08.44΄35΄΄31/12/2016
Λευκή πόλη κατάλευκη, σά νύφη στολισμένη,
στό πέπλο της Δεκέμβριο καί στίς τριάντα μία,
πού χρόνια τώρα φύλαγε, σά ‘νάσα ἁγιασμένη
καί σά κρυφή μιᾶς λύτρωσης, βαθειά ἐπιθυμία.
Λευκή πόλη κατάλευκη, σά νύφη στολισμένη,
στό πέπλο της Δεκέμβριο καί στίς τριάντα μία,
πού χρόνια τώρα φύλαγε, σά ‘νάσα ἁγιασμένη
καί σά κρυφή μιᾶς λύτρωσης, βαθειά ἐπιθυμία.
Λές κι ὁ Θεός ξαπέστειλε, στήν γῆ μας τούς Ἀγγέλους
κι αὐτοί μεταμορφώθηκαν, σ’ ἄσπρες χιονονιφάδες
κι ἀπ’ τό λευκό τους ἄσπρισε κι ὁ κόσμος ἐπί τέλους
κι οἱ γειτονιές μας γίνανε, ὁλόλευκοι καμβάδες.
Κι ὁ χρόνος πού τ’ ἀπέμειναν, λίγες ὡρίτσες μόνο,
ἴσως ζητᾶ συγχώρεση, γιά νά ἐξευμενίσει,
ἀπ’ τίς πληγές τόν κόσμο μας κι ἀπό τόν τόσο πόνο,
πού μέσα στό βασίλειο του, ‘νός χρόν(ου) ἔχει κοστίσει.
Λευκή ἡ πόλη σήμερα κι ὅπως καί νἄχ(ει) ὡραῖα,
σά κρέμα ‘πό ἀφρόγαλα, παχειά καί κρυσταλλένια,
σ’ ὀνείρου περιτύλιγμα, σ’ ἀπόλαυση λαθραῖα,
μέ μιά αἴσθηση χαρούμενη, λευκή παραμυθένια,
πού νοιώθεις πώς ἀπρόσμενα, κάπως θά ξεπροβάλλουν,
ἀπό γωνιές ἀπόκρυφες, χιονάνθρωποι γελῶντας,
μέ ξωτικά παρέα τους καί μέσα θά εἰσβάλλουν,
στόν κόσμο μας τόν ψεύτικο, τρελά χοροπηδῶντας.
Γ.Μ.
κι αὐτοί μεταμορφώθηκαν, σ’ ἄσπρες χιονονιφάδες
κι ἀπ’ τό λευκό τους ἄσπρισε κι ὁ κόσμος ἐπί τέλους
κι οἱ γειτονιές μας γίνανε, ὁλόλευκοι καμβάδες.
Κι ὁ χρόνος πού τ’ ἀπέμειναν, λίγες ὡρίτσες μόνο,
ἴσως ζητᾶ συγχώρεση, γιά νά ἐξευμενίσει,
ἀπ’ τίς πληγές τόν κόσμο μας κι ἀπό τόν τόσο πόνο,
πού μέσα στό βασίλειο του, ‘νός χρόν(ου) ἔχει κοστίσει.
Λευκή ἡ πόλη σήμερα κι ὅπως καί νἄχ(ει) ὡραῖα,
σά κρέμα ‘πό ἀφρόγαλα, παχειά καί κρυσταλλένια,
σ’ ὀνείρου περιτύλιγμα, σ’ ἀπόλαυση λαθραῖα,
μέ μιά αἴσθηση χαρούμενη, λευκή παραμυθένια,
πού νοιώθεις πώς ἀπρόσμενα, κάπως θά ξεπροβάλλουν,
ἀπό γωνιές ἀπόκρυφες, χιονάνθρωποι γελῶντας,
μέ ξωτικά παρέα τους καί μέσα θά εἰσβάλλουν,
στόν κόσμο μας τόν ψεύτικο, τρελά χοροπηδῶντας.
Γ.Μ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου