κυρ Φώτης Κόντογλου
Τα χρόνια που αποδίδουν στον καθένα τα δεδουλευμένα του, αθροίστηκαν. Και έδωσαν ετυμηγορία σίγουρη για τον Φώτη Κόντογλου. Έπειτα ήρθε η λησμονιά και τον σκέπασε, όπως όλα τα πράγματα. Βάλαμε πλάι στο όνομά του τις χρονολογίες και πίσω μας τον αφήσαμε, σαν το βότσαλο που σώσαμε από βέβαιο χαμό στο μικρό μπαλκόνι μιας θερινής κατοικίας, εφήμερης και μοναχικής.
Και ύστερα τον θυμηθήκαμε ξανά όταν βάλαμε κάτω τον εαυτό μας να βρούμε τη ρίζα και το σκοπό του. Η ελληνικότητα του Κόντογλου, είπαμε και έπειτα δεθήκαμε στ’άρμα της Ευρώπης και συρθήκαμε και εμείς, ποιος ξέρει από τι οίστρο, μίλια μακριά από τις πηγές μας. Η ελληνικότητά μας έμοιαζε με ένα ρούχο γεμάτο κρεμαστά, πετράδια και γυαλιά, της πιο ευτελούς αξίας. Και εμείς όλο κρεμούσαμε χαϊμαλιά για να μας προσέχουν καθώς περνούμε από τις αγορές του κόσμου. Και δεν υποψιαστήκαμε πως για να γίνεις ποιητής, ζωγράφος ή του λόγου εργάτης, θέλει να’χεις μοιρασμένο μέσα σου το μέτρο. Να έχεις σκάψει ως κάτω στις πηγές για να βρεις το κοίτασμα, αυτό που φθάνει ως τον εαυτό σου. Με τις φωνές, με τα χρώματα, με τους στίχους και με τα τραγούδια στερεώνουν τον κόσμο οι ποιητές. Δεν φτιάχνουν θεωρήματα, μήτε που γράφουν λόγια στην άκρη του κύματος. Παίρνουν που λέτε την ελληνικότητα και την εκφράζουν, βρίσκουν το μέτρο και έτσι μια μέρα, αντικρίζουν τα πράγματα τα μυστικά που υπάρχουν γύρω μας. Μα όλη μας την ευκρίνεια ζητούν και κάτι από το θάμπος του έρωτα, αλλιώτικα η αποκάλυψη αργεί, μήτε που έρχεται ποτέ και αλαργινή μένει από την ομορφιά, τον βασικό μας το σκοπό.
Να τι κατάφερε ο Κόντογλου. Να μιλήσει με γραφικότητα, με μεγαλοσύνη και αρχοντιά. Και με αξιοπρέπεια. Θήτευσε στο τίμιο και τ'αυθεντικό και βρήκε την άκρη στο νήμα του συλλογικού μας μύθου. Και ο "Καιρός να πηγαίνει" πάνω στις κλίμακες του Μάνου, τον δρόμο τον όμορφο, όχι για άλλο λόγο μα γιατί δίχως τη μουσική αμετάδοτος μένει ο κόσμος, έτσι νομίζω.
Θυμάμαι πάντα εκείνο που'γραψε για το κάστρο του Μυστρά. Για τον αργό του θάνατο που αρκεί το φτεροκόπημα ενός και μόνο πουλιού, για να συντριβεί και η τελευταία ψηφίδα ενός κόσμου που πέρασε και πάει. "Τότες πετᾶ ἕνα κοράκι καὶ πάει κι ἀλαφροκάθεται στὴν κορφὴ κείνης τῆς κολώνας, καὶ κεῖ ποὺ κάνει νὰ τανίσῃ τὴ φτερούγα του γιὰ νὰ ψειριστῇ, μονομιᾶς ξεκλειδώνουνται οἱ πέτρες καὶ κουτρουβαλιάζουνται μ᾿ ἕναν κούφιο σαματᾶ, ποὺ λὲς πὼς χωνεύουνε μέσα στὴ γῆς..."
(Ταξείδια, 1928)
... πολλοί ἐνθουσιάστηκαν ἀπό τὶς χάριτες τοῦ ρομαντισμοῦ
ΑπάντησηΔιαγραφήὁμως σὰν τὸν σχεδόν περιϕρονημένο μας Ἀϊβαλιώτη
καὶ τον πανθομολογούμενο μεγάλο μας Σκιαθίτη
λίγοι μπορέσανε νὰ πᾶνε μέχρι τὴν ἄκρη
ἐκεῖ ποὺ τελειώνει τὸ ὄμορϕο παραμύθι
κι ἀρχίζει ὁ δρόμος ποὺ πηγαίνει στὴν καρδιά τοῦ Γένους...
(καὶ... ποὺ ὁ κόσμος...
θὰ ϕροντίσει... νὰ τὸ πληρώσεις ἀκριβᾶ... ! )