Δευτέρα 3 Ιουνίου 2024

Ο ΚΑΜΠΙΝΕΣ ΤΟΥ ΑΛΑΒΑΝΟΥ

Μπορεί να είναι εικόνα 2 άτομα και κείμενο
Πολὺ τοῦ κάνανε ἐντύπωση τοῦ πατέρα Σεραπίωνα οἱ Βρυξέλλες. Ἦταν θαρρω τὸ 2002 καὶ εἶχα πάει ἐπίσκεψη στὴν Ὁρμυλία καὶ μοῦ διηγεῖτο ὅλο ἐνθουσιασμὸ τὶς ἐμπειρίες του ἀπὸ τὴν Εὐρωπαϊκὴ πρωτεύουσά μας.
Ὄρθιος, μὲ τὸ ἕνα χέρι ἔκανε χειρονομίες ἐπεξηγηματικές, χάιδευε καὶ τὰ γένια του πότε - πότε καὶ τὸ ἄλλο σταθερὰ στὴν καλογερική του ζώνη, ἦταν πολύ χαριτωμένος, νὰ τὸν βγάλεις φωτογραφία. Τὸ ἀποκορύφωμα προέκυψε, ὅταν μοῦ διηγήθηκε πὼς πῆγε καὶ ἐπίσκεψη στὸν Εὐρωβουλευτὴ τοῦ ΚΚΕ τὸν Ἀλέκο Ἀλαβάνο, ποὺ τὸν ἐδέχτηκε στὸ καμπινέ του…
Καὶ ἐνῶ ἐγὼ ἐγούρλωσα τὰ μάτια γύρισε μὲ ὕφος ἐπεξηγηματικὸ καὶ μοῦ ’πε:
― Ξέρεις, στὶς Βρυξέλλες, τὰ γραφεῖα τους οἱ εὐρωβουλευτὲς τὰ λένε καμπινέδες… (Καμπινέ, στὰ γαλλικά, σημαίνει γραφεῖο).
Καὶ ἐνῷ ἐγὼ ξεράθηκα στὰ γέλια, μιὰ ἀδελφὴ μᾶς εἰδοποίησε ὅτι ἔφθασε ὁ Ἀλαβάνος στὴν εἴσοδο τοῦ μοναστηριοῦ.
― Συγγνώμη, Στεφανάκι, μοῦ εἶπε τότε μὲ ὕφος περισπούδαστο ὁ πάτερ Σεραπίων. Πρέπει νὰ τὸν ὑποδεχτῶ, γιατὶ ἔχουμε μὲ τὸν Εὐρωβουλευτὴ μιὰ συνεργασία…
Αὐτὸς ἦταν ὁ πάτερ Σεραπίων. Συναναστρέφονταν μὲ μεγάλη ἄνεση καὶ εὐκολία εὐρωβουλευτές, πολιτικούς, λογοτέχνες (ὅπως τὸν φιλο του τὸν Νίκο Πεντζίκη) ἀρχιερεῖς καὶ πρίγκηπες ὅπως τὸν Φίλιππο τῆς Αγγλίας. Κι ὅλους τοὺς γοήτευε μὲ τὴν ἁπλότητα καὶ εὐθύτητα του, ἀλλὰ καὶ μὲ τὶς γνώσεις του καὶ τὴν ἁγνότητα τοῦ καλογερικοῦ του βίου. Δὲν προσποιεῖτο.
Τὸν ρώτησα, κάποτε, τί τοῦ ἔλειψε πιὸ πολὺ στὴν ζωή του σὰν καλόγερος καὶ αὐθόρμητα, χωρὶς ψευδοντροπές, μοῦ ἀπάντησε τὸ…κρέας!
― Ἐμεῖς, βρὲ Στεφανάκι μου, ἤμασταν φτωχοί, καὶ σὰν παιδὶ δὲν εἴχαμε λεφτὰ νὰ φᾶμε κρέας. Μετὰ ποὺ τελείωσα τὸ Γυμνάσιο, ἔγινα δόκιμος στὰ Μετέωρα καὶ μοναχὸς στὰ εἰκοσιένα, πάει πιά, δὲν τρῶμε κρέας. Δὲν τὸ ἐγνώρισα οὔτε τὸ χόρτασα τὸ κρέας…
Δὲν ντράπηκε νὰ μοῦ τὸ πεῖ, μπορεῖ καὶ νὰ τὸ εἶπε καὶ ἐπίτηδες, τὸν ἐνοχλοῦσε πιθανὸν ὁ θαυμασμός μου. Γιατὶ τὸν θαύμαζα τὸ παπα -Σεραπίωνα, ποὺ ζοῦσε σὰν Άγγελος ἀπὸ μικρός, χωρὶς νὰ ἔχει πάθη.
Οὔτε νὰ κάνει τὸν ἀββᾶ, ποὺ θα ἦταν εὔκολο ἀνάμεσα σὲ τόσες ἀδελφές. Καθόταν διακριτικά, σὰν ἀδελφὸς ποὺ τὶς ἁγίαζε μόνο μὲ τὴν ἱερωσύνη του, ποὺ εἶναι ὁ ἴδιος ὁ Χριστός.
Πρὶν λίγα χρόνια, ποὺ ἀσπρίσαμε σιγά - σιγά καὶ πέσαν τὰ μαλλιά μας, τὸν ρώτησα, ἂν θά ’θελε νὰ ζήσει πιὰ στὴν Σιμωνόπετρα.
― Τί λές, Στεφανάκι μου; Ἔχω συνηθίσει πλέον μιὰ ζωή, νὰ ζῶ ἐδῶ μὲ τὶς ἀδελφές.
Οὔτε νὰ κάνει τὸν ἥρωα, ποὺ ἀναγκάστηκε νὰ στερηθεῖ τὴν μονὴ της μετανοίας του καὶ κάτι τέτοια, ποὺ ἀκούω ἀπὸ ἕνα σωρὸ καλόγερους, ποὺ δὲν ἀντέξαν τὸ κοινόβιο καὶ γυρνᾶνε δεξιὰ καὶ ἀριστερά, μακριὰ ἀπὸ τὸν Γέροντα τους.
Αὐτὸς ἦταν ὁ Πάτερ Σεραπιων! Ἕνα κοματι ἀτόφιο χρυσός! Ἕνα διαμάντι ἀκατέργαστο, ποὺ λάμπει!
 Στέφανος Δημόπουλος

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου