Δευτέρα 18 Ιουνίου 2018

Το να ζει κανείς αρμονικά δεν σημαίνει ότι δεν έχει ανησυχίες, ή προβλήματα, σημαίνει απλώς ότι μπορεί να συμβιώσει μαζί τους με ηρεμία, γαλήνη...

 
Αποτέλεσμα εικόνας για Ζοζέ Σαραμάγκου.Σαν σήμερα, στις 18 Ιουνίου 2010 έφυγε από τη ζωή ο πορτογάλος νομπελίστας Ζοζέ Σαραμάγκου. Γεννήθηκε στο χωριό Αζινιάγκα της Πορτογαλίας, γιος φτωχών χωρικών και αναγκάστηκε αν και καλός μαθητής να εγκαταλείψει το σχολείο. Έτσι ανακάλυψε για πρώτη φορά την λογοτεχνία μέσα από τα σχολικά βιβλία. Αργότερα επισκεπτόταν μια δημόσια βιβλιοθήκη στη Λισσαβώνα και έτσι μόνος του, χωρίς βοήθεια με μόνο κίνητρο την περιέργεια και τη θέληση να μάθει του άρεσε να διαβάζει. Ουσιαστικά είναι ένας συγγραφέας αυτοδίδακτος. Μα πώς γίνεται, σε αυτό το μικρό χωριό, από μια φτωχή αγρο­τική οικογένεια, όπου τα βιβλία ήταν ένα άγνωστο αντικείμενο, να γεννηθεί ο Ζοζέ Σαραμάγκου, ο μόνος Πορτογάλος –μα­ζί με τον Πεσσόα– συγγραφέας που έμελλε να γίνει γνωστός σε όλο τον κόσμο;
Άρχισε να γράφει μετά τα 50 του και έγινε γνωστός διεθνώς μετά τα 60. Το 1998 τιμήθηκε με το Νόμπελ Λογοτεχνίας. Έγινε ευρύτερα γνωστός με το μυθιστόρημά του «Περί Τυφλότητος» (1995) που έγινε και ταινία. Όπως έλεγε: "Μέσα μας υπάρχει κάτι που δεν έχει όνομα· αυτό το κάτι είναι αυτό που είμαστε..."


  Άς τον γνωρίσουμε μέσα από συνεντεύξεις του και αποσπάσματα από τα βιβλία του.
Μια μηλιά, όταν γεννιέται, δεν ξέρει αν θα βγάλει μήλα, ή αν θα είναι καλή μονάχα για να ρίχνει τη σκιά της. Δεν πιστεύω ότι ένας συγγραφέας ξεκινάει λέγοντας στον εαυτό του: “Ο κόσμος είναι εκεί, και τώρα, εγώ, θα τον ερμηνεύσω”. Δεν γίνεται έτσι. Εγώ τουλάχιστον δεν είχα καμία τέτοια πρόθεση. Δεν ξέρω αν υπάρχουν εξηγήσεις για πράγματα που αν και μοιάζουν απλά, είναι βαθιά και σύνθετα.
Πράγματι, στη ζωή μου υπάρχει μια αντίφαση ανάμεσα στην αρχή της ζωής μου και στη στιγμή που ζούμε τώρα. Ο τόπος που γεννήθηκα, οι συνθήκες ζωής μας, η οικογένειά μου, ο κοινωνικός και πολιτισμικός περίγυρος, δεν μαρτυρούσαν καθόλου ποιο θα ήταν το μέλλον μου. Εγώ, παρότι αγαπώ την ελληνική τραγωδία που είναι γεμάτη με παρεμβάσεις του πεπρωμένου, δεν πιστεύω στη μοίρα. Πιστεύω σε κάτι άλλο: πως ό,τι είναι να γίνει δικό μας, θα φτάσει τελικά στα χέρια μας.
Θυμάμαι ότι δεκαοκτώ χρονών, σε μια παρέα που συζητούσαμε τι θα θέλαμε να γίνουμε στη ζωή μας, είχα ξαφνικά δηλώσει ότι ήθελα να γίνω συγγραφέας. Από πού κι ως πού είχα πει ένα τέτοιο πράγμα; Δεν ξέρω. Μάλλον επειδή οι πραγματικοί αναγνώστες γεννιούνται ακόμα και σε αναλφάβητες οικογένειες. Έτσι μόνο εξηγείται το γεγονός ότι, από τα δεκαπέντε μου, αφιέρωνα τον ελεύθερο χρόνο μου τα βράδια διαβάζοντας στη δημόσια βιβλιοθήκη. Διάβαζα ό,τι υπήρχε, ακόμα και βιβλία που προφανώς δεν ήμουν σε θέση να κατανοήσω...
Εξακολουθώ να πιστεύω στην αρχή πως ό,τι είναι δικό μου, θα έρθει τελικά στα χέρια μου. Επομένως είμαι ευχαριστημένος με ό,τι έρχεται. Γι’ αυτό, ίσως, κανένα από τα βιβλία μου δεν γεννήθηκε προγραμματισμένα. Ποτέ δεν κάθισα να σκεφτώ τι θα γράψω, ποια πλοκή πρέπει να ακολουθήσω, τι να βάλω εδώ και τι να βάλω εκεί. Πάντα γινόταν μια έκρη­ξη στο κεφάλι μου, που ήταν συνήθως το θέμα μαζί με τον τίτλο του.
Ο παππούς μου ο Ζερόνιμο, τις τελευταίες του ώρες, πήγε και αποχαιρέτησε τα δένδρα που είχε φυτέψει, αγκαλιάζοντας τα και κλαίγοντας γιατί ήξερε πως δεν θα τα έβλεπε ξανά. Είναι καλό μάθημα. Αγκαλιάζω λοιπόν τις λέξεις που έγραψα, τους εύχομαι μακροζωία και ξαναπιάνω το γραφτό στο σημείο όπου το είχα αφήσει. Και ξεκινάω πάλι να μιλάω για τον κόσμο και να προσπαθώ να τον ερμηνεύσω:
Η λειτουργία του κόσμου έπαψε να είναι το απόλυτο μυστήριο που ήταν, οι μοχλοί του κακού βρίσκονται μπροστά στα μάτια... όλων, για τα χέρια που τους χειρίζονται δεν υπάρχουν πια γάντια ικανά να κρύψουν τις κηλίδες του αίματος.
Θα έπρεπε, επομένως, να είναι εύκολο για τον καθένα να επιλέξει ανάμεσα στην πλευρά της αλήθειας και στην πλευρά του ψεύδους, ανάμεσα στον ανθρώπινο σεβασμό και στην ασέβεια προς τον άλλον, ανάμεσα σε αυτούς που είναι με τη ζωή και αυτούς που είναι εναντίον της.
Δυστυχώς, τα πράγματα δε συμβαίνουν πάντα έτσι. Ο προσωπικός εγωισμός, το βόλεμα, η έλλειψη γενναιοδωρίας, οι μικρές δειλίες της καθημερινότητας, όλα αυτά συνεισφέρουν σε μια ολέθρια μορφή πνευματικής τυφλότητας, να βρισκόμαστε δηλαδή στον κόσμο και να μη βλέπουμε τον κόσμο, ή να βλέπουμε από αυτόν ότι, ανά πάσα στιγμή, τείνει να εξυπηρετεί τα συμφέροντά μας.
Σε τέτοιες περιπτώσεις δεν μπορούμε να ευχηθούμε παρά να έρθει η συνείδηση και να μας ταρακουνήσει επειγόντως από το μπράτσο και να μας ρωτήσει εξ επαφής: “Πού πας; Τι κάνεις; Ποιος νομίζεις ότι είσαι;”. Μια εξέγερση ελεύθερων συνειδήσεων θα χρειαζόμασταν. Είναι άραγε εφικτό;
Οι πληροφορίες που έχουμε καθημερινά μας αναγκάζουν να είμαστε απαισιόδοξοι. Ο Ιταλός φιλόσοφος Αντόνιο Γκράμσι έλεγε να είμαστε απαισιόδοξοι στη λογική μας, και αισιόδοξοι στη βούλησή μας. Και ότι πρέπει να βρούμε τον εαυτό μας και να αισθανόμαστε ήρεμοι. Να αισθανόμαστε σε αρμονία με τον κόσμο. Έλεγε πως " Η υπερβολική ανησυχία οδηγεί σε ακινησία..." Εγώ είμαι με τον Γκράμσι.
Αυτή η γαλήνη και η ηρεμία έρχεται με την αυτογνωσία μας, όχι με την ευτυχία μας. Είναι ωραίο να είμαστε ευτυχισμένοι αλλά φαντάζεται κανείς ότι αυτό που αποκαλούμε ευτυχία είναι μια κατάσταση μόνιμης χαράς, κάτι όμως που δεν υπάρχει ούτε υπήρξε ποτέ. Αν η χαρά δεν είναι μόνιμη, τότε είναι βέβαιο ότι θα υπάρξουν στιγμές θλίψης, για κάτι που χάθηκε, για κάτι που δεν έχουμε, για μια απουσία. Όλα αυτά μπορούν να μας οδηγήσουν στη θλίψη. Εμένα μου είναι αδιάφορη η ιδέα της ευτυχίας, για μένα έχει μεγαλύτερη σημασία αυτό που αποκαλώ ηρεμία και αρμονία.
Η έννοια της ευτυχίας προϋποθέτει ότι είναι κανείς πολύ χαρούμενος για τον άλφα ή τον βήτα λόγο. Σε πιάνει βέβαια ένας πονόδοντος, και τότε σου φεύγει η ευτυχία, σου φεύγουν όλα. Νομίζω ότι η ηρεμία είναι άλλο πράγμα. Η ηρεμία έχει να κάνει πολύ με την αποδοχή, αλλά και την, ως έναν βαθμό, αυτογνωσία των ορίων σου.
Το να ζει κανείς αρμονικά δεν σημαίνει ότι δεν έχει ανησυχίες, ή προβλήματα, σημαίνει απλώς ότι μπορεί να συμβιώσει μαζί τους με ηρεμία, γαλήνη...
Βλέπω όλο και περισσότερο κόσμο να ζει σε μια εικονική πραγματικότητα όλο και περισσότερες ώρες κάθε μέρα. Και γυρίζω στον μύθο της σπηλιάς του Πλάτωνα. Σε αυτόν το μύθο ανακάλυψα κάτι που στη σημερινή κοινωνία είναι σχεδόν αυταπόδεικτο: ποτέ μα ποτέ, από την εποχή του Πλάτωνα ως σήμερα, η ανθρωπότητα δεν ζούσε τόσο κοντά σε αυτό που περιέγραφε ο έλληνας φιλόσοφος. Φανταστείτε τι θα έγραφε σήμερα ο Πλάτωνας αν έβλεπε ότι βλέπουμε ολοένα και λιγότερο την πραγματικότητα και αφοσιωνόμαστε περισσότερο στις εικόνες της πραγματικότητας ή, ακόμη χειρότερα, σε αυτό που σήμερα αποκαλείται εικονική πραγματικότητα.
Σήμερα, μάλιστα, βρισκόμαστε σε μια σπηλιά. Ο Πλάτωνας έλεγε ότι πρέπει να βγούμε από τη σπηλιά και να αντιμετωπίσουμε την πραγματικότητα. Αν όμως αποχαυνωνόμαστε μπροστά στις εικόνες της πραγματικότητας και λησμονούμε τη «λεπτομέρεια» ότι πρόκειται απλώς και μόνο για εικόνες, τότε δεν υπάρχει καμιά διέξοδος. Αφήστε δε που συμβαίνει και το εξής: όταν δεν μας αρέσουν αυτές οι εικόνες, τότε η μόνη μας αντίδραση είναι να αποστρέφουμε το βλέμμα.
Νομίζω ότι ελλοχεύει σοβαρός κίνδυνος αν πιστεύουμε ότι αυτό μπορεί να είναι μια διέξοδος. Αντίθετα, πρόκειται για τη σπηλιά. Το Internet ως πηγή πληροφοριών είναι θαυμάσιο και εξαιρετικά χρήσιμο. Αυτό που φοβάμαι όμως είναι το είδος αυτό του εθισμού που βλέπω να επεκτείνεται σταδιακά. Πιστεύω ότι πρέπει να βγει κανείς στον δρόμο και να δει την πραγματικότητα κατάματα. Όσες πληροφορίες και αν είναι σε θέση να βρει κανείς στο Internet, δεν υπάρχει πιο ασφαλής πληροφόρηση από αυτή που μπορεί κανείς να αντλήσει από την πραγματικότητα και η πραγματικότητα είναι έξω, στον δρόμο..."


 

 
 
Γέλα ψυχή μου τα τρένα περνούν
τα μάτια αρπάζουν και μόνο έτσι ζουν
γέλα κυλάει ο καιρός

Γέλα ψυχή μου και βγες να σε δουν
σαν σβήνει η μέρα χαρές θες να `ρθουν
γέλα κυλάει ο καιρός

Μη με προδώσεις δεν έχω μιλιά
μη μου φορτώσεις σκισμένα πανιά
σημάδια είν’ όλα το ξέρω καλά
σημάδια οι σκέψεις άγρια πουλιά

Γέλα ψυχή μου και κοίτα ψηλά
σαν έρθει η ώρα θα έρθει απλά
γέλα κυλάει ο καιρός

Γέλα ψυχή μου και πες δυνατά
δεν ήμουν μόνη σε βρήκα ξανά
γέλα κυλάει ο καιρός

Μη με προδώσεις δεν έχω μιλιά
μη μου φορτώσεις σκισμένα πανιά
σημάδια είν’ όλα το ξέρω καλά
σημάδια οι σκέψεις άγρια πουλιά

Δεν υπάρχουν σχόλια: