «ἔδει γάρ ταύτης μέν τῆς ρίζης, τοῦτον δέ τόν τρόπον τήν τοῦ Θεοῦ μητέρα τό σῶμα τό πνευματικόν ἀνάσχειν».  Ὁ ὑπομνηματιστής τοῦ βιβλίου «Ἡ Θεομήτωρ»,  (ἀπό τίς ἐκδόσεις τῆς Ἀποστολικῆς Διακονίας) ὅπου παρατίθενται οἱ Θεομητορικές ὁμιλίες τοῦἉγίου Νικολάου τοῦ Καβάσιλα, ὑπομνηματίζει αὐτό τό τελευταῖο σημεῖο στήν σελίδα 54 καί ἀναφέρει τά ἐξῆς χαρακτηριστικά: «τό γεγονός ὅτι ἡ Παναγία συνελήφθη «σωφρόνως», δέν τήν ἀπαλλάσσει ἀπό τήν ἐνοχή τοῦ προπατορικοῦ ἁμαρτήματος, οὔτε ἀπό τήν ροπή πρός τήν ἁμαρτία (concupiscentia), τήν προφυλάσσει ὅμως ἀπό τίς ἁμαρτωλές ἐκεῖνες ροπές πού κληροδοτοῦν οἱ σαρκικοί καί φιλήδονοι γονεῖς στά παιδιά τους…»
Ἄν ἀναφέρομαι συχνά σέ Πατερικές θέσεις σχετικά μέ τό γενεαλογικό δέντρο τῆς Θεοτόκου, αὐτό γίνεται γιατί οἱ Πατέρες μίλησαν γιά τόν ἄνθρωπο γενικά, χωρίς νά ἀναφερθοῦν σέ ἐπιμέρους παραμέτρους.  Εἶχαν βάση τῆς θεολογίας τους τόν προπτωτικό ἄνθρωπο καί ὄχι τόν μεταπτωτικό, πού προβάλλει ἐπίμονα ἡ γέμουσα μέ δυτικόφερτες φιλοσοφικές ἐπιρροές, σύγχρονη περσοναλιστική θεολογία. Ἔκαναν ποιμαντική ἀνάλογα μέ τίς ἀνάγκες, ὄχι βερμπαλιστική ἐπίδειξη θεολογικῶν γνώσεων.Ὅταν χρειάσθηκε νά μιλήσουν εἰδικότερα γιά τούς προπάτορες τοῦ Κυρίου καί τῆς Παναγίας Μητέρας Του, τότε μίλησαν κάπως ἀναλυτικότερα γιά τήν κληρονομικότητα, ἀλλά καί πάλι συμπεπυκνωμένα, καί σύμφωνα μέ τήν ὁρολογία τῆς ἐποχῆς καί τήν ἀντιληπτική δυνατότητα τῶν τότε ποιμαινομένων.  Οἱ σύγχρονοι ἅγιοι, χρησιμοποίησαν καί ἄλλους τεχνικούς ὅρους γιά νά ἐπενδύσουν τήν ἐμπειρία τους, ἡ ὁποία βασίζεται στήν ἤδη ὑπάρχουσα θεολογία τῶν πρώτων αἰώνων, ἀλλά δίνει ἀπάντηση και σέ επίκαιρες ἐπιστημονικές προκλήσεις, σέ σύγχρονες ἀνθρωπολογικές ἀγκυλώσεις καί ὀλέθριες πρακτικές.  Δέν ἐπιστημονοποίησαν τήν θεολογία ἀλλά θεολογικοποίησαν τήν ἐπιστήμη, ἤτοι ἐρμήνευσαν μέ βάση τήν θεολογία τῶν Ἁγίων Πατέρων καί τήν δική τους ὅμοια ἐμπειρία, τά σύγχρονα τεκμηριωμένα ἐπιστημονικά πορίσματα.
Ἡ ἀποκάλυψη εἶναι ἐνιαία στήν διαχρονική πορεία τῆς Ἐκκλησίας, ὑπάρχει ἡ σταθερή ὁρολογία τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων καί τῶν Πατέρων πού τίς συνεκρότησαν καί τίς διερμήνευσαν, ἀλλά ὑπάρχει καί ἡ ἐπί μέρους ἀνάλυση σέ κάθε νεοφυές θέμα ἀπό τούς σύγχρονους ἁγίους, οἱ ὁποίοι τήν ἴδια ἀποκάλυψη τήν διατυπώνουν μέ σύγχρονα παραδείγματα καί ἐκφράσεις προσιτές στήν ἀντιληπτική ἱκανότητα τῶν ἀνθρώπων, γιά λόγους ποιμαντικῆς ἀποτελεσματικότητος.
Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς τονίζει, ὅτι ὁ ἀνθρώπινος  νοῦς ὅταν κινεῖται σέ κατώτερα πνευματικά στρώματα, εἶναι ἀνακατεμένος μέ παντοειδεῖς σωματικές γνώσεις καί ἐπί πλέον μέ τίς πολύτροπες καί δυσκολοαπόβλητες πληροφορίες καί σχέσεις πού προσλαμβάνει ἀπό τό γήινο ἐξωτερικό περιβάλλον. Ὥστε ἀνιχνεύει σωματικές πληροφορίες ὁ νοῦς; Ἔχει κατά τρόπο φυσικό τήν σύνδεση μέ τό σῶμα καί δύναται νά κάνει κάτι τέτοιο. Ποιές εἶναι ἄραγε αὐτές οἱ σωματοειδεῖς γνώσεις; Δέν εἶναι ἐξωτερικές γιατί διερμηνεύει ἀμέσως μετά, ὅτι τό αὐτό γίνεται καί μέ τίς ἀπό τήν ἐδῶ ζωή πολύτροπες καί δυσκολοαπόβλητες γνώσεις: «Καί νοῦς τοίνυν, εἰ μή ὅλος καί ἀεί περί τά κάτω στρέφοιτο, γένοιτ’ ἄν καί τῆς κρείττονός τε καί ὑψηλοτέρας ἐνεργείας, εἰ καί μακρῷ δυσχερέστατον ἐφίππου, ἄτε φύσει τήν μετά σώματος ἔχων συμπλοκήν καί ταῖς σωματοειδέσι γνώσεσι συμπεφυρμένος καί τοῖς ἐκ τοῦδε βίου πολυτρόποις καί δυσαποβλήτοις σχέσεσι..» (ὑπέρ τῶν ἱερῶς ἡσυχαζόντων, Λόγος 1,3 Ε.Π.Ε. 2, 206-208).
Μοῦ κάνει μεγίστη ἐντύπωση ὅτι τόν ἴδιο καί ἀπαράλλακτο αὐτό λόγο τόν συνάντησα στά κείμενά του δύο φορές.  Ὁ νοῦς, ἐπαναλαμβάνει σέ Θεομητορική ὁμιλία του, ἔχει «φύσει τήν μετά τοῦ σώματος συμπλοκήν καί ταῖς σωματοειδέσι γνώσεσι ἐστι συμπεφυρμένος καί ταῖς ἐκ τοῦ τῆδε βίου πρός τά γήινα πολυτρόποις καί δυσαποβλήτοις σχέσεσι» (Ὁμιλία ΝΙ΄εἰς τήν...Εἴσοδον τῆς Θεοτόκου... Ε.Π.Ε. 11, 336-338).
Ἡ ἀνθρωπολογία τῆς Ἐκκλησίας, ἐκφράζεται περιφραστικά ἀλλά πολύ δυνατά, στήν ἀναίρεση ἀπό τόν ἅγιο Γρηγόριο τόν Παλαμᾶ τῆς πολυποίκιλης πλάνης τοῦ Βαρλαάμ.  Διευκρινίζει ἐκεῖ, ὅτι ὅπως ὅταν ἡ ἡδονή ἀπό τό σῶμα πηγαίνει στόν νοῦ, τόν κάνει σωματοειδῆ, ἔτσι καί ἡ πνευματική ἡδονή, ὅταν πηγαίνει ἀπό τόν νοῦ στό σῶμα, τόν καθιστᾶ πνευματικό.  Αὐτό δέν σημαίνει ὅτι ἀλλάζουν σύνθεση νοῦς καί σῶμα, ἀλλά  μεταποιοῦνται ὡς πρός τόν τρόπο τῆς ὀντολογικῆς τους ἐνεργοποίησης.  «Καθάπερ γάρ ἡ ἀπό σωμάτων ἐπί τόν νοῦν ἰοῦσα ἡδονή, σωματοειδῆ ἀπεργάζεται αὐτόν, μηδέν τῇ κοινωνίᾳ τοῦ κρείττονος βελτιωθεῖσα αὕτη, μεταδοῦσα δέ μᾶλλον τοῦ χείρονος αὐτῷ,ὡς δι’ αὐτήν καί σάρκα ὅλον λέγεσθαι τόν ἄνθρωπον, κατά τό εἰρημένον περί τῇ ὀργῇ κατακλυζομένων ὑπό τοῦ Θεοῦὡς “οὐ μή μείνη τό πνεῦμα μου ἐν τοῖς ἀνθρώποις τούτοις διά τό εἶναι αὐτούς σάρκας”, οὕτως καί ἡ ἀπό τοῦ νοῦ ἐπί τό σῶμα πνευματική ἐρχομένη ἡδονή, μηδέν αὐτῇ τῇ κοινωνίᾳ τοῦ σώματος ἀχρειωθεῖσα, μεταστοιχειοῖ τό σῶμα καί πνευματικόν ποιεῖ, τάς σαρκικάς πονηράς ἀποβαλλόμενον ὀρέξεις καί μηκέτι καθέλκον τήν ψυχήν, ἀλλά ταύτη συναναφερόμενον, ὡς πνεῦμα τότε ὅλον εἶναι τόν ἄνθρωπον, κατά τό γεγραμμένον, “ὁ γεγεννημένος ἐκ τοῦ πνεύματος πνεῦμα ἐστίν”.  Ταῦτα δέ πάντα τῇ πείρᾳ δῆλα γίνεται». (Ε.Π.Ε. 8,10-20,365).
Παρακάτω ὁἍγιος κάνει λόγο γιά τίς κοινές ἐνέργειες ψυχῆς καί σώματος καί ἀναιρεῖ τήν πλατωνική πλάνη τοῦ Βαρλαάμ ὅτι τό σῶμα εἶναι κακό καί ἐμποδίζει τήν ψυχή.  «Ἔστι γάρ καί πάθη μακάρια καί κοιναί ἐνέργειαι ψυχῆς καί σώματος οὑ προσηλοῦται τῇ σαρκί τό πνεῦμα, ἀλλ’ ἐγγύς τῆς τοῦ πνεύματος ἀξίας ἀνελκοῦσαι τήν σάρκα καί ἄνω νεύειν καί αὐτήν ἀναπείθουσαι.  Τίνες αὗται; Αἱ πνευματικαί, οὐκ ἀπό τοῦ σώματος ἐπί τόν νοῦν ἰοῦται, ὁ καί πρότερον εἴπομεν, ἀλλ’ ἀπό τοῦ νοῦ ἐπί τό σῶμα διαβαίνουσαι καί τοῦτο διά τῶν ἐνεργημάτων τε καί παθημάτων τούτων ἐπί τό κρεῖτον μετασκευάζουσαι καί θεουργοῦσαι». (Ε.Π.Ε. 12,20-25).
Καταλαβαίνουμε πῶς ἀπέβαλε κάθε ἁμαρτωλό σημάδι τό σῶμα τῶν Προπατόρων καί γιατί γράφει ἐνθουσιασμένος ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός γιά τούς Ἁγίους Θεοπάτορες: «Ὦ ὀσφύς τοῦἸωακείμ παμμακάριστε, ἐξ’ ἦς κατεβλήθη σπέρμα πανάμωμον».  Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς, μᾶς πληροφορεῖ ἀρχικά, ὅτι ὁ νοῦς ὅταν κινεῖται σέ χαμηλά πνευματικά στρώματα, ἀναμιγνύεται μέ τίς παντοειδεῖς σωματικές γνώσεις καί πληροφορίες καί καταντᾶ πλειστάκις ὑλώδης, παχυλός, αἰσθησιακός καί μέ σαρκικά φορτία βεβαρυμένος.  Ὅταν ὅμως, ὁ νοῦς καθαρισθεῖ, ἐκλεπτυνθεῖ καί φωτισθεῖ μέ τήν χάρη τοῦ Θεοῦ, ἀνυψώνει τό σῶμα στά δικά του ἐν-Χριστωμένα ἐπίπεδα καί τό ἀπαλλάσσει ἀπό κάθε κακή ἕξη καί ἐμπαθῆ ἀπόκλιση.
Αὐτά πού ἀναφέρει ὁἍγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς, ἀποδεικνύονται περίτρανα στήν πράξη, καί στήν θαυμαστή γέννηση τοῦ Τιμίου Προδρόμου καί Βαπτιστοῦ.  Ἀναφέρει σέ σχετική ὁμιλία του, ὅτι ὁ Ἰωάννης «συλληφθείς μετά τοσούτων καί οὔτε μεγάλων ἐπαγγελιῶν, πρίν ἤ τεχθῆναι προφήτης χρίεται, καί τῆς χάριτος -ὦ τοῦ θαύματος- τῇ μητρί μεταδίδωσι..» καί «ὑπερβαίνει τήν τῶν προφητῶν τελειότητα ἔτι ἐν τοῖς ἐμβρύοις ὤν». Κατά συνέπεια «μή μόνον...πρίν ἤ γνῶναι τό κακόν ἐξελέξατο τό ἀγαθόν, ἀλλά καί πρίν ἤ γνῶναι τόν κόσμον, ἐν ἐμβρύοις ὤν, ὑπερκόσμιος ὁἸωάννης...» (Ε.Π.Ε. 10, 514-524).  Φαίνεται καθαρά, ὅτι ἡ σύλληψή του ἔγινε μέσα στήν ἀτμόσφαιρα τῆς θείας Χάριτος, τό βιολογικό ἔλαβε χαρακτῆρα πνευματικό, ἡ σωματική κατάσταση τῶν γονέων του ἦταν διαποτισμένη ἀπό τήν ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ μέσω τῆς ἐξαγιασμένης ψυχῆς τους, καί μυστηριωδῶς ἡ προαίρεση τοῦ ἐμβρύου ὑπέστη χαρισματική ἀτρεψία πρίν κἄν γνωρίσει, λογιστικά ἔστω, τήν προσβολή τοῦ κακοῦ καί ὑποστεῖ τό δίλημμα τῆς ἐπιλογῆς.  Καί ἔγινε ἔτσι ἐπίγειος ἄγγελος ἀπό τήν κοιλία τῆς ἁγίας μητέρας του καί ἔμψυχο ὄργανο τῆς θείας Χάριτος.  Ὄχι μόνο αὐτό.  Μετέδωσε καί στή μητέρα του Χάρη καί τήν κατέστησε προφήτιδα καί γενικά ἔγινε ὑπερκόσμιος προτοῦ γνωρίσει ἐμπειρικά τόν κόσμο.  Ἑπομένως, ἡ ἀτμόσφαιρα πού κυοφορεῖται κάθε παιδί, ἐπηρεάζει ἀπό τήν ἐμβρυακή ἡλικία ἀκόμη τήν προαίρεσή του, ἀκόμη καί τότε πού δέν διαθέτει ἀνεπτυγμένη νόηση γιά νά προβεῖ σε ἐνέργεια συνειδητῆς ἐπιλογῆς.  Αὐτό εἶναι ἕνα μυστήριο ἀλλά ἀποδεικνύεται περίτρανα στήν πράξη μέ τό παράδειγμα τῶν Ἁγίων μας.
Ἄν δεχθοῦμε ὅτι δέν ὑπάρχει καθόλου ἐμπαθής κληρονομικότητα, δυνάμει καταγεγραμμένη στούς θύλακες τοῦ βιολογικοῦ DNA, τότε ἀφεύκτως ὁδηγούμεθα στόν συνειρμό, γιατί ὄχι καί στό συμπέρασμα, ὅτι «ἡ τούς ἁγίους ἀγγέλους ἀσυγκρίτως ὑπερέχουσα» Πανάμωμος Δέσποινα, δέν θά ἐπηρεαζόταν καθόλου ἀπό τό ὑλικό τῶν γονέων της, εἴτε αὐτό ἦταν «πανάμωμον» ὅπως ἡ Ἁγιοπατερική Παράδοση ὁμοθυμαδόν ἀποφαίνεται, εἴτε - ἄπαγε τῆς βλασφημίας - ἦταν πορνικόν ἤ κλεψίγαμον! Ἀρκεῖ ἡ προσφερθεῖσα ἀπό τό οἰκεῖο της περιβάλλον ἀγωγή, νά βοηθοῦσε ἐκ βρεφικῆς ἡλικίας τήν προαίρεση τῆς Θεοτόκου, νά παραμείνει ἐπακριβῶς ἐναρμονισμένη μέ τό φυσικό της θέλημα!  Ποιός σοβαρός ἄνθρωπος, μέ στοιχειώδη ἔστω πίστη, μπορεῖ νά δεχθεῖ κάτι τέτοιο; Ἄν συνέβη σέ ἄλλους Ἁγίους, ὅπως τόν ἀναφερθέντα θαυμαστό Ὅσιο Θεόδωρο τόν Συκεώτη, πού ἐπικαλούμενος μέ ἄκρα ταπείνωση τόν τρόπο προελεύσεώς του, κατατρόπωνε τῶν δαιμόνων τίς φάλαγγες, αὐτό συνέβαινε, ὄχι γιατί ἡ ἐμπαθής κληρονομικότητα δέν ὑπῆρχε, ἀλλά γιατί ἡ προαίρεσή του πιθανόν δέν τήν ἀπεδέχθη, εἰδικά ἄν κυοφορήθηκε ἤ ἄν ἀνατράφηκεσέ κλῖμα Χάριτος καί μετανοίας, ἤ δυνατόν νά ὑπῆρχε σ’ ἕνα βαθμό, ἀλλά θεωρώντας την ὡς στάδιο ἀγῶνος, ἀσκητικῶς τήν ἐξωβέλισε.

το  πρωτο μερος                                        συνεχιζεται..

Δεν υπάρχουν σχόλια: