Δευτέρα 16 Σεπτεμβρίου 2024

Οι ανάποδοι επανασυμβολισμοί του Τίμιου Σταυρού

 

Το επάρατο όργανο της αρχαιότητας που έγινε σωτήριο σύμβολο αλλά στις μέρες μας κατήντησε περιττό και ανεπιθύμητο

 

Γράφει ο Κωνσταντίνος Ι. Βαθιώτης


Σε ένα πόνημα 70 σελίδων του εμβληματικού εκπαιδευτικού, θεολόγου και συγγραφέως Χρήστου Μ. Ενισλείδου (1895-1985), με τίτλο «Ο Σταυρός εις την Ιστορίαν, την Πίστιν, την Λατρείαν» (έκδ. «Ενορίας», Αθήναι 1953· οι φωτογραφίες που ακολουθούν έχουν αντληθεί από το συγκεκριμένο βιβλίο), περιέχονται σκέψεις που μας συνδέουν με την περίφημη θεωρία του Θαυμαστού Ανάποδου Κόσμου, η οποία επαληθεύεται ολοένα και συχνότερα στις μέρες μας.  



Στο πρώτο κεφάλαιο, ο συγγραφέας ανατρέχει στην αρχαιότητα, επισημαίνοντας ότι, προτού η Πολιτεία μεταχειρισθεί ως μέσον θανατικής εκτελέσεως την ηλεκτρική καρέκλα, το πυροβόλο όπλο ή την λαιμητόμο-καρμανιόλα, χρησιμοποιούσε ως τέτοιο την αγχόνη, τον λιθοβολισμό, τον τυμπανισμό αλλά πρωτίστως τον σκόλοπα (ο ανασκολοπισμός, δηλ. το παλούκωμα ή σούβλισμα, το οποίο υπέστη και ο Αθανάσιος Διάκος, ήταν συνήθης τρόπος θανατικής εκτέλεσης στους αρχαίους Πέρσες) και τον σταυρό, ο οποίος θεωρείτο το ατιμωτικότερο μέσο θανάτωσης.

Οι αρχαίοι λαοί χρησιμοποιούσαν τους σκόλοπες και τους σταυρούς για την περίφραξη των σπιτιών τους και την περιχαράκωση των πόλεων ή των στρατοπέδων τους, αλλά, με το πέρασμα του χρόνου, τα ξύλα αυτά καθιερώθηκαν ως μέσα θανατικής εκτέλεσης των δούλων, των αιχμαλώτων, των ληστών και εν γένει των κακούργων.



Άξια ιδιαιτέρας μνείας για την προδιαγεγραμμένη σωτηρία του ανθρωπίνου γένους μέσω της Σταυρώσεως του Χριστού είναι οι προορατικές ρήσεις τόσο του Πλάτωνος όσο και του προφήτου Ησαΐα.

Ο μεν Πλάτων στην «Πολιτεία» (Β΄, 362a) αποτύπωσε την ανάποδη λογική προτυπώνοντας την Σταύρωση με τα ακόλουθα λόγια:

«ἐροῦσι δὲ τάδε, ὅτι οὕτω διακείμενος ὁ δίκαιος μαστιγώσεται, στρεβλώσεται,  δεδήσεται, ἐκκαυθήσεται τὠφθαλμώ, τελευτῶν πάντα κακὰ παθὼν ἀνασχινδυλευθήσεται καὶ γνώσεται ὅτι οὐκ εἶναι δίκαιον ἀλλὰ δοκεῖν δεῖ ἐθέλειν»

(«Και, λοιπόν, θα πουν αυτοί πως ο δίκαιος θα μαστιγωθεί, θα στρεβλωθεί, θα ριχτεί στις φυλακές, θα τυφλωθεί με πυρωμένο σίδερο και τελευταία, αφού περάσει απ᾽όλα τα βασανιστήρια, θα ανασκολοπισθεί κι έτσι θα μάθει πως δεν είναι ανάγκη να θέλει να είναι κανείς δίκαιος, αλλά να περνά για τέτοιος»).

Ο δε Ησαΐας (53, 5-8) προφήτευσε ότι:

«αὐτὸς δὲ ἐτραυματίσθη διὰ τὰς ἁμαρτίας ἡμῶν καὶ μεμαλάκισται διὰ τὰς ἀνομίας ἡμῶν· παιδεία εἰρήνης ἡμῶν ἐπ᾿αὐτόν. τῷ μώλωπι αὐτοῦ ἡμεῖς ἰάθημεν. πάντες ὡς πρόβατα ἐπλανήθημεν, ἄνθρωπος τῇ ὁδῷ αὐτοῦ ἐπλανήθη· καὶ Κύριος παρέδωκεν αὐτὸν ταῖς ἁμαρτίαις ἡμῶν. καὶ αὐτὸς διὰ τὸ κεκακῶσθαι οὐκ ἀνοίγει τὸ στόμα αὐτοῦ· ὡς πρόβατον ἐπὶ σφαγὴν ἤχθη καὶ ὡς ἀμνὸς ἐναντίον τοῦ κείροντος αὐτὸν ἄφωνος, οὕτως οὐκ ἀνοίγει τὸ στόμα. ἐν τῇ ταπεινώσει ἡ κρίσις αὐτοῦ ἤρθη· τὴν δὲ γενεὰν αὐτοῦ τίς διηγήσεται;»

(Ερμηνευτική απόδοση Ιωάννη Θ. Κολιτσάρα: Αυτός όμως ετραυματίσθη διά τας ιδικάς μας αμαρτίας, εταλαιπωρήθη και υπέφερε διά τας ανομίας μας. Παιδευτική τιμωρία έπεσεν επάνω του διά την ιδικήν μας ειρήνην και σωτηρίαν. Χάρις δε εις την πληγήν εκείνου ημείς εθεραπεύθημεν. Όλοι ωσάν πρόβατα είχαμεν πλανηθή. Καθε άνθρωπος στον δρόμον και τον τρόπον της ζωής του επλανήθη. Διά τας ιδικάς μας αμαρτίας ο Κύριος παρέδωκεν αυτόν εις παθήματα και θάνατον. Και αυτός, παρ’ όλας τας κακώσεις που υπέστη, δεν ήνοιξε τα στόμα αυτού· ώσαν άφωνον πρόβατον ωδηγήθη προς σφαγήν. Ως αμνός άφωνος ενώπιον εκείνου, ο οποίος τον κουρεύει, έτσι πορεύεται χωρίς να ανοίγη το στόμα του. Μέσα εις την ταπείνωσιν και τον εξευτελισμόν που εβυθίσθη, παρεγνωρίσθη και κατεπατήθη το δίκαιόν του εν τη κρίσει. Υστέρα δε από τα παθήματά του και τον άδικον θάνατον του, ποιος θα υπάρξη και ποιος θα τολμήση να διηγηθή την γενεάν αυτού;).

Πάντως, ο σταυρός είχε θρησκευτική και συμβολική σημασία μεταξύ των λαών της Ανατολής. Για τους Αιγυπτίους ο σταυρός συμβόλιζε την μέλλουσα ζωή, ενώ για τους Φοίνικες και τους Ασσυρίους την δύναμη του θεού Ηλίου. Μάλιστα, οι Ασσύριοι βασιλείς έφεραν τον σταυρό στο στήθος!

Από τους Αιγυπτίους γνώρισαν τον σταυρό οι Ισραηλίτες. Στο Δευτερονόμιο υπήρχε η φράση «ἐπικατάρατος πᾶς ὁ κρεμάμενος ἐπὶ ξύλου», σε αυτήν δε την περίπτωση επιβαλλόταν η σύντομη ταφή, ώστε ο σταυρωθείς να μη μιάνει την Γη της Επαγγελίας. Σημειωτέον ότι κατά το Ρωμαϊκό Δίκαιο απαγορευόταν η εκτέλεση της θανατικής ποινής διά του ξύλου του σταυρού σε βάρος των Ρωμαίων πολιτών, λόγω του ατιμωτικού και επώδυνου τρόπου θανατώσεως.

Αρχικώς, το ξύλο που χρησιμοποιείτο ως όργανο για την εσχάτη των ποινών ήταν «κορμός ξηρός και στερεός, τον οποίον εστεραίωναν κατακορύφως εις την γην. Εις αυτόν έδεναν με σχοινιά τον κατάδικον με τα νώτα προς το ξύλον, και έτσι δεμένος αυτός έμενεν ακίνητος μέχρις ότου αποθάνη από την πείναν, την δίψαν, τας καιρικάς μεταβολάς κ.τ.τ. […] Άλλοτε πάλιν ο σκόλοψ ήτο λεπτός και σουβλερός και διήρχετο διά της έδρας του εσταυρουμένου και έβγαινεν από το στόμα, αυτό που λέγομεν ημείς σούβλισμα».

Σταδιακά, όμως, στο ξύλο αυτό άρχισε να τοποθετείται στην κορυφή, ως εγκάρσια τομή, σε ευθεία γραμμή και δεύτερο ξύλο, με αποτέλεσμα ο σταυρός να λάβει σχήμα κεφαλαίου Τ. Στα λατινικά ο σταυρός αυτός ονομάσθηκε «ξύλον δίδυμον» (crux commissa). Άλλο σχήμα σταυρού ήταν το «ξύλον χιαστί» (crux decussata), όπου ο κατάδικος «εσταυρώνετο με τα πόδια και τα χέρια ανοικτά, δεμένα ή καρφωμένα ανά εν εις τα τέσσαρα σκέλη του σταυρού», όπως δηλαδή σταυρώθηκε ο Άγιος Ανδρέας (γι’ αυτό συναντάται εναλλακτικά ο όρος crux Andreana).



Όπως μας πληροφορούν ο Πλούταρχος (Ηθικά, 554Α) και ο Αρτεμίδωρος (Ονειροκρ. Β΄, 16), προς παραδειγματισμό των διερχομένων και μείζονα χλευασμό των καταδικασμένων, «έκαστος των κακούργων εκφέρει τον εαυτού σταυρόν» / «ο μέλλων σταυρώ προσηλούσθαι πρότερον αυτόν βαστάζει». Επίσης, οι κατάδικοι μαστιγώνονταν με φραγγέλιο και σταυρώνονταν γυμνοί.

Παρότι ο συγγραφέας αναφέρει ότι το ξύλο από το οποίο ήταν κατασκευασμένος ο Σταυρός του Ιησού Χριστού δεν μας είναι γνωστό (Ενισλείδης, ό.π., σελ. 27), κυρίαρχη σήμερα είναι η άποψη ότι, κατ’ αναλογία της Τριαδικότητας, το ξύλο του Τιμίου Σταυρού αποτέλεσε σύνθεση τριών δένδρων: του κυπαρισσιού, του κέδρου και του πεύκου. Γι’ αυτό και στον έκτο στίχο της πρώτης στάσης των Χαιρετισμών εις τον Τίμιον Σταυρόν περιέχεται η φράση:

«χαῖρε, συνθετοτρισόλβιε, καί χαρίτων παροχεῦ».

Σύμφωνα με την παράδοση του ελληνικού λαού, επρόκειτο για το σκληρό και άσηπτο ξύλο του αειθαλούς δένδρου της λοιδοριάς, το μόνο από τα φυτά που δέχθηκε να δώσει το ξύλο της, οπότε τα υπόλοιπα την αναθεμάτισαν (στο έπος του Βαλαωρίτη «Αθανάσης Διάκος» γίνεται αναφορά στην «λοιδοριά, ταφωρεσμένο δένδρο»). Κατ’ άλλην, νεότερη παράδοση, «το σημείον όπου είχε ταφή ο Τίμιος Σταυρός εδήλωσεν στην Αγίαν Ελένην το φυτόν ο βασιλικός, το ώκυμον των αρχαίων, το οποίον εφύετο εκεί και έχυνε μεθυστικό το άρωμά του», γι’ αυτό άλλωστε στην εορτή της Υψώσεως του Τιμίου Σταυρού διανέμεται κλώνος βασιλικού που καλείται και σταυρολούλουδο.



Μετά την ανεύρεση του Τιμίου Σταυρού από την Αγία Ελένη και την πανηγυρική ύψωσή του στις 14 Σεπτεμβρίου του έτους 335 μ.Χ., στον ναό της Αναστάσεως του Κυρίου, τα εγκαίνια του οποίου είχαν γίνει πριν από μόλις μία ημέρα (τον Σταυρό, ωστόσο, άρπαξε το 614 μ.Χ. ως λάφυρο ο αρχηγός των Περσών Χοσρόης¹, αλλά ο αυτοκράτωρ Ηράκλειος κατάφερε μετά από 14 χρόνια να νικήσει τους Πέρσες και να επαναφέρει τον Σταυρό στους κόλπους της Ορθοδοξίας), οι Χριστιανοί χάρασσαν το σημείο του στα σπίτια, στα σκεύη, στα φορέματα, στα μέτωπα, στα όπλα τους κ.λπ. Ο ιστορικός Ευσέβιος αναφερόμενος στον Μ. Κωνσταντίνο χρησιμοποιεί την φράση «τὸ πρόσωπον τῷ σωτηρίῳ κατασφραγιζόµενος σηµείῳ», αυτό δε έπρατταν και όλοι οι Χριστιανοί. Γι’ αυτές τις συνήθειές τους οι Χριστιανοί λοιδορήθηκαν από τον Ιουλιανό τον παραβάτη ως σταυρολάτρες.



Έτσι, ο σταυρός που κάποτε συμβόλιζε το επάρατο όργανο της θανατικής εκτέλεσης των κακούργων, χάρη στην εκούσια σταύρωση του Ιησού Χριστού (η σταύρωση ως κακούργου ενός αθώου ενσαρκωτή της αλήθειας είναι ο ορισμός του ανάποδου κόσμου)μετατράπηκε σε «αλεξιτήριον παντός κακού εκ του πονηρού προερχομένου, το αήττητον όπλον κατά παντός υπεναντίου» (Ενισλείδης, ό.π., σελ. 60).

Στον επίλογό του, ο συγγραφέας συνοψίζει το εκπληκτικό αναποδογύρισμα της συμβολική σημασίας του Τιμίου Σταυρού με τα ακόλουθα λόγια (ό.π., σελ. 69):

«Ο Τίμιος Σταυρός, το πάλαι ποτέ επάρατον τούτο μαρτύριον, το όργανον της φρίκης και της καταισχύνης, απέβη μέσω του Κυρίου ημών το σύμβολον της ζωής και της σωτηρίας, το σημείον της χαράς και της χαρμονής. Και ήδη είναι “το τρισμακάριστον ξύλον, εν ω ετάθη Χριστός, ο Βασιλεύς και Κύριος”, επειδή δι’ αυτού “πέπτωκεν” ο ξύλω απατήσας τον πρωτόπλαστον και τον θάνατον εις τον κόσμον εισαγαγών διάβολος. Έκτοτε δε “φρίττει και τρέμει μη φέρων καθοράν αυτού την δύναμιν”, ότι το ξύλον τούτο “νεκρούς ανιστά και θάνατον κατήργησεν”.

Μεγάλη η δύναμις του τιμίου και ζωοποιού Σταυρού, ο δε συμβολισμός του απέραντος και σωτήριος. Ότι από όργανον του Σατανά ανυψώθη εις σύμβολον του Θεού, και από εικών της φρίκης και της καταισχύνης έφθασε να γίνει “το σημείον” του Κυρίου που εικονίζει και συμβολίζει την καλωσύνην και την αγάπην. Διότι τόσον πολύ ηγάπησεν ο Θεός τον κόσμον, ώστε τον Υιόν αυτού έδωκεν ίνα σταυρωθή, “ότι ο Θεός αγάπη εστίν”».

Χαρακτηριστικά για το θετικό αναποδογύρισμα της συμβολικής σημασίας του τιμίου Σταυρού είναι τα λόγια του ιερού Ιωάννη του Χρυσοστόμου:

«Το επάρατον (= κατηραμένον) τούτο και αφωρισμένον της εσχάτης των ποινών σύμβολον τώρα έγινε ποθειτόν και ευλογημένον. Διότι κανένα στεφάνι βασιλικό δεν στολίζει τόσον την κεφαλήν, όσον ο Τίμιος Σταυρός, που είναι τιμιώτερος από κάθε άλλο στολίδι. Το Ξύλον τούτο, που σκορπούσε πρώτα την φρίκην εις όλους, τώρα είναι από όλους τόσον περιζήτητον, ώστε να ευρίσκεται παντού, και εις τους άρχοντας και εις τους αρχομένους, και εις τας γυναίκας και εις τους άνδρας, και εις τας παρθένους και εις τας υπάνδρους, και εις τους δούλους και εις τους ελευθέρους. Διότι πράγματι καθημερινώς και συνεχώς κάνουν τον σταυρόν τους όλοι, και εις το μέτωπόν των τον διατυπούν. Ούτος δε ο Σταυρός ευρίσκεται και εις την Αγίαν Τράπεζαν, και εις τας χειροτονίας των ιερέων, διαλάμπει δε πάλιν μετά του Σώματος του Χριστού εις τον Μυστικόν Δείπνον. Τούτον τον βλέπει κανείς εις όλα τα μέρη. Και εις τα σπίτια, και εις τα αγοράς, και εις τας ερήμους, και εις τας πόλεις, και εις τους δρόμους, και εις τα όρη, και εις τα ρουμάνια, και εις τα βουνά, και εις τας θάλασσας και τα πλοία και τα νησιά, και εις τα κρεβάτια, και εις τα ενδύματα, και εις τα όπλα, και εις τα δωμάτια, και εις τα συμπόσια, και εις τα σκεύη τα αργυρά και τα χρυσά και τα μαργαριταρένια, και εις τους τοίχους ζωγραφισμένον, και εις τα παράθυρα, και εις τα σώματα των ζώων, και εις τα σώματα των αρρώστων, εις τους πολέμους και την ειρήνην, και ημέραν και νύκτα εις τις παρέες των διασκεδαζόντων, και εις τους θαλάμους των στρατιωτών».

Αξίζει να επισημανθεί ότι η ορθή τριδάκτυλη σημείωση του τιμίου Σταυρού γίνεται ως εξής:

«Οι Ορθόδοξοι σήμερον σμίγουν τα δύο δάκτυλα της χειρός –λιχανόν και μέσον– με τον μεγάλον –αντίχειρα– της δεξιάς χειρός και με τα τρία ταύτα, σημαίνοντα την αγία Τριάδα, σχηματίζουσι τον Σταυρόν, βάλλοντες το χέρι πρώτον εις το μέτωπον –και λέγοντες: εις το όνομα του Πατρός–, δεύτερον εις τον ομφαλόν –λέγοντες: και του Υιού– (κάθετον μέρος), τρίτον βάλλοντες το χέρι εις τον δεξιόν ώμον –και λέγοντες: και του Αγίου Πνεύματος–, και τέταρτον εις τον αριστερόν ώμον – λέγοντες: Αμήν (διά τούτου παριστάνεται το πλάγιον ή οριζόντιον μέρος του Σταυρού). Εν τω μεταξύ, οι δύο άλλοι δάκτυλοι της δεξιάς παραμένουν ηνωμένοι και κλειστοί εις δήλωσιν των δύο εν Χριστώ φύσεων». 



Δυστυχώς, στην Ελλάδα του 21ου (απατ)αιώνα βλέπουμε συχνά πιστούς να μην σταυρώνονται με τον σωστό τρόπο:

Πολλοί εξ αυτών κάνουν το σημείο του Σταυρού πολύ βιαστικά σαν να παίζουν το μπουζούκι τους, ενώ κάποιοι άλλοι σχηματίζουν έναν μικρό σταυρό στο στήθος τους. Επίσης, σε αντίθεση με την ανωτέρω περιγραφή του Αγίου Ιωάννη του Χρυσοστόμου, ο Σταυρός έχει απομακρυνθεί όχι μόνο από τα μοντέρνα σπίτια των απλών πολιτών, αλλ’ ακόμη και από την Αγία Τράπεζα κάποιων ναών².

Μάλιστα, στην εποχή της πανδημίας, ο Σταυρός, που μέχρι πρότινος δέσποζε κρεμασμένος στον καθρέπτη του αυτοκινήτου του Έλληνα οδηγού, κρύφτηκε ή αντικαταστάθηκε από την μάσκα, η οποία (όπως και το εμβόλιο) χαρακτηρίσθηκε ως «θείο δώρο» κατά του κορωνοϊού.   



Έτσι, ο Τίμιος Σταυρός φαίνεται να αντιμετωπίζεται στις μέρες μας σαν ένα αντικείμενο που όχι μόνο έχει χάσει την σωτήρια δύναμή του και εν γένει την αίγλη του, αλλά πολύ περισσότερο σαν ένα αντικείμενο που «πιάνει χώρο» ή είναι ακατάλληλο να υπάρχει ακόμη και στις εκκλησίες!

Άρα, με τον αρνητικό επανασυμβολισμό του Τιμίου Σταυρού, θα μπορούσε κάποιος να υποθέσει βασίμως ότι η ιστορία της ανθρωπότητας μοιάζει να κλείνει τον κύκλο της και να οδηγούμαστε όσον ούπω στην ώρα της Δευτέρας Παρουσίας και της Τελικής Κρίσεως. Εκτός κι αν ισχύσει για την ψυχορραγούσα κοινωνία μας ό,τι και για έναν ετοιμοθάνατο ασθενή, δηλαδή μια (σύντομη) φάση αναλαμπής!

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Κατ’ εφαρμογήν της θεωρίας του ανάποδου κόσμου, ξύλο Άτιμο και όχι Τίμιο διαθέτουν και οι εωσφορικές δυνάμεις, οι οποίες μας προειδοποιούν για τα μισάνθρωπα σχέδιά τους μέσα από το Hollywood με την βοήθεια της σατανοκίνητης τεχνολογίας. Δεν μπορεί να είναι τυχαίο ότι ακουστικά η αγγλική αυτή λέξη σημαίνει ακριβώς το «ιερό ξύλο».



1

Επ’ αυτού βλ. το άρθρο του Αγίου Νικολάου Βελιμίροβιτς «Ο αιχμάλωτος Σταυρός»: https://trelogiannis.blogspot.com/2024/09/blog-post_746.html

2

https://www.vimaorthodoxias.gr/eipan/giati-o-peristerioy-grigorios-afairei-ton-timion-stayron/

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου