Τρίτη 17 Απριλίου 2018

Ο άγιος Μακάριος Κορίνθου και τα ασκητήριά του στη Χίο

Αποτέλεσμα εικόνας για Άγιος Μακάριος ο Νοταράς

Βασίλειος Γ. Βοξάκης, Θεολόγος καθηγητής
Από τους πλέον αγιασμένους, αλλά ταυτόχρονα και τους λιγότερο γνωστούς ιερούς τόπους στο νησί της Χίου, είναι το πάλαι ποτέ μονύδριο των Αγίων Αποστόλων Πέτρου και Παύλου και τα κοντινά σ΄ αυτό δύο ασκητήρια του Αγίου Μακαρίου Κορίνθου του Νοταρά στις υπώρειες του όρους Αίπους.

            Ο Άγιος Μακάριος ο Νοταράς το 1793 1  επανέρχεται στη Χίο για έκτη φορά, τώρα όμως με τον ιερό σκοπό να παραμείνει σ' αυτήν όσο είναι το θέλημα του Θεού. Το γιατί επέλεξε να παραμείνει σ' αυτό το νησί, ο  Άγιος Αθανάσιος ο Πάριος το αποδίδει σε «λόγοις απορρήτοις Θεού προνοίας»2. Με τον ερχομό του Αγίου Μακαρίου η Χίος αναδεικνύεται σ' ένα από τα κέντρα της Φιλοκαλικής αναγεννήσεως. Και πριν από αυτόν μόναζαν ήδη στη Χίο " Κολλυβάδες", που συνεργάζονταν πνευματικά μαζί του, αλλά η παρουσία του και η μόνιμη εγκατάστασή του σ' αυτό μετά το 1793 συνέτεινε καίρια ούτως ώστε πολλοί εξ αυτών να προσέλθουν στο νησί. Στη Χίο λοιπόν και γύρω από τον Άγιο Μακάριο  συνασκήθηκαν και εμπνευσθήκαν από αυτόν πολλοί και ονομαστοί Φιλοκαλιστές όπως: ο Άγιος Αθανάσιος ο Πάριος, ο Όσιος Νικηφόρος ο Χίος, ο επίσης Χίος μοναχός Νείλος ο Καλόγνωμος,  ο Ιωσήφ από τα Φουρνά των  Αγράφων, ο Ιωάσαφ ο Ρόδιος, ο Μελέτιος Νικοµηδείας ο εκ Χίου, ο  Δωρόθεος Πρώϊος ο μετέπειτα Εθνομάρτυρας Μητροπολίτης Αδριανουπόλεως, ο μοναχός Κωνστάντιος από τα Γούρα της Θεσσαλίας, οι Αγιορείτες μοναχοί Αβέρκιος, Γερβάσιος, και Σεραπίων ιδρυτές της Μονής Βρεττού της Χίου και άλλοι.
            Όπως γράφει ο Χίος ιστορικός και λόγιος Γεώργιος Ζολώτας, ο Άγιος Μακάριος τα χρόνια της παραμονής του στη Χίο: «διήγαγεν … όντως ως άγιος, αυτήν την φήμην και ζων και νεκρός έχων εν Χίω»3. Ο δε Χίος Αρχιμανδρίτης Ιωάννης Ανδρεάδης επισημαίνει τα εξής αξιομνημόνευτα για την παρουσία και την επίδραση του Αγίου στους Χριστιανούς του μυροβόλου νησιού της Χίου: Ο Άγιος Μακάριος «αγαπηθείς υπό των Ορθοδόξων αυτής κατοίκων και αγαπήσας αυτούς μεν ως ίδια τέκνα, την δε Χίον ως ιδίαν πατρίδα του. Μεγάλως ωφέλησε τους Χίους δια των εποικοδομητικών διδαχών αυτού, των ευαγγελικών αρετών, αλλά και δια του ιδίου παραδείγματος, το οποίον ήτο τύπος χριστιανικού βίου»4

https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEiwV7VJFzure36Tq8qzjfHqiehhZlDj0bZ1gX1uoJvQwNLxKS33L2b1vShEqICOdSOo_KwTyeWnun7jdJeiWvO95UUgkya_yBenWY_aj43ZTDhB8HtyC3Xy7x_4IAcUo1EIvUk6MgcDVl_2/s1600/319363-000.jpg
Η μετατροπή του ναού των Αγίων Αποστόλων Πέτρου και Παύλου
από τον Άγιο Μακάριο σε Μονύδριο - Κάθισμα
            Ο Άγιος Μακάριος στο νησί της Χίου, επέλεξε ως τόπο για να ασκήσει την ισάγγελον πολιτείαν του μοναχικού βίου, τον μικρό ναό των Αποστόλων Πέτρου και Παύλου, κοντά και λίγο ψηλότερα από τον οικισμό του Βροντάδου, στις υπώρειες του όρους Αίπους.  Ο ναός αυτός, αν και ριζικά ανακαινισμένος μετά τον σεισμό του 1881, διατηρείται μέχρι σήμερα και είναι περισσότερο γνωστός ως ναός του Αγίου Μακαρίου, εξαιτίας του τάφου του Άγιου που υπάρχει δίπλα σ' αυτόν.
            Σύμφωνα με τον Αρχιμανδρίτη Ιωάννη Ανδρεάδη «το μονύδριον των Αγίων Αποστόλων Πέτρου και Παύλου άγνωστον πότε ιδρυθέν και υπό τινός»5.  Αντίθετα ο Παντελής Κοντογιάννης - βασιζόμενος σε προφορική παράδοση της περιοχής του Βροντάδου -  αναφέρει ότι τον ναό των Αγίων Αποστόλων Πέτρου και Παύλου είχαν ανεγείρει τρία αδέλφια, τα ονόματα των οποίων και τη χρονολογία κτίσεως έχει απαλείψει ο πανδαμάτωρ χρόνος. Τα τρία αυτά αδέλφια κληροδότησαν τον ναό και τα γύρω από αυτόν κτήματα στη Δημογεροντία της Χίου6. Η πληροφορία αυτή πρέπει να πλησιάζει, κατά τη γνώμη μας, στην αλήθεια, καθώς ο Άγιος δεν παρέλαβε ένα οργανωμένο μικρό μοναστήρι, αλλά μόνο τον ναό των Αγίων Αποστόλων - και αυτόν ασυντήρητο - χωρίς ούτε ένα κελί. Αλλά παράλληλα επιβεβαιώνεται και από τον Άγιο Αθανάσιο, που αναφέρει ρητά ότι αυτός βρισκόταν στην κατοχή της Κοινότητας της Χίου. Σύμφωνα λοιπόν με τον βίο του Αγίου Μακαρίου, που συνέταξε ο ομόφρονάς του Άγιος Αθανάσιος Πάριος, αυτό τον ναό των Πρωτοκορυφαίων Αποστόλων τον «ηγόρασε από την κοινότητα της Χίου, να το εξουσιάζη κατά διαδοχήν εις τρία πρόσωπα»7. Ο προαναφερθείς Κοντογάννης υποστηρίζει ότι του παραχωρήθηκε δωρεάν από τους Χιώτες, λόγω «της μεγάλης φήμης, ης απέλαυεν ο Άγιος»8.  Ο Αντώνιος Χαροκόπος, συμβιβάζοντας τις δύο εκδοχές, υποθέτει ότι πρόκειται «περί παραχωρήσεως … αντί συμβολικού τιμήματος»9.   
            Ο ναός των Αγίων Πέτρου και Παύλου, ο οποίος ήταν και τότε μία μικρή μονόκλιτη βασιλική, λόγω της εγκατάλειψης και της φθοράς του χρόνου χρειαζόταν επισκευή. Επίσης επείγουσα ήταν η ανάγκη να κτισθούν τουλάχιστον δύο μικρά φτωχικά κελιά: ένα για τον ίδιο τον Άγιο κι άλλο ένα για τον Χίο μοναχό - υποτακτικό του Αγίου, τον γέρο - Ιάκωβο10.Ο Άγιος Μακάριος δεν διέθετε προσωπική περιουσία, αφού το μερίδιό του από την πατρική κληρονομιά το είχε παραχωρήσει στ' αδέλφια του, και συνεπώς δεν μπορούσε εξ ιδίων να καλύψει τα απαιτούμενα έξοδα για την κτιριακή συγκρότηση του Μονυδρίου. Έχοντας δε απομακρυνθεί από την Αρχιεπισκοπή Κορίνθου - κατ' απαίτηση των Οθωμανών κατακτητών  - δεν είχε κανένα προσωπικό έσοδο. Ήταν τέτοια η ένδειά του, που το 1776 με επιστολή του προς τον Οικουμενικό Πατριάρχη Σωφρόνιο Β΄, ύστερα από 6 έτη σιγής και πιεζόμενος και από λόγους υγείας, ζήτησε μικρό επίδομα, ως σχολάζων πλέον Αρχιερεύς, προκειμένου «… να ζήσω το υπόλοιπον της βραχείας και πολυασθενούς ζωής οπού έμεινε εις κανένα τόπον ατάραχον»11. Τελικά του δόθηκε από το Πατριαρχείο ετήσια χορηγία 100 γρόσια,12 ποσό αρκετά χαμηλό,13 το οποίο όμως ο ακτήμονας Άγιος τάχιστα μοίραζε σε φιλανθρωπίες ή δαπανούσε σε εκδόσεις βιβλίων δικών του ή άλλων. Σύμφωνα με Βρονταδούσικη προφορική παράδοση, αφού δεν διέθετε τα χρήματα για να πληρωθούν οι τεχνίτες και τα υλικά των οικοδομικών εργασιών, ο πάλαι ποτέ αρχιεπίσκοπος δεν δίστασε να εργασθεί ως βοηθός σε κάποιον κτίστη, προκειμένου να εξοικονομήσει το ποσό. Τελικά με τη βοήθεια του Θεού και την προσωπική εργασία του Αγίου έγιναν τα απολύτως αναγκαία και έτσι πραγματοποιήθηκε η μετατροπή του ναού των Αγίων Αποστόλων Πέτρου και Παύλου  σε Μονύδριο - Κάθισμα.
            Το κελί του, το οποίο θα πρέπει να ήταν κτισμένο πλησίον του ναού, δεν διασώζεται σήμερα, καθώς, πέραν του χρόνου των δύο αιώνων που έχουν παρέλθει, δεν πρέπει να μας διαφεύγει ότι τη Χίο "σάρωσαν" δυο φοβερές καταστροφές: αυτή του 1822 με τις σφαγές και την ερήμωση που έσπειραν οι Τούρκοι, και αυτή του 1881 με τον καταστροφικό σεισμό.

Το πρώτο ασκητήριο του Αγίου Μακαρίου
            Η αγία ψυχή του Αγίου Μακαρίου όμως δεν ραθυμεί, αλλά θέλοντας ν' αναλάβει για την αγάπη του Χριστού μεγαλύτερο πνευματικό αγώνα αναζήτησε στη γύρω από το μονύδριό του περιοχή ένα κατάλληλο και απομονωμένο χώρο, έτσι ώστε να τον χρησιμοποιεί ως ασκητήριο. Ο Αββάς Ισαάκ ο Σύρος είχε πει τον εξής ψυχωφελή λόγο: «Όσο ο άνθρωπος αποτραβιέται από τα πράγματα του κόσμου τόσο περισσότερο πλησιάζει τον Θεό»14. Αυτό ο Άγιος Μακάριος το γνώριζε εξ ιδίας πείρας, αφού με συνέπεια το εφάρμοζε διαρκώς σε όλον τον θεοφιλή βίο του. Ο Άγιος Αθανάσιος ο Πάριος γράφει σχετικά στον "Βίο και Πολιτεία του εν Αγίοις Πατρός ημών Μακαρίου, Αρχιεπισκόπου Κορίνθου του Νοταρά": «Έχοντας δε εκεί την υγείαν του και ευρών και την ποθουμένην ησυχίαν του, και μακρυνθείς από τους θορύβους των πόλεων και από τας κοσμικάς ματαιότητας, όπου ξεμακρύνουσι τον άνθρωπον από τον Θεόν, εδόθη όλως διόλου εις την άσκησιν και τους αγώνας τους ασκητικούς…»15. Το πρώτο ασκητήριο του Αγίου στην προαναφερθείσα περιοχή βρίσκεται σε απόσταση 40 περίπου μέτρων βορειοδυτικά του ναού των Αγίων Αποστόλων Πέτρου και Παύλου. Από το ασφαλτοστρωμένο κράσπεδο του σημερινού δρόμου ο προσκυνητής, αφού ανοίξει ένα σιδερένιο πορτάκι, πρέπει να κατέβει μερικά στενά σκαλοπάτια. Τότε βρίσκεται μπροστά σε μία πολύ μικρή οπή στο πέτρωμα των βράχων, που οδηγεί σε μια στενή και βραχεία σήραγγα που δεν μπορείς να δεις που οδηγεί κοιτάζοντας από το άνοιγμα προς το εσωτερικό της. Πάνω από την είσοδο του ασκητηρίου η ευσέβεια των Χίων έχει κατασκευάσει σε μεταγενέστερη εποχή μία αβαθή τοξωτή κόγχη, η οποία επιστέφεται από αέτωμα, με σκοπό να τοποθετηθεί μέσα της η φορητή εικόνα του Αγίου Μακαρίου ή να αγιογραφηθεί η μορφή του. Η πρώτη εντύπωσή σου κοιτώντας τη σήραγγα είναι δέος ανάμεικτο με σεβασμό. Απορείς αν είναι δυνατόν να προχωρήσεις. Ο πρώτος δισταγμός παραμερίζεται, κάνεις τον σταυρό σου, παίρνεις θάρρος και κάνεις το πρώτο βήμα. Η είσοδος και η σήραγγα που οδηγεί στο ασκητήριο είναι λαξευμένη μέσα στον βράχο. Οι διαστάσεις αυτής της σήραγγας είναι τόσο περιορισμένες, ώστε μετά δυσκολίας να επιτρέπουν σ' έναν ενήλικα τη διέλευση. Κατά προσέγγιση το ύψος του διαδρόμου είναι σίγουρα λιγότερο του ενός μέτρου και το πλάτος του 60 - 70 εκατοστά. Το δε δάπεδό του είναι σήμερα στρωμένο με τσιμέντο. Σκυμμένος και με λυγισμένα τα γόνατα κατορθώνεις να προχωρήσεις. Ο διάδρομος, που έχει μήκος λίγων μέτρων (περίπου 7 - 8), δεν είναι ίσιος, αλλά με μια ελαφρά στροφή προς τα δεξιά σε οδηγεί στον χώρο του ασκητηρίου. Εισέρχεσαι με ευλάβεια στον τόπο των πνευματικών αγώνων του Αγίου Μακαρίου.
            Το ασκητήριο βρίσκεται και αυτό μέσα στον βράχο. Προφανώς αποτελεί κάποιο φυσικό μικρό σπήλαιο, που διαμορφώθηκε και διαπλατύνθηκε με προσωπική εργασία του ίδιου του Αγίου Μακαρίου, για να μπορέσει να χρησιμεύσει ως ασκητήριο. Ο Άγιος, αν και καταγόταν από αριστοκρατική οικογένεια και ήταν Αρχιερέας, ήταν τόσο ταπεινός που δεν απέφευγε τις χειρονακτικές εργασίες, όσο βαριές και περιφρονημένες κι αν ήταν, κατά το παράδειγμα των μεγάλων Πατέρων της Εκκλησίας και προπαντός αυτό του Κυρίου, ο οποίος έως την ηλικία των τριάντα ετών εργάσθηκε ως ξυλουργός στη Ναζαρέτ. Το ύψος του αυτοσχέδιου ασκητηρίου είναι λιγότερο από 1,70 μέτρα και το μήκος του 2 - 3 μέτρα περίπου, ενώ το πλάτος του 2 μέτρα περίπου. Οι διαστάσεις του ασκητηρίου πιθανώς να μην είναι ακριβείς, διότι οι υπολογισμοί τους έγιναν με το "μάτι" και όχι με μέτρηση, καθώς η ιερότητα του χώρου δεν επιτρέπει κάτι τέτοιο. Αναφέρονται όμως ενδεικτικά, για να γίνει αντιληπτή η στενότητα του χώρου και να γίνει φανερή μέσω και αυτού του στοιχείου η αυστηρότητα της ασκήσεως του Αγίου. Ο χώρος είναι σχεδόν σκοτεινός. Μόνο ένα αμυδρό φως από τις ηλιακές ακτίνες κατορθώνει να εισέλθει από τη στενή σήραγγα εισόδου. Στη νοτιοδυτική πλευρά τα χέρια ευσεβών χριστιανών έχουν διαμορφώσει ένα πρόχειρο εικονοστάσι με εικόνες του Χριστού, της Παναγίας, του Αγίου Μακαρίου και άλλες, με φανερά πάνω τους τα ίχνη της έντονης υγρασίας που επικρατεί στο εσωτερικό του σπηλαίου. Στη δυτική πλευρά υπάρχει πέτρινος κτιστός τοίχος με άνοιγμα σαν θύρα, όπου υπάρχει η άλλη άκρη του μικρού αυτού σπηλαίου απ' όπου αναβλύζει το αγίασμα.
            Ο σκοτεινός, υγρός και στενόχωρος αυτός τόπος, αυτή η πνευματική παλαίστρα, τίποτα δεν έχει να ζηλέψει από ένα καλλιμάρμαρο και ευρύχωρο στάδιο, όπου οι αθλητές αγωνίζονται προκειμένου να κερδίσουν τα έπαθλα. Ο Άγιος Μακάριος μετέτρεψε το μικρό αυτό σπήλαιο σε "στάδιον αρετών", όπου ως πνευματικός αθλητής αγωνίσθηκε τον καλό αγώνα εξασκούμενος στα πνευματικά αθλήματα των αγίων αρετών, για να στεφανωθεί επάξια από τον αθλοθέτη Χριστό. Ο σκοτεινός χώρος του ασκητηρίου μετατράπηκε με τη συνεχή νοερά προσευχή του Αγίου Μακαρίου σε χώρο υπέρλαμπρο, από την παρουσία του ακτίστου φωτός της Θείας Χάριτος που περιέλουζε τον Άγιο Μακάριο. Έτσι το υγρό και τραχύ σπήλαιο μεταβαλλόταν με την αγιασμένη παραμονή του Οσίου σε μέρος πιο λαμπρό και ευχάριστο κι από το πιο μεγαλόπρεπο ανάκτορο.
            Το σκοτεινό αυτό και ομοιάζον με τάφο ασκητήριο του Αγίου, μας φέρνει στο νου ένα παρόμοιο, αυτό του Αγίου Γερασίμου, ο οποίος είχε μετατρέψει μία μικρή και υπόγεια άδεια υδατοδεξαμενή σε χώρο ασκήσεως. Τον Άγιο Γεράσιμο (1506 - 1579), ο οποίος ήταν και συγγενής του, αφού και αυτός καταγόταν από την ένδοξη οικογένεια των Νοταράδων, αγαπούσε και σεβόταν πολύ ο Άγιος Μακάριος. Μάλιστα, όταν το 1770 επισκέφθηκε τη Μονή του Αγίου Γερασίμου στα Ομαλά της Κεφαλληνίας16, για να προσκυνήσει το άφθαρτο λείψανο του Αγίου, σίγουρα θα εγνώρισε το ασκητήριο - υδατοδεξαμενή και αυτό θα συνετέλεσε ν' αναπτυχθεί σ' αυτόν έτι περεταίρω η ευλογημένη επιθυμία να μιμηθεί την άσκηση και το ύψος της ανόδου του Αγίου Γερασίμου στην "κλίμακα" των αρετών. Έτσι, όταν το 1774 - 75 μόναζε στην Ιερά Μονή του Γεννεσίου της Θεοτόκου Ζούρβας στην Ύδρα, συχνά αποσυρόταν κι ασκήτευε στα γύρω από το μοναστήρι σπήλαια17 , καθώς και στο απομονωμένο ασκητήριο του Αγίου Ιωαννικίου στην  βραχώδη και ατενίζουσα την θάλασσα περιοχή Ζούρβα της Ύδρας, σύμφωνα με τοπικές προφορικές παραδόσεις18. Επίσης στην Ύδρα συναναστράφηκε και ωφελήθηκε πνευματικά από τον ασκητή Σίλβεστρο, τον ερημίτη.
            Ήταν μάλιστα τόσος ο ασκητικός ζήλος του Αγίου Μακαρίου και τόση η πνευματική γλυκύτητα που απεκόμιζε από τη νοερά προσευχή, τις αγρυπνίες, την εκτέλεση του μοναχικού του κανόνα, που παρέτεινε όσο το δυνατόν περισσότερο την παραμονή του στο πέτρινο αυτό και ανήλιο ασκητήριο. Ο Αντώνιος Χαροκόπος σε βιβλίο του για τον Άγιο καταγράφει τη μαρτυρία του Μαρκέλλου Παπουλή, ο οποίος είχε ακούσει τον παππού του, π. Θεόδωρο Ι. Παπουλή, που ήταν εφημέριος του ναού των Αγίων Πέτρου και Παύλου (1952-62), να λέει ότι : «Η λείανσις κάποιων μερών του τοιχώματος οφείλεται στην τριβή του Αγίου κατά την πολύωρη παραμονή του»19. Αυτή η μαρτυρία μας φέρνει στη θύμηση κάτι παρόμοιο, δηλαδή τη διήγηση της Παραδόσεως σχετικά με την Παναγία, η οποία προσευχόταν με τέτοια θέρμη στον Θεό και Υιό της, που οι αδιάκοπες γονυκλισίες της είχαν δημιουργήσει βαθουλώματα στις πέτρινες πλάκες στο Όρος των Ελαιών. Φλεγόταν λοιπόν η καρδιά του Αγίου Μακαρίου από αγάπη για τον Χριστό και την Παναγία, ακολουθώντας το παράδειγμά τους και στην προσευχή.
            Αυτό λοιπόν το σκοτεινό και στενόχωρο σπήλαιο μετέτρεψε ο ενάρετος και ταπεινός Μακάριος ο Νοταράς σε κονίστρα πνευματικής πάλης, όπου καθημερινά με τη βοήθεια του Θεού πετύχαινε καινούριες πνευματικές νίκες. Γράφει σχετικά ο κατά καιρούς συμμοναστής του, Άγιος Αθανάσιος ο Πάριος, στον "Βίο και Πολιτεία του εν Αγίοις Πατρός ημών Μακαρίου, Αρχιεπισκόπου Κορίνθου του Νοταρά": «Τις ημπορεί να είπη και να γράψη όλην την αλήθειαν όπου μόνος ο Θεός τον έβλεπε, και μόνος εκείνος τον ήκουε; Αλλ' ότι κατά την τάξιν και τους κανόνας του Μοναχικού σχήματος και σωματικώς με υπερβολήν ηγωνίζετο και με προσευχάς αρεμβάστους και επιτεταμένας όλος θεοειδής εγίνετο και εις θείον έρωτα ανεφλέγετο, τινάς δεν πρέπει να αμφιβάλλη αποβλέποντας εις τα νυν δι' αυτού τελούμενα εξαίσια έργα της θείας Χάριτος»20. Όμως αυτή την "καλή αλλοίωση" που γνώριζε, όπως όλοι οι πραγματικοί Άγιοι, φρόντιζε να την κρύβει επιμελώς από τους συνανθρώπους του αρνούμενος να δεχθεί δόξα και τιμές από αυτούς και να περιπέσει στο φοβερό πάθος της οιήσεως. Τόση ήταν η φροντίδα του να μείνει κρυφή απ' όλους η αγιότητά του, που όπως γράφει και  ο Άγιος Αθανάσιος ο Πάριος: «…την κατ' ιδίαν άσκησιν και τους αγώνας και τους κόπους τους κελλικούς μόνος ο Θεός όπου του, έβλεπε τους ηξεύρει, ωσάν όπου δια να αρέση Αυτόν μόνον, κρυφίως έκανε ό,τι έκανε, και περισσότερον αυτός εσπούδαζε να λανθάνουν τους άλλους τα κατορθώματά του, παρά όπου σπουδάζουν οι κακοί να κρύπτουν τας κακίας των»21.Μάλιστα στην αρχή, προτού ακόμα γίνει γνωστό το ασκητήριό του αυτό, ζητούσε από τον μοναχό - υποτακτικό του, Ιάκωβο, να καλύπτει με κλαδιά δέντρων την είσοδο του ασκητηρίου, για να παραμείνει απαρατήρητη από τον πολύ κόσμο η ύπαρξή του22.
            Όμως, όσο είναι δυνατόν να κρυφθεί εντελώς ο ήλιος, άλλο τόσο ήταν εφικτό, παρά τις σχετικές μέριμνες του Αγίου, να κρυφθεί η αγιότητά του. Πιστοί, όχι μόνο από τον Βροντάδο, αλλά από όλη τη Χίο, ακόμα και από άλλα μέρη, ανέβαιναν μέχρι το μοναστηράκι των Αγίων Πέτρου και Παύλου και με υπομονή περίμεναν, ακόμα και μπροστά στο ασκητήριο του Αγίου, να τον συναντήσουν προκειμένου να ωφεληθούν πνευματικά, και να δείξουν τον σεβασμό τους προς το πρόσωπό του. Για την εξάπλωση της φήμης του Αγίου ως Πνευματικού, αλλά ακόμα και ως έχοντα μεγάλη παρρησία προς τον Κύριο, αξίζει να αναφέραμε τα παρακάτω γραφέντα από τον π. Μάρκο Αγαπητού Βασιλάκη : «Ο Άγιος Μακάριος είχεν αποκτήσει μεγάλου και εμπνευσμένου πνευματικού πατρός φήμην εις όλον τον υπόδουλον Ελληνισμόν και δια τούτο ήρχοντο εις το ερημητήριόν του, τον Άγιον Πέτρον, από την Πελοπόννησον, Κωνσταντινούπολιν, Μικράν Ασίαν, Κύπρον και από όλας τας νήσους όλοι οι πονεμένοι ψυχικώς και σωματικώς διά να εξομολογηθούν, να λάβωσιν άφεσιν των αμαρτιών των, και ίασιν σωματικήν»23.  
             Όμως ο Άγιος, ως γνήσιος Ησυχαστής, στεναχωριόταν από τις καλοπροαίρετες αυτές εκδηλώσεις του κόσμου, που άθελά τους όμως προκαλούσαν εμπόδια στον πνευματικό αγώνα του. Αλλά ας μην βιαστεί κανείς να παρεξηγήσει τη στάση αυτή του Αγίου και να τη χαρακτηρίσει ως έλλειψη ενδιαφέροντος για τον πλησίον. Το αντίθετο μάλιστα. Ο  Άγιος Μακάριος - αυτός ο «ζηλωτής καλών έργων»24 - με κηρύγματα, με νουθεσίες, με φιλανθρωπίες, ως "αλείπτης" νεομαρτύρων και ιδίως μέσα από τα ψυχωφελή βιβλία του, αποδείκνυε την αγάπη του για τον συνάνθρωπο. Στον βίο του ο Άγιος Αθανάσιος γράφει σχετικά: «Τόσον δε πόθον είχεν η μακαρία του ψυχή να ωφελή ψυχάς, και τόσον εδίψα την σωτηρίαν των χριστιανών…»25
            Παράλληλα όμως πολλοί ήταν και αυτοί που προσέτρεχαν στον Άγιο «ως εις λιμένα σωτήριον»26 προκειμένου να ελεηθούν και υλικά, καθώς η φήμη της φιλευσπλαχνίας του είχε διαδοθεί όχι μόνο στον Αιγαιακό χώρο, αλλά και πέραν αυτού, όπως προαναφέρθηκε. Ο Άγιος Αθανάσιος ο Πάριος αναφέρει ότι: «Εις τους χρείαν έχοντας έδιδε αυτός από εκείνα οπού του ευρίσκοντο· εις τον άλλον έδιδε διά να αγοράση ζώον, εις άλλον διά να κτίση το σπίτι του, εις άλλον προς κατασκευήν καϊκίου, εις άλλον διά να ξεπληρώση τον χρεοφειλέτην του, εις άλλον προς υπανδρείαν της κόρης του. Ευρέθησαν πολλοί άνδρες και γυναίκες, όπου µετά τον θάνατόν του οδυρόµενοι την ζωήν τους εκήρυττον, ότι τους είχε µηνιαίαν δόσιν διωρισµένην εις χρόνους πολλούς και τους εκυβέρνα καθένα κατά την ανάγκην του»27.

Το δεύτερο ασκητήριο του Αγίου Μακαρίου
            Αυτό που επιθυμούσε ο Άγιος Μακάριος ήταν η αδιατάρακτη επικοινωνία του δια της προσευχής με τον Τριαδικό Θεό, με την οποία καταυγαζόταν με τη θεία Χάρη, έτσι ώστε να έχει τη δυνατότητα να ωφελεί πνευματικά τους συνανθρώπους του. Για τον λόγο αυτό, αλλά και «διότι φοβούμενος την της κενοδοξίας ζημίαν, όσον ηδύνατο εκρύπτετο»28.
            Αναζήτησε λοιπόν άλλο χώρο ασκήσεως, που να είναι ακόμα άγνωστος στον κόσμο. Δεν δυσκολεύθηκε ο Άγιος, διότι το βραχώδες τοπίο του Αίπους τον διευκόλυνε να εκλέξει νέο απόμερο τόπο πνευματικών παλαισμάτων, που να βρίσκεται όμως κοντά στο μονύδριο του Αγίου Πέτρου. «Ότε εγένετο γνωστόν, ότι ο Άγιος Μακάριος ο Κορίνθου, ησκήτευεν εις το κατωτέρω ευρισκόμενον σπήλαιον, ο Άγιος ως ταπεινόφρων, αποχωρήσας ήλθεν ενταύθα διό και εκλήθη ο τόπος ούτος "Ασκητής"29 έως της σήμερον» μάς πληροφορεί ο βιογράφος του30 . Ο Γ. Ζολώτας γράφει σχετικά: «Επί του Αγίου Μακαρίου (1780 - 1805) όλον το μέρος του όρους κατείχετο υπό ασκητών, διαιτωμένων εις τα διάφορα ανά το Αίπος μικρά ή μεγάλα σπήλαια» 31.     
            Για νέο, δεύτερο ασκητήριό του ο Άγιος Μακάριος επέλεξε μια τοποθεσία μέσα στους βράχους, γύρω στα 200 μέτρα βορειότερα από το παλαιό ανηφορίζοντας στο Αίπος. Στην κορυφή του βράχου, κάτω από τον οποίο υπάρχει το δεύτερο αυτό ασκητήριο του Αγίου, έχουν τοποθετηθεί δύο μεγάλοι μεταλλικοί σταυροί: ένας προς τα ανατολικά και ένας προς τα δυτικά. Από τη σημερινή ασφαλτοστρωμένη οδό ξεκινάει ένα ανηφορικό δρομάκι στρωμένο με τσιμέντο, που οδηγεί στο χώρο του ασκητηρίου. Η τιμή και η αγάπη προς το πρόσωπο του Αγίου έχουν τοποθετήσει στην αρχή του δρομίσκου αυτού ένα μεγάλο μεταλλικό σταυρό και στη βάση του βρίσκεται τοποθετημένη μαρμάρινη πλάκα με το προαναφερθέν κείμενο («Ότε εγένετο γνωστόν, …. έως της σήμερον» βλπ.υποσ.30). Ο χώρος του ασκητηρίου περικλείεται με χαμηλό λιθόκτιστο περίβολο, που φέρει μεταλλικό κιγκλίδωμα κατασκευασμένα μόλις προ δεκαπενταετίας.
            Το καινούριο αυτό ασκητήριο του Αγίου Μακαρίου αποτελεί ουσιαστικά μια κοιλότητα μέσα στον φυσικό βράχο με άνοιγμα προς τα νοτιοανατολικά. Στο άνοιγμα αυτό του βράχου έχει μεταγενέστερα κατασκευασθεί λιθόκτιστος τοίχος με δυο μικρές εσοχές εσωτερικά. Ο χώρος αυτός μέσα στους βράχους έχει περίπου τις ίδιες διαστάσεις με το παλαιότερο ασκητήριο του Αγίου, εκτός του ύψους, που εδώ είναι αρκετά υψηλότερο. Ο βράχος, που υπέρκειται, προεξέχει αρκετά, έτσι ώστε να προστατεύει αυτή την φυσική εσοχή επαρκώς από τον πολύ ήλιο και τη βροχή, αλλά ταυτόχρονα επέτρεπε να φωτίζεται αρκετά από το ηλιακό φως, σε σύγκριση μάλιστα με το πρώτο ασκητήριό του, το οποίο ήταν παντελώς ανήλιο. Ίσως αυτός να ήταν ένας επιπλέον λόγος για την επιλογή του από τον Άγιο, καθώς, πλην της νοεράς προσευχής, μπορούσε να επιδίδεται και στη μελέτη Εκκλησιαστικών βιβλίων και χειρογράφων, ιδίως των πολυαγαπητών σε αυτόν Πατερικών και Μαρτυρολογικών έργων.32 Επίσης το δεύτερο αυτό ασκητήριο, λόγω του μεγαλυτέρου ύψους του θα διευκόλυνε καλύτερα  τον  Άγιο, που ως γνωστόν είχε τη συνήθεια  να προσεύχεται επί πολλές ώρες όρθιος, και για να διευκολύνεται σ' αυτό χρησιμοποιούσε ράβδο - πατερίτσα «εφ’ ής στηριζόµενος προσηύχετο»33.    
            Αριστερά της εισόδου βρίσκεται μια μικρή μαρμάρινη επιγραφή με το εξής αξιοπρόσεκτο κείμενο: «Γη αγία πιανθείσα δάκρυσι και ιδρώσι τοις ασκητικοίς Αγίου Μακαρίου Κορίνθου» (=γη αγία, που έχει εμπλουτισθεί με τα δάκρυα και τους ιδρώτες τους ασκητικούς του Αγίου Μακαρίου Αρχιεπισκόπου Κορίνθου).     Η τάξη και η καθαριότητα, που επικρατεί στο εσωτερικό του ασκητηρίου, αποκαλύπτει ότι ευλαβικά χέρια δεν παραλείπουν να διακονούν τον χώρο. Μικρά ή μεγαλύτερα εικονάκια Αγίων στα τοιχώματα του σπηλαίου και στον κτιστό τοίχο συντροφεύουν τη μεγάλη εικόνα του Αγίου Μακαρίου. Ο Άγιος έχει αγιογραφηθεί ως ασκητής ενδεδυμένος τα μοναχικά του ενδύματα. Στο αριστερό του χέρι κρατάει κομποσχοίνι και προσεύχεται, ενώ με το δεξί κρατάει ανοιχτό βιβλίο, όπου αναγράφεται ο ψαλμικός στίχος: «Μακάριος ανήρ ος ουκ επορεύθει εν βουλή ασεβών»34. Στο κάτω μέρος της εικόνας ο αγιογράφος έχει τοποθετήσει ένα τμήμα βράχου, για να υπενθυμίζει στον πιστό τους πνευματικούς αγώνες του Αγίου στα βραχώδη αυτά ασκητήρια του Αίπους.
            Καθιστώντας αυτό το δεύτερο κατά σειράν ασκητήριό του σε χώρο νοεράς προσευχής, εκεί απερίσπαστος εφάρμοζε έμπρακτα τον λόγο του Μεγάλου  Βασιλείου: «νους μη σκεδαννύμενος επί τα έξω, μηδέ υπό των αισθητηρίων επί τον κόσμον διαχεόμενος, επάνεισι μεν προς εαυτόν, δι' αυτού δε προς την του Θεού έννοιαν αναβαίνει»35. Αλλά, όσο εκείνος πλησίαζε προς τον Θεό, τόσο περισσότερο ξεχείλιζε η αγάπη και η ωφέλειά του προς τον συνάνθρωπο, που εκδηλώνονταν και με το προσωπικό του παράδειγμα και με τις διδαχές του. Αυτή την ουσιαστική πνευματική επίδραση, που εξασκούσε η μεγάλη αυτή ασκητική μορφή του Αγίου Μακαρίου, παρουσιάζουν με γλαφυρότητα τα παρακάτω αποσπάσματα από τον Βίο του : «Πώς ήτον βολετόν να µην ωφελούνται οι Χριστιανοί εκείνοι, οι οποίοι πρώτον µεν έβλεπον έναν Αρχιερέα Κορίνθου να τους διδάσκη µε ένα σχήµα ταπεινότατον, µε ενδύµατα πενιχρότατα, µε ένα φαινόµενον ευτελέστατον· κατ’ αλήθειαν, λέγω, το καλυµµαύχι της κεφαλής του άλλος κανένας δεν ήθελε να καταδεχθή να το φορέση· δεύτερον δε, το οποίον µάλιστα έχει και την πρώτην δύναµιν, πώς ήτον βολετόν να µην ωφελούνται οι Χριστιανοί, οπού και αόκνως τους εδίδασκε και χωρίς να ζητή από αυτούς ούτε ολίγον διά πληρωµήν.» 36 και  «Ποίος τον έβλεπε και να µην τον ευλαβυθή. Να βλέπης ένα Δεσπότην και ποίον, του Νοταρά του Γεωργαντά τον υϊόν, τον πρόεδρον της Κορίνθου, να περπατή με ένα ζευγάρι ευτελή παπούτσια, µε ευτελέστατον ράσο και να τρέχουν οι οφθαλµοί του αενάως δάκρυα, να κηρύττη τον λόγο του Ѳεού εις τας εκκλησίας του Βροντάδου και εις οιανδήποτε άλλο µέρος ευρίσκετο. Από την γλυκύτητα των λόγων του, το ταπεινόν και πράον ύφος του τον ευλαβούντο όχι µόνο οι Χριστιανοί, αλλά και οι Φράγκοι και οι Αγαρηνοί»36α.
                Ο Άγιος Αρχιερεύς Μακάριος ανάλωσε και «αφιέρωσε τον εαυτόν του εις ωφέλειαν των χριστιανών», και όπως πολύ εύστοχα έχει λεχθεί από τον Γεώργιο Ζαβίρα : εάν κάποιος ήθελε να δει πως ήταν οι πρώτοι Ιεράρχες της Εκκλησίας την εποχή των τριών πρώτων αιώνων των διωγμών, «τούτον έβλεπεν (ενν. τον Άγιο Μακάριο) εικόνα απαράλακτον»37.  Ο  Γ. Ζολώτας επισημαίνει το πόσο η παρουσία του πράου και αγιασμένου αυτού ασκητικού ιεράρχη στη Χίο επέδρασε ως ειρηνοποιός παράγων μεταξύ των κατοίκων της: «Τόση δ' ήτο η επίδρασις του Μακαρίου και του βίου του επί των Χίων και τόση η αγιότης του, ώστε συνέτεινεν αποτελεσματικώς εις την κατάπαυσιν πάσης θρησκευτικής πλέον έριδος εν τη νήσω, αίτινες έριδες επί Μακαρίου και των μαθητών του έδωσαν τόπον εις τας ενδελεχείς και πατριωτικάς φροντίδας…»38

Η Οσιακή κοίμηση του Αγίου Μακαρίου
             Μέσα λοιπόν στο μικρό αυτό και αβαθές "σπήλαιο" ο Άγιος Μακάριος, ως άλλος προφήτης Ηλίας, συνέχισε τους ασκητικούς του αγώνες μέχρι τις αρχές Σεπτεμβρίου του 1804. Παρά τα εβδομήντα τρία χρόνια του και την καταπονημένη ήδη υγεία του, ακάματος όμως πνευματικά, είχε με ζήλο αναλάβει τον τελικό έλεγχο  των χειρογράφων για «το Νέον Λειμωνάριον, το έσχατον των καλών αυτού φροντίδων και της αδελφικής αγάπης αυτού φιλοπόνημα»39, προκείμενου να προχωρήσει στην εκτύπωσή του, αφού εξεύρει τους αναγκαίους χορηγούς. Τότε, όπως γράφει ο συναξαριστής του, ο Άγιος Αθανάσιος ο Πάριος, τον καθηλώνει στην κλίνη του το «πονηρόν ρεύμα της αποπληξίας» και «ανενέργητος μένει και η καλή και αγαθοεργός χειρ, των πολλών καλών αίτιος»40. Από τη μέρα αυτή ορφανεύει το αγαπημένο του σπήλαιο. Ο ίδιος σφόδρα επιθυμεί ν' ανηφορήσει προς το ασκητήριό του, καθώς δεν φεύγει από το νου του ο λόγος του Αββά Ισαάκ του Σύρου: «Η αρετή θέλει καθημερινή άσκηση»41. Όμως το σώμα του δεν τον υπακούει πλέον. Έτσι ο θεοφόρος Πατέρας, αφού δεν μπορεί να έλθει μέχρι το ασκητήριό του, μετατρέπει την κλίνη του σε ασκητήριο, εφαρμόζοντας τον λόγο του Αββά Σισώη: «Σισώης και στην έρημο, Σισώης και στην κλίνη».
            Στις 17 Απριλίου του 1805 παρέδωσε την αγία ψυχή του στα χέρια του Κυρίου, τον οποίο υπηρέτησε με πίστη και αφοσίωση κατά τα 74 έτη του επίγειου βίου του. Όμως τα ασκητήρια του Αγίου Μακαρίου δεν λησμονήθηκαν. Παραμένουν τόποι, όπου μέχρι σήμερα δεν έπαψαν να προσέρχονται ευλαβείς προσκυνητές, για να τιμήσουν τον Άγιο Μακάριο και να δοξολογήσουν τον εν Τριάδι Θεώ, που ανέδειξε τέτοιον Άγιο στο νησί της Χίου. Όπως γράφει και ο Άγιος Αθανάσιος ο Πάριος: «Και πώς δεν είσαι μακαρία τω όντι, ω καλή Χίος, όπου εσένα έκρινε ο Θεός ταμείον άξιον δια να αποθέση εν σοι τον ουράνιον τούτον θησαυρόν; »42 

πηγή
ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
            1.  Έχουν προταθεί και οι ημερομηνίες 1775 από τον Αρχιμανδρίτη Ιωάννη Ανδρεάδη στο έργο του Ιστορία της εν Χίω Ορθοδόξου Εκκλησίας,  Αθήνησιν 1940 (επανέκδοση 1997), τόμος Α΄, σελ. 118, και το 1790 από τον Γεωργίο Ζολώτα, Ιστορία της Χίου, Χίος 1921, τόμος Γ1΄, σελ. 522. Το γιατί αυτές είναι λανθασμένες, όσον αφορά τη μόνιμη εγκατάσταση του Αγίου στο νησί της Χίου, βλέπε αναλυτικότερα στο Χαροκόπου Αντωνίου, Ο Άγιος Μακάριος ο Νοταράς, Μητροπολίτης Κορίνθου (1731 - 1805), Αθήναι 2001, σελ. 100 - 101.   
2. Φράση από την Ακολουθία που συνέταξε ο Άγιος Αθανάσιος ο Πάριος  προς τιμήν του Αγίου Μακαρίου Κορίνθου, βλπ. π. Θεοδώρου Ζήση , Κολλυβαδικά - Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης Άγιος Αθανάσιος ο Πάριος , Θεσσαλονίκη 2004, σελ. 97 - 98 υποσ. 2.       
            3. Ζολώτα Γεωργίου, Ιστορία της Χίου, Χίος 1921, τόμος Γ1΄, σελ. 522.
            4. Αρχιμανδρίτου Ανδρεάδου Ιωάννου, Ιστορία της εν Χίω Ορθοδόξου Εκκλησίας,  Αθήνησιν 1940 (επανέκδοση 1997), τόμος Β΄, σελ. 172.
            5. Αρχιμανδρίτου Ανδρεάδου Ιωάννου, Ιστορία της εν Χίω Ορθοδόξου Εκκλησίας,  Αθήνησιν 1940 (επανέκδοση 1997), τόμος Α΄, σελ. 316.
            6. Κοντογιάννη Παντελή, Οι Έλληνες κατά τον πρώτον επί Αικατερίνης Β΄ Ρωσοτουρκικόν πόλεμον, 1768 - 1774, Αθήναι 1903, σελ. 411 και Χαλκιά Στεφάνου Πόπη, Τα Μοναστήρια της Χίου, Αθήναι, σελ. 213. 
            7. Αγίου Μακαρίου Νοταρά, Αγίου Αθανασίου του Παρίου και Αγίου Νικηφόρου του Χίου, Νέον  Χιακόν Λειμωνάριον, Αθήναι 1930, σελ.198. 
            8. Κοντογιάννη Παντελή, Οι Έλληνες κατά τον πρώτον επί Αικατερίνης Β΄ Ρωσοτουρκικόν πόλεμον, 1768 - 1774, Αθήναι 1903, σελ. 411.
            9.  Χαροκόπου Αντωνίου , Ο Άγιος Μακάριος ο Νοταράς, Μητροπολίτης Κορίνθου (1731 - 1805), Αθήναι 2001, σελ. 103.   
            10. Ο Ιάκωβος ήταν ήδη προχωρημένης ηλικίας όταν εγκαταβίωσε ο Άγιος Μακάριος στη Χίο. Έγινε υποτακτικός του μέχρι και την οσιακή κοίμηση του Αγίου (+1805). Όταν το 1803 ο γερό- Ιάκωβος ασθένησε βαρύτατα, οι μοναχοί της συνοδείας του Αγίου Μακαρίου θέλησαν  να προετοιμάσουν τάφο για τον ετοιμοθάνατο, όμως ο Άγιος προφητικά τους διαβεβαίωσε ότι εκείνος θα θαφτεί πρώτος  σ΄ αυτόν τον τάφο όπως και συνέβη. Ο δε Ιάκωβος ανάρρωσε και επιβίωσε και μετά τον θάνατο του Άγιου Μακαρίου, οπότε και άρχισε να αποκαλύπτει τους ασκητικούς αγώνες του Αγίου που έβλεπε όλα αυτά τα χρόνια , αλλά σεβόμενος την εντολή του Γέροντος του απέκρυπτε μέχρι τότε.    
            11. Ζολώτα Γεωργίου, Ιστορία της Χίου, Χίος 1921, τόμος Γ2΄, σελ. 209-210, και Αρχιμανδρίτου Ανδρεάδου Ιωάννου, Ιστορία της εν Χίω Ορθοδόξου Εκκλησίας,  Αθήνησιν 1940 (επανέκδοση 1997), τόμος Β΄, σελ. 351, και Πατριαρχικός Κώδιξ σελ. 23.
            12. Ζολώτα Γεωργίου, Ιστορία της Χίου, Χίος 1921, τόμος Γ2΄, σελ. 210-211, και Αρχιμανδρίτου Ανδρεάδου Ιωάννου, Ιστορία της εν Χίω Ορθοδόξου Εκκλησίας,  Αθήνησιν 1940 (επανέκδοση 1997), τόμος Β΄, σελ. 171, και Κώδιξ 474 σελ. 47.
            13.Το 1808 ο Χίος Μητροπολίτης Φιλαδελφείας  Ιάκωβος που παραιτήθηκε για λόγους υγείας και αποσύρθηκε στην Μονή του Αγίου Μηνά στη Χίο λάμβανε επίδομα 1500 γρόσια. Βλπ. Ζολώτα Γεωργίου, Ιστορία της Χίου, Χίος 1921, τόμος Γ2΄, σελ. 324-325, υποσ. 1 και   Αρχιμανδρίτου Ανδρεάδου Ιωάννου, Ιστορία της εν Χίω Ορθοδόξου Εκκλησίας,  Αθήνησιν 1940 (επανέκδοση 1997), τόμος Γ΄, σελ. 113.
            14. Αββά Ισαάκ του Σύρου, Η άσκηση στη ζωή μας, έκδ. Ι. Μονής Παρακλήτου, Ωρωπός Αττικής 2001, σελ. 23.
            15. Αγίου Μακαρίου Νοταρά, Αγίου Αθανασίου του Παρίου και Αγίου Νικηφόρου του Χίου, Νέον  Χιακόν Λειμωνάριον, Αθήναι 1930, σελ. 198.
            16.Αγίου Μακαρίου Νοταρά, Αγίου Αθανασίου του Παρίου και Αγίου Νικηφόρου του Χίου, Νέον  Χιακόν Λειμωνάριον, Αθήναι 1930, σελ. 197.
            17. Μωϋσέως Αγιορείτου Μοναχού, Άγιοι Αγίου Όρους, Θεσσαλονίκη 2007.
            18.  Θεοδωρόπουλου Αριστείδη, Ο Άγιος Μακάριος ο Νοταράς και η ευδόκιμος παρουσία του στην Ύδρα, (άρθρο στο διαδίκτυο).
            19.  Χαροκόπου Αντωνίου, Ο Άγιος Μακάριος ο Νοταράς, Μητροπολίτης Κορίνθου (1731 - 1805), Αθήναι 2001, σελ. 106.   
            20. Αγίου Μακαρίου Νοταρά, Αγίου Αθανασίου του Παρίου και Αγίου Νικηφόρου του Χίου, Νέον  Χιακόν Λειμωνάριον, Αθήναι 1930, σελ. 199.
            21. Αγίου Μακαρίου Νοταρά, Αγίου Αθανασίου του Παρίου και Αγίου Νικηφόρου του Χίου, Νέον  Χιακόν Λειμωνάριον, Αθήναι 1930, σελ. 199.  
            22. Χαλκιά Στεφάνου Πόπη, Τα Μοναστήρια της Χίου, Αθήναι, σελ. 216, και Οι Άγιοι της Χίου, Αθήναι 2008, σελ. 450.
            23. Βασιλάκης Αγαπητός Μάρκος Πρωτ. , Ο Κορίνθου Μακάριος ο Νοταράς. Ανέκδοτοι σελίδες, Χιακά Εκκλησιαστικά Χρονικά, Χίος 1950, τεύχος Β΄, σελ.12.
            24.«Ζηλωτή καλών έργων» τον ονομάζει ο σύγχρονος του μοναχός Καισάριος Δαπόντες. Βλπ. Κωνσταντίνου Ν. Σάθα , Μεσαιωνική βιβλιοθήκη, Βενετία 1872, τόμος Γ, σελ. 109.
            25.Αγίου Μακαρίου Νοταρά, Αγίου Αθανασίου του Παρίου και Αγίου Νικηφόρου του Χίου, Νέον  Χιακόν Λειμωνάριον, Αθήναι 1930, σελ. 200.
            26. Αγίου Μακαρίου Νοταρά, Αγίου Αθανασίου του Παρίου και Αγίου Νικηφόρου του Χίου, Νέον  Χιακόν Λειμωνάριον, Αθήναι 1930, σελ. 201. 
            27.Αγίου Μακαρίου Νοταρά, Αγίου Αθανασίου του Παρίου και Αγίου Νικηφόρου του Χίου, Νέον  Χιακόν Λειμωνάριον, Αθήναι 1930, σελ. 201.
            28.  Αγίου Αθανασίου του Παρίου, "Δήλωσις της εν Αγίω Όρει ταραχών αληθείας " (Ιστορία και θεολογίατου κολλυβαδικου κινήματος βάσει ανεκδότων χειρογράφων) επιμ. Θεοδωρήτου ιερομονάχου, Αθήναι 1988, σελ. 109.
            29. Ονομάστηκε μόνο Ασκητής, γιατί στη μνήμη των ντόπιων συνδέθηκε άρρηκτα ο Άγιος Μακάριος με τη ζωή του Ασκητή και μ΄ αυτό το σπηλαίο. Συνεπώς δεν χρειαζόταν αρχικά κάποια διευκρίνιση, αφού λέγοντας κάποιος για την τοποθεσία του Ασκητή, όλοι ήξεραν ότι αναφέρεται στην περιοχή όπου βρισκόταν  το σπήλαιο που είχε καθαγιάσει Ασκητεύοντας ο τόσο αγαπητός στον Βροντάδο, αλλά και γενικότερα στη Χίο Άγιος.  
            30.  Αγίου Μακαρίου Νοταρά, Αγίου Αθανασίου του Παρίου και Αγίου Νικηφόρου του Χίου, Νέον  Χιακόν Λειμωνάριον, Αθήναι 1930, 
            31.  Ζολώτα Γεωργίου, Ιστορία της Χίου, Χίος 1921, τόμος Α1΄, σελ. 552.
Όχι μόνο στο Αίπος, αλλά σε πολλά σημεία της Χίου ανά τους αιώνες μοναχοί είχαν μετατρέψει σπήλαια σε ασκητήρια. Το πιο γνωστό είναι το σπήλαιο των Αγίων Πατέρων Νικήτα, Ιωάννου και Ιωσήφ στο Προβάτειο Όρος - όπου η σημερινή Μονή των Αγίων Πατέρων- οι οποίοι αξιώθηκαν της θαυματουργικής ευρέσεως της εικόνας της Παναγίας της Νεαμονίτισσας, παρακινώντας τον αυτοκράτορα Κωνσταντίνο Θ΄ τον Μονομάχο να ιδρύσει την Νέα Μονή  .
            32. Σε μια εποχή που τα Πατερικά συγγράμματα, ιδίως τα έντυπα, ήταν σπάνια, ο Άγιος Μακάριος είχε μεριμνήσει να προμηθευθεί όσα η εκούσια πτωχεία του το επέτρεπε. Στη Μονή Ευαγγελισμού της Σκιάθου, που ίδρυσε ο ομόψυχός του Όσιος Νήφων ο Χίος, φυλάσσονται 13 μεγάλοι τόμοι με έργα του Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου, που ανήκαν στον Άγιο Μακάριο "ως δηλοί τούτο ιδιόγραφος ως ιδιοκτήτου σημείωσίς του". Βλέπε Αλαξάνδρου Μωραϊτίδου "Με του βορηά τα κύματα", Αθήνα 2008 ,   σελ. 176, υποσ. 1.
            33. «Κατά τον Χρυσόστομον Κοτσάτον της Μονής Μυρσινιδίου, η ξύλινη πατερίτσα του Αγ. Μακαρίου σώζεται εις την εν Αγίω Όρει Μονήν των Ιβήρων Σκήτη Τ. Προδρόμου, καλύβη Αγ. Παντελεήμωνος» Βασιλάκης Αγαπητός  Μάρκος Πρωτ., Ο Κορίνθου Μακάριος ο Νοταράς. Ανέκδοτοι σελίδες, Χιακά Εκκλησιαστικά Χρονικά, Χίος 1950, τεύχος Β΄, σελ.33 .
       Υπήρχε εκεί γιατί για μικρό χρονικό  διάστηµα ο άγιος Μακάριος μόνασε στην Καλύβη του Αγίου Παντελεήµονος, βλπ. και Μωϋσέως Αγιορείτου Μοναχού, Άγιοι Αγίου Όρους, Θεσσαλονίκη 2007, καθώς και Θεοφιλοπούλου Ανδρέα μοναχού Σιμωνοπετρίτου, Γεροντικόν του Αγίου Όρους, Αθήναι 2010, σελ. 53.
            34. Προφανώς ο αγιογράφος επέλεξε τον συγκεκριμένο ψαλμικό στίχο, γιατί ξεκινάει με τη λέξη μακάριος και συνεπώς παραπέμπει στο όνομα του Αγίου.
            35. Επιστολή Α΄.          
            36.  Αγίου Μακαρίου Νοταρά, Αγίου Αθανασίου του Παρίου και Αγίου Νικηφόρου του Χίου, Νέον  Χιακόν Λειμωνάριον, Αθήναι 1930, σελ.200
            36α. Χειρόγραφο κείμενο του ιερομονάχου Χρυσόστομου Κοτσάτου της Μονής Μυρσινιδίου, που περιέχεται στο βιβλίο του Πρωτ. Μάρκου Αγαπητού  Βασιλάκη, Ο Κορίνθου Μακάριος ο Νοταράς. Ανέκδοτοι σελίδες, Χιακά Εκκλησιαστικά Χρονικά, Χίος 1950, τεύχος Β΄, σελ.22-23 .
            37.  Ζαβίρα Γεωργίου, Νέα Ελλάς, Αθήνησι 1872, σελ.458-459.
            38. Ζολώτα Γεωργίου, Ιστορία της Χίου, Χίος 1921, τόμος Γ1΄, σελ. 524.  
            39.   Αγίου Αθανασίου του Παρίου, "Δήλωσις της εν Αγίω Όρει ταραχών αληθείας " (Ιστορία και θεολογία του κολλυβαδικού κινήματος βάσει ανεκδότων χειρογράφων) επιμ. Θεοδωρήτου ιερομονάχου, Αθήναι 1988,             
            40.  Αγίου Μακαρίου Νοταρά, Αγίου Αθανασίου του Παρίου και Αγίου Νικηφόρου του Χίου, Νέον  Χιακόν Λειμωνάριον, Αθήναι 1930, σελ. 203.
            41. Αββά Ισαάκ του Σύρου, Η άσκηση στη ζωή μας, έκδ. Ι. Μονής Παρακλήτου, Ωρωπός Αττικής 2001,       
            42.  Αγίου Μακαρίου Νοταρά, Αγίου Αθανασίου του Παρίου και Αγίου Νικηφόρου του Χίου, Νέον  Χιακόν Λειμωνάριον, Αθήναι 1930, σελ. 195.

Αποτέλεσμα εικόνας για ΑΓΙΟΣ ΜΑΚΑΡΙΟΣ ΚΟΡΙΝΘΟΥ


Ο Άγιος Μακάριος (κατά κόσμον Μιχαήλ) γεννήθηκε το 1731 στα Τρίκαλα της Κορινθίας και καταγόταν από τη σπουδαία οικογένεια των Νοταράδων. Ο πατέρας του Γεωργαντάς (ή Γεώργιος), πρόκριτος της περιοχής Κορινθίας, απέκτησε από το γάμο του με την ενάρετη Αναστασία εννιά παιδιά. Από τον Ευστάθιο, δάσκαλο από την Κεφαλληνία, διδάχθηκε τα πρώτα γράμματα στο μοναστήρι της Παναγίας. Έδειξε την κλήση του προς τα έργα της ευσέβειας και την αγάπη του προς την Εκκλησία από μικρός. Ως επιστάτης των οικογενειακών κτημάτων απέτυχε αφού όχι μόνο δεν μπορούσε να εισπράξει τα ενοίκια από τους χωρικούς αλλά μοίραζε και τα δικά του στους φτωχούς. Ο πατέρας του δεν του επέτρεψε να γίνει μοναχός στη Μονή του Μεγάλου Σπηλαίου και έτσι επιδόθηκε στη μελέτη των θείων γραφών και πατερικών κειμένων.
Μετά το θάνατο του δασκάλου του ανέλαβε δωρεάν για έξι χρόνια να διδάξει τους μαθητές της Κορίνθου. Αυτό δημιούργησε το μεγάλο θαυμασμό και την εκτίμηση των συμπολιτών του με αποτέλεσμα το 1764 όλος ο κλήρος και ο λαός της περιοχής να ζητήσει από το Οικουμενικό Πατριαρχείο να τον χειροτονήσει ως επίσκοπο Κορίνθου μετά τη χηρεία του μητροπολιτικού θρόνου. Ο άγιος Μακάριος θεώρησε την ομόφωνη γνώμη κλήρου και λαού ως κλήση Θεού και δέχθηκε το αξίωμα της Αρχιεροσύνης. Κατά την χειροτονία του ονομάσθηκε Μακάριος.
Ως αρχιερέας έκανε μεγάλο αναμορφωτικό έργο. Φρόντισε για την επιμόρφωση του κλήρου. Έπαυσε τους αγράμματους ή υπέργηρους κληρικούς και όσους είχαν αναμειχθεί σε πολιτικά ζητήματα. Πρόσεχε πολύ τις χειροτονίες του και ήταν πιστός τηρητής των ιερών κανόνων. Φρόντισε για την ίδρυση σχολείων και για το κήρυγμα της μετανοίας στο ακαλλιέργητο λαό της επαρχίας του.
Το έργο του διέκοψε ο Ρωσοτουρκικός πόλεμος (1768-1774). Μετά την καταστολή της εξέγερσης λόγω των αιματηρών αντιποίνων των Τούρκων κατέφυγε με την οικογένειά του στη αρχή στη Ζάκυνθο, στην οποία για τρία χρόνια δίδασκε το λαό, και μετά στη Ύδρα. Ποτέ δεν επέτρεψε στην επαρχία του. Αντικαταστάθηκε χωρίς να παραιτηθεί από νέο επίσκοπο που αναγκάσθηκε μετά από πιέσεις να διορίσει το Οικ. Πατριαρχείο. Από τότε υπογράφει «ο από Κορίνθου Μακάριος».
Στην Ύδρα συνάντησε τον μετέπειτα συνεργάτη του άγιο Νικόδημο τον Αγιορείτη, τότε λαϊκό Νικόλαο, και τον «εξακουστό Σίλβεστρο τον ερημίτη» μεγάλη ασκητική προσωπικότητα. Από την Ύδρα πήγε στη Χίο και μετά στο Άγιον Όρος το 1777. Έμεινε στο βατοπαιδινό Κελλί του Αγίου Αντωνίου κοντά στον συντοπίτη του Γερο - Δαβίδ. Εκεί έγινε η σημαντική συνάντησή του με το μοναχό της Μονής Διονυσίου άγιο Νικόδημο στον οποίον παρέδωσε χειρόγραφο τη «Φιλοκαλία» για να διορθώσει τα σφάλματα που υπήρχαν, να ετοιμάσει πρόλογο και σύντομους βίους των αγίων συγγραφέων του έργου. Το περιεχόμενο της «Φιλοκαλίας» το αντέγραψε από χειρόγραφα αγιορειτικών βιβλιοθηκών «προπάντων όμως εις την βιβλιοθήκην της ενδόξου και μεγάλης μονής του βατοπαιδίου ανακάλυψε θησαυρόν, ήτοι βιβλίον περί ενώσεως του νοός μετά του Θεού, συλλεχθέν εις αρχαίους χρόνους υπό μεγάλων ζηλωτών εκ πάντων των αγίων, και έτερα περί προσευχής ...» όπως γράφει σε επιστολή του ο όσιος Παΐσιος Βελιτσκόφσκυ. Το πυρήνα της Φιλοκαλίας πήρε ο άγιος Μακάριος από το Βατοπαιδινό Κώδικα 605 του 13ου αιώνα όπως υποστηρίζει ο καθηγητής κ. Α. Ταχιάος. Η «Φιλοκαλία» εκδόθηκε το 1782, αποτέλεσε σταθμό στην ορθόδοξη πνευματική ζωή και δίκαια ο άγιος Μακάριος ονομάσθηκε Γενάρχης του φιλοκαλισμού.
Η σχέση του αγίου Μακαρίου με τη μονή Βατοπαιδίου καλλιεργήθηκε μέσω της σχολής της Αθωνιάδος. Ο Σχολάρχης, μετέπειτα βιογράφος και ακόλουθος του αγίου στη Χίο, Άγιος Αθανάσιος ο Πάριος έχει ως σύμβουλό του τον πρώην Κορίνθου Μακάριο. Ο άγιος Μακάριος γίνεται ο πνευματικός καθοδηγητής της Σχολής. Στο Κελλί του Αγίου Γεωργίου των Σκουρταίων έγινε μεγαλόσχημος μοναχός από τον ενάρετο Γέροντα Παρθένιο.
Αφού συμμετείχε στο αναγεννητικό και αναμορφωτικό κίνημα των ιεροπρεπών Κολλυβάδων μετέβει στη Χίο, μετά στη Πάτμο, στην οποία παρέμεινε στο Κάθισμα των Αγίων Πάντων Κουμάνας περίπου δέκα χρόνια. Αφού τακτοποίησε κληρονομικές του υποθέσεις στην Ύδρα και την Κόρινθο επέστρεψε στη Χίο στην οποία παρέμεινε τα τελευταία δώδεκα χρόνια της ζωής του ασχολούμενος με άσκηση, μελέτη, συγγραφή και διδασκαλία.
Το ταπεινό Κελλί του βρίσκεται στο ναό των Αγίων Αποστόλων Πέτρου και Παύλου, που μετά την κοίμηση του είναι γνωστό με το όνομα Άγιος Μακάριος έγινε «φροντιστήριο, θεραπευτήριο, διδακτήριο και εξομολογητήριο πολλών ευλαβών Χιωτών αλλά και θύρα ελέους». Με το κήρυγμα του ωφελούσε τους πάντας. Όπως γράφει ο βιογράφος του: «Πως ήτον βολετόν να μην ωφελούνται οι Χριστιανοί εκείνοι, οι οποίοι πρώτον μεν έβλεπον ένα Αρχιερέα Κορίνθου να τους διδάσκη με ένα σχήμα ταπεινότατον, με ενδύματα πενιχρότατα, με ένα φαινόμενον ευτελέστατον‡ κατ' αλήθειαν, λέγω το καλυμμαύχι της κεφαλής του άλλος κανένας δεν ήθελε να καταδεχθή να φορέση».
Ο άγιος Μακάριος προετοίμαζε μέσα στα χρόνια της σκλαβιάς του γένους χριστιανούς για το μαρτύριο. Έγινε «αλείπτης», εμπνευστής, χειραγωγός, εξομολόγος των νεομαρτύρων Πολυδώρου του Κυπρίου (+1794), Θεοδώρου Βυζαντίου (+1795), Δημητρίου του Πελοπονησίου (+1803), Μάρκου του Νέου (+1801) και Αγγελή του Αργείου (+1813).
Πλήθος είναι τα έργα του, κυρίως αγιολογικά, προσωπικά ή σε συνεργασία με τους αγίους Νικόδημο Αγιορείτη και Αθανάσιο Πάριο. Ενώ ετοίμαζε το βιβλίο του «Νέον Λειμωνάριον» ασθένησε από ημιπληγία και παρέλυσε η δεξιά του πλευρά. Παρέμεινε κατάκοιτος για οκτώ μήνες προσευχόμενος συνεχώς με πολλά δάκρυα, γιατί όπως έλεγε δεν άρχισε να μετανοεί, κοινωνούσε καθημερινά και συμβούλευε όσους έρχονταν να πάρουν την ευλογία του.
Μετά τους μεγάλους αγώνες του κοιμήθηκε στις 17.4.1805. Ετάφη στη νότια πλευρά του προαυλίου του ναού των Αποστόλων Πέτρου και Παύλου, όπου βρίσκεται σήμερα ο τάφος του. Ανακομιδή των τιμίων λειψάνων του έγινε το 1808. Πλήθος θαυματουργικών ιάσεων αναφέρονται σε πιστούς πού ασπάζονται τα ιερά του λείψανα. Οι κάτοικοι της Χίου τον τιμούσαν όταν ζούσε ως άγιο, τιμή που διαδόθηκε σε όλη την Εκκλησία.
Ταις αυτού αγίαις πρεσβείαις ο Θεός, ελέησον ημάς. Αμήν.
 

Δεν υπάρχουν σχόλια: