Πέμπτη 3 Μαΐου 2018

"Θυμούμαι κάθε χαραυγή πού `λεγα ο ήλιος να μη βγει στην αγκαλιά σου, όνειρο βάρκα με πανιά να σεργιανίζω το ντουνιά με τα φιλιά σου. Πως να δικάσω μια ζωή κι ένα αστέρι το πρωί που τρεμοσβήνει, στο ερειπωμένο καπηλειό ένα μου όνειρο παλιό έχει `πομείνει..."

Η  Αλκυόνη Παπαδάκη  μας θυμίζει ότι χωρίς να πάρουμε ένα ρίσκο, ταξίδι δεν ξεκινάει:

Είσαι για ένα ταξίδι στ' ανοιχτά;
Είσαι για ένα ρίσκο;
Θέλω να μου υποσχεθείς
πως δε θα πάρεις
μετεωρολογικό δελτίο.
Πως δε θα χεις μαζί σου
προμήθειες και αποσκευές.
Πως δε θα γεμίσεις
το πλεούμενο με σωσίβια.
Θα δέσουμε την άγκυρα μας
στα φτερά των γλάρων.
Και θα ορίσουμε τιμονιέρη μας
το πιο τρελό δελφίνι.
Θα σου χαρίσω
όλο το γαλάζιο του πελάγου.
Όλο το χρυσαφί του ήλιου.
Όλο το ροζ του δειλινού.
Να χεις χρώματα πολλά
να βάφεις τους πόθους και τις σκέψεις σου.
Θα γεμίσω τ'αμπάρι μας με όνειρα.
Να χεις πολλά.
Να μη φοβάσαι πως θα σου τελειώσουν.
Αν έχει λιακάδα θα απλώσουμε
τα δίχτυα της ζωής μας στην κουβέρτα
και θα μπαλώσουμε τις τρύπες
που μας άνοιξαν τα σκυλόψαρα.
Αν έχει βροχή θα βγάλουμε τη ψυχή μας
στ΄άλμπουρο να ξεπλυθεί.
Είσαι επιτέλους, για ένα ταξίδι στ ανοιχτά;
Για ένα ρίσκο;

Από την Ελλάδα ξεκίνησε το ταξίδι και με έναν λόγιο που αγάπησε την Ελλάδα θα συνεχίσει. Ο Μεβλανά Τζελαλεντίν Ρουμί θεωρείται ο μεγαλύτερος περσόφωνος ποιητής αλλά και δάσκαλος. Γεννήθηκε στο Αφγανιστάν αλλά η προσωνυμία «Ρουμί» για τον Μεβλανά είναι πιθανόν να αποδίδεται στα αρχαία ελληνικά που γνώριζε και στις μελέτες του στον Πλωτίνο και τον νεοπλατωνισμό. Πως κατάφερε να μάθει Αρχαία Ελληνικά; 

Ο πατέρας του ήταν ένας φημισμένος λόγιος και όταν η οικογένειά του κατέφυγε στο Ικόνιο της Μικράς Ασίας για να γλιτώσει από τις επιδρομές των Μογγόλων, άρχισε η εκπαιδεύση του που συνεχίστηκε στην Δαμασκό της Συρίας. Ο Ρουμί είχε επαφή με Έλληνες διανοούμενους της περιοχής, κυρίως κληρικούς.
Αγαπούσε τόσο πολύ τον Ελληνικό πολιτισμό και είναι γνωστή η φράση του "Ελλάδα...Όλα εδώ ξεκίνησαν κι εδώ θα καταλήξουν!"
Σε ένα από τα έργα που άφησε υπάρχει μια ιστορία:
"…Αν θες μια παραβολή της κρυμμένης γνώσης, πες την ιστορία των Ελλήνων και των Κινέζων.
-Είμαστε οι καλύτεροι καλλιτέχνες, είπαν οι Κινέζοι.
-Κι όμως εμείς υπερέχουμε! Είπαν οι Έλληνες.
-Θα διαγωνιστείτε, είπε ο Σουλτάνος, και τότε θα δούμε ποιος έχει δίκιο στον ισχυρισμό του.
-Παραχωρήστε μας ένα ορισμένο δωμάτιο και ένα άλλο στους Έλληνες είπαν οι Κινέζοι.
Τα δωμάτια ήταν απέναντι, πόρτα με πόρτα. Οι κινέζοι ζήτησαν από το βασιλιά εκατό χρώματα. Έτσι ο πλούσιος μονάρχης άνοιξε το θησαυροφυλάκιο του και κάθε μέρα οι Κινέζοι έπαιρναν από την επιχορήγησή του τα χρώματα τους.
Για τη δική μας δουλειά χρώματα και αποχρώσεις δεν είναι κατάλληλα, είπαν οι Έλληνες. Αυτό που θέλουμε είναι να απαλλαγούμε από τη σκουριά. Και βάλθηκαν να γυαλίσουν το δωμάτιο. Υπάρχει ένας δρόμος από το πολύχρωμο στο άχρωμο. Το χρώμα είναι σαν τα σύννεφα, το φεγγάρι είναι άχρωμο. Οποιαδήποτε ακτινοβολία και λαμπρότητα βλέπουμε στα σύννεφα, ας είμαστε σίγουροι ότι προέρχονται από τα άστρα το φεγγάρι και τον Ήλιο.
Μόλις τέλειωσαν οι Κινέζοι τη δουλειά τους άρχισαν να χτυπούν τύμπανα από την χαρά τους. Ο Βασιλιάς ήρθε μέσα και είδε τις εικόνες τους και από τη στιγμή που αντίκρισε αυτό το θέαμα έχασε το μυαλό του.
Μετά προχώρησε προς το δωμάτιο των Ελλήνων, που μόλις τον είδαν τράβηξαν την κουρτίνα που χώριζε τα δυο δωμάτια, έτσι ώστε τα καταπληκτικά έργα των Κινέζων αντικατοπτρίστηκαν πάνω στους τοίχους , που τους είχαν βγάλει τη σκουριά και τους είχαν γυαλίσει. Όλα εκείνα που ο βασιλιάς είχε δει στο δωμάτιο των Κινέζων φαίνονταν καλύτερα εδώ. Τόσο καλύτερα που τα μάτια του πετάχτηκαν έξω από τις κόγχες τους!
Όλοι οι Έλληνες πατέρα μου, ακόμα και οι πιο απλοί άνθρωποι χωρίς βιβλία και διαβάσματα έχουν ελευθερώσει τα στήθη τους από την πλεονεξία, την απληστία, την φιλαργυρία και την κακία. Η αγνότητα του καθρέφτη είναι χωρίς άλλο η καρδιά που δέχεται αμέτρητες εικόνες. Η αντανάκλαση κάθε εικόνας λάμπει για πάντα στην καρδιά και μόνον. Και κάθε νέα εικόνα που εισχωρεί στην καρδιά προβάλλεται, απαλλαγμένη από κάθε ατέλεια. Αυτοί που έχουν καθαρίσει την καρδιά τους έχουν ξεφύγει από τα αρώματα και τα χρώματα. Κάθε λεπτό, κάθε στιγμή ατενίζουν την ομορφιά... "
Κάπως έτσι θα μας θυμίσει πως ο κάθε άνθρωπος είναι ένας ξενώνας...

Ο άνθρωπος είναι ένας ξενώνας.
Κάθε μέρα ένας καινούργιος ερχομός,
μια χαρά, μια θλίψη, μια κακία,
μια στιγμιαία συνειδητοποίηση φτάνει όπως ένας απρόσμενος επισκέπτης.
Υποδέξου τα όλα!
Ακόμα κι αν πρόκειται για ένα πλήθος καημών,
που βίαια αδειάζουν το σπίτι από τα έπιπλά του,
φέρσου σε κάθε καλεσμένο με αξιοπρέπεια,
θα μπορούσε κάλλιστα να σε ετοιμάζει
για μια χαρά καινούργια.
Τη νηφάλια σκέψη, την ντροπή, τη υστεροβουλία,
υποδέξου τες στην πόρτα χαμογελώντας και κάλεσέ τες μέσα.
Να είσαι ευγνώμων για καθετί που έρχεται,
γιατί έχει σταλεί ως οδηγός για να φτάσεις στην αγάπη.
Ο στόχος σου δεν είναι να αναζητήσεις την αγάπη,
αλλά απλώς να αναζητήσεις και να βρεις
όλα τα εμπόδια που υπάρχουν μέσα σου και που έχεις υψώσει εναντίον της



Ήτανε όμορφο θαρρώ
εκείνο τον παλιό καιρό
το καπηλειό μου
γιαλός, καημός και τσικουδιά
βαρμένα μέσα στην καρδιά
με τ’ όνειρό μου.

Και κάθε μέρα από βραδύς
ντουγιουντισμένος ο Βαρδής
με το λαούτο
με το κρασί του στον οντά
στον αμανέ του να κεντά
τον κόσμο τούτο.

Κι ο Σταύρος πέρα στη γωνιά
που για δυο χείλια βυσσινιά
τα σιγοπίνει
παίρνει νερό σαν τραγουδεί
που το λαούτο του Βαρδή
τον πόνο σβήνει.

Κι ο Μύρος πιάνει το χορό
το χώμα μόνο έχει οχτρό
χρυσά παλάτια
σε κάποια θάλασσα πλατιά
θυμάται, κόκκινα φωτιά
τα δυο του μάτια.

Θυμούμαι κάθε χαραυγή
πού `λεγα ο ήλιος να μη βγει
στην αγκαλιά σου
όνειρο βάρκα με πανιά
να σεργιανίζω το ντουνιά
με τα φιλιά σου.

Αργό το ζάλο μου, βαρύ
ήτανε ψεύτικος μπορεί
ο έρωτάς σου
ρωτώ διαβάτες στα στενά
αν είδαν μάτια καστανά
σαν τα δικά σου.

Πως να δικάσω μια ζωή
κι ένα αστέρι το πρωί
που τρεμοσβήνει
στο ερειπωμένο καπηλειό
ένα μου όνειρο παλιό
έχει `πομείνει.

3 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

Δεν πας καλά! Θες και φιλιά, ο θεούσος και γέρος άνθρωπος;! Για ΌΝΟΜΑ! ;-(

Ανώνυμος είπε...

Ε! Τόσο τό καλύτερο ! Τί πειράζει νά δώσεις φιλιά σε έναν παππού ; Οι παππούδες και οι γιαγιάδες τά θέλουν πολύ τα χάδια , την τρυφερότητα , την στοργή . Μακάρι όλοι οι νέοι νά ήταν έτοιμοι νά αγκαλιάζουν τους ηλικιωμένους νά τους αλλάζουν τό πάμπερ νά τους κάνουν μπάνιο και νά μοσχοβολάνε ! Πολύ ωραίο !

Ανώνυμος είπε...

Άντε καλά γιαγιά ! Μήν τό παίρνεις ανάποδα ! Θα δώσουμε καί σε εσένα φιλάκια !