Πέμπτη 28 Μαρτίου 2024

Ο άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής, η ολότητα  χώρου και χρόνου και η Θεωρία Σχετικότητας


 

Εικ.: Σχηματική παράσταση της καμπύλωσης του χωροχρόνου από την ύλη

ς

Παντελεήμων Καραφίλογλου, Καθηγητής Κβαντικής Χημείας Α.Π.Θ.

 1. Οι ψευδαισθήσεις του αισθητού κόσμου

O άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής είναι από τους σημαντικότερους πατέρες της Χριστιανικής πίστεως. Μέσα στη πολύ πλούσια θεολογία του, αναφέρεται εκτός των άλλων και στον φυσικό χώρο και χρόνο: «Είναι αδύνατο να γίνει αντιληπτή η έννοια του χώρου (‘πού’), χωρίς την έννοια του χρόνου (‘πότε’), και αντιστρόφως, δεν μπορεί να γίνει αντιληπτή η έννοια του χρόνου χωρίς να συγκατανοηθεί με την έννοια του χώρου»1.

 Χρησιμοποιώντας αποκλειστικά και μόνον θεολογικά επιχειρήματα, και βασιζόμενος στον τρόπο με τον οποίον εκείνος ως θεόπτης βλέπει το φυσικό κόσμο, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι ο χώρος και ο  χρόνος αποτελούν στην ουσία μία ολότητα. Αναφέρεται επίσης και στην θεμελιώδη σημασία που έχουν ο χώρος και ο χρόνος για την ύπαρξη των όντων: «και οι δυο περιλαμβάνουν την αναγκαία συνθήκη για να υπάρξουν όλα τα όντα που επιδέχονται περιγραφή. Όλα τα όντα, αλλά και τα ΄γεγονότα’, δηλαδή τα δημιουργήματα, που υπόκεινται σε περιγραφική οριοθέτηση, χρειάζονται τον χώρο και τον χρόνο ως απόλυτους όρους για την ύπαρξη και την περιγραφή τους»1.

Πολλούς αιώνες αργότερα (στον 20ον αιώνα) η ανθρώπινη επιστήμη με την Θεωρία της Σχετικότητας (ΘΣ) του Einstein, χρησιμοποιώντας μεθοδολογία και εργαλεία των φυσικών επιστημών, αποδεικνύει με επιστημονικά επιχειρήματα ότι πράγματι ο χώρος και ο χρόνος αποτελούν μία ολότητα, σε αντίθεση με τις μέχρι τότε δοξασίες, και εισάγει την έννοια του λεγόμενου χωροχρονικού συνεχούς. Μέσα στο χωροχρονικό συνεχές μπορεί να συμβαίνουν πολλά και παράδοξα φαινόμενα, τα οποία δεν συνάδουν με την λογική που βασίζεται σε εμπειρίες από τον αισθητό κόσμο, ήτοι την ανθρώπινη κοινή λογική. Η ΘΣ του Einstein είτε ως Ειδική ΘΣ, είτε ως Γενική ΘΣ, έχει περάσει από την αξιολόγηση χιλιάδων επιστημόνων παγκοσμίως εδώ και περισσότερα από 100 χρόνια, και σήμερα είναι αποδεκτή από όλους. Προφανώς, ο σκοπός του Einstein και των άλλων επιστημόνων δεν ήταν να επιβεβαιώσουν τον Άγιο Μάξιμο (τον οποίον μάλλον αγνοούσαν). Αυτό έχει ιδιαίτερη σημασία, επειδή τα συμπεράσματά του για την δομή του κτιστού κόσμου επιβεβαιώνονται στην εποχή μας και από την ‘απέναντι όχθη’, ήτοι από την ανθρώπινη επιστήμη που είναι εκ θεμελίων αγνωστική, και γενικά από τον επιστημονικό χώρο στον οποίον υπάρχουν αρκετοί αγνωστικιστές και άθεοι.

 2. Χώρος και χρόνος: Μία αδιαχώριστη ολότητα στον τετραδιάστατο φυσικό χώρο

Επειδή τόσο θεολογικά όσο και επιστημονικά ο χρόνος αποτελεί μία ολότητα με τον χώρο, δεν ταυτίζεται με τον χρόνο που χρησιμοποιεί ο άνθρωπος στις διάφορες δραστηριότητές του. Ο κτιστός χρόνος που μετρούν τα ρολόγια μας και τα ημερολόγιά μας είναι ανεξάρτητος από τον τρισδιάστατο ευκλείδειο χώρο (ήτοι, μήκος, πλάτος, ύψος). Η αντίληψη αυτή υπαγορεύεται από τις ανθρώπινες αισθήσεις και τις εμπειρίες μας από την καθημερινή ζωή, αλλά είναι βασικά λανθασμένη και αντίκειται στο χωροχρονικό συνεχές. Επίσης, η διδασκαλία των Θετικών Επιστημών, κυρίως στη Μέση Εκπαίδευση, προϋποθέτει και βασίζεται στο ότι ο χώρος και ο χρόνος είναι διαχωρίσιμα μεγέθη, με αποτέλεσμα να αιωρείται μία εσφαλμένη γενική αντίληψη στο ευρύ κοινό.

Για να αντιληφθούμε το μέγεθος των εσφαλμένων αντιλήψεων που προκύπτουν από τον διαχωρισμό των συστατικών του χωροχρονικού συνεχούς, και για διδακτικούς λόγους, μπορούμε να αναφερθούμε μεταφορικά στα συστατικά του δυναμίτη (τρινιτρογλυκερίνη), που αποτελείται από γλυκερίνη (καλλυντικό) και νιτρικά (που χρησιμοποιούνται στα λιπάσματα), ή του βρώσιμου άλατος που αποτελείται από χλώριο (πολεμικό αέριο) και νάτριο (έντονα καυστικό). Όπως τα επιμέρους συστατικά τους είναι τελείως διαφορετικά από την ολότητα ‘δυναμίτης’ ή  ‘άλας’ αντίστοιχα, έτσι και ο χρόνος και ο χώρος που διαχωρίζουμε αυθαίρετα (υπακούοντας στις αισθήσεις του περασμένου ανθρώπου), είναι διαφορετικά από τα αντίστοιχα μεγέθη μέσα στην ολότητα του χωροχρονικού συνεχούς. Την ύπαρξη αυτής της ολότητας, την οποία αντιλήφθηκε πρώτος ο άγιος Μάξιμος, μόνο ο Θεός μπορεί να γνωρίζει πώς είναι και πώς λειτουργεί επακριβώς.

Ενώ για την λογική του αισθητού κόσμου ο χρόνος είναι απλά και μόνο μία γραμμική παράμετρος που μας χρησιμεύει στη κατηγοριοποίηση και ταξινόμηση διαφόρων γεγονότων, στην ΘΣ συμμετέχει στο γίγνεσθαι. Η ΘΣ δεν αναφέρεται πλέον στον ευκλείδειο χώρο αλλά σε τετραδιάστατο χωρόχρονο. Αλλά η βιολογία και φυσιολογία του πεπερασμένου ανθρώπου επιβάλλουν στις αισθήσεις μας να θεωρούν ότι ο φυσικός χώρος είναι τρισδιάστατος. Αυτό σημαίνει ότι αντιλαμβανόμαστε μόνον μία προβολή του τετραδιάστατου(2) σύμπαντος στον τρισδιάστατο ευκλείδειο χώρο των αισθήσεών μας. Κατά συνέπεια, εμείς ως πεπερασμένα όντα αντιλαμβανόμαστε μόνο μία σκιά(3) της φυσικής τετραδιάστατης πραγματικότητας, την οποία μόνον εκείνος που είναι υπεράνω του κτιστού χρόνου (δηλ. είναι αθάνατος) και του χώρου και της ύλης (ήτοι ο Θεός) μπορεί να γνωρίζει, και πώς λειτουργεί επακριβώς. Αυτό που εμείς μπορούμε να αντιληφθούμε είναι μόνο την ύπαρξη της τέταρτης διάστασης, η οποία, όμως, δεν ταυτίζεται με τον χρόνο των ρολογιών μας. Αυτή η διάσταση συνεπάγεται την ύπαρξη  επιπλέον βαθμών ελευθερίας μέσα στο κτιστό κόσμο (πέραν των τριών διαστάσεων), προσδίδοντας περισσότερες δυνατότητες δημιουργίας(4) στον Δημιουργό. Είναι ένα μέσον για αυξημένη καινοτομία, που του επιτρέπει να δημιουργήσει την μεγαλειώδη πολυποικιλότητα της φύσεως.

 3. Η ύλη  και  η ολότητα χώρου  και  χρόνου

Πώς σχετίζεται η ορατή ύλη με το αόρατο στους οφθαλμούς μας χωροχρονικό συνεχές; Το θέμα αυτό ερευνήθηκε από τον Einstein με τη Γενική Θεωρία της Σχετικότητας (ΓΘΣ) στην οποία εξετάζεται η φύση της βαρύτητας, που είναι μία θεμελιώδης ιδιότητα της ύλης. Συμπεραίνει ότι κάθε μορφή υλο-ενέργειας (υπενθυμίζουμε ότι η ύλη και η ενέργεια είναι ισοδύναμες κατά την Ειδική Θεωρία της Σχετικότητας) καμπυλώνει τον χωροχρόνο. Ο τετραδιάστατος χωροχρόνος δεν είναι ο ίδιος σε όλο το σύμπαν, αλλά μεταβάλλεται (καμπυλώνεται) από την παρουσία της ύλης. Στην ΓΘΣ τα βαρυτικά πεδία του Νεύτωνα (για τα οποία παλαιότερα υπέθεταν ότι διαδίδονται ακαριαία μέσα σε όλο το σύμπαν) δεν ισχύουν, και υποκαθίστανται από τα βαρυτικά κύματα, που διαδίδονται με ταχύτητα η οποία είναι μεν πολύ μεγάλη (η ταχύτητα του φωτός), αλλά όμως, είναι πεπερασμένη. Κάθε τοπική μεταβολή στην πυκνότητα της υλο-ενέργειας σε μία περιοχή του σύμπαντος  διαδίδεται ως κύμα παντού με τα βαρυτικά κύματα. Γενικά, η ύλη υπαγορεύει στον χωροχρόνο πώς να καμπυλώνεται, και ο χωροχρόνος υπαγορεύει στην ύλη πώς να κινείται.

Εκτός από τις επιστημονικές αποδείξεις που παρέχει η ΘΣ για την ορθότητα της ολότητας του χώρου και του χρόνου του Αγίου Μάξιμου, άλλοι τομείς της Φυσικής συνηγορούν επίσης σε αυτό. Η Κβαντική Θεωρία Πεδίου και η Κοσμολογία (που περιλαμβάνει τη Μεγάλη Έκρηξη – Big Bang) μας διδάσκουν ότι ο χώρος, ο χρόνος και η ύλη αναδύθηκαν ταυτόχρονα μέσα από κβαντικό κενό στο οποίο δεν υπήρχε ούτε ένα πρωτόνιο ή νετρόνιο ή οι φυσικές δυνάμεις (το οποίο, εξ άλλου, συνάδει απόλυτα με το γεγονός ότι ο Θεός «…εκ του μη-όντος εις το είναι παραγών τα σύμπαντα» και  «… εκ του μη όντος εις το είναι πλάσας με …»). Κατά συνέπεια, η προέλευση του χώρου και του χρόνου είναι κοινή,  γεγονός που συνάδει με την ολότητά τους. Εδώ πρέπει να υπογραμμίσουμε ότι αυτή η ολιστική αντίληψη ενυπάρχει στον φυσικό κόσμο εδώ και 14 δισεκατομμύρια χρόνια περίπου (από την εποχή της  Μεγάλης Εκρήξεως μέχρι και σήμερα) και διέπει όλο το γιγαντιαίο σε μέγεθος και πολυπλοκότητα σύμπαν.

Όλα τα προαναφερθέντα συνηγορούν στην ύπαρξη ενός (και μόνον ενός) ιθύνοντος νοός του οποίου η ολιστική αντίληψη δεσπόζει του σύμπαντος από το πρώτο δευτερόλεπτο της Δημιουργίας, και για τον οποίον τα πάντα, ήτοι η ύλη (στην οποία περιλαμβάνονται όχι μόνο τα υλικά σωματίδια με μάζα, αλλά και οι μη-ορατές φυσικές δυνάμεις όπως π.χ. η βαρύτητα κ.α.), ο χρόνος και ο χώρος αποτελούν μία μεγαλειώδη ολότητα.

Αν και η ανωτέρω ολιστική αντίληψη διέπει καθετί που υπάρχει στο σύμπαν (συμπεριλαμβανομένων, προφανώς, και των ανθρώπων), είναι όμως δυσπρόσιτη από την λογική του αισθητού κόσμου του περασμένου ανθρώπου. Σε επόμενο τεύχος θα δούμε τα παράδοξα (ή ‘παράλογα’, για την λογική μας) φαινόμενα, τα οποία προέρχονται από την ύπαρξη της χωροχρονικής ολότητας, καθώς επίσης και τις συνέπειες που έχουν για τον τρόπο με τον οποίον εμείς αντιλαμβανόμαστε τον φυσικό κόσμο, ήτοι τις ψευδαισθήσεις που μπορεί να μας οδηγήσει ο αισθητός μας κόσμος!

 4. Τα παράδοξα που προκύπτουν από την ολότητα χώρου και χρόνου

Ενώ ο χώρος και ο χρόνος αποτελούν μία ολότητά από την αρχή της Δημιουργίας, η λογική του αισθητού κόσμου μάς επιβάλλει να τα αντιλαμβανόμαστε ως διακριτά και διαχωριζόμενα μεγέθη. Σύμφωνα με αυτή τη λογική, ο χώρος είναι ευκλείδειος, ήτοι τρισδιάστατος – έχει μήκος, πλάτος, ύψος-  και ο χρόνος είναι ένα μέγεθος που εξελίσσεται γραμμικά, μεταβαλλόμενος με σταθερές ποσότητες (τις οποίες μετρούν τα ρολόγια και τα ημερολόγιά μας). Ο χρόνος, όπως τον αντιλαμβανόμαστε με τις αισθήσεις μας, ρέει σταθερά σε οποιοδήποτε σημείο της υφηλίου σταθούμε. Επίσης, δεν επηρεάζεται ούτε από τη βαρύτητα ούτε την ταχύτητα. Δεν μπορεί ούτε να διασταλεί ούτε να συσταλεί. Αλλά όμως, οι εξισώσεις της Ειδικής Θεωρίας Σχετικότητας δείχνουν ότι μέσα στο τετραδιάστατο χωροχρονικό συνεχές μπορεί η ταχύτητα να επηρεάζει την ροή του χρόνου και το μήκος των υλικών αντικείμενων. Παραδείγματος χάριν, με την αύξηση της ταχύτητας μπορεί να έχουμε διαστολή του χρόνου και συστολή του μήκους.

 5. Διαστολή του χρόνου

Επειδή η διαστολή του χρόνου δεν συνάδει με τη λογική του αισθητού κόσμου, πού βασίζεται στις καθημερινές εμπειρίες μας, ο Einstein για να εξηγήσει τη θεωρία του στο ευρύ κοινό, έδωσε το γνωστό νοητικό παράδειγμα των δύο ‘διδύμων αδελφών’: Έστω ότι με τη γέννηση δύο διδύμων αδελφών, ο ένας επιβιβάζεται σε διαστημόπλοιο που μπορεί να επιταχύνεται σε μεγάλες ταχύτητες, και περιφέρεται στο διάστημα για πολλά χρόνια. Όταν επιστρέψει, θα είναι βιολογικά νεότερος από εκείνον παρέμεινε στη γη, λόγω της διαστολής του χρόνου (ο χρόνος κυλάει πιο αργά για τον ταχύτερο).

Περεταίρω, η Γενική Θεωρίας Σχετικότητας αποδεικνύει ένα άλλο παράδοξο: Η βαρύτητα επηρεάζει τον χρόνο: Αύξηση ή ελάττωση της βαρύτητας μπορεί να προκαλέσει διαστολή ή συστολή του χρόνου, αντίστοιχα!   Ο χρόνος ρέει πιο αργά, δηλαδή διαστέλλεται, για έναν παρατηρητή, όταν η δύναμη της βαρύτητας που δέχεται είναι μεγαλύτερη, π.χ. όταν βρίσκεται στο ισόγειο ενός ουρανοξύστη, σε σχέση με ένα άλλο άτομο που βρίσκεται στην κορυφή. Αν και αυτή η διαφορά είναι πολύ μικρή, και δεν μπορεί να γίνει αισθητή από τις ανθρώπινες αισθήσεις, είναι όμως υπαρκτή. Επίσης, εάν πλησιάζαμε μία μελανή οπή (η οποία παρουσιάζει τεράστιες βαρυτικές δυνάμεις), ο χρόνος θα διαστελλόταν όλο και περισσότερο και θα έτεινε να σταματήσει στα ‘όρια’ της οπής.

Η θεωρία Σχετικότητας, της οποίας η ορθότητα έχει επιβεβαιωθεί πειραματικά, δεν είναι σε αντίθεση με τις γραφές.  Σαφέστατα υπογραμμίζει την σχετικότητα του χρόνου ο απόστολος Πέτρος «…Εν δε τούτο μη λανθανέτω υμάς, αγαπητοί, ότι μία ημέρα παρά Κυρίω ως χίλια έτη, και χίλια έτη ως ημέρα μία…» (Β’ Πέ 3,8). Επίσης, βασιζόμενοι στον λόγο του αποστόλου Παύλου, ότι ο Θεός προεγνώριζε ανθρώπους (βλ. Ρω 8,29(5)), μπορούμε να συμπεράνουμε ότι ο Θεός μάς γνώριζε (ως ‘λόγους των όντων’) πριν ακόμα τη  Μεγάλη Δημιουργία, και κατά συνέπεια το κατ’ ανθρώπους ‘παρελθόν’ και ‘παρόν’ είναι ενιαίο για τον Θεό, δηλαδή είναι άχρονος (αθάνατος). Με τη γλώσσα της επιστήμης, και λαμβάνοντας υπόψιν ότι ο Θεός είναι “πανταχού παρών και τα πάντα πληρών”, ήτοι είναι άπειρος, η διαστολή του χρόνου μπορεί να είναι άπειρη, δηλαδή ο κτιστός χρόνος δεν ρέει για τον Θεόν.

 6. Συστολή του μήκους

Όσον αφορά τη συστολή του μήκους, εάν πλησιάζαμε ένα μακρινό αστερισμό με ταχύτητα αυξανόμενη προς την ταχύτητα του φωτός (λόγω των τεράστιων αστρονομικών αποστάσεων), ο αστερισμός θα μίκραινε για εμάς (ως να απομακρυνόταν). Κατά συνέπεια, η αντίληψή μας για τον αστερισμό θα ήταν εσφαλμένη, και στην πράξη δεν θα μπορούσαμε να φτάσουμε ποτέ σε αυτόν τον αστερισμό (ανεξάρτητα της επιταχύνσεως μας).

 7. Διαστολή του χώρου του σύμπαντος

Έχει επιβεβαιωθεί πειραματικά ότι το σύμπαν διαστέλλεται. Αυτή η διαστολή περιγράφεται με την παγκόσμια κοσμολογική σταθερά (Λ) του Einstein. Στα τέλη του 20ου αιώνα βρέθηκε ότι η διαστολή είναι επιταχυνόμενη. Το σύμπαν είναι πληθωριστικό (όπως εξάλλου ήταν τις πρώτες περιόδους μετά την Μεγάλη Έκρηξη), και αυτό οδήγησε τους επιστήμονες σε ακόμα μεγαλύτερα παράδοξα, τα οποία δεν συνάδουν με τη λογική του αισθητού κόσμου: Υπάρχει στο σύμπαν ένα είδος ενέργειας που είναι τόσο μυστηριώδης που οι ειδικοί το ονόμασαν ‘Σκοτεινή Ενέργεια’. Επιπλέον, το ακόμα πιο παράδοξο είναι ότι αυτή η ενέργεια αποτελεί  την μεγάλη πλειοψηφία (~73%) της συνολικής υλοενέργειας του σύμπαντος, ενώ η γνωστή μας υλοενέργεια (που περιλαμβάνει την Γη και όλα αστρικά σώματα όλων των υπαρχόντων γαλαξιών) είναι μόλις το ~4% (ή ~5%) του σύμπαντος !

Ως είναι αναμενόμενο, τα προαναφερθέντα παράδοξα δεν αναφέρονται μέσα στις γραφές όχι μόνον επειδή ο σκοπός τους είναι θεολογικός, ήτοι να αποκαλύψουν και να γνωρίζουν τον Θεό στους ανθρώπους, αλλά επίσης επειδή (σύμφωνα με τον Μέγα  Βασίλειο) « …(ο Θεός) πολλά αποσιώπησε …για να προκαλέσει και να γυμνάσει το νου μας να ψάξει να τα βρει, αρχίζοντας από λιγοστές αφορμές (λιγοστά στοιχεία)»(6).

        8. H αναθεώρηση επιστημονικών δοξασιών

Με την Θεωρία Σχετικότητας διαπιστώθηκε ότι ο διαχωρισμός του χρόνου και του χώρου, τον οποίον προϋποθέτει η Μηχανική του Νεύτωνα, είναι εσφαλμένος. Εξάλλου, η Μηχανική αυτή αποδείχθηκε ανεπαρκής για τα μόρια και τα άτομα, και αντικαταστάθηκε στον 20ον αιώνα από την Κβαντική Μηχανική, η οποία έχει άλλου είδους παράδοξα και ‘παράλογα’. Επίσης, η γεωμετρία του Ευκλείδη δεν αρκεί, και αντικαταστάθηκε από πολυδιάστατη γεωμετρία (Riemann), είτε από την γεωμετρία Minkowski (ή Poincaré-Minkowski), που είναι μία ψευδο-ευκλείδεια γεωμετρία κατάλληλη για τον τετραδιάστατο φυσικό χώρο της Γης μας. Ο Ευκλείδης και ο Νεύτωνας εκφράστηκαν χρησιμοποιώντας την λογική που βασίζεται σε εμπειρίες από τον αισθητό κόσμο, τις οποίες μπορεί να έχει ο καθένας μας. Γενικά, η αναθεώρηση πολλών επιστημονικών δοξασιών στον 20ον αιώνα δείχνει ότι μέσα στη φύση,  δηλαδή το εργαστήριο του Θεού, ενυπάρχουν πολλά παράδοξα, τα οποία δεν συνάδουν με την λογική μας, και κατά συνέπεια θεωρούνται ‘παράλογα’ από εμάς.

 9. Οι ψευδαισθήσεις των αισθήσεών μας και η Σοφία του Θεού

Όπως είδαμε παραπάνω, ο άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής στην πολύ πλούσια θεολογία του διαπιστώνει, πλην των άλλων, ότι ο χώρος και ο χρόνος αποτελούν μία ολότητά. Αποκαλύπτοντας θεολογικά αυτή την ενότητα – η οποία δεν συνάδει με την λογική μας-, είναι σαν ο άγιος να μας προειδοποιεί ότι εμείς μπορεί να ζούμε με ψευδαισθήσεις, όταν βασιζόμαστε μόνον στη λογική του αισθητού κόσμου. Με την γλώσσα της επιστήμης (όπως είδαμε παραπάνω), οι ψευδαισθήσεις αυτές προέρχονται από το γεγονός ότι αντιλαμβανόμαστε μόνο μία προβολή του τετραδιάστατου (είτε του ενδεκαδιάστατου) φυσικού χώρου στον τρισδιάστατο ευκλείδειο χώρο των αισθήσεών μας, δηλαδή αντιλαμβανόμαστε μόνο μία σκιά της φυσικής πραγματικότητας. Γενικά, μπορούμε να διαπιστώσουμε ότι στον 20ο αιώνα η επιστήμη συνομολογεί με τον Άγιο Μάξιμο ότι ο αισθητός κόσμος δεν είναι ακριβώς όπως τον αντιλαμβάνονται οι αισθήσεις μας, και επιπλέον παρουσιάζει διδακτικά παραδείγματα για το τι πραγματικά συμβαίνει: Ζούμε με τις ψευδαισθήσεις του τρισδιάστατου ευκλείδειου χώρου, και του κτιστού χρόνου, θεωρουμένου σαν μια ανεξάρτητη και γραμμική παράμετρο που χρησιμοποιούμε για την ταξινόμηση των γεγονότων, όπως αυτά επιβάλλονται από την μηχανική του Νεύτωνα.

Για να αντιληφθούμε πόσο εύκολα μπορεί να παραπλανηθεί κάποιος από τη λογική του αισθητού κόσμου, αρκεί να αναλογιστούμε ότι πολλοί και μεγάλοι επιστήμονες, που έδρασαν από την αρχαία εποχή έως τον 20ο αιώνα, (συμπεριλαμβανομένων του Αριστοτέλη, του Νεύτωνα και των συγχρόνων τους) εξαπατήθηκαν από τις ανθρώπινες αισθήσεις, αφού θεωρούσαν τον χώρο και τον χρόνο ως διακριτά και διαχωριζόμενα μεγέθη. Κατά συνέπεια, δεν θα πρέπει να μας εκπλήσσει το γεγονός ότι και εμείς σήμερα μπορεί να ζούμε με ψευδαισθήσεις για τον φυσικό κόσμο! Ακόμα και η κατανόηση του (πραγματικού) χρόνου μέσα στην χωροχρονική ολότητα είναι δυσπρόσιτη στις ανθρώπινες δυνατότητες, επειδή αυτές περιορίζονται από την ανθρώπινη βιολογία και φυσιολογία. Γενικά, η πεπερασμένη ανθρώπινη φύση μας υπαγορεύει να συμπεριφερόμαστε στη καθημερινή μας ζωή ως ο χώρος και ο χρόνος να ήταν διακριτά και ανεξάρτητα μεγέθη, ενώ τούτο στην ουσία είναι ψευδαίσθηση.

Το δράμα, όμως, του σύγχρονου ανθρώπου είναι ότι δεν παραδέχεται εύκολα ότι η λογική του αισθητού κόσμου μπορεί να τον οδηγεί σε ψευδαισθήσεις. Επίσης, είναι αξιοσημείωτο ότι η διδασκαλία των Θετικών επιστημών (κυρίως στη Μέση Εκπαίδευση, αλλά και εν πολλοίς και στην Ανώτατη) βασίζεται στη Μηχανική του Νεύτωνα και την ευκλείδεια γεωμετρία, διότι είναι πλησιέστερες στη λογική του αισθητού κόσμου, πιο ‘πρακτικές’, και άρα πιο προσιτές σε διδασκόμενους και διδάσκοντες. Αν και από καθαρά διδακτικής-παιδαγωγικής απόψεως αυτός είναι ο σωστός τρόπος διδασκαλίας (αρχίζοντας από τα πιο απλά, και άρα, τα πιο ‘λογικά’), όμως συμβάλλει εν πολλοίς στο να διαδοθεί και να εδραιωθεί στο ευρύ κοινό η γενική αντίληψη ότι «πιστεύω μόνον ό,τι είναι λογικό σε εμένα», και έτσι να απορρίπτουμε καθετί που αντιβαίνει την λογική του αισθητού κόσμου. Επίσης συμβάλλει στο να παραμένουμε εγκλωβισμένοι στις ψευδαισθήσεις των αισθήσεών μας, τις οποίες επιβάλλει ο διαχωρισμός του χώρου και του χρόνου.

Παρόλο που στη θεολογία του Αγίου Μάξιμου η χωροχρονική ολότητα αναδύεται αυθόρμητα, αυτό δεν συμβαίνει με την ανθρώπινη λογική, η οποία χρειάζεται προχωρημένες φυσικές θεωρήσεις (π.χ. την Θεωρία Σχετικότητας). Εξ άλλου, η ανθρώπινη επιστήμη ασχολείται με το ‘πώς’ λειτουργεί ο φυσικός κόσμος, και ερευνά τη φυσική νομοτέλεια που υπάρχει, αλλά όμως, δεν μπορεί να απαντήσει στο ‘γιατί’. Για το συγκεκριμένο θέμα, ήτοι, γιατί υπάρχει αυτός ο παράδοξος (και ‘παράλογος’) τετραδιάστατος φυσικός χωροχρόνος, μπορεί να το αντιληφθεί κάποιος μελετώντας την πλούσια θεολογία του Αγίου Μάξιμου για την θέση των όντων στη Θεία οικονομία.

Είναι γνωστό σε όλους μας  ότι υπάρχουν πάμπολλοι ήχοι, χρώματα κλπ που δεν αντιλαμβανόμαστε, καθώς επίσης ότι υπάρχει το πολύ μικρό (σε επίπεδο μορίων και πυρήνων ατόμων) και το πολύ μεγάλο (μέσα στο αχανές σύμπαν), για τα οποία η ανθρώπινη φυσιολογία δεν μας επιτρέπει να έχουμε άμεση αντίληψη. Εκτός όμως από αυτά τα δυσπρόσιτα φαινόμενα και γεγονότα, η Θεωρία Σχετικότητας μάς πηγαίνει ένα βήμα παραπέρα, και μάς υποδεικνύει ότι ακόμα και εκείνα τα μεσο-σκοπικά φαινόμενα και γεγονότα της καθημερινότητας, που νομίζουμε ότι τα αντιλαμβανόμαστε σωστά, δεν είναι παρά μόνον η σκιά (προβολή) της τετραδιάστατης (είτε της ενδεκαδιάστατης) φυσικής πραγματικότητας στον χώρο (τρισδιάστατο) των αισθήσεών μας. Αυτή την πραγματικότητα μπορεί να την γνωρίζει μόνον όποιος μπορεί να έχει μία εποπτική αντίληψη του χωροχρονικού συνεχούς, ήτοι να είναι υπεράνω του χρόνου (αθάνατος), του χώρου και της ύλης (άυλος). Ακριβέστερα, μόνον Εκείνος που είναι «ανέκφραστος, απερινόητος, αόρατος, ακατάληπτος, αεί ων ωσαύτως ων», και δημιούργησε το χώρο, τον χρόνο και την ύλη μέσα από κβαντικό κενό («εξ ουκ όντων εις το είναι τα πάντα παραγαγών»), δηλαδή ο Δημιουργός Θεός, μπορεί να έχει την ολιστική και πραγματική αντίληψη  για ό,τι υπάρχει και συμβαίνει γύρω μας. Διάφορα φαινόμενα και γεγονότα που λαμβάνουν χώρα, μπορεί είτε να μην τα αντιλαμβανόμαστε τελείως, είτε εάν κάτι πέφτει στην αντίληψή μας, να τα υποτιμούμε και να τα θεωρούμε δήθεν ‘τυχαία’. Γενικά, η λογική η οποία βασίζεται αποκλειστικά στις εμπειρίες μας από τον αισθητό κόσμο είναι ελλιπής, και μπορεί να μας οδηγήσει σε εσφαλμένες αντιλήψεις, είτε μερικές φορές ακόμα και σε αλαζονεία ότι ‘γνωρίζουμε τα πάντα’.

 Σημειώσεις


1. PG 91,1180Β4 – C, μετάφρ. Π. Μάξιμος Λαυριώτης, Ηλίας Πετρόπουλος, Εκδόσεις Αρμός  2018 (σελ.72, 73).

2. Η πλέον σύγχρονη Θεωρία των ‘χορδών’ και ‘υπερχορδών’ δείχνει ότι υπάρχουν ακόμη 6 ή 7 επιπλέον διαστάσεις. Επειδή, όμως, δεν έχει γίνει ακόμα η πειραματική επιβεβαίωσή τους, δεν θα αναφερθούμε σε αυτές.

3. Για να κατανοήσουμε το πόσο εσφαλμένη πληροφόρηση έχουμε αφαιρώντας αυθαίρετα μία διάσταση, αρκεί να συγκρίνουμε τους τρι- και δυ-διαστάτους χώρους, με τους οποίους όλοι είμαστε εξοικειωμένοι: Η προβολή ενός τρισδιάστατου αντικειμένου σε δισδιάστατο χώρο (δηλαδή σε μία επίπεδη επιφάνεια) είναι η σκιά του.

4. Για να κατανοήσουμε αυτό, μπορούμε να συγκρίνουμε τον γνωστό μας δισδιάστατο (επίπεδο) και τρισδιάστατο χώρο: Όπως εμείς στον τρισδιάστατο χώρο έχουμε περισσότερες δυνατότητες δημιουργίας από ό,τι στον δισδιάστατο, έτσι και ο Θεός δημιουργώντας  μέσα σε πολυδιάστατους χώρους (4 ή 11(2) διαστάσεων), έχει πολύ πιο αυξημένες δυνατότητες δημιουργίας και καινοτομίας.

5.  Ρω 8,29 «…ους προέγνω, και προώρισε συμμόρφους τής εικόνος τού υιού αυτού…»

6. Μ. Βασιλείου,  Εις την Εξαήμερον  PG 29, 33 Β  «…πολλά απεσιώπησεν… τον ημέτερον νουν γυμνάζουσα προς εντρέχειαν, εξ ολίγων αφορμών παρεχομένη επιλογίζεσθαι τα λειπόμενα».

Πηγή :  περιοδικό «Απολύτρωση», τεύχ. Αρ. Φύλ. 924.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου