Μην ερευνάς το Θεό, αν θες να Tον βρεις.
Κλείσε τα μάτια σου, αν θες να Tον δεις.
Φράξε τα αυτιά σου, αν θες να Tον ακούσεις...
Μην ερευνάς το Θεό, αν θες να Tον βρεις.
Κλείσε τα μάτια σου, αν θες να Tον δεις.
Φράξε τα αυτιά σου, αν θες να Tον ακούσεις...
του Ιωάννη Τάτση, Θεολόγου
Ο ηγούμενος της ιεράς Μονής Στομίου Κονίτσης, ο πατήρ Κοσμάς, ο καλόγερος, όπως συνήθιζαν να τον αποκαλούν κυρίως οι Κάτω Κονιτσιώτες, εκοιμήθη στις 23 Φεβρουαρίου 2025 και σε λίγες μέρες θα τελεστεί το τεσσαρακονθήμερο μνημόσυνο του. Υπήρξε άνθρωπος απλός, φίλος της ησυχίας, ολιγομίλητος, ανδρείος, διακριτικός σε όλα και κυρίως σε όσα συμβούλευε τα πνευματικά του τέκνα, αυτοδίδακτος ησυχαστής, ολιγαρκής και πράος. Αν και απέφευγε να διδάσκει τους άλλους, μερικές από τις απαντήσεις του σε ερωτήματα πιστών έχουν μείνει ανεξίτηλες σε όσους είχαμε τη μεγάλη ευλογία να ζήσουμε κοντά του.
“Ποτέ μου δεν μετάνιωσα που δεν μίλησα” έλεγε, για να διδάξει ότι όποιος κρατά το στόμα του κλειστό αποφεύγει την κατάκριση, τις συγκρούσεις χωρίς λόγο, τις διαφωνίες και τις άσκοπες συνομιλίες. Στην τράπεζα της Μονής Στομίου, όπου συνέτρωγαν μοναχοί και λαϊκοί επισκέπτες, τις περισσότερες φορές παρακολουθούσε σιωπηλός τις συζητήσεις μεταξύ των επισκεπτών ενώ σπανιότερα παρενέβαινε λέγοντας τη γνώμη του με λίγες μόνο λέξεις, εάν επρόκειτο για θέμα άξιο λόγου, πνευματικό, εκκλησιαστικό ή εθνικό. Όταν τον ρωτούσαν τη γνώμη του για κάποιο ζήτημα άλλοτε την έλεγε και άλλοτε, εάν το θέμα δεν ήταν σημαντικό ή δεν αφορούσε άμεσα τους παρόντες συνομιλητές, άλλαζε την συζήτηση. Όταν έβλεπε πως η συζήτηση ξεστράτιζε σε θέματα της επικαιρότητας, πολιτικά ή άλλα αδιάφορα από πνευματικής άποψης, έβαζε τέλος στη συζήτηση και σηκωνόταν για την ευχαριστήρια προσευχή μετά το γεύμα ή το δείπνο.
Στα νέα παιδιά ήθελε πολύ να εμφυσήσει την ανδρεία και την όρεξη για πνευματικό αγώνα. Πολεμούσε τη νωχελικότητα και την καλοπέραση και έλεγε χαρακτηριστικά σε όλους: “Να μην σας βρίσκει ο ήλιος στο κρεβάτι”, εννοώντας ότι θα πρέπει να σηκώνονται από τον ύπνο πριν ακόμη ανατείλει ο ήλιος. Όταν μάλιστα ένας νέος του είπε χαριτολογώντας ότι δεν τον βρίσκει ο ήλιος στο κρεβάτι γιατί κλείνει τις γρίλιες στα παράθυρα, εκείνος δεν φάνηκε να συμμερίζεται το αστείο και επέμεινε: “Άφησέ τα αυτά. Να σηκώνεσαι πρωΐ. Να έχεις τη μέρα μπροστά”. Ο ίδιος ήταν πραγματικό νυχτοπούλι. Κοιμόταν λίγες ώρες και αγαπούσε να βλέπει την ανατολή του ήλιου. Ήξερε μάλιστα στο μοναστήρι του το ακριβές σημείο που εμφανίζεται ο ήλιος κατά την ανατολή σε κάθε εποχή και μήνα του χρόνου. Για τους μοναχούς ακόμη περισσότερο έλεγε ότι ταιριάζουν τα λόγια του αγίου Παϊσίου ότι “η νύχτα δεν είναι ποτέ μεγάλη για τον μοναχό”, δηλαδή ο χρόνος δεν φτάνει ποτέ για τη βραδινή περισυλλογή, την προσευχή μέσα στη νυχτερινή ησυχία για τον εαυτό μας και τους άλλους. Ο π. Κοσμάς έλεγε επίσης συχνά ότι “το ηλιοβασίλεμα θαυμάζουν μόνο όσοι δεν είναι άξιοι να γευτούν την ομορφιά της ανατολής” επειδή ο ύπνος τους κρατάει κοιμισμένους στο κρεβάτι.
Ο π. Κοσμάς ήταν άνθρωπος με μεγάλη σωματική δύναμη και πολλή αντοχή. Νεότερος κουβαλούσε πολλά υλικά για την ανοικοδόμηση και ανακαίνιση της Μονής Στομίου με τα χέρια του, φόρτωνε με δεξιοτεχνία μουλάρια και άλογα σηκώνοντας τσιμέντα, τσουβάλια με άμμο, μάρμαρα, πλάκες, βαριά ξύλα και άλλα απαραίτητα. Τα τελευταία χρόνια της ζωής του, η ασθένεια του πάρκινσον μαζί με τα φυσικά γεράματα κατέβαλαν τη σωματική του δύναμη και αυτό αποτελούσε μία μεγάλη ταπείνωση για εκείνον, κυρίως γιατί χρειαζόταν τη βοήθεια άλλων για πολλές από τις καθημερινές του ανάγκες. Δεν του άρεσε να τον υπηρετούν και με δυσκολία ζητούσε βοήθεια. Ωστόσο μέχρι την τελευταία ημέρα της επίγειας ζωής του σηκωνόταν από το κρεβάτι και η Παναγία δεν επέτρεψε να παραμείνει κατάκοιτος. Στο κελί του στο Στόμιο, όταν η δυσκαμψία, που του προκαλούσε το πάρκινσον, άρχισε να αυξάνει, τοποθέτησε χοντρά σχοινιά, κρεμασμένα από το ταβάνι, τα οποία τραβούσε με τα χέρια του για να σηκωθεί από το κρεβάτι. Κάποιος αδελφός τον ρώτησε αν τα σχοινιά αυτά είναι για να κρατιέται όρθιος σε προσευχή και εκείνος αυθόρμητα του απάντησε ότι τα σχοινιά είναι απλά για να σηκώνεται όρθιος. Δεν μιλούσε σχεδόν ποτέ για τον προσωπικό του πνευματικό αγώνα αλλά όταν είχε κάποιο πρόβλημα ή όταν κάποιος ασθενής ή συγγενής ασθενούς ή εμπερίστατου αδελφού ζητούσε προσευχή, έλεγε σε κάποιους γνωστούς του ότι πρέπει να κάνουμε προσευχή για τον τάδε. Όταν κάποτε το πρωί μετά την αγρυπνία για την εορτή του Αγίου Παϊσίου, κάποιος πιστός ζήτησε από έναν ιερέα, που βρισκόταν στη Μονή, να γίνει μία Παράκληση για ένα παιδί που έπασχε από σοβαρή ασθένεια, ο π. Κοσμάς παρά την προχωρημένη ασθένεια και αδυναμία του και τον κόπο της αγρυπνίας είπε: “Θα έρθω κι εγώ”. Τελικά ανέλαβε ο ίδιος να πει τα λόγια του ιερέα στην Παράκληση που έγινε, έμεινε σκυφτός, σκεπτικός και προσευχόμενος όλη την ώρα και με πολύ πόνο πρόφερε το όνομα του ασθενή νέου παρακαλώντας την Παναγία για εκείνον.
Αυτά τα λίγα γράφτηκαν για τον μακαριστό πλέον πατέρα Κοσμά, τον ηγούμενο της Μονής Στομίου και τον πνευματικό της Κόνιτσας με αφορμή τον τεσσαρακονθήμερο μνημόσυνο του. Υπάρχουν και άλλα πολλά που θα μπορούσαν να γραφούν από όσα ακούσαμε και ζήσαμε κοντά του. Δεν είναι όμως ακόμη η κατάλληλη στιγμή ούτε αρκεί ένα άρθρο για να γραφούν όλα αυτά.
Για πολλούς από όσους γνωρίσαμε τον π. Κοσμά η αναχώρησή του από τον πρόσκαιρο τούτο κόσμο μας γέμισε λύπη πολλή, κυρίως γιατί χάσαμε τον πνευματικό μας πατέρα κι οδηγό, το πνευματικό μας στήριγμα. Η κοίμησή του όμως ήρθε όταν έφτασε για εκείνον το πλήρωμα του χρόνου, η κατάλληλη στιγμή, αφού τον τελευταίο καιρό δοκιμάστηκε πολύ από την ασθένειά του, υπέμεινε καρτερικά και τελικά ήσυχα και απλά, όπως έζησε όλη του τη ζωή, αναχώρησε για τη μόνιμη ουράνια πατρίδα μας. Την ευχή του να έχουμε.
Ἅγιος Παΐσιος ὁ Ἁγιορείτης
-Πέστε μας, Γέροντα, κάτι γιὰ τὴν Παναγία.
-Τί νὰ σᾶς πῶ; Μὲ φέρνετε σὲ πολὺ δύσκολη θέση. Γιὰ νὰ μιλήση κανεὶς γιὰ τὴν Παναγία, πρέπει νὰ Τὴν ζήση.
-Γέροντα, καὶ τὸ ὄνομα τῆς Παναγίας ἔχει δύναμη πνευματική, ὅπως τὸ ὄνομα τοῦ Χριστοῦ;
-Ναί. Ὅποιος ἔχει πολλὴ εὐλάβεια στὴν Παναγία, ἀκούει τὸ ὄνομά Της καὶ ἀλλοιώνεται. Ἤ, ἂν τὸ βρῇ κάπου γραμμένο, τὸ ἀσπάζεται μὲ εὐλάβεια καὶ σκιρτάει ἡ καρδιά του. Μπορεῖ νὰ κάνη ὁλόκληρη Ἀκολουθία μὲ ἕναν συνεχῆ ἀσπασμὸ στὸ ὄνομα τῆς Παναγίας[1]. Καὶ ὅταν προσκυνᾶ τὴν εἰκόνα Της, δὲν ἔχει την…αίσθηση ὅτι εἶναι εἰκόνα, ἀλλὰ ὅτι εἶναι ἡ ἴδια ἡ Παναγία, καὶ πὲφτει κάτω λειωμένος, διαλυμένος ἀπὸ τὴν ἀγάπη Της.
-Γέροντα, νὰ μᾶς λέγατε κάτι ἀπὸ τὸ προσκύνημά σας στὴν Παναγία τῆς Τήνου.
-Τί νὰ πῶ; Μιὰ τόσο μικρὴ εἰκόνα κι ἔχει τόση Χάρη! Δὲν μποροῦσα νὰ ξεκολλήσω ἀπὸ κοντά της. Παραμέρισα λίγο, γιὰ νὰ μὴν ἐμποδίζω τοὺς ἄλλους ποὺ ἤθελαν νὰ προσκυνήσουν.
-Μερικοί, Γέροντα, σκανδαλίζονται ἀπὸ τὰ πολλὰ ἀφιερώματα ποὺ ἔχουν οἱ θαυματουργὲς εἰκόνες τῆς Παναγίας.
-Νὰ σᾶς πῶ, τί ἔπαθε μιὰ φορά ἕνας πολὺ ἁπλὸς καὶ εὐλαβὴς προσκυνητής. Πῆγε στὴν Μονὴ Ἰβήρων καὶ προσκύνησε τὴν Παναγία τὴν Πορταΐτισσα. Ἐκεῖ, ἡ εἰκόνα εἶναι γεμάτη φλουριά. Στὸν γυρισμό, πηγαὶνοντας γιὰ τὴν Μονὴ Σταυρονικήτα, μπῆκε σὲ λογισμούς. «Παναγία μου, εἶπε, ἐγὼ ἤθελα νὰ Σὲ δῶ ἀλλιῶς· ἁπλῆ, ὄχι μὲ φλουριά». Τί παθαίνει ἐν τῷ μεταξύ; Τὸν ἔπιασε ἕνας πόνος δυνατός, ζαλίστηκε καὶ ἔμεινε ἐκεῖ, στὴν μέση τοῦ δρόμου. Ἄρχισε λοιπὸν νὰ ζητάη βοήθεια ἀπὸ τὴν Παναγία: «Παναγία μου, ἔλεγε, κάνε μὲ καλὰ καὶ θὰ σοῦ φέρω δυὸ φλουριά!». Τότε τοῦ παρουσιάσθηκε ἡ Παναγία καὶ τοῦ εἶπε: «Ἔτσι μοῦ τὰ ἔφεραν τὰ φλουριά. Μήπως ἐγὼ τὰ ζήτησα; Μήπως τὰ ἤθελα ἐγώ;». Καὶ ἀμέσως ὁ πόνος σταμάτησε. Βλέπετε, ἐπειδὴ εἶχε καλή διάθεση, πολλὴ πίστη, τὸν βοήθησε ἡ Παναγία.
Ἐγὼ μερικὲς φορὲς ἐκεῖ στὸ Καλύβι, ὅταν θέλω νὰ προσευχηθῶ στὴν Παναγία, σκέφτομαι: «Πῶς νὰ πάω μὲ ἄδεια χέρια νὰ Τὴν παρακαλέσω;». Κόβω λίγα ἀγριολούλουδα, τὰ πηγαίνω στὴν εἰκόνα Της καὶ λέω: «Παναγία μου, πᾶρε αὐτὰ τὰ λουλούδια ἀπὸ τὸ Περιβόλι Σου». Πρὶν πάω στὸ Ἅγιον Ὅρος, ἄκουγα νὰ λένε ὅτι εἶναι «τὸ Περιβόλι τῆς Παναγίας» καὶ περίμενα νὰ δῶ λουλούδια, δένδρα ὀπωροφόρα κ.λπ. Ὅταν πῆγα καὶ εἶδα ἄγριες καστανιές, κουμαριές, κατάλαβα ὅτι εἶναι πνευματικὸ τὸ Περιβόλι τῆς Παναγίας. Ἀργὸτερα ἔνιωσα μέσα σὲ αὐτὸ καὶ τὴν παρουσία Της.
-Πῶς θὰ αἰσθανθῶ, Γέροντα, τὴν παρουσία τῆς Παναγίας, γιὰ νὰ μοῦ θερμάνη τὴν καρδιά;
-Μιὰ ποὺ φέρεις τὸ ὄνομα τῆς Μεγάλης Μητέρας τοῦ Χριστοῦ καὶ κατὰ χάριν Μητέρας ὅλων τῶν ἀνθρώπων, νὰ Τὴν ἐπικαλῆσαι συνέχεια: «Παναγία μου, νὰ λές, Ἐσὺ ποὺ καταδέχτηκες νὰ ἔχω τὸ ὄνομά Σου, βοήθησέ με νὰ ζήσω ὅπως εἶναι εὐάρεστο σ’ Ἐσένα. Ἄλλοι μόνον τὸ ὄνομά Σου ἀκοῦνε καὶ συγκινοῦνται, κι ἐγὼ τί κάνω;». Εὔχομαι ἡ Παναγία νὰ μένη συνὲχεια κοντά σου καὶ νὰ σὲ σκεπάζη σὰν τὸ κλωσσοποῦλι κάτω ἀπὸ τὰ Ἀγγελικὰ φτερά Της.
«Τὴν Μητέρα σου προσάγει σοι εἰς ἱκεσίαν ὁ λαός σου, Χριστέ»[2]
-Γέροντα, ποιά εἰκόνα τῆς Παναγίας Τὴν ἀποδὶδει περισσότερο;
-Ἡ Παναγία ἡ Ἱεροσολυμίτισσα. Μιὰ φορά Τὴν εἶδα ἐκεῖ στὸ Καλύβι, στὴν Παναγούδα… Ἂν σοῦ τὸ πῶ, σὲ πόσους θὰ τὸ πῇς;
-Σὲ κανέναν, Γέροντα.
-Λοιπόν, εἶδα σὲ ὅραμα, ὅτι θὰ πήγαινα μακρινό ταξίδι καὶ ἔπρεπε νὰ ἑτοιμάσω τὰ χαρτιά μου, διαβατήριο, συνάλλαγμα κ.λπ., ἀλλὰ οἱ ὑπάλληλοι δὲν μοῦ ἔκαναν τὰ χαρτιά. Ἐκεῖ ἦταν πολλοὶ ἄνθρωποι, ὅμως δὲν ὑπῆρχε κανεὶς νὰ μὲ βοηθήση. «Ποιός θὰ μὲ βοηθήση; λέω. Μὰ δὲν βρίσκεται κανένας, γιὰ νὰ ἐνδιαφερθῇ;». Εἶχα μιὰ ἀγωνία!… Καὶ ξαφνικὰ παρουσιάζεται μιὰ Γυναῖκα μὲ λαμπερὸ πρόσωπο, ντυμένη στὰ χρυσαφένια. Εἶχε μιὰ ὡραιότητα! Ἄστραφτε ὁλόκληρη! «Μὴν ἀνησυχῇς, ἐγὼ θὰ σὲ βοηθήσω· ὁ Γυιός μου εἶναι Βασιλιάς», μοῦ λέει καὶ μὲ χτύπησε ἁπαλὰ στὸν ὦμο. Παίρνει τὰ χαρτιὰ καὶ μὲ μιὰ κίνηση τὰ βάζει στὸν κόρφο Της. Ὦ, τί κίνηση ἦταν ἐκείνη! Ὕστερα μοῦ εἶπε: «Θὰ περάσετε δύσκολες ἡμέρες» καὶ μοῦ ἀνέφερε κάτι ποὺ ἔπρεπε νὰ κάνω κι ἐγώ[3]. Μετὰ ἀπὸ καιρὸ, εἶδα τὴν Παναγία την Ἱεροσολυμίτισσα σὲ ἕνα βιβλίο καὶ Τὴν ἀναγνώρισα.
-Κάποιος, Γέροντα, μᾶς ρώτησε: «Ἀφοῦ ἡ σωτηρία μας εἶναι στὰ χέρια τοῦ Θεοῦ, γιατί, ὅταν ἐπικαλούμαστε τὴν Παναγία, λέμε: «Ὑπεραγία Θεοτόκε, σῶσον ἡμᾶς»;
-Ἂς ποῦμε, μιὰ γυναῖκα ἔχει γειτόνισσα τὴν μάνα ἑνὸς ὑπουργοῦ καὶ τὴν παρακαλεῖ νὰ φροντίση, ὥστε νὰ βρεθῇ μιὰ δουλειὰ γιὰ τὸ παιδί της. Ἡ γειτόνισσα προθυμοποιεῖται, ὅμως δὲν θὰ βρῇ ἡ ἴδια τὴν δουλειά, ἀλλὰ θὰ παρακαλέση τὸν γυιό της, ποὺ ὡς ὑπουργὸς ἔχει αὐτὴν τὴν δυνατότητα καὶ θὰ κάνη τὸ χατίρι τῆς μάνας του. Ἔτσι κι ἐμεῖς, παρακαλοῦμε τὴν Παναγία νὰ μᾶς σώση καὶ ἡ Παναγία παρακαλεῖ τὸν Υἱό Της ποὺ ἔχει αὐτὴν τὴν δύναμη. Καὶ Ἐκεῖνος Τῆς κάνει τὸ χατίρι, γιατί ἀγαπάει πολὺ τὴν Μητέρα Του.
-Γέροντα, στὴν Παναγία προσεύχομαι μὲ περισσότερη ἄνεση ἀπὸ ὅ,τι στὸν Χριστό. Μήπως αὐτὸ εἶναι ἀνευλάβεια;
-Κι ἐγὼ ἔτσι νιώθω. Ἀπὸ πολὺ σεβασμὸ στὸν Χριστό, νιώθω περισσότερη ἄνεση στὴν Παναγία, ὅπως καὶ τὰ παιδιά – καὶ μεγάλα ἀγόρια νὰ εἶναι – πηγαίνουν στὴν μάνα μὲ περισσότερο θάρρος ἀπὸ ὅ,τι στὸν πατέρα, ἀπὸ σεβασμὸ πρὸς τὸν πατέρα.
-Οἱ ἄνθρωποι ποὺ ἔχουν πραγματικὴ εὐλάβεια καὶ σεβασμὸ στὸν Χριστό, συστέλλονται μπροστὰ στὸν Χριστό, ἐνῶ στὴν Παναγία ἔχουν περισσότερο θὰρρος καὶ Τὴν πλησιάζουν ἄνετα, γιατί ἡ Παναγία ἀνὴκει στὸ γένος τὸ ἀνθρώπινο.
-Καμμιὰ φορά, Γέροντα, ὅταν κάνω μετάνοιες, ψάλλω τὴν Παράκληση τῆς Παναγίας ἤ λέω τοὺς Χαιρετισμούς. Μήπως, ὅταν κάνω μετάνοιες, πρέπει νὰ λέω μόνον τὴν εὐχή;
-Ὄχι, κάνε ὅπως ἀναπαύεσαι, γιατί καὶ ἡ Παναγία στὸν Χριστὸ τὰ πηγαίνει ὅλα, ἀλλὰ καὶ μὲ τὴν στοργὴ καὶ τὴν τρυφερότητά Της γεμίζει τὴν ψυχή μας ἀπὸ ἀγάπη καὶ ἔρωτα πρὸς τὸν Χριστό. Ἐγὼ παρακαλῶ τὴν Παναγία νὰ μοῦ πάρη τὴν καρδιὰ καί, ἀφοῦ πρῶτα τὴν καθαρίση, νὰ τὴν κόψη στὰ τέσσερα: Τρία κομμάτια νὰ δώση στὴν Ἁγία Τριάδα καὶ ἕνα κομμάτι νὰ κρατήση Ἐκείνη.
-Γέροντα, ὅταν λέω τὴν εὐχή, μπορεῖ νὰ περὰση πολλὴ ὥρα καὶ νὰ μὴν κάνω κανένα κομποσχοίνι στὴν Παναγία, γιατί δὲν μπορῶ νὰ ἀφήσω τὸ ὄνομα τοῦ Χριστοῦ.
-Φοβᾶσαι, μήπως παρεξηγηθῇ ἡ Παναγία; Εὐλογημένη, δὲν εἴπαμε, ὅτι οἱ προσευχὲς πρὸς τὴν Παναγία καὶ πρὸς ὅλους τοὺς Ἁγίους ἀπευθύνονται στὸν Χριστό; Νὰ κάνης, ὅπως νιώθεις. Δὲν παρεξηγεῖται ἡ Παναγία οὔτε οἱ Ἅγιοι.
-Γέροντα, σὲ μιὰ ἀτομικὴ ἀγρυπνία ποὺ τὴν ἀφιερώνω στὴν Παναγία, τί νὰ κάνω;
-Νὰ συλλογίζεσαι προηγουμένως τὴν Παναγία. Σ’ αὐτὸ μποροῦν νὰ σὲ βοηθήσουν καὶ μερικὰ τροπάρια ἀπὸ τὴν Παράκληση τῆς Παναγίας ἤ ἀπὸ τὸ Θεοτοκάριο ἤ ἀπὸ τὸν Ἀκάθιστο Ὕμνο. Μετὰ νὰ συνεχίσης μὲ εὐχή [Εἰκόνα τῆς Θεοτόκου] καὶ ὅ,τι ἄλλο «δόξῃ τῷ Προεστῶτι»[4] τοῦ ἑαυτοῦ σου, ἤγουν «τῷ τυπικῷ τῆς καρδίας σου».
-Γέροντα, οἱ Χαιρετισμοὶ τῆς Παναγίας εἶναι δοξολογία;
-Δοξολογία εἶναι. Μπορεῖς νὰ τοὺς λὲς σὰν εὐχαριστία στὴν Παναγία, ὅταν ἐκπληρώνη κάποιο αἴτημά σου. Ὄχι ὅλο νὰ ζητᾶμε ἀπὸ τὴν Παναγία, ἀλλὰ νὰ Τὴν εὐχαριστοῦμε κιόλας. Οἱ Χαιρετισμοὶ τῆς Παναγίας ἔχουν πολλὴ Χάρη. Ἀνώνυμος τοὺς ἔγραψε. Νὰ τοὺς μάθης ἀπ’ ἔξω καὶ νὰ τοὺς λὲς καὶ μέσα στὴν ἡμέρα.
[1] Ὁ Γέροντας ἀπὸ πολλὴ εὐλάβεια στὴν Παναγία κάποιες φορὲς ἀσπαζόταν διαρκῶς τὸ ὄνομά Της.
[2] Θεοτοκίον Μακαρισμῶν Α΄ ἤχου ἡμέρας Κυριακῆς.
[3] Ὁ Γέροντας τὸ εἶπε τὸ 1984 καὶ δὲν ἔδωσε ἐξηγήσεις.
[4] Ἔκφραση ἀπὸ τὰ μοναστηριακὰ Τυπικά, ἡ ὁποία σημαίνει, ὅτι κάποια ἀλλαγὴ στὸ Τυπικὸ μπορεῖ νὰ ρυθμισθῇ κατὰ τὴν κρίση-διάκριση τοῦ Προεστῶτος. Ὁ Γέροντας ἐδῶ ἐννοεῖ «ὅ,τι σοῦ ὑποδείξη ἡ καρδιά σου».
Ἁγ. Παισίου Ἁγιορείτου
Λόγοι ΣΤ’ «Περὶ Προσευχῆς», ἐκδόσεις «Ἱερόν Ἡσυχαστήριον Ἑὐαγγελιστής Ἰωάννης ὁ Θεολόγος».
Έκλεισε ήδη 70 χρόνια μοναστικής ζωής ο Γέροντας Ευδόκιμος, έχοντας πια, σε ηλικία 92 ετών, συνδέσει άρρηκτα το όνομά του με την εκπληκτική Μονή Παναχράντου - Αγ. Παντελεήμονος στην Άνδρο. Εξεπλάγην, για να είμαι ειλικρινής, όταν έδειξε πως με θυμάται από την τελευταία (προ οκτώ ετών) επίσκεψή μου στο μοναστήρι!
Σαν
ένα ξύλο που ο άνεμος το ρήμαξε, σαν ένα φτερό που δεν είχε δύναμη να
αντισταθεί στης βαρύτητας τη δόξα κι έπεσε απ' του αηδονιού την αγκαλιά
αισθάνεσαι σαν κάνεις κάτι που είναι τάχα τόσο έξω από σένα, κάτι που
ξεπερνά τις ίδιες σου τις αντοχές.
Μα
εσύ σαν ένα γέρικο πουλί που πετά καμαρωτό ανενόχλητο από τις
συνεχόμενες σφαλιάρες της Μοίρας θα προχωράς, δε θα λυγίσεις, μήτε το
κεφάλι θα αφήσεις να πέσει για λίγο , θα το κρατάς έστω βαστώντας το και
με τα χέρια δυνατά για να μην υποκύψει...Μην σκρεφτείς ούτε λεπτό τα
βάσανα, τον πόνο το βαρύ τον ακατάπαυστο, τη μοναξιά που πέρασες σε αυτό
το δύσβατο μονοπάτι μονάχα το μέλλον να κοιτάς και να το φαντάζεσαι
λαμπρό χρωματιστό χαρούμενο, όπως ακριβώς αξίζει να είναι μετά την
τρικυμία.
Ένα ουράνιο τόξο μετά την καταιγίδα να προσμένεις κι ας
έρθει κι αργά....Κι αν τάχα όλα αυτά κατορθώσεις στο μυαλό σου να
εμφυσήσεις μη νομίσεις πως τα πάντα μονομιάς θα εξαφανιστούν, δάκρυα
θλίψη κραυγές γιατί πάντα υπάρχει ένα όργανο που όλα τα θυμάται - το
μυαλό- κι ένα ακόμα που μυστικά τα φανερώνει κάτω από βουβή θλίψη - τα
μάτια- ...κι ακόμα κι αν κάποτε όλες αυτές οι πίκρες φαίνονται παρελθόν
τα μάτια θα' ναι πάντα εκεί να στις θυμίζουν...
Μια ψυχή θα
καθρεπτίζουν ταλαιπωρημένη μα τόσο γεμάτη και καθαρή. Αυτά τα μάτια όλα
τα δείχνουν στην στιγμή και κάθε φορά που στον πόνο η συζήτηση θα τραβά
εκείνα λυγισμένα από εκείνον θα σε κοιτούν.Δυο οφθαλμοί κομμένοι μα και
τόσο λαμπροί και δοξασμένοι παράλληλα... δυο μάτια όπως και να βρίσκεσαι
εσύ πάντα μια ψυχή θα υπηρετούνε...
Όταν
ο άγιος Μεθόδιος με τον αδελφό του άγιο Κύριλλο ξεκίνησαν από το
Βυζάντιο νά μεταφέρουν το χριστιανισμό στους Σλάβους, ανάμεσα στους
πρώτους πού δέκτηκαν το μήνυμα του Ευαγγελίου ήταν η πριγκίπισσα
Λουντμίλλα (=Αγάπη) και ο σύζυγός της πρίγκιπας των Τσέχων Μποριβόης.
Κατηχήθηκαν και δέκτηκαν την ορθόδοξη πίστη από τον ίδιο τον άγιο
Μεθόδιο, το φωτιστή των Σλάβων.
Το
πριγκιπικό ζεύγος εκοσμείτο με πολλές αρετές, αλλά ιδιαίτερα από μια
θερμή πίστη κι ένα ένθεο ζήλο για μετάδοση της Ορθοδοξίας στους υπηκόους
των. Με τη φροντίδα τους κτίστηκαν πολλοί ναοί σε ολόκληρη τη Τσεχία,
και φρόντισαν νά τους στελεχώσουν με ευλαβείς κληρικούς.
Ο πρίγκιπας Μποριβόης απέθανε στα τριανταέξι του χρόνια, κι έτσι η Λουντμίλλα απέμεινε χήρα με τρία αγόρια και μια κόρη.
Η
νεαρή χήρα υποτάχθηκε στό θέλημα του Θεού, εγκατέλειψε κάθε κοσμική
δραστηριότητα, μοίρασε την περιουσία της στους φτωχούς και αφιερώθηκε
ολοκληρωτικά στο Θεό.
Ο γυιός της Βρατισλάβ ανέβηκε στο θρόνο της
Τσεχίας ¬και κυβέρνησε τη χώρα από τη θέση αυτή για 33 ολόκληρα χρόνια.
Τον διαδέχθηκε στο θρόνο ο γυιός του Βενσεσλάς. Αυτόν τον είχε
αναθρέφει η γιαγιά του Λουντμίλλα με ιδιαίτερη προσοχή, «εν παιδεία και
νουθεσία Κυρίου». Καλλιέργησε στην ψυχή του η αγία γιαγιά του κάθε
χριστιανική αρετή και τον προετοίμασε νά γίνει ο προστάτης της
Ορθοδοξίας στη χώρα, συνεχιστής του έργου του παππού του πρίγκιπα
Μποριβόη. Πράγματι ο Βενσεσλάς δικαίωσε τις προσδοκίες της γιαγιάς του,
αναδείκτηκε πραγματικά ιεραπόστολος, γι΄ αυτό και η Εκκλησία τον
κατέταξε στο αγιολόγιό της και τιμά την μνήμη του στις 28 Σεπτεμβρίου.
Όσο
καλός και πράος ήταν ο Βενσεσλάς, τόσο σκληρή και κακιά ήταν η
βασίλισσα σύζυγός του. Αυτή ζήλευε για την αγιότητά της και μισούσε
θανάσιμα τη γιαγιά πλέον Λουντμίλλα. Αυτή, θέλοντας νά δώσει τόπο στην
οργή και για νά μήν προκαλεί με την παρουσία της την νύμφη της,
απομακρύνθηκε από το παλάτι και κατέφυγε στην πόλη Τσετίν. Όμως, η νύμφη
της και βασίλισσα μή αντέχοντας νά ακούει νά μιλούν για την αγιότητα
της Λουντμίλλας, έστειλε ανθρώπους της και αφού της πέρασαν σχοινί στο
λαιμό, την στραγγάλισαν. Έτσι η αγία Λουντμίλλα έλαβε το στεφάνι του
μαρτυρίου στις 16 Σεπτεμβρίου του έτους 917.
Τα λείψανα της
βρίσκονται στο ναό του αγίου Γεωργίου στην Πράγα, αποτελούν πηγή
απείρων θαυμάτων και δέχονται την ευλάβεια και την τιμή πλήθους πιστών.
Μηνιαία Έκδοση Εκκλησίας Αγίου Δημητρίου Παραλιμνίου «Παρά την Λίμνην», περίοδος β΄, έτος κ΄, αρ. 9,
σχολιο:Ελλαδα το Ελληνόφωνο τουρκόφωνο πολιτικό προσωπικό ενοχλείτε οταν αθυροστομής ενάντια στην Τουρκία αλλα δεν ενοχλείτε οταν βρίζεις την Ελλαδα και την ΠΑΝΑΓΙΑ .
(Μοναχός Συμεών του Άθω)
Πρόκειται για την ελληνική εκδοχή του έργου, η οποία ηχογραφήθηκε στον Φράγκικο Ναό του Αγ.Διονυσίου στην Αθήνα το 1989. Εδώ ακούγεται απόσπασμα (από τη Δοξολογία και το Πιστεύω) από την Λειτουργία του Ariel Ramirez Misa Criolla (1964). Τραγουδάει ο Γιώργος Νταλάρας και στα φωνητικά η Martha Μoreleon.
Το έργο διηύθυνε ο Σταύρος Ξαρχάκος.
Μη βιαστείτε, παρακαλώ, να κατακρίνετε αυτό το στιγμιότυπό μας για παράβαση ευπρεπείας. Μην πείτε ότι ο συντάκτης του ξέθαψε κάποια άτυχη περιθωριακή περίπτωση και την προβάλλει.
Το περιστατικό μας μπορεί να είναι μοναδικό. Δεν συνέβη όμως σε κάποια εποχή εκκλησιαστικής αναταραχής, ούτε είναι προϊόν σιμωνίας. Είναι ένα περιστατικό απόλυτα νόμιμο, και μάλιστα με τη σφραγίδα δύο μεγάλων εκκλησιαστικών προσωπικοτήτων, που και τους δύο τους τιμά η Εκκλησία μας ως αγίους. Ο ένας το τέλεσε κι ο άλλος το τίμησε.
Βρισκόμαστε στη Νεοκαισάρεια του Πόντου. Είναι η πόλη που γεννήθηκε ο γνωστός μας άγιος Γρηγόριος Νεοκαισαρείας ο θαυματουργός, ο οποίος σπούδασε στην Καισαρεία της Παλαιστίνης πλάι στον Ωριγένη, και αργότερα επέστρεψε στην πατρίδα του, το 238, για να αναδειχθεί ο πρώτος επίσκοπός της.
Γνωστοί είναι οι ιεραποστολικοί αγώνες του αγίου και θαυματουργού Γρηγορίου για να εκχριστιανίσει την περιοχή. Αγώνες που στέφθηκαν με πλήρη επιτυχία. Κάποτε αυτοί που ζούσαν στα Κώμανα, γειτονική πόλη της Νεοκαισάρειας, ζήτησαν από τον άγιο Γρηγόριο να τους επισκεφθεί, για να ιδρύσει Εκκλησία που να έχει και επίσκοπο. Όταν ο άγιος έφτασε στην πόλη, έμεινε αρκετές μέρες, αναζωπυρώνοντας με τα κηρύγματά του τον ζήλο των κατοίκων της για μια σωστή χριστιανική ζωή. Σύντομα ήρθε και το θέμα της εκλογής του επισκόπου!
Οι κάτοικοι, έχοντας για παράδειγμα τον ίδιο τον άγιο Γρηγόριο, συμφωνούσαν να επιλεχθεί επίσκοπος από τους προκρίτους του τόπου, που ταυτόχρονα να έχει και το χάρισμα του λόγου. Οι σχετικές ψηφοφορίες δεν απέδωσαν, γιατί η κάθε μερίδα επέμενε για τον δικό της υποψήφιο. Τότε ο άγιος Γρηγόριος είπε ότι θα μπορούσαν να αναζητήσουν κάποιον από τους μη επισήμους και γνωστούς προκρίτους της πόλεως. Η πρόταση του αγίου σκανδάλισε αρκετούς. Θεωρήθηκε ως «ύβρις». Κάποιος μάλιστα διαμαρτυρήθηκε έντονα, προβάλλοντας το επιχείρημα ότι είναι αδύνατο να επιλεγεί ως αξιότερος ένας «εκ των βάναυσων», Όταν προηγουμένως απορρίφθηκαν οι πραγματικά άξιοι. Στη συνέχεια ο ίδιος με ειρωνικό τόνο είπε στον άγιο Γρηγόριο ότι, εφ’ όσον προτείνει να αναλάβει την Εκκλησία ένας εκ των «συρφετών», γιατί να μην εκλέξει για επίσκοπο τον “Αλέξανδρο τον καρβουνιάρη”; Ξαφνικά ήρθε στον άγιο Γρηγόριο η σκέψη ότι ίσως η πρόταση για τον Αλέξανδρο δεν ήταν τυχαία, αλλά ότι ήταν θεία υπόδειξη. Αμέσως ρώτησε ποιός ήταν αυτός ο Αλέξανδρος. Κάποιος, αστειευόμενος, τον έφερε μπροστά στον επίσκοπο. Ήταν ντυμένος με βρώμικα κουρέλια, ενώ το πρόσωπο και όλο του το σώμα ήταν κατάμαυρο από τα κάρβουνα. Όλοι άρχισαν να γελούν. Το διορατικό όμως μάτι του αγίου Γρηγορίου έβλεπε άλλα πράγματα. Διέκρινε ότι ο τρόπος ζωής του δεν οφειλόταν στη φτώχεια του, αλλά σε δική του επιλογή, από κάποια φιλοσοφική διάθεση.
Μετά από αυτή την εκτίμηση που έκανε για το πρόσωπο του καρβουνιάρη, τον πήρε ιδιαιτέρως και έμαθε με λεπτομέρεια τα σχετικά με τον βίο του. Στη συνέχεια τον παρέδωσε στους δικούς του να τον πλύνουν και να τον ντύσουν, ενώ ο άγιος ξαναγύρισε στη σύναξη των πολιτών. Όταν ο Αλέξανδρος επέστρεψε στη σύναξη καθαρός και καλοντυμένος, ο κόσμος ξαφνιάστηκε, βλέποντας έναν άλλον άνθρωπο. Ο άγιος Γρηγόριος τους τόνισε το πόσο λανθασμένο είναι το κριτήριο μας, όταν δίνουμε προσοχή στο εξωτερικό του ανθρώπου και όχι στο εσωτερικό του βάθος.
Η κατάληξη της σύναξης έγινε στην εκκλησία, όπου ο άγιος Γρηγόριος χειροτόνησε τον Αλέξανδρο τον καρβουνιάρη σε επίσκοπο. Ύστερα ζήτησε από τον νέο επίσκοπο να κηρύξει τον θείο λόγο. Κι εδώ ο άγιος Γρηγόριος δεν διαψεύσθηκε. Ο λόγος δεν ήταν περίτεχνος και στολισμένος, ήταν όμως ένας λόγος γεμάτος περιεχόμενο.
Κάποιος νεαρός, που προερχόταν από την Αθήνα και καμάρωνε για τον δικό του αττικίζοντα και καλλωπισμένο λόγο, χαμογέλασε με το «ακαλλές της λέξεως» του νέου επισκόπου. Γρήγορα όμως συνήλθε «εκ θειοτέρας όψεως». Είδε ένα σμήνος από περιστέρια, που έλαμπαν απερίγραπτα, και συγχρόνως άκουσε θεία φωνή να λέει ότι «του Αλεξάνδρου είναι αυτά τα περιστέρια».
Τώρα που φτάσαμε στο τέλος ευνόητο είναι να διερωτηθεί κανείς πού βρίσκεται στην ιστορία μας η άλλη μεγάλη και άγια προσωπικότητα, που, όπως είπαμε, «ετίμησε» την πράξη του αγίου Γρηγορίου Νεοκαισαρείας. Η άλλη προσωπικότητα είναι ο άγιος Γρηγόριος Νύσσης, ο οποίος έχει καταγράψει το περιστατικό της διηγήσεώς μας. Πράγματι, όλες τις παραπάνω πληροφορίες τις έχουμε από τον βίο του Γρηγορίου Νεοκαισαρείας, τον οποίον έγραψε ο Γρηγόριος Νύσσης.
(Ηλία Α. Βουλγαράκη, «Στιγμιότυπα από την εποχή των Πατέρων», εκδ. Αρμὀς)
Η Ορθοδοξία ως θεραπεία_Γέροντας Δαμασκηνός Αγιορείτης
Μια θαυμάσια εκλαϊκευμένη κατήχησηΑΝΑΔΗΜΟΣΙΕΥΣΤΕ ΕΛΕΥΘΕΡΑ
ΟΤΙ ΣΑΣ ΑΡΕΣΕΙ ΑΠΟ ΤΟΝ ΤΡΕΛΟ-ΓΙΑΝΝΗ
αλλά μην νοιώθετε «λύπη»
που αντιγράφουμε τα δικά σας ,
χωρίς να σας ρωτήσουμε...
Για την παράγκα μας
είναι γ ε λ ο ι ό τ η τ α η λεγόμενη
«δεοντολογία περί πνευματικών δικαιωμάτων!»