Ἀπολυτίκιον τοῦ Ὁσίου Γεωργίου Καρσλίδου, τοῦ ὁμολογητοῦ
Ήχος δ’. Ταχύ προκατάλαβε.
Ἐκ Πόντου ἀνέτειλας ὥσπερ ἀστὴρ φαεινός, τήν Δράµαν ἐφώτισας ταῖς διδαχαῖς σου σοφέ, τῇ ἰσαγγέλῳ πολιτείᾳ σου. Ὅθεν τοῖς προσιοῦσι τῇ ἁγίᾳ Μονῇ σου, νέµεις αὐτοῖς εἰρήνην καὶ παντοίας ἰάσεις, ὡς ἔχων παρρησίαν πρὸς Χριστόν, Γεώργιε, πατὴρ ἡµῶν Ὅσιε.
Ἕτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος α´. Τῆς ἐρήμου πολίτης.
Θείας χάριτος ῥεῖθρον θεοφόρον Γεώργιον, καὶ κρουνὸν θαυμάτων παντοίων εὐφημήσωμεν κράζοντες· δομῆτορ Ἀναλήψεως Μονῆς, καὶ Δράμας ἀντιλήπτορ καὶ φρουρέ, μὴ ἐλλίπῃς ἱκετεύων, τὸν μεγαλύναντά σε πάτερ Ὅσιε· Δόξα τῷ σὲ δοξάσαντι Χριστῷ, δόξα τῷ σὲ ἁγιάσαντι, δόξα τῷ νεαυγῶν σε ἀσκητῶν πυξίον δείξαντι.
Έλεγε ο Όσιος Γεώργιος :
«Ο Θεός φροντίζει για όλους. Η απελπισία είναι σχεδόν απιστία».
«Δεν
αντέχω να βλέπω το κακό. Όλοι είμαστε αμαρτωλοί. Και μόνο που στη γη
πατάμε και σάρκα φοράμε κάθε βήμα μας είναι και αμαρτία».
«Μέσα στην αμαρτία κυλιέται ο κόσμος και δεν το καταλαβαίνει. Αυτά με κουράζουν, δεν αντέχω».
Προφητικά έλεγε: «Θα ‘ρθει καιρός που ο κόσμος θα περάσει δύσκολα χρόνια. Στην αρχή θα φαίνονται καλά, αλλά ύστερα θα υποφέρουν. Ο Θεός κανέναν όμως δεν αφήνει. Μπορεί να πέφτει στην δοκιμασία, αλλά έτσι θέλει ο Θεός, να δοκιμαστούμε και να δούμε ποιος θα αντέξει στην δοκιμασία. Και όποιος αντέξει, κέρδισε. Μετά όλα περνάνε και ο Θεός, ο μεγάλος, θα φέρει τον άνθρωπο πάλι στον δρόμο του…»
Άλλοτε βγαίνοντας από την εκκλησία της μονής και βλέποντας συναγμένο κόσμο, τους είπε: «Εσείς καλά θα πεθάνετε, αλλά αυτά τα μικρά παιδιά τι έχουν να δουν! Οι Τούρκοι θα φθάσουν ως εδώ, αλλά ύστερα θα γυρίσουν πίσω και τότε μέσα στην Κωνσταντινούπολη εφτά μηνών μοσχάρι θα κολυμπάει μέσα στο αίμα…».
«Την Ελλάδα η Ρωσία θα την υποστηρίξει. Η κόκκινη φυλή θα βοηθήσει την Ελλάδα. Θα γίνει πόλεμος στην Κωνσταντινούπολη και η κόκκινη φυλή θα φωνάξει τον βασιλιά, για να ‘ρθει και να καθίσει στην Πόλη…»
Παιδιά μου, ο κόσμος έχει φύγει από την αθωότητα κι από την καλωσύνη! Κάθε μέρα και προς το κακό φροντίζει να βαδίζη. Όσο περνούν τα χρόνια βαδίζουμε στην καταστροφή και ο Θεός αυτά δεν τα θέλει.
Πόση διαφορά υπάρχει σήμερα, από πριν πενήντα χρόνια! Όταν πήγα στο
μοναστήρι ήμουν 7 χρονών. Τότε υπήρχε μεγάλη πίστη και καρδιακή
καθαρότητα.
Σε ένα κελί της μονής ήταν φυλαγμένα όλα τα χρήματα με θύρα ανοιχτή.
Αντί για θύρα υπήρχε μια κουρτίνα. Ο ηγούμενος με έστελνε να φέρω όσα
χρήματα χρειάζονταν, ως μικρότερος. Όλοι οι μοναχοί γνώριζαν πού ήσαν
τοποθετημένα τα χρήματα. Όλοι ήσαν αφοσιωμένοι στον Θεό, και δεν τους
εντυπωσίαζαν καθόλου τα χρήματα.
Θα έλθει καιρός, που οι άνθρωποι θα κυκλοφορούν γυμνοί. Θα έχουμε μεγάλους σεισμούς και καταστροφές. «θα έρθει καιρός που θα στείλει ο Κύριος αρρώστιες αθεράπευτες, ο κόσμος θα ψάχνει φάρμακα να θεραπευτεί, και δεν θα βρίσκει».
‘Θα γίνει πόλεμος. Να κάνετε καταφύγια, γιατί ο πόλεμος θα είναι με πυρηνικά. Τότε θα περπατάτε τριάντα χιλιόμετρα για να δείτε άνθρωπο. Και όταν τον συναντήσετε θα λέτε: Δόξα τω Θεώ, βρήκα επιτέλους ένα άνθρωπο”.
Ένα πρωινό μετά τη Θεία Λειτουργία, ρώτησα τον Γέροντα γιατί έτρεχαν δάκρυα από τα μάτια της Παναγίας. Με κοίταξε και κούνησε το κεφάλι του: «Γιαβρούμ, πως να μη κλαίει η Παναγία μας μ’ αυτά που γίνονται και μ’ αυτά που θα γίνουν…»
Πριν
τον πόλεμο του 1940 όταν οι χωρικοί είχαν χορούς και τραγούδια στα
σπίτια τους, ο Άγιος Γεώργιος Καρσλίδης έσκυβε το κεφάλι του και με λύπη
έλεγε στο νεωκόρο του: ”Άχ γιαβρούμ (παιδί μου) δεν ξέρετε πίσω τί μας έρχεται..”. Εννοούσε τον πόλεμο, που ερχόταν. Ο μπαρμπα-Θόδωρος, που έμενε μαζί του, διηγείται ότι λίγο καιρό πριν το ξέσπασμα του πολέμου τον άκουγε να κλαίει με λυγμούς κάθε βράδυ στο κελλί του.
Σηκώθηκε μια νύχτα στενοχωρημένος να δει τι του συνέβαινε και να τον
παρηγορήσει· τον βρήκε καθισμένο στο κρεβάτι του να κλαίει.
Τον ρώτησε τότε:
– Γέροντα, γιατί παίρνετε τόσο σοβαρά τα βάσανα που σας εξιστορεί ο κόσμος και κάθεστε κάθε νύκτα και κλαίτε;
Εκείνος τότε τον κοίταξε περίλυπος και του είπε:
– Εσύ δεν ξέρεις. Δεν ξέρεις τι έρχεται, παιδί μου…
Ο Όσιος έβλεπε νοερώς τη φρίκη του πολέμου και τις επερχόμενες καταστροφές.
Επί μία ολόκληρη εβδομάδα έκλαιγε γοερά και συνεχώς, με αποκορύφωμα την
παραμονή του ελληνοϊταλικού πολέμου. Το ότι προείδε τον πόλεμο το
ανέφεραν, μετά την κήρυξη του πολέμου, κι άλλοι πολλοί.
Μετά τη γενική επιστράτευση ο Γέροντας συγκέντρωσε τα γυναικόπαιδα κι έκανε λιτανεία γύρω από το χωριό. Περιφερόταν με ένα κονσερβοκούτι γεμάτο κάρβουνα και με αυτό θύμιαζε τα σύνορα του χωριού επικαλούμενος τη θεία προστασία.
Όταν επέστρεψαν πίσω στο μοναστήρι, τους ανακοίνωσε ότι η Παναγία με τον Άγιο Γεώργιο έφυγαν για να βοηθήσουν στο μέτωπο.
«Αν θέλουμε να είμαστε πραγματικά Χριστιανοί, πρέπει να ακολουθήσουμε τα χνάρια του Χριστού μας. Πρέπει πάντα να συγχωρούμε και όχι να βλαστημούμε αυτούς, που μας έφταιξαν».
Να συναναστρέφεστε με φτωχούς και με ανθρώπους, που οι άλλοι τους ταπεινώνουν.
Να μήν σκέπτεστε μόνο τί θα φάτε, τί θα φορέσετε, τί μεγάλο σπίτι θα κτίσετε. Περισσότερο να προτιμάτε τα σπίτια των θλιμμένων και όχι των χαρούμενων. Εάν κάνετε έργα καλά, θα έχετε μεγάλο μισθό από τον Θεό. Θ’ αξιωθείτε να δείτε θαύματα και στην Άλλη Ζωή, θα έχετε απέραντη αγαλλίαση.
Σε μιά νέα γυναίκα είπε:
– Εσύ για την αγάπη που έδειξες στην κατάκοιτη μητέρα σου, έκανες πολύ καλά. Ο Θεός σου τα συγχώρεσε όλα.
Κάποτε ρώτησαν τον άγιο Γεώργιο τον Καρσλίδη γιατί ανάβει πολλά κεριά και απάντησε: Γι’ αυτούς πού δεν τους θυμάται κανείς…
Πρέπει κανονικά ως τις τρεις τη νύχτα να προσευχόμεθα, γιατί ως τις τρεις οι ουρανοί είναι ανοικτοί και η προσευχή μας εισακούεται.
iconandlight
ΘΑΥΜΑΣΤΟ ΓΕΓΟΝΟΣ με τον Αρχάγγελο Γαβριήλ, στο Άγιο Όρος:
ΑπάντησηΔιαγραφήhttp://apantaortodoxias.blogspot.com/2022/11/blog-post_146.html