Εκείνα τα καλοκαίρια περνούσαμε τις διακοπές μας σε μια απομονωμένη και άγνωστη ακόμα στους πολλούς παραλία, κάπου βόρεια στο νησί, πέντε-έξι οικογένειες φίλων με τα παιδιά τους. Είμασταν οι μόνοι ένοικοι, συνολικά δεκαπέντε άτομα περίπου. Υποτυπώδες το κατάλυμά μας, χωρίς ζεστό νερό, με τα ντους κοινά. Ο χώρος ανήκε σε μια οικογένεια που τα μέλη της φρόντιζαν την καθαριότητα και μαγείρευαν κάθε μέρα ό,τι υπήρχε στο μποστάνι τους, καθώς δεν υπήρχε περίπτωση να έρθουν εφόδια λόγω ανύπαρκτης συγκοινωνίας και κακοτράχαλου δρόμου.
Η ελευθερία όμως απόλυτη! Τα παιδιά κυκλοφορούσαν ξυπόλυτα χωρίς να τα κυνηγάμε από πίσω, ο καθένας ξυπνούσε όποια ώρα ήθελε, το πρωινό σερβιριζόταν ανά πάσα στιγμή, με γάλα και τυριά από τις κατσικούλες της οικογένειας. Πιάναμε ένα τραπέζι και απολαμβάναμε τον ήχο των κυμάτων και την ανάγνωση των βιβλίων μας. Όταν μεσημέριαζε, μεταφερόμασταν στην παραλία, κάτω από μια καλαμωτή που κατασκευάζαμε μόνοι μας κάθε χρόνο ως νέοι ροβινσώνες. Μπαίναμε, βγαίναμε στο νερό, μαυρίζαμε, παίζαμε τάβλι, συζητούσαμε βλακείες, αλλά όχι μόνο, γιατί καμιά φορά μας έπιανε το μεταφυσικό άγχος που εμφανίζεται όταν είσαι χαλαρός και αναπολείς τις πράξεις σου, παλιές αγάπες, προδοσίες, νέους έρωτες που περιμένεις να έρθουν και δεν έρχονται... Έχει και ο παράδεισος τις κακές στιγμές του! Και οι μέρες κυλούσαν με ηλιοβασιλέματα και ούζα. Στη συνέχεια δειπνούσαμε με μελιτζάνες, βουνά με τηγανητές πατάτες, φασολάκια, ομελέτες και ηρωικές ντοματοσαλάτες, καθώς δεν υπήρχε κρέας λόγω του ανύπαρκτου εφοδιασμού. Ποιος έδινε όμως σημασία! Όλα μας φαίνονταν υπέροχα! Όταν νύχτωνε για τα καλά διασκεδάζαμε με το μπαγλαμαδάκι του φίλου που μας παράσερνε με ρεμπέτικα και τραγουδούσαμε όλοι μαζί ως πολύ αργά, με την καράφα του ντόπιου κρασιού δίπλα μας. Η οικογένεια που μας φρόντιζε πήγαινε για ύπνο γύρω στα μεσάνυχτα. Εμείς όμως το τραβούσαμε ως τις 2 το πρωί πολλές φορές, μερακλωμένοι με τα παλιά καψούρικα λαϊκά που ήταν πολύ της μόδας στις παρέες εκείνες τις εποχές.
Είχαμε κι ένα Zodiac τριών μέτρων για βόλτες και ψαρέματα.
Ήρθε ο Δεκαπανταύγουστος και οι άντρες της παρέας είχαν ψαρέψει πολλά ψάρια εκείνη την ημέρα. Αποφασίστηκε τότε ότι θα κάναμε πάρτι στην αμμουδιά λόγω της εορτής, με φωτιά για να τα ψήσουμε. Όταν έπεσε το σούρουπο, σκορπίσαμε στην παραλία με τα παιδιά και μαζέψαμε τα ξυλαράκια που είχε ξεβράσει η θάλασσα για να ετοιμάσουμε την πυρά. Οι πιο πολλοί από μας, μεταξύ αυτών κι εγώ, δεν είχαμε άλλη τέτοια εμπειρία, οπότε το πράγμα έλαβε μυθικές διαστάσεις. Κάτσαμε γύρω από τη φωτιά, μ’ έναν κατασκότεινο ουρανό γεμάτο αστέρια, και τη θαλασσινή αύρα να μας δροσίζει και απολαύσαμε τα ψάρια με γέλια και όρεξη. Δεν μπορώ ακόμα να εξηγήσω στον εαυτό μου γιατί αυτή η βραδιά έμεινε χαραγμένη τόσο βαθιά στη μνήμη μου. Ήταν μια αίσθηση ευτυχίας; Ήταν η συντροφικότητα; Το μοναδικό ντεκόρ της φύσης; Η πρωτόγνωρη εμπειρία; Οι αγαπημένοι τριγύρω; Οι αρχέγονες μυρωδιές; Δεν ξέρω να απαντήσω. Κάθε φορά που αναπολώ εκείνο το βράδυ, κάτι σπάει μέσα μου και κυλά γλυκά και μελαγχολικά, και μου φέρνει δάκρυα. Χαράς ή λύπης άραγε; Ούτε σ’ αυτό έχω απάντηση. Μόνο να θυμάμαι μπορώ…
Ιφιγένεια Μποτουροπούλου.
Τα χρόνια εκείνα ο τουρισμός δεν ήταν η μοναδική βιομηχανία και ο μοναδικός τομέας παραγωγής πλούτου στην Ελλάδα και ήταν όλα πιο απλά, με λιγότερες ανέσεις , αλλά πιο ζεστά , πιο φιλόξενα, πιο ανθρώπινα.
ΑπάντησηΔιαγραφήΤότε που είχαμε τηλεόραση Urania, ψυγείο Εσκιμό, κουζίνα Ιζόλα , το τζιπάκι το Πόνυ, τα ελληνικά λεμόνια, τα ελληνικά φρούτα και λαχανικά, το ελληνικό κρέας και ψάρι και που οι χαμηλοί από τη μία πλευρά μισθοί είχαν πολύ μεγαλύτερη από τη σημερινή αγοραστική αξία. Τότε που με εκείνους τους μισθούς οι γονείς μπορούσαν ακόμα να αποταμιεύουν και να φτιάχνουν ένα και παραπάνω σπίτια για τα παιδιά τους , μέχρι που βρεθήκαμε να είμαστε στις πρώτες θέσεις σε ιδιοκατοίκηση στην Ευρώπη.
Όλα αυτά μέχρι το 1981 που μπήκαμε στην ΕΟΚ , μετέπειτα ΕΕ ( η Τρίτη Άλωση κατά τον σεβ. Μόρφου Νεόφυτο ) και ειδικά μέχρι το 2001 που μπήκαμε επί Σημίτη στην ευρωζώνη . Η παραγωγική μας ικανότητα σχεδόν εκμηδενίστηκε προς όφελος των ευρωπαϊκών και αμερικανικών - τώρα και κινέζικων - πολυεθνικών. Τα μπακάλικα της γειτονιάς έδωσαν τη θέση τους στα μεγάλα σούπερμαρκετ . Αρχίσαμε να δανειζόμαστε από τους εταίρους για να μπορούμε να αγοράζουμε τα προιόντα τους και αυτοί έδιναν αβέρτα μέχρι το 2010 αφού ήξεραν πού θα οδηγούσε όλο αυτό. Στη λεηλασία του δημοσίου πλούτου και των φυσικών πόρων της Ελλάδας.
Και μας έμειναν τα μνημόνια για 100 χρόνια , ένα τεράστιο χρέος που μετά τα μνημόνια φυσικά και διογκώθηκε περαιτέρω για να είναι σίγουροι ότι δεν θα σηκώσουμε ποτέ πια κεφάλι , υποδομές και υπηρεσίες, φυσικοί πόροι, λιμάνια, αεροδρόμια, τηλεπικοινωνίες, ρεύμα και τώρα και το νερό ξεπουλημένα όσο όσο και τον τουρισμό ως μοναδικό παραγωγικό τομέα, οπότε οι επισκέπτες - τουρίστες αντιμετωπίζονται καθαρά και μόνο ως πορτοφόλια και όχι ως άνθρωποι !
Ήταν το ευλογημένο καταφύγιο τότε που αναφέρει ο Κόντογλου αγαπητή Ιφιγένεια !
ΑπάντησηΔιαγραφή... τὸ εὐλογημένο καταϕύγιο ἦταν πολύ προτύτερα...
Διαγραφήαὐτό ποὺ εμεῖς οἱ παλαιότεροι προλάβαμε,
ἦταν αὐτή ἡ Ἑλλάδα
ἀπαραίτητο ἀ ν ά χ ω μ α
στὴν ϕοβερή καὶ τρομερή Σοβιετία
ὅταν μᾶς εἴχανε μὴ βρέξει καὶ μὴ στάξει, οι καλοί μας οἱ ταχασύμμαχοι
καὶ μᾶς παχαίναν σὰν τὸ γουρουνόπουλο...
ποὺ τὄσϕαξαν ὄμως ἐγκαίρως
(μὲ... ἄϕθονη δημοκρατία)
γιὰ νὰ γιορτάσουν λὲς προκαταβολικά...
τὸν ἐπερχόμενο χαμό καὶ
πτώση τοῦ ταχαϋπαρκτοῦ
ταχασοσιαλισμοῦ...
ἀϕοῦ δὲν θὰ τοὺς εἴμασταν ἄμεσα χρειαζούμενοι
αλλά κι ἔχοντας παραγίνει... θρεϕτάρι κανονικότατο
ποὺ εἶχε ἀρχίσει νὰ πατάει πόδι...
(Γιόμ Κιπούρ... χουντομαγκιά... Πολυτεχνεῖο... πτώση Παπαδοπουλόχουντας
ἄνοδος ἡμίχουντας Ιωαννίδη... κλπ...)
παρόλαυτα καὶ πέρα ἀπ'όλα τοῦτα
τὰ κάπως ἴσως βαρετά κατακαλοκαιριάτικα
(μὲ τόση ζέστη πιά... ) γεωπολιτικότροπα...
εἶναι ἀλήθεια πὼς προλάβαμε καὶ τῶν ἀνθρώπων τὶς καρδιές
ὅταν δὲν εἴχανε προλάβει ακόμη νὰ σαπίσουν
γινόμενες στεγνές κι ἀγνώριστες
ἀπὸ τὰ νέα ἤθη αϕρολέξ
κι ἀπὸ τὶς πλαστικές μιᾶς χρήσεως
τῆς... σχετικότητας νέες ἐρωτοσχέσεις
καὶ τους ἀνθρώπους...
σὰν ϕορμάϊκα... λουσάτη
μὲ χαρακτήρα μελαμίνη ταχακαρυδιά
(ὅλα πιὰ τώρα γιὰ τὴν πρόσοψη...
τὸ ϕαίνεσθαι...
καὶ τὴν βιτρίνα-ϕίνα... )