Τετάρτη 26 Νοεμβρίου 2025

O Θεός αγαπά τα απογεύματα


 Αλαφροπατάνε κι' έρχονται. Θαρρείς πάνω στους ήλιους των μεσημεριών - ο χειμώνας αναβάλλεται για το βράδι-. Τώρα ο Θεός και το φως σπλαχνίζονται τον κόσμο και ανοίγουν και τις πόρτες των ουρανών (νομίζω). Πώς αλλιώς θα νιώθαμε τόσες ψυχούλες να παραστέκονται στο όνειρο που ξαναστήνουμε;  

 Έρχονται για την δική μας ανάγκη, για τον δικό μας πόθο να νιώσουμε παρόντα όσα αγαπήσαμε, όσα όρισαν τα χρώματα και τα αρώματα. Όταν ο κόσμος παραδίδεται στην μαυρίλα, τα τρυφερά που διασώθηκαν μέσα μας διεκδικούν και φτιάχνουν τα δικά τους stories. Βλέπεις δεν γίνεται να ζήσουμε δίχως να χτυπά η καρδιά μας σε μέτρο ιάμβου, αφού η ποίηση μας έχει οριστεί ως πορεία. Αναφερόμαστε στην μορφή της ποίησης που απαγγέλλεται ή άδεται στους ήχους και τις μορφές  που κάποτε ήταν η καθημερινότητά μας -τότε που δεν φοβόμαστε να νιώθουμε άνθρωποι. 

Εκείνο το παλιό χάλκινο μπρίκι που στις τρεις το απομεσήμερο έμπαινε πάνω στο καμινέτο για τον καφέ του απογεύματος, έκανε έναν συριγμό σαν υπογράμμιση ότι όλες είναι εδώ, άλλη με το πλεχτό της στις βελόνες, άλλη με το βελονάκι και άλλη με το κέντημά. Η λίγη ζάχαρη που ξέφευγε και καιγόταν στην μικρή φλόγα, μύριζε αυτό που θα ήταν η οσμή της γλύκας αν η γλυκύτητα είχε μυρωδιά...αργότερα αναγνωρίσαμε την ευωδιά αυτή στο "μαλλί της γριάς".

Εκείνα τα απογευματινά εργόχειρα ποτέ δεν πήγαν παρακάτω. Ήταν περίπου κάτι σαν αξεσουάρ ή σαν επίδειξη νοικοκυροσύνης. Το θέμα ήταν το κουβεντολόϊ, η ανταλλαγή πληροφοριών, ο ήχος -τελικά- της ίδιας της ζωής όπως αυτή είχε διανύσει από το πρωί αποστάσεις ανάμεσα στις οικίες της γειτονιάς και τώρα χάζευε αυτές τις γυναίκες ανάμεσα σε φλυτζάνια με παραστάσεις Λουδοβίκων, Αντουανέτας ή αγγλικών εξοχών. 

Στα σεμέν σταυροβελονιά και στο βελούδινο τραπεζομάντηλο έμειναν τα αποτυπώματα: Ανεξίτηλα μικρά γέλια ή πλατιά χαμόγελα, χέρια που χτύπησαν το τραπέζι και χοροπήδησαν τα φλυτζανάκια "ακούς να μου μιλήσει εμένα έτσι", κουβεντούλες που απαλά μίλησαν για έρωτες, για προικιά, για γάμους, διακοπτόμενοι λυγμοί αποχαιρετισμών, ξενητειές σε γράμματα από την Γερμανία "το αυτό επιθυμώ..." κι από κοντά συνταγές προφορικές ή σε μικρά χαρτάκια που λίγο μύριζαν βούτυρο φρέσκο "να η κουμπάρα μου το έγραψε εδώ....

Ίχνη παλαιά, ανθρώπων του απογεύματος μαζί με ανάσες που τις ανασαίνεις ακόμη καθώς τις είχες κάποτε παρακολουθήσει να ανεβοκατεβάζουν στήθη που θήλασαν. 

Μαζί και με μικρούς ανέμους που έκαναν τις γυναίκες να σηκώσουν τους γιακάδες καθώς επέστρεφαν στις εστίες τους "να ετοιμάσω και το φαγητό για το βράδυ". Μαζί και με μια χαρμοσύνη που κάθιζε παντού σαν αγγελόσκονη μύθων και έφτιαχνε τον χρόνο ορόσημο ανάμεσα στην εποχή των ανθρώπων και την τωρινή όπου πρέπει νάρθουν οι ψυχούλες για να στήσουμε όνειρο....

Ευτυχώς αυτό δεν θ' αλλάξει γιατί τα ρομπότ δεν μπορούν να φτιάξουν αναμνήσεις και δίχως μνήμες ο κόσμος θα χαθεί. Οπότε ο Θεός αγαπά τα απογεύματα και όλα όσα ανέμισαν τις ελευθερίες που ο Ίδιος δώρισε στο "κατ' εικόνα " Του, καθώς ο κόσμος μόνον ελεύθερος μπορεί να υπάρξει.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου