Άγιος Σωφρόνιος
Στην αρχή του εικοστού αιώνος “εγένετο ρήμα Κυρίου” στον μακάριο Γέροντα Σιλουανό: “Κράτα τον νουν σου στον άδη και μην απελπίζεσαι”. Την ακριβή ημερομηνία του γεγονότος αυτού δεν την έμαθα ποτέ. Ίσως να συνέβη το έτος 1906. Ένα περίπου χρόνο πριν, το 1905, έγινε γνωστή στον κόσμο η Εξίσωση του Αϊνστάϊν: E=mc2. Η τελευταία αυτή έθεσε το θεμέλιο στη σύγχρονη επιστήμη και τεχνολογία. Αφενός μεν άνοιξε κολοσσιαίες πηγές ζωτικής ενέργειας, αφετέρου δε ήταν η αφετηρία για την προετοιμασία του “αποκαλυπτικού” πυρός που είναι έτοιμο να καταβροχθίσει κάθε ίχνος ζωής επάνω στη Γη (βλ. Β’ Πέτρ. γ’ 7, Β’ Θεσσ. α’ 8, Εβρ. ι’ 27, Λουκ. κα’ 35).
Ο λόγος όμως που δόθηκε στον Σιλουανό, ανυπέρβλητος κατά την αξία του, αποτελεί για πολλούς πιστούς καθοδηγητικό αστέρα προς την ασάλευτη Βασιλεία (βλ. Εβρ. ιβ’ 28).
Ως προς το πνεύμα, το περιεχόμενο του λόγου αυτού μοιάζει προς τη διδασκαλία των αρχαίων Πατέρων της Αιγύπτου: Αντωνίου, Μακαρίου, Σισώη, Ποιμένος, των μεγάλων, και πολλών άλλων λιγότερο γνωστών, αλλά ίσως όχι λιγότερο μεγάλων ως προς τα έργα τους.
Ο λόγος του Χριστού “και μην απελπίζεσαι” δόθηκε δια του Αγίου Σιλουανού στην εποχή μας, που χαρακτηρίζεται από γενική απόγνωση, εξαιρετικά βαρειά. Οι άνθρωποι του αιώνα μας συχνά, παρά τη θέληση τους, γίνονται ηθικοί συνεργοί σε ατέλειωτες τοπικές ή και παγκόσμιες ακόμη αδελφοκτονίες. Ως τέτοιοι, αμετανόητοι ηθικοί συνεργοί, στερούνται, κατά φυσικόν τρόπο, την χάρη του Αγίου Πνεύματος και δεν μπορούν πλέον να πιστέψουν στην αθανασία τους δια της αναστάσεως. Αληθινά, και ούτε την επιθυμούν. Ακριβώς σε αυτή την αυτοκαταδίκη σε πλήρη μετά θάνατον εκμηδένιση έγκειται η πνευματική ουσία της απογνώσεως.
Όταν ο Σιλουανός έλαβε τον λόγο από τον Κύριο, τον εφάρμοσε ολοκληρωτικά στη ζωή του.
Να πώς γράφει ο ίδιος γι’ αυτό: “Άρχισα να πράττω όπως διδάχθηκα από τον Κύριο, και ο νους μου καθαρίσθηκε και το Πνεύμα μαρτυρούσε τη σωτηρία”. “Αμήν αμήν λέγω υμίν ότι ο τον λόγον Μου ακούων και πιστεύων τω πέμψαντί Με έχει ζωήν αιώνιον, και εις κρίσιν ουκ έρχεται, αλλά μεταβέβηκεν (ήδη) εκ του θανάτου εις την ζωήν” (Ιωάν. ε’ 24)»
“Έλεγε ο Γέροντας ότι οι περισσότεροι από τους ανθρώπους που εγγίζουν τα όρια αυτά λιγοψυχούν, φρίττουν και δεν αντέχουν.
Να γιατί ο Μέγας Σισώης διατύπωνε, σχετικά με αυτό, το ερώτημα: «Τις δύναται βαστάσαι τον λογισμόν Αντωνίου; Πλην οίδα άνθρωπον (πρόκειται για τον ίδιο) ότι μετά καμάτου δύναται βαστάσαι τον λογισμόν αυτού». Διευκρίνιζε ο Γέροντας Σιλουανός ότι ο Σισώης είχε υπ’ όψιν του τον λογισμό εκείνο που διδάχθηκε ο Μέγας Αντώνιος από τον τσαγκάρη της Αλεξάνδρειας: «... ως ανίσταμαι το πρωί καθίσαι εις το εργόχειρον μου, λέγω εις εαυτόν ότι πάσα η πόλις αύτη, από μικρού έως μεγάλου αυτών, εισέρχονται εις την Βασιλείαν δια τας δικαιοσύνας αυτών, εγώ δε μόνος κληρονομώ την κόλασιν δια τας αμαρτίας μου· και πάλιν οψέ, πριν κοιμηθώ, λέγω τον αυτόν λόγον· οι πάντες σώζονται, εγώ δε μόνος απόλλυμαι».
Στον Μέγα Αντώνιο, τον θεμελιωτή του ανατολικού μοναχισμού και καθηγητή της ερήμου, δόθηκε μαζί με τη νόηση και η δύναμη να βαστάζει αυτό τον λογισμό. Και δίδαξε την εργασία αυτή σε ασκητές ικανούς να λάβουν όχι γάλα αλλά στερεά τροφή. Από αυτόν παρέλαβαν την επιστήμη αυτή και οι άλλοι μεγάλοι Πατέρες της ερήμου και την έδωσαν ως ανεκτίμητο θησαυρό, κληρονομιά στις επερχόμενες γενεές. Η εργασία αυτή παίρνει στην πρακτική κάθε ασκητή ιδιαίτερη λεκτική διατύπωση, ενώ ουσιαστικά παραμένει η ίδια. Έτσι, ο Ποιμήν ο Μέγας έλεγε στους μαθητές του: «Πιστεύσατε τέκνα! Εις τον τόπον όπου βάλλεται ο σατανάς, εκεί βάλλομαι». Έλεγε ο μακάριος Γέροντας Σιλουανός ότι πολλοί ασκητές, όταν πλησιάσουν αυτή την κατάσταση –απαραίτητη για την κάθαρση από τα πάθη– απελπίζονται, και γι’ αυτό δεν μπορούν να προχωρήσουν. Όποιος όμως γνωρίζει ότι «ο Κύριος απείρως μας αγαπά», αποδιώκει την καταλυτική ενέργεια της τέλειας απογνώσεως και γνωρίζει με σοφία να ίσταται επί του χείλους της [απογνώσεως] και με τη δύναμη των φλογών του άδη να κατακαίει μέσα του κάθε πάθος, και δεν γίνεται θύμα της απογνώσεως: «Και μην απελπίζεσαι»”.