Πέμπτη 27 Ιανουαρίου 2022

Πώς έγινε η ανακομιδή των λειψάνων του Αγίου Ιωάννου Χρυσοστόμου.

Δεν υπάρχει διαθέσιμη περιγραφή για τη φωτογραφία.
Bασιλεύοντος του Θεοδοσίου του Μικρού ήδη έτη τριάκοντα, ο Άγιος Πρόκλος, μαθητής καί Διάκονος χρηματίσας του θείου Χρυσοστόμου, κοινή ψήφο έγινε Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως. Κατά δέ τον τέταρτο χρόνο της πατριαρχίας του Πρόκλου (435), έπεισε τον βασιλέα και έπεμψε γιά να φέρουν στην Κωνσταντινούπολη το λείψανο του θείου πατρός. Φθάνοντας οι απεσταλμένοιστα Κόμανα, ρώτησαν τούς εγχώριους να δείξουν σ’ αυτούς τον τάφο, για πάρουν το λείψανο. Οι δέ πικράθηκαν υπέρμετρα, διότι θα στερούνταν τέτοιου θησαυρού ατίμητου, όμως δεν τόλμησαν να εναντιωθούν στο βασιλικό πρόσταγμα, αλλ’ έφεραν αυτούς στον τάφο του μάκαρος καί καθώς σήκωσαν τον λίθο να εκβάλουν έξω το λείψανο, έμεινε ακίνητο, ω του θαύματος! καί δεν μπορούσαν τόσοι άνδρες να το σαλεύσουν ολοτελώς. Γι’ αυτό επέστρεψαν οι αποσταλέντες στα βασίλεια άπρακτοι, κηρύττοντες σ’ όλη την πόλη το θαυμάσιο τούτο, ότι δηλαδή ο Άγιος δέν έδωκε τον εαυτό του, αλλ’ έμεινε ακίνητος (τούτο δέ το έκαμε, διότι μέ αυθεντία καί υπερηφάνεια ήθελε νά πάρει το λείψανό του ο βασιλεύς, τον οποίο θέλησε νά διδάξει ο Άγιος ταπεινοφροσύνη καί μετριότητα). Τούτου χάριν παρεκάλεσε τον Άγιο ο βασιλεύς αποστέλλοντας σ’ αυτόν επιστολή που περιείχε αυτά:
«Στον Οικουμενικό Πατριάρχη, Διδάσκαλο και πνευματικό Πατέρα Ιωάννη τον Χρυσόστομο, την προσκύνηση προσφέρω, εγώ ο βασιλεύς Θεοδόσιος. Ημείς, Πάτερ τίμιε, νομίζοντας ότι το σώμα σου τυγχάνει νεκρό, ως καί τα λοιπά σώματα των αποθανόντων, θελήσαμε να μεταφέρομε αυτό απλώς σε εμάς, διά τούτο καί του ποθούμενου δικαίως στερηθήκαμε, αλλά συ, Πάτερ τιμιώτατε, συγχώρησε εμάς μετανοούντας, διότι σύ εδίδαξες εις πάντας την μετάνοια καί δος τον εαυτόν σου, ως Πατήρ φιλόπαις, εις ημάς τούς φιλοπάτορας υιούς σου και τούς σε ποθούντας εύφρανε διά της παρουσίας σου».
Λαβόντες λοιπόν οι απεσταλμένοι την επιστολή αυτή καί φθάνοντας στον τόπο, τέλεσαν καθώς ο βασιλεύς τους πρόσταξε και βλέπουν πάλι άλλο θαυμάσιο, δηλαδή φως άρρητο με πολλή λαμπηδόνα από του τάφου αναπήδησαν, ευωδία ανείκαστη εξήλθε του τάφου καί δεν φαινόταν ως νεκρός ο Άγιος, αλλά φαιδρός στην όψη γεμάτος αμβροσίας και νέκταρος. Όταν λοιπόν επέμφθη η επιστολή αυτή καί ετέθη επί του στήθους του Αγίου, έδωκε τον εαυτό του ο θείος Πατήρ, διότι η θήκη που περιείχε το άγιο λείψανο ευκόλως καί χωρίς κόπο φερόταν ανεμποδίστως. Τότε έγιναν καί πολλά θαυμάσια σε όσους μετά πίστεως τον ασπάσθηκαν. Εξόχως δέ ήταν ένας χωλός στο μέσον του πλήθους καί μέ πολύ κόπο έκαμε τρόπο καί άγγιξε στους πόδας του το του Αγίου ιμάτιο καί ευθύς ιάθη.
Θέτοντες λοιπόν το ιερό λείψανο σε χρυσοκόλλητη λάρνακα καί βαστάζοντας αυτήν, εκίνησαν την οδοιπορία πρόθυμοι μέ ψαλμωδία πολλή, μέ λαμπάδες καί θυμιάματα καί σε όσες πόλεις καί χώρες υποδέχονταν τον Άγιο, αγιαζόντουσαν. Όταν δέ πλησίασαν στην Χαλκηδόνα καί το άκουσαν στην βασιλεύουσα, έδραμαν όλοι νέοι καί γέροντες μέ πόθο πολύ νά το προϋπαντήσουν, ως έπρεπε, καί γέμισε πλοία όλη η θάλασσα, η οποία φαινόταν σαν γη στερεά.
Όταν έφθασε το άγιο λείψανο αντίπερα της Κωνσταντινουπόλεως, εξήλθε ο Πατριάρχης μετά του βασιλέως καί όλη η Σύγκλητος γιά να προϋπαντήσουν τον Άγιο. Την θήκη δέ την έχουσα το άγιο λείψανο έβαλαν σε πλοίο βασιλικό. Γενομένης δέ τρικυμίας, τα μέν άλλα πλοία διεσκορπίσθησαν σε ένα καί άλλο μέρος, το δέ πλοίο το περιέχον το άγιο λείψανο εξήλθε στον αγρό της Καλλιτρόπης χήρας, την οποία η Ευδοξία αδίκησε, όπως προείπαμε, καί τότε πάλιν έγινε στην θάλασσα γαλήνη.
Όταν δέ έφθασαν στον ορισμένο τόπο εκείνοι, που βάσταζαν το τίμιο λείψανο, είδαν ότι έκλινε πάλι θαυμασίως προς το εν μέρος αφ’ εαυτού του, εκείνο το ηυτρεπισμένο καί ετοιμασμένο γιά τον Άγιο κουβούκλιο καί προσκαλούσε μέ σχήμα το λείψανο.
Μέγας ει, Κύριε, καί θαυμαστά τά έργα σου!
Όταν έβαλαν στο πλοίο εκείνο το τίμιο λείψανο, ο μέν βασιλεύς είχε πόθο να υπάγει στα βασίλεια, αλλ’ ως φαίνεται δεν ήθελε ο Άγιος Χρυσόστομος, γι’ αυτό κατέβηκε το ρεύμα της θαλάσσης του Ελλησπόντου δυνατό. Πρώτα λοιπόν εφέρθη το άγιο λείψανο στον Ναό του Αποστόλου Θωμά, τον ονομαζόμενο του Αμαντίου, όπου ο βασιλεύς ήταν παρών καί σκέπαζε με την βασιλική του χλαμύδα την θεία σορό του λειψάνου και μαζί παρεκάλει τον Άγιο να παύσει τον κλονισμό του τάφου της μητρός του, ο οποίος έτρεμε ήδη τριάντα τρία έτη’ καί δή επέτυχε της αιτήσεως διότι στάθηκε, παραδόξως, ο κινούμενος τάφος εκείνης.
Μετά από αυτά εκομίσθη το άγιο λείψανο στο Ναό της Αγίας Είρήνης. Εκεί, έβαλαν το άγιο λείψανο επάνω στο ιερό Σύνθρονο και εβόησαν άπαντες: «Απόλαβε τον θρόνο σου, Άγιε». Ύστερα απέθεσαν την θήκη του λειψάνου επί της βασιλικής αμάξης και έφεραν αυτό στον Ναό των Αγίων Αποστόλων. Εκεί έβαλαν το άγιο λείψανο επάνω στην ιερά καθέδρα και, ω του θαύματος! επεφώνησε στο λαό το «Ειρήνη πάσι και τη Ευδοξία συγχώρησις». Και ύστερα ετέθη υποκάτω στην γη όπου και τώρα ευρίσκεται. Οταν δε η ιερά λειτουργία ετελείτο, θαύματα μεγάλα γινόντουσαν, δοξάζοντας ο Θεός με αυτόν τον τρόπο τους δοξάζοντες Αυτόν.
ΕΓΚΩΜΙΑΣΤΙΚΟΣ ΛΟΓΟΣ ΚΟΣΜΑ ΒΕΣΤΙΑΤΟΡΟΣ

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου