Σάββατο 19 Οκτωβρίου 2024

ΤΟ ΟΙΚΟΛΟΓΙΚΟ ΠΡΟΒΛΗΜΑ ΕΙΣ ΤΟΝ ΤΣΕΧΩΦ


Γράφει ὁ Νικόλαος Τσιρώνης, Οἰκονομολόγος

  Εἶναι γνωστὸ ὅτι ὁ ἄνθρωπος ἐπηρεάζεται ἀπὸ τὸ φυσικὸ περιβάλλον, στὸ ὁποῖο ζεῖ καὶ τὸ ἐπηρεάζει. Προσαρμόζεται σ’ αὐτό, ἀλλὰ καὶ προσπαθεῖ νὰ τὸ προσ­αρμόσει στίς ἀνάγκες του. Φαίνεται ὅμως ὅτι οἱ ἐπιλογές μας ὅσον ἀφορᾶ τίς δραστηριότητές μας, ποὺ ἄμεσα ἢ ἔμμεσα ἐπηρεάζουν τὸ φυσικὸ περιβάλλον, δὲν εἶναι πάντοτε ἐπιτυχεῖς. Ἔτσι ἀντὶ νὰ ἀξιοποιοῦμε σωστά ὅ,τι προσφέρει τό φυσικό περιβάλλον, τὸ ἐκμεταλλευόμαστε κατά τρόπο ἐπιζήμιο. Ἔχει κανεὶς τὴν ἐντύπωση ὅτι τὸ βλέπουμε ὡς ἀντίπαλο, ὅτι ἀντιδικοῦμε μὲ τὴν Φύση. Οἱ σχέσεις μας μὲ τὸ φυσικό περιβάλλον ἔχουν δημιουργήσει τό λεγόμενο οἰκολογικό πρόβλημα μέ παγκόσμιες διαστάσεις.

  Ἐφημερίδες καὶ περιοδικά, ἑλ­ληνικὰ καὶ ξένα, μέ ἐντυπωσιακή συχνότητα φιλοξενοῦν κείμενα πού ἀναφέρονται στό θέμα αὐτὸ καὶ ἀποσκοποῦν στὴν ἐνημέρωση, εὐαισθητοποίηση καὶ ἐνεργοποίησή μας γιὰ τὴν σωτηρία τοῦ περιβάλλοντος, θέμα ποὺ ἔχει σχέση μὲ τὴν ποιότητα τῆς ζωῆς, τὴν ὑγεία καὶ αὐτὴν τὴν ἴδια τὴν ὕπαρξή μας. Δὲν εἶναι λίγα καὶ τὰ σχετικά μέ τό θέμα αὐτό βιβλία πού κυκλοφοροῦν. Ἡ Ἐκκλησία ἔχει ἀφιερώσει τήν 1η Σεπτεμβρίου στὸ περιβάλλον. Εἶναι παγκοσμίως γνωστή ἡ σχετική δραστηριότητα τοῦ Πατριάρχου Κων/πόλεως Βαρθολομαίου (συνέδρια σέ διάφορα μέρη τῆς γῆς, ἐκκλήσεις κ.λ.π.).

  Το πρόβλημα δὲν εἶναι θέμα μὲ θεωρητικὴ ἀξία. Ὑφιστάμεθα τίς συνέπειες, πολλὲς φορὲς ὀδυνηρές. Βρισκόμαστε μπροστά σὲ ἀδιέξοδα. Ἡ ἐπιστημονικὴ καὶ τεχνολογική πρόοδος δὲν συμβάλλει, μέχρι τώρα, στὴν ἐπίλυση τοῦ προβλήματος. Μᾶλλον διευρύνει τὴν ἔκτασή του καὶ ἐπιτείνει τὴν ἔντασή του. Λείπει ἡ πολιτική βούληση. Τά μεγάλα οἰκονομικὰ συμφέροντα ἐπιβάλλουν τὴν θέλησή τους καὶ σ’ αὐτόν τόν τομέα. Ἐντελῶς πρόσφατα μόνον ἄρχισαν κάποιες προσπάθειες ἐπανορθωτικὲς καὶ προληπτικές.

  Στὸ ἔργο τοῦ «Θεῖος Βάνιας» ὁ σπουδαῖος Ρῶσσος συγγραφέας Ἄντον Τσέχωφ (1860 – 1904) διατυπώνει τίς οἰκολογικὲς θέσεις του, μὲ τὶς ὁποῖες θὰ ἀσχοληθοῦμε ἐκτενέστερα. Χωρίς ἀσφαλῶς νὰ ἔχει τέτοια πρόθεση ὁ συγγραφέας θέτει ἔμμεσα οἰκολογικό πρόβλημα καὶ στὸν «Βυσσινόκηπο».  ̓Απὸ κοινωνιολογική ἄποψη τὸ ἔργο αὐτὸ σηματοδοτεῖ μιὰ μεταβατική περίοδο. Ἡ ἀνερχόμενη μεσοαστική τάξη ἐκτοπίζει τὴν τάξη τῶν γαιοκτημόνων ὄχι μὲ τὴν βία, ἀλλὰ μὲ οἰκονομικὰ μέσα. Ὁ «Βυσσινόκηπος» εἶναι μιὰ φυτεία δημιουργημένη ἀπὸ τὸν ἄνθρωπο. Μποροῦμε νὰ ἀναγνωρίσουμε σ’ αὐτὸν τὸ ἀποτέλεσμα τῆς ἁρμονικῆς συνεργασίας τοῦ ἀν­θρώπου μέ τήν Φύση. Συνδυάζει τὸ στοιχεῖο τῆς ὀμορφιᾶς μὲ τὸ στοιχεῖο τῆς χρησιμότητας. Ὁ γέρος ὑπηρέτης Φίρς μιλᾶ μὲ ὑπερηφάνεια γιά τήν παραγωγή του καὶ ἡ ἰδιοκτήτριά του Λιουμπώφ μὲ θαυμασμό γιὰ τὴν ὀμορφιά του: «Τί ἔξοχος κῆπος!».

  Αὐτὴ ἡ ὡραία καὶ προσοδοφόρα φυτεία θὰ καταστραφεῖ ἀπὸ τὸ τσεκούρι τῆς ἐκμεταλλεύσεως, γιὰ νὰ κτιστοῦν ἐξοχικές κατοικίες γιά παραθεριστές. (Ὁ συγγραφέας δὲν βλέπει τὸ θέμα οἰκολογικά. Ὁ «Βυσσινόκηπος» ἀποτελεῖ περισσότερο σύμβολο καὶ οἱ σχέσεις τῶν προσώπων τοῦ ἔργου μὲ τὸ φυσικὸ περιβάλλον τοποθετοῦνται σὲ δεύτερο πλάνο. Ἐμεῖς ὅμως διακρίνουμε τήν οἰκολογική του διάσταση. Ἡ πόλη, ποὺ ἔχει ἐξαφανίσει ἕνα μέρος τῆς Φύσεως, δὲν προσφέρει ἱκανοποιητικό περιβάλλον διαβιώσεως στὸν ἄνθρωπο. Γι’ αὐτὸ ὁ ἄνθρωπος ἔχει ἀνάγκη ἀπό παραθερισμό. Ὄχι σὲ ἀστικό κέντρο, ἀλλὰ στὴν ἐξοχή. Αὐτὴ τὴν ἀνάγκη τήν διαπιστώνει ὁ ἐπιχειρηματίας Λοπάχιν καὶ προσπαθεῖ νὰ τὴν ἱκανοποιήσει… μὲ τὸ ἀζημίωτο βέβαια. Θά κτίσει ἐξοχικές κατοικίες, θὰ προσφέρει κάποιες ἀστικὲς ἀνέσεις μέσα στὴν ἐξοχή. Ἡ πόλη θὰ ἐπεκταθεῖ εἰς βάρος τῆς Φύσεως.

  Καὶ στὸ ἔργο «Θεῖος Βάνιας» τὸ οἰκολογικό πρόβλημα δὲν εἶναι τὸ μοναδικό ἢ τὸ κύριο θέμα τοῦ ἔργου. Ὅπως δὲν ἔχουμε ἕνα κεντρικό ἥρωα στά πολύπρακτα θεατρικὰ ἔργα τοῦ Τσέχωφ, ἔτσι δὲν ἔχουμε ἕνα κεντρικό θέμα.

  Στήν πρώτη πράξη ὁ γιατρός Ἄστρωφ, μιλώντας στὴν Ἑλένα, μᾶς πληροφορεῖ ὅτι στὸ κτῆμα «ἔχει ἕνα πρωτότυπο κῆπο καὶ ἕνα φυτώριο», ὅτι δίπλα βρίσκεται τὸ δασονομεῖο καὶ ἐπειδὴ ὁ δασονόμος εἶναι γέρος καὶ πάντα ἄρρωστος, οὐσιαστικὰ ὅλες τίς δουλειὲς τὶς διευθύνει αὐτός. Καὶ ἡ Ἑλένα τοῦ ἀπαντᾶ: «Ἔχω μάθει πώς ἀγαπᾶτε πολὺ τὰ δάση. Βέβαια αὐτό μπορεῖ νἆναι πολὺ ὠφέλιμο, ἀλλὰ δὲν σᾶς ἐμποδίζει ἆραγε ἀπὸ τὴν πραγματική σας ἀποστολή; Εἴσαστε γιατρός». Καὶ ὁ μὲν  Ἄστρωφ δίνει μιά βαθυστόχαστη ἀπάντηση, μεταφυσικῆς σημασίας, λέγοντας: «Μόνον ἕνας Θεός ξέρει ποιὰ εἶναι ἡ πραγματική μας ἀποστολή». Ἐμεῖς ὅμως, σήμερα, μὲ τὴν πεῖρα ἑνὸς αἰώνα καὶ πλέον, ποὺ κύλησε ἀπό τότε πού γράφτηκε ὁ «Θεῖος Βάνιας», καὶ τὴν ποιότητα τῆς ζωῆς ποὺ κατρακύλησε, ἐξαιτίας τῆς ὑποβαθμίσεως τοῦ φυσικοῦ περιβάλλοντος, θὰ ἀπαντοῦσαμε ὅτι μιά τέτοια δραστηριότητα ἑνὸς γιατροῦ εἶναι μέσα στὰ πλαίσια τῆς ἀποστολῆς του, ἐπειδὴ ἐξασφαλίζει οὐσιαστικὲς προϋποθέσεις γιὰ ὑγεία καὶ ζωή. Μιά τέτοια δραστηριότητα διευρύνει καὶ τὴν κοινωνικὴ ἀποστολή του. Στὸ πρόσωπό του θὰ μπορούσαμε νὰ ἀναγνωρίσουμε τὸν ἐπιστήμονα, τόν homo sapienς ποὺ ἀξιολογεῖ σωστά τὴν Φύση καὶ ἐκτιμᾶ τὴν σημασία της γιά τήν ὑγεία καὶ τὴν ζωή.

  Στὸ ἄμεσο περιβάλλον τοῦ γιατροῦ Ἄστρωφ -μέ βάση τό θεατρικὸ ἔργο τοῦ Τσέχωφ πάντα- ἔχουμε τρία εἴδη ἀντιδράσεων. Ἡ Ἑλένα δὲν βρίσκει αὐτὴν τὴν δραστηριότητα τοῦ γιατροῦ ἐνδιαφέρουσα, ἀλλὰ μᾶλλον μονότονη. Ἀντίθετα ἡ Σόνια τήν βρίσκει καὶ χρήσιμη καὶ ἐνδιαφέρουσα: «Ἄν τὸν ἀκούσετε θὰ συμφωνήσετε κι’ ἐσεῖς μαζί του. Λέει πὼς τὰ δάση στολίζουν καὶ ὀμορφαίνουν τὴν γῆ, πὼς μαθαίνουν τὸν ἄνθρωπο νὰ καταλαβαίνει τὴν ὀμορφιὰ καὶ πλουτίζουν τὴν ψυχή του μὲ ὡραῖα αἰσθήματα. Τὰ δάση μαλακώνουν τὸ σκληρὸ κλῖμα. Κι’ ἐκεῖ ποὺ τὸ κλῖμα εἶναι μαλακό, ὁ ἄνθρωπος ξοδεύει λιγότερες δυνάμεις στὸν ἀγῶνα μέ τήν φύση καί γίνεται πιό καλός, πιό τρυφερός. Ἐκεῖ οἱ ἄνθρωποι εἶναι ὄμορφοι, λυγεροί, εὐαίσθητοι. Ἡ γλῶσσα τους εἶναι ὡραία, οἱ κινήσεις τους χαριτωμένες… σὲ τέτοιους τόπους ἀκμάζουν οἱ τέχνες καὶ οἱ ἐπιστῆμες, ἡ φιλοσοφία τους δὲν εἶναι ἀπαισιόδοξη καὶ οἱ σχέσεις τους μὲ τὴ γυναῖκα εἶναι ὅλο λεπτότητα, εὐγένεια…».

 ̓ Αλλὰ ὑπάρχει καὶ ἡ ἀρνητικὴ θέση πού τὴν ἀντιπροσωπεύει ὁ Βόϊνιτσκι (Βάνιας). Μετά ἀπό τήν πιό πάνω παρέμβαση τῆς Σόνιας, ὁ Βόϊνιτσκι, γιά δεύτερη φορά, εἰρωνεύεται καὶ λέει: «Ὅλ’ αὐτὰ εἶναι πολὺ ὡραῖα, ἀλλὰ δὲν εἶναι πειστικά. Ἑπομένως ἐπίτρεψέ μου, ἀγαπητέ μου φίλε, νὰ καίω τὴ σόμπα μου μέ ξύλα καί νά φτιάχνω τίς ἀποθῆκες μου μέ ξυλεία». Καὶ ὁ γιατρός Ἄστρωφ δίνει τὴν δέουσα ἀπάντηση καὶ ἐπισημαίνει τὴν οἰκολογική καταστροφή ποὺ συντελεῖται στὴν πατρίδα του: «Τὰ ρωσικά δάση τρίζουνε κάτω ἀπὸ τὸ τσεκούρι. Καταστρέφονται δισεκατομμύρια δένδρα, ἐρημώνονται οἱ φωλιές τῶν ἄγριων ζώων καί πουλιῶν, τὰ ποτάμια στερεύουνε καὶ θαυμάσια τοπία ἀφανίζονται γιὰ πάντα…». Καὶ στὴ συνέχεια: «Τά δάση ὅλο καὶ λιγοστεύουνε, τὰ ποτάμια ξηραίνονται, τὰ ἄγρια ζῶα ἐξαφανίζονται, τὸ κλῖμα καταστρέφεται καὶ ἡ γῆ ἀπὸ μέρα σὲ μέρα γίνεται ὅλο καὶ πιὸ πτωχή, πιό ἄσχημη». Οἱ τελευταῖες αὐτὲς λέξεις παραπέμπουν στὸ στοιχεῖο τῆς ὀμορφιᾶς καὶ τῆς χρησιμότητας ποὺ συναντᾶμε στήν Ἁγία Γραφή (Γέν. Β ́ 9): «καὶ ἐξανέτειλεν ὁ Θεὸς ἔτι ἐκ τῆς γῆς πᾶν ξύλον ὡραῖον εἰς ὅρασιν καὶ καλὸν εἰς βρῶσιν».

  Καὶ στὴ τρίτη πράξη τοῦ ἔργου ὁ γιατρὸς Ἄστρωφ δείχνει στὴν Ἑλένα σὲ σχεδιαγράμματα πῶς ἦταν ἄλλοτε ἡ ἐπαρχία του καὶ πῶς ἔχει καταντήσει τώρα, μετὰ τὴν καταστροφική δράση τοῦ ἀνθρώπου: «… μονάχα τὸ ἕνα τρίτο εἶναι δάσος… Ἀγριοκάτσικα καὶ ἄγρια ἐλάφια δὲν ὑπάρχουν πιά. Τὰ ἄγρια γίδια ἐξαφανίσθηκαν, καθὼς καὶ οἱ κύκνοι, οἱ ἀγριοπετεινοί».

  Καὶ αὐτὸ ποὺ καὶ ἐμεῖς βλέπουμε στή ληστρικὴ ἐκμετάλλευση τῶν φυσικῶν πόρων, δηλαδὴ τὸ γεγονὸς ὅτι δὲν λαμβάνουμε πρόνοια γιά τό μέλλον, ἀλλὰ ἀδιαφοροῦμε γιά τίς μελλοντικές γενεές, τὸ ἐπισημαίνει καὶ ὁ Τσέχωφ μὲ τὸ στόμα τοῦ Ἄστρωφ: «… τὰ καταστρέφει ὅλα, χωρὶς νὰ σκέπτεται τὸ αὔριο…».

  Τὸ ἐνδιαφέρον τοῦ Ἄστρωφ δὲν ἐξαντλεῖται σὲ θλιβερές ἐπισημάνσεις, παράπονα καὶ διαμαρτυρίες, ἀλλὰ ἐκδηλώνεται μέ δράση δημιουργική. Ἡ Σόνια μᾶς πληροφορεῖ ὅτι ὁ γιατρός «προσπαθεῖ νὰ προφυλάξει τὰ παλιὰ δάση, νὰ μὴ τὰ καταστρέψουν» καὶ ὅτι «φυτεύει κάθε χρόνο καινούργια δάση». Ἄν καὶ «τοῦ δώσανε γι’ αὐτὸ ἕνα χάλκινο μετάλλιο κι ἕνα δίπλωμα» ἡ προσφορά του ὄχι μόνον δὲν ἔχει ἐκτιμηθεῖ ἀπὸ τὸ κοινωνικό περιβάλλον του ὄχι μόνον δὲν ἔχει βρεῖ συνεργάτες σ’ αὐτὸ τὸ κοινωφελές ἔργο του -ὁ Τσέχωφ σκιαγραφεῖ αὐτὴν τὴν κοινωνία στά πολύπρακτα ἔργα του- ἀλλὰ τὸν θεωροῦν «παράξενο, πολύ παράξενο».

  Εἶναι συγκινητικὸ τὸ γεγονὸς ὅτι παρὰ ταῦτα ὁ Ἄστρωφ συνεχίζει τήν προσπάθειά του καὶ μάλιστα τήν πραγματοποιεῖ μὲ μιὰ προοπτική, μὲ ἱεραποστολικὸ ζῆλο: «Μὰ ὅταν περνάω κοντὰ ἀπὸ τὰ χωριάτικα δάση, ποὺ τὰ ἔσωσα ἀπὸ τὸ πελέκημα, τήν καταστροφή, κι’ ὅταν ἀκούω νὰ βουίζει τὸ καινούργιο μου δάσος, πού τό φύτευσα μὲ τὰ ἴδια μου τὰ χέρια, νιώθω πώς τὸ κλῖμα αὐτὸ εἶναι λιγάκι καί στή δική μου ἐξουσία καὶ πὼς ἂν ὁ ἄνθρωπος σέ χίλια χρόνια θά ‘ναι εὐτυχισμένος, θὰ ἔχω βάλει κι’ ἐγὼ λίγο τὸ χεράκι μου…».

  Ἂν μποροῦσε νά μαντέψει τά τραγικὰ ἀδιέξοδα στὰ ὁποῖα ἔχουμε φθάσει, ὅλη ἡ ἀνθρωπότητα, σ’ ὅλον τὸν πλανήτη καὶ εἰδικά σέ κάποιες περιοχές του, ὅχι σὲ χίλια χρόνια, ἀλλὰ μόλις μετὰ ἀπὸ ἑκατὸ χρόνια ἀπὸ τότε ποὺ ὁ εὐαίσθητος Τσέχωφ χάραζε αὐτές τίς γραμμές.

 ̓ Αλλὰ ἂς γυρίσουμε στὸν ἀπτόητο Ἄστρωφ πού λέει: «… ὅταν φυτεύω τὴ σημύδα καὶ τὴ βλέπω ὕστερα νὰ πρασινίζει, νὰ φουντώνει καὶ νὰ κουνιέται στόν αέρα, ἡ ψυχή μου γιομίζει ἀπό περηφάνεια…». Ὄχι γιά νά δραπετεύσουμε ἀπὸ τὴν θλιβερή πραγματικότητα, ποὺ μὲ τὴν ἀσέβειά μας πρὸς τὴν Φύση -σέ τελευταία ἀνάλυση σὲ βάρος τῆς ὑγείας καὶ τῆς ζωῆς μας- ἔχουμε δημιουργήσει, ἀλλά γιά νά ὑπογραμμίσουμε τήν πεποίθησή μας ὅτι τὸ καλὸ θὰ νικήσει τελικὰ καὶ ὅτι ἀξίζει ν’ ἀγωνίζεται κανείς ἀκόμη καί μέσα στήν ἔρημο, γιά νά διευρύνει ὅλο καὶ περισσότερο τήν ὄαση.

1 σχόλιο:

ἐμπεσῶν εἰς λάκκον τις είπε...

... ἡ συγκεντρωτική... μαζικούπολη εἶχε ἀνάγκη
ἀπό μ α ζ ι κ ή ὑλοτόμηση καὶ μάλιστα στὰ κοντινά της μέρη, γιὰ νὰ μένουν χαμηλές οἱ τιμές...

στήνοντας ἕναν φαῦλο κύκλο...

ἄλλωστε, μήπως κι ὁ Θεός, δὲν κάλεσε τοὺς ἀνθρώπους, καθῶς πληθύνονταν μετά τὸν κατακλυσμό,

νὰ ἐξαπλωθοῦν...

ἑνῶ αὐτοί, ὡς τάχα περισσότερο... σοφοί καὶ πρακτικοί...
ἀποφασίσανε νὰ μείνουν στὴν πολυπληθή Βαβέλ τους
καὶ νὰ ὑψώσουν τὸν γνωστό μας πῦργο

σύμβολο δύναμης καὶ ἀνυπακοῆς

ποὺ ἔκτοτε ἀμέτρητες φορές πάλι καὶ πάλι χτίζεται καὶ γκρεμίζεται καὶ ξαναχτίζεται

πάντοτε διαφορετικός... μὰ... ὁλόϊδιος...

γιὰ νὰ κουρνιάζουμε ἐκεῖ
τʹ ἀπατηλά μας ὄνειρά τὰ μεγαλόπνοα

τὰ ἴσα μὲ τὸ μπόϊ τῆς σκιᾶς μας...

τʹἀπομεσήμερο...