Δευτέρα 17 Ιουλίου 2017

Οι οδύνες τής πνευματικής πορείας και η δύναμη τής προσευχής στο όνομα τού Χριστού



 

Εν τη αρχή του αγώνος δεν κατανοούμεν τας οδούς τας οποίας υπέδειξεν εις ημάς ο Θεός. Αποπειρώμεθα να αποφύγωμεν την έμπονον αντιμετώπισιν της «πυρώσεως προς πειρασμόν» (Α’ Πέτρ. 4,12). Είναι δυνατόν να παραμένωμεν εν μαρτυρική καταστάσει, μη κατανοούντες δια τι ο Θεός, η παντέλειος Αγάπη, ηυδόκησε να ποιήση κατά στιγμάς την προς Αυτόν οδόν τοσούτον φοβεράν.

 Γέροντα Σωφρονίου του έσσεξ
Δεόμεθα Αυτού, όπως αποκαλύψη εις ημάς το μυστήριον των οδών της σωτηρίας. Βαθμηδόν φωτίζεται ο νους ημών, ενδυναμούται η καρδία, όπως ακολουθήση τον Χριστόν, και δια των μικρών ημών παθημάτων γινόμεθα κοινωνοί των παθημάτων Αυτού. Είναι απαραίτητον να βιώσωμεν και τον πόνον και την φρίκην ίνα αποκαλυφθούν εις ημάς τα βάθη του είναι, ούτω δε να γίνωμεν άξιοι της εντεταλμένης αγάπης: Χωρίς των παθημάτων ο άνθρωπος παραμένει πνευματικώς ράθυμος, μάλλον υπνών, αλλότριος της του Χριστού αγάπης. Γνωρίζωντες τούτο εάν η καρδία ημών ομοιάζη προς εσβεσμένον ηφαίστειον, ας θερμαίνωμεν αυτήν δια της επικλήσεως του Ονόματος του Χριστού:
«Κύριε Ιησού Χριστέ, Υιέ του Θεού του Ζώντος, ελέησόν με».
Και τότε το πυρ της Θείας αγάπης όντως άπτεται της καρδίας.
Η απόκτησις της προσευχής δια του Ονόματος του Ιησού σημαίνει απόκτησιν της αιωνιότητος. Εις τας πλέον θλιβεράς στιγμάς της καταρρεύσεως του φυσικού ημών οργανισμού η προσευχή, «Ιησού Χριστέ», αποβαίνει το ένδυμα της ψυχής. Όταν η δραστηριότης του εγκεφάλου ημών παύη, πάσα δε άλλη προσευχή καθίσταται δύσκολος δια την μνήμην και την προφοράν, τότε το φως της Θεογνωσίας, όπερ εκπορεύεται εκ του Ονόματος και το οποίον ενδομύχως έχομεν αφομοιώσει, θα παραμείνη αναφαίρετον από του πνεύματος ημών. Ιδόντες την τελευτήν των εν προσευχή αποθανόντων πατέρων ημών, έχομεν ισχυράν την ελπίδα ότι η ουράνιος ειρήνη, η πάντα νουν υπερέχουσα, θα περιβάλη και ημάς εις τους αιώνας.
«Ιησού, σώσον με … Ιησού Χριστέ, ελέησον, σώσον … Ιησού σώσον με … Ιησού ο Θεός μου».
Η πανήγυρις της γνώσεως του Θεού της αγάπης – ιλαρά και αγία – εγείρει εν τη ψυχή βαθείαν ευσπλαχνίαν προς άπασαν την ανθρωπότητα. Ούτος ο παν-άνθρωπος είναι η φύσις μου, το σώμα μου, η ζωή και η αγάπη μου. Δεν δύναμαι να απεκδυθώ την «φύσιν» μου, να αποσπασθώ από του «σώματος» μου, του συνεχώς κατερραγμένου υπό της έχθρας «κυττάρων» τινών εναντίον άλλων, μετά των οποίων κατ’ ουσίαν αποτελούν ένα οργανισμόν. Το μέγα τούτο σώμα του «παν-ανθρώπου» ευρίσκεται αδιαλείπτως εν καταστάσει οδυνηράς διασπάσεως των μελών αυτού, άτινα δεν δυνάμεθα να ελέγξωμεν. Το κακόν φαίνεται αθεράπευτον. Και τούτο συνιστά τον κλήρον ημών επί του επιπέδου της γης. Η ψυχή θρηνεί μέχρις εξαντλήσεως εν τη προσευχή, αλλ’ η σωτηρία θα έλθη μόνον, εάν οι ίδιοι οι άνθρωποι εν τη ελευθερία αυτών επιθυμήσουν αυτήν. «Αγαπάτε τους εχθρούς υμών». Ιδού εις τι συνίσταται η θεραπεία της ιστορικής ζωής και η σωτηρία δια την αιωνιότητα. Όστις εγνώρισε την δύναμιν της αγάπης προς τους εχθρούς, εγνώρισε τον Κύριον Ιησούν, τον σταυρωθέντα υπέρ των εχθρών. Ούτος προεγεύθη και της αναστάσεως Αυτού και της Βασιλείας του Νικητού Χριστού (βλ. Ιωάν. 17,21-23· 11,51-52· Εφ. 2,14-17· Α’ Κορ. 3,22· κ.α.)
«Κύριε Παντοκράτορ, Χριστέ Ιησού, ελέησον ημάς και τον κόσμον Σου».
Εν τω κόσμω του ανθρωπίνου πνευματικού "είναι", μόνον ο Χριστιανισμός παρέχει την πείραν και του ακτίστου Φωτός της Θεότητος και του εξωτέρου σκότους του άδου. Τοιούτον πλήρωμα γνώσεως δίδεται αποκλειστικώς δια του Χριστού Θεού και του Πνεύματος του Αγίου. Εν τη ιστορία του ασκητικού αγώνος των Πατέρων ημών βλέπομεν ότι εδίδετο εις αυτούς υπαρξιακώς να θεωρούν το καταχθόνιον σκότος. Τούτο δε εις τοιούτον βαθμόν, ώστε οι άνθρωποι ούτοι της εξαιρέτου ανδρείας επί δεκαετίας εθρήνουν εν ταις προσευχαίς αυτών. Αλλά τις δύναται να διηγηθή περί τούτων; Δια τους εστερημένους ζώσης πείρας το μυστήριον τούτο θα παραμένη εσφραγισμένον μέχρι του καιρού της παγκοίνου τελικής κρίσεως (βλ. Ματθ. 25,31 κ.ε.).
«Κύριε Ιησού Χριστέ, σώσον ημάς».


Πηγή: "Περί Προσευχής" Αρχιμανδρίτου ΣΩΦΡΟΝΙΟΥ (Σαχάρωφ). Μετάφρασις εκ του Ρωσικού Ιερομονάχου Ζαχαρίου. Ιερά Πατριαρχική και Σταυροπηγιακή Μονή Τιμίου Προδρόμου. Έσσεξ Αγγλίας 1993.


2 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

Πραγματικά, αν ο άνθρωπος δεν πιέσει τον εαυτό του,αν δεν απεκδυθεί το θέλημά του, αν δεν επιμένει είτε τον εκκλησιασμό, είτε στη μελέτη των γραφών, είτε δεν εντρυφά και δεν μετέχει των μυστηρίων της Εκκλησίας ο φωτισμός του νοός δε γίνεται και η κάθαρση του αργοπορεί.

Ανώνυμος είπε...

Οδύνες δέν θα πεί τίποτα ! Γι αυτό μας δίνει και τις χαρές για να μήν αποκάμουμε

Μάθετε απ'εμού οτι πράος ειμί και ταπεινός τη καρδία και ευρήσετε ανάπαυσιν ταις ψυχαίς υμών ........ Και εδώ να ζουμε καλά και να πηγαίνουμε και στον Παράδεισο ......(άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός ) Δέν θα είχε έννοια μία ζωή χωρίς Χριστό Πλήττεις μεταξύ ανθρώπων που τους ενδιαφέρουν μόνο τά ανθρώπινα πράγματα