Κυριακή 25 Σεπτεμβρίου 2022

200 χρόνια από τις Σφαγές της Χίου από τους Οθωμανούς Τούρκους

 

Ομιλία του Κωνσταντίνου Γεωργ. Καρατζά, Θεολόγου Καθηγητή του 1ου ΕΠΑΛ Χίου στην κεντρική πλατεία της Χίου στα πλαίσια του "Δρόμου μνήμης (λαμπαδηδρομία) των Σφαγών της Χίου (1822-2022)" την Παρασκευή 23 Σεπτεμβρίου 2022

Αγαπητέ κ. Πρόεδρε του Δημοτικού Συμβουλίου Χίου, κ. Παύλο Καλογεράκη, αγαπητές κ. Πρόεδρε της Δημοτικής Κοινότητας Χίου, κ. Σίμο Βενέτο, αγαπητή κ. Διευθύντρια της Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης Χίου κ. Αικατερίνη Στρατάκη, αγαπητοί-ες συνάδελφοι-ισες εκπαιδευτικοί, αγαπητοί-ες μαθήτριες-ες, κυρίες και κύριοι· στο νησί της μαστίχας, τη Χίο το έδαφος στο οποίο βλάστησε το δέντρο της ελευθερίας ποτίστηκε με μπόλικο αίμα. Αναλυτικότερα, κατά το δεύτερο έτος της Ελληνικής Επανάστασης του 1821 ο Χιώτης οπλαρχηγός Αντώνης Μπουρνιάς και ο αρχηγός της επανάστασης στη Σάμο, Λυκούργος Λογοθέτης ξεσήκωσαν τους Χιώτες εναντίον των Τούρκων. Έτσι, στις 11 Μαρτίου του 1822 ο Λογοθέτης αποβιβάστηκε στο Κοντάρι με 2.000 άνδρες και πολιόρκησε το Κάστρο της πόλης της Χίου, όπου είχαν καταφύγει οι Τούρκοι του νησιού.

Η αντίδραση των Τούρκων ήταν άμεση. Μόλις έμαθαν στην Κωνσταντινούπολη το γεγονός της επανάστασης της Χίου, το θεώρησαν ως προσβολή, γιατί η Χίος ήταν μια πλούσια και προνομιούχος περιοχή της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, κι έστειλαν στο νησί τον Τουρκικό στόλο με αρχιναύαρχο τον Καρά Αλή.

Αρχικά, στις 13 Μαρτίου του 1822 στην Κωνσταντινούπολη σφαγιάστηκαν τρεις πρόκριτοι Χιώτες, που κρατούνταν όμηροι εκεί από τον Ιανουάριο, οι Θεόδωρος Ράλλης, Μιχαήλ Σκυλίτζης και Παντολέων Ροδοκανάκης, καθώς και άλλοι 60 επιφανείς Χιώτες έμποροι.

Τη Μεγάλη Πέμπτη 30 Μαρτίου του 1822 ο Τουρκικός στόλος, αποτελούμενος από 46 πλοία και 7000 στρατιώτες, έφτασε στο βόρειο τμήμα του νησιού. Λίγες ώρες μετά, οι Τούρκοι στρατιώτες αποβιβάστηκαν στο νησί και ενώθηκαν με άλλους ομοεθνείς τους, που είτε είχαν βγει ορμητικά από το Κάστρο της πρωτεύουσας του νησιού είτε είχαν φτάσει από τα απέναντι μικρασιατικά παράλια και ξεκίνησαν τη σφαγή, τις λεηλασίες και το κάψιμο της πόλης. Ο Λογοθέτης και ο Μπουρνιάς αποχώρησαν προς το εσωτερικό του νησιού, λέγοντας το σύνθημα ο σώζων εαυτόν σωθήτω.

Τη Μεγάλη Παρασκευή, 31 Μαρτίου του 1822, κάηκε ο Ναός της Παναγίας της Τουρλωτής και δόθηκε το σύνθημα στους Τούρκους για γενική αιματοχυσία και αποτέφρωση της πόλης. Από εκείνη τη μέρα και για 4 μήνες έφταναν Τούρκοι κατάδικοι από τις απέναντι Μικρασιατικές ακτές με σκοπό το φόνο, τη λεηλασία και τα λάφυρα. Υπολογίζεται ότι κατέφθασαν 40.000 Τούρκοι άτακτοι αυτήν την περίοδο. Ταυτόχρονα, ο Τούρκος διοικητής του νησιού, Βαχήτ Πασάς ανήγγειλε τη διαταγή του Σουλτάνου Μαχμούτ του Β΄ να θανατώνονται βρέφη έως 3 ετών, αγόρια και άνδρες άνω των 12 ετών, γυναίκες άνω των 40 ετών, να αιχμαλωτίζονται κορίτσια και γυναίκες από 3 έως 40 ετών και αγόρια από 3 έως 12 ετών. Θα γλίτωναν μόνο όσοι θα ασπάζονταν το Ισλάμ.

Μετά την καταστροφή της πόλης της Χίου, οι περισσότεροι Χιώτες άρχισαν να μετακινούνται προς το εσωτερικό του νησιού για να σωθούν από το μένος και την εκδικητική μανία των Τούρκων. Τα καταφύγιά τους ήταν αρχικά οι Καρυές, ο Ανάβατος, το Αίπος, η Νέα Μονή, το μοναστήρι του Αγίου Μηνά και ο Άγιος Γεώργιος ο Συκούσης. Εκεί άρχισαν να διοργανώνουν αντιστάσεις αληθινά ηρωικές.

Στις 2 Απριλίου 1822, Κυριακή του Πάσχα μπήκαν 15.000 Τούρκοι στο μοναστήρι του Αγίου Μηνά από ένα μικρό άνοιγμα, που υπήρχε στον περίβολο και είτε έσφαξαν, είτε έκαψαν ζωντανούς τους 2000 περίπου Χιώτες, γυναικόπαιδα ως επί το πλείστον, που είχαν κρυφτεί εκεί. Στη συνέχεια, πυρπόλησαν το μοναστήρι. Την ίδια μέρα το ίδιο γεγονός έλαβε χώρα και στη Νέα Μονή. Η κατάσταση γενικεύτηκε και σε άλλα χωριά της Χίου. Οι Σαμιώτες εγκατέλειψαν τη Χίο και έπλευσαν προς τα Ψαρά.

Την Τετάρτη 5 Απριλίου του 1822 ο Καρά Αλής έβγάλε ανακοίνωση, πως όσοι Χιώτες θα παρέδιδαν τα όπλα τους και θα επέστρεφαν στην πόλη, θα αφήνονταν ελεύθεροι, θα τους δίνονταν δηλαδή αμνηστία. Μάλιστα, εξασφάλισαν οι Τούρκοι και επιστολή του φυλακισμένου Μητροπολίτη Χίου Πλάτωνα Φραγκιάδη και των Δημογερόντων, η οποία ανέφερε τις ειλικρινές προθέσεις των Τούρκων. Οι πρόξενοι της Αγγλίας, της Αυστρίας και της Γαλλίας στο νησί ανέλαβαν να μεταφέρουν την παραπάνω πρόταση στους Χιώτες και να τους πείσουν. Οι Χιώτες εμπιστεύθηκαν τους πρόξενους και άρχισαν να επιστρέφουν και να παραδίδουν τα όπλα τους. Βέβαια, όπως ήταν αναμενόμενο, οι Τούρκοι αθέτησαν το λόγο τους και άρχισαν να σφάζουν όσους κατέβαιναν στην πόλη. Η μεγάλη σφαγή συνεχίστηκε και στην κεντρική Χίο (Βροντάδο, Πιτυός, Θυμιανά και μετά Βορειόχωρα).

Στο ακρωτήρι του Κάβο Μελανιός, απέναντι από τα Ψαρά βρήκαν καταφύγιο περίπου 10.000 Χιώτες και περίμεναν τα ψαριανά πλοία να τους μεταφέρουν στα Ψαρά. Δυστυχώς, όμως, η μεγάλη θαλασσοταραχή τους στάθηκε εμπόδιο και σφαγιάσθηκαν σχεδόν όλοι από τους Τούρκους με απερίγραπτη λύσσα. Ήταν μάλιστα τόσο πολύ το αίμα των αθώων, που η θάλασσα μελάνιασε γύρω από τον κάβο και την παραλία.

Πέντε μέρες μετά, στις 23 Απριλίου του 1822 απαγχονίστηκαν στην τάφρο του Κάστρου της πόλης της Χίου ο τότε Μητροπολίτης Χίου Πλάτων Φραγκιάδης, ο διάκονός του Μακάριος Γαρρής ή Γέμελος και 9 πρόκριτοι. Στη συνέχεια, θανατώθηκαν ανά δέκα με τον ίδιο τρόπο και οι υπόλοιποι 60 δημογέροντες που ήταν φυλακισμένοι σε μια σκοτεινή και υγρή φυλακή του Κάστρου. Τα σκοτωμένα σώματά τους χλευάστηκαν από τους Τούρκους, οι οποίοι τα έριξαν μετά στη θάλασσα.

Λίγες μέρες μετά την καταστροφή, σχεδιάστηκε ναυτική επίθεση του στόλου των τριών ναυτικών νησιών εναντίον του τουρκικού στόλου στο στενό του Τσεσμέ. Στις 18 Μαΐου πραγματοποιήθηκε η πρώτη επίθεση. Οι Έλληνες έκαναν αρκετές ζημιές στον τούρκικο στόλο, αλλά απέτυχαν να πυρπολήσουν τη ναυαρχίδα του Καρά Αλή.

Την 1η Ιουνίου του 1822 ο Ψαριανός Κωνσταντίνος Κανάρης μαζί με τον Υδραίο Ανδρέα Πιπίνο και 40 Ψαριανούς ξεκίνησαν από τα Ψαρά με 2 πυρπολικά και 4 περιπολικά πλοία και, αφού μετέλαβαν των Αχράντων Μυστηρίων, μπήκαν στο στενό της Χίου με βόρειο άνεμο. Κρύφτηκαν και περίμεναν να βραδιάσει. Τέλειωνε τότε, 6 του μηνός Ιουνίου, το Ραμαζάνι των Τούρκων και ξεκινούσε η γιορτή του Μπαϊραμιού. Στην τουρκική ναυαρχίδα επικρατούσε χαρά και κέφι με πολλούς καλεσμένους και κάποιες δυστυχισμένες αιχμάλωτες, περίπου 2000 άτομα. Τότε τα δύο πυρπολικά κατάφεραν να μπουν ανάμεσα στα τουρκικά πλοία. Ο Κανάρης κατευθύνθηκε κατά την ναυαρχίδας του Καρά Αλή, ενώ ο Πιπίνος κατά της υποναυαρχίδας. Ο Κανάρης τα κατάφερε να πυρπολήσει την ναυαρχίδα, ενώ ο Πιπίνος δεν τα κατάφερε, γιατί βιάστηκε και έγινε αντιληπτός από τους Τούρκους. Η ναυαρχίδα, όμως, τυλίχθηκε στις φλόγες και μετά ανατινάχτηκε, σκοτώνοντας και τον Καρά Αλή. Μ’ αυτόν, λοιπόν, τον τρόπο ο Κανάρης εκδικήθηκε τη Σφαγή της Χίου.

Στις 7 Ιουνίου εξαπολύεται και τρίτο γιουρούσι των μαινόμενων Τούρκων στα Μαστιχοχώρια και ολοκληρώνεται η καταστροφή του νησιού.

Το νησί ερημώθηκε. Οι Τούρκοι έφεραν από τον Τσεσμέ άλλους 600 Χριστιανούς για να μαζέψουν τη μαστίχα. Αυτοί, όμως, αγνοούσαν την καλλιέργειά της, κι έτσι οι Τούρκοι αναγκάστηκαν να αφήσουν ελεύθερους αρκετούς Μαστιχοχωρίτες για να καλλιεργήσουν τους σκίνους.

Μετά την καταστροφή, από τους 117.000 Χριστιανούς που ήταν ο τότε πληθυσμός της Χίου, έμειναν περίπου 1800 – 2000 άνθρωποι. 21.000 ήταν οι διασωθέντες φυγάδες, από τους οποίους οι 2.000 είχαν κρυφτεί στα βουνά και στις σπηλιές, και οι οποίοι κατέφυγαν στα Ψαρά, Τήνο, Σύρο, Άνδρο, Αγκώνα, Τεργέστη, Μασσαλία, Οδησσό, Μάλτα, Λονδίνο κ. ά. και 52.000 οι αιχμάλωτοι, που πουλήθηκαν ως δούλοι στα σκλαβοπάζαρα της Ανατολής. Υπολογίζουμε, δηλαδή, ότι σφαγιάσθηκαν περίπου 42.000 Χιώτες.

Οι Σφαγές της Χίου συγκλόνισαν όχι μόνο τον Ελληνισμό, αλλά και όλη την Ευρώπη. Οι εφημερίδες της εποχής εκείνης έγραφαν άρθρα εκφράζοντας τον αποτροπιασμό τους για τις μεγάλη Σφαγή. Βιβλία κυκλοφορούσαν στην Αγγλία, στη Γαλλία, στη Γερμανία και οι Φιλέλληνες προσπαθούσαν να ευαισθητοποιήσουν την κοινή γνώμη για να βοηθήσουν τα θύματα. Από τη μεγάλη Σφαγή της Χίου εμπνεύστηκε ο μεγάλος Γάλλος ζωγράφος Ντελακρουά τον περίφημο πίνακά του, Η Σφαγή της Χίου, που κοσμεί σήμερα το Μουσείο του Λούβρου στο Παρίσι (αντίγραφό του φυλάσσεται στο Βυζαντινό Μουσείο Χίου) και ο Βίκτωρ Ουγκώ το εξαίρετο ποίημά του Το Ελληνόπουλο.

Εμείς οι Νεοέλληνες οφείλουμε τέτοια γεγονότα να μην τα λησμονούμε ως ελάχιστο φόρο τιμής σ’ όλους εκείνους που θυσίασαν τη ζωή τους για να είμαστε εμείς σήμερα ελεύθεροι!!!!! Οφείλουμε να μην τα λησμονούμε για να μην επαναληφθούν στο μέλλον, για να μην τα ξαναζήσουμε!!!!!!!!

Βασική βιβλιογραφία:

1) Βίου Στυλιανού Γ. , Η Σφαγή της Χίου εις το στόμα του Χιακού λαού, Εισαγωγή-Επιμέλεια: Κων/νος Ι. Μερούσης, Excerpts in English, Χίος 32006. [Χίος 11921˙ (επιλογή από το έργο του σ. 9-104), Χίος 21989].

2) Βλαχογιάννη Ιωάννού, Χιακόν Αρχείον, τόμος πρώτος, εν Αθήναις 1924.

3) Βαχήτ πασά, Απομνημονεύματα πολιτικά του Βαχίτ Πασά, πρέσβεως εν Παρισίοις τω 1802, Ρεΐζ Εφέντη τω 1808, και τοποτηρητού της Χίου τω 1822, Εξ ανεκδότου τουρκικού ιδιοχειρογράφου ελευθέρως μεταφρασθέντα και σημειώσεσι συνοδευθέντα υπό Δ. Ε. Δ. , Εν Ερμουπόλει Σύρου 1861 [και ανατύπωση Αθήνα 1975]. Επανέκδοση το 2007στη Χίο με επιμέλεια και απόδοση στη νεοελληνική από το Νίκο Μίτση.

4) Κρουσουλούδη Νικολάου Σωτ., Ο βίος και το έργον του εθνομάρτυρος μητροπολίτου Χίου Πλάτωνος Φραγκιάδου (1776-1822), Θεσσαλονίκη 1981.

5) Σωτηράκη Νίκου Δ. , Η ματωμένη Χίος του 1822, Χίος 1991. [Επανέκδοση από τα παιδιά του του βιβλίου του Νίκου Σωτηράκη, Η ματωμένη Χίος του Εικοσιένα Χίος, Άγνωστοι ήρωες και Μάρτυρες, Χίος 1953].

6) Κώστα Ε. Φραγκομίχαλου, Οι σφαγές της Χίου το 1822: Ποιός ο ακριβής αριθμός των θυμάτων τους, Χίος 1999. [Αναδημοσίευση με τέσσερις προσθήκες από τον 6ο τόμο του περιοδικού του Συλλόγου Φιλολόγων Χίου Φιλολογική Χίος, Χίος 1997, σσ. 5-59].

7) http://www.chioshistory.gr/gr/itx/itx25.html. 

8) Καρατζά Κωνσταντίνου Γέωργ. , Η ιστορία της Ιεράς Μονής των Αγίων Μηνά, Βίκτωρος & Βικεντίου της Χίου, Χίος 22010.

9) Περρή Νίκου Ζ., Η Χίος στην Εθνεγερσία, Χίος 1974.

10) Χανιώτη Ιωάννου Δημ. , Η Χίος του 1822, Αθήνα 1972.

Σύνδεσμος Κληρικών Χίου

 

1 σχόλιο: