Εὐδοξία Αὐγουστίνου, Φιλόλογος-Θεολόγος
«Ἦταν καί ἕνα συνήθιο εἰς Ἀθήνα, οἱ ἄρχοντες προεστοί, εἰς τήν παραμονήν τῶν Χριστουγέννων, ...ἐδιόριζαν δυό νυκοκυραίους καί ἕναν κληρικό καί τούς ἔδιναν τήν ἄδεια νά περιέλθουν τά ἐσινάφια (=συντεχνίες) καί ὅλη τήν πόλη, νά συνάξουν ὅ,τι προαιρεῖται ὁ καθένας. Ὁμοίως καί ἀπό τούς ἐπιτρόπους τῶν ἐκκλησιῶν, νά δίνουν κάτι ἀπό τά συναγμένα τῆς ἐκκλησίας. Καί μ᾽ αὐτά τά συναγμένα ἀγόραζαν παπούτσια, μανδήλια διά τές γυναῖκες, φέσια καί λοιπά, καί εἰς ὀλίγα χρήματα. Καί τά ἐμοίραζαν εἰς αὐτούς τούς κατοικοῦντας δυστυχεῖς εἰς τές ἐνορίες καί εἰς μερικούς εὐγενεῖς ξεπεσμένους…», μαρτυρεῖ ὁ Πα- ναγῆς Σκουζές στό «Χρονικό τῆς σκλαβωμένης Ἀθήνας».
Βεβαίως, γιά τόν τρόπο ἑορτασμοῦ τῶν Χριστουγέννων κατά τήν Τουρκοκρατία δέν ὑπάρχουν πολλές μαρτυρίες. Προφανῶς ἐπρόκειτο γιά μία «χειμωνιάτικη σπιτική γιορτή, πού γιορταζόταν “κεκλεισμένων τῶν θυρῶν” καί δέν ἔτυχε νά περιγραφεῖ ἀπό κανένα».
Ἰδιαίτερη ὅμως ἐντύπωση προκαλεῖ στούς ξένους περιηγητές ἡ σχολαστική καί ἐξοντωτική τήρηση τῶν αὐστηρῶν θρησκευτικῶν νηστειῶν -ἀνάμεσά τους καί αὐτῆς τῶν Χριστουγέννων- πού καλύπτουν τίς μισές μέρες τοῦ χρόνου. Ὅλες οἱ κατηγορίες τοῦ ὀρθόδοξου ποιμνίου, κληρικοί καί λαϊκοί, στρατιῶτες καί ναυτικοί, τηροῦσαν μέ χαρακτηριστικό ζῆλο τό καθῆκον τῆς νηστείας, παρόλες τίς δυσκολίες.
Ὁ περιηγητής Wilson, ὅταν φιλοξενήθηκε σέ μία σπετσιώτικη οἰκογένεια, παρατήρησε ὅτι στήν περίοδο τῆς νηστείας «ἡ οἰκογένει- α τοῦ Σάντου λιμοκτονοῦσε τρώγοντας λάχανα, ἐλιές καί κουκιά ψημένα». Ἐντύπωση προκάλεσε καί στόν περιηγητή Millingen ἡ τήρηση τῶν νηστειῶν: «Ἕνα κομμάτι καλαμποκόψωμο ψημένο στή χόβολη, πέντ᾽ ἕξι ἐλιές, μερικά κρεμμύδια ἤ βραστά λάχανα εἶναι ἀρκετά. Ὅλοι οἱ στρατιῶτες νήστευαν μέ προσή- λωση. Οἱ κλέφτες εἶχαν τόση πίστη στήν ἐξαγνιστική δύναμη τῆς νηστείας πού δέν τήν παραβίαζαν ποτέ!». Ὁ γάλλος πρόξενος ἐπί Τουρκοκρατίας στήν Ἑλλάδα Πουκεβίλ βρέθηκε σ᾽ ἕνα χωριό τῆς Πελοποννήσου καί φιλοξενήθηκε σέ κάποιο σπίτι, ὅπου κατοικοῦσαν μία γυναίκα μέ τό παιδί της καί ὁ παππούς. Ὁ ἄντρας τοῦ σπιτιοῦ εἶχε σκοτωθεῖ. Ἡ γυναίκα, παρά τή φτώχια της, ἔσφαξε μία κότα καί μαγείρεψε κοτόσουπα γιά τόν φιλοξενούμενο. Στό τραπέζι ὁ Πουκεβίλ πρόσεξε ὅτι μόνο αὐτός ἔτρωγε καί ρώτησε τή γυναίκα: «Γιατί δέν τρῶτε κι ἐσεῖς κοτόσουπα; Τουλάχιστον τό παιδί, πού εἶναι κι ἄρρωστο, κι ὁ παππούς, πού ἔχουν ἀνάγκη νά δυναμώσουν». Καί ἡ γυναίκα τοῦ ἀπάντησε: «Σήμερα εἶναι Παρασκευή. Ἄν φᾶμε κοτόσουπα, πάει, τουρκέψαμε!».
Ἐπιπλέον, τά
Χριστούγεννα, ὅπως καί τίς ἄλλες εὔσημες ἡμέρες τοῦ χρόνου, οἱ ὑπόδουλοι Ἕλληνες
ἔσπευδαν ὁπωσδήποτε στίς ἐκκλησίες. Ὁ ἐκκλησιασμός θεωροῦνταν ἐπιβεβλημένο καθῆκον.
Γιά τόν Ἀνδροῦτσο π.χ. μαρτυ- ρεῖται ὅτι τό 1822, ἐκμεταλλευόμενος τήν παύση τῶν
στρατιωτικῶν ἐπιχειρήσεων στήν Εὔβοια, γιόρτασε μαζί μέ τούς στρατιῶτες του
τά Χριστούγεννα σέ μοναστήρι τῆς περιοχῆς.
Ὡστόσο, δέν ἔλειψαν χριστουγεννιάτικα οἱ ὠμότητες ἀπό τήν πλευρά τῶν Τούρκων
πρός τούς ὑπόδουλους προγόνους μας. Ὑπενθυμίζουμε σύντομα διάφορα περιστατικά
ἀνθολογημένα ἀπό τό ματωμένο χριστουγεννιάτικο χρονολόγιο τῆς Τουρκοκρατίας.
«Ὁ χορός τοῦ Ζαλόγγου», τίς παραμονές τῶν Χριστουγέννων τοῦ 1803, ἀποτελεῖ γεγονός πού συγκλόνισε τήν Ἑλλάδα, ἀλλά καί τήν Εὐρώπη τῆς ἐποχῆς. Τό γεγονός ἀναφέρει ὁ λόγιος ἠπειρώτης Ἰωάννης Λαμπρίδης: «Ἐκ δέ τῶν ἄλλων 56 μέν γυναῖκες καί 13 ἄνδρες, ὧν τά ὀνόματα ἡ παράδοσις δυστυχῶς δέν διέσωσεν, ἐν χοροῖς ὄντως καί ᾄσμασι τῇ 11π.μ. κατεκρημνίσθησαν. Πολλαί δ᾽ ἐκ τῶν ἀθανάτων τούτων γυναικῶν μητέρες οὖσαι, πρίν ἤ τό ὀλέθριον τοῦτο πήδημα πηδήσωσιν, ἐξε- σφενδόνισαν πρῶτον τά τέκνα των. Οἱ δέ λοιποί ξιφήρεις ὑπό τόν Κίτσιον Βότσιαρην περί λύχνων ἁφάς διέσχισαν τάς τάξεις τοῦ ἐχθροῦ καί διήλασαν αὐτάς».
Ἐπίσης, στό χωριό Θέρισος δήμου Χανίων Κρήτης, ἀνήμερα τῶν Χριστουγέννων τοῦ ἔτους 1821, μαρτύρησε ἡ Χρυσή Τσεπέτη ἤ Τσεπετάκη, ἡλικίας περίπου 18-20 ἐτῶν. Ἐκεῖνα τά Χριστούγεννα τοῦ 1821, ὁ αἱμοχαρής καί ἀδίστακτος τοῦρκος κατακτητής Ναήρ πασάς ἔμπαινε θριαμβευτής μέ τόν στρα- τό του στό χωριό αὐτό, ἐνῶ ἡ Χρυσή βρισκόταν στό σπίτι της. Σταμάτησε ἐκεῖ μπροστά καί, ἐπειδή ἡ νεαρή χριστιανή δέν ὑπάκουσε στό πρόσταγμά του, πού τήν καλοῦσε νά κατέβει, ἔδωσε διαταγή στούς ἄνδρες του νά παραβιάσουν τήν πόρτα, νά τή βροῦν, νά τήν ἁρπάξουν καί νά τή φέρουν διά τῆς βίας μπροστά του. Ὁ πασάς, ἀρχικά μέ κολακεῖες, γλυκόλογα καί ταξίματα πολλά καί κατόπιν μέ ἀπειλές, προσπάθησε νά τήν κάνει νά τουρκέψει γιά νά τήν παντρευτεῖ. Ἡ μάρτυρας ἀντιστάθηκε σθεναρά καί τόν ἀπογοήτευσε. Τότε ἐκεῖνος ἔδωσε διαταγή νά τή θανατώσουν, ἀλέθοντάς την μέ τή μυλόπετρα στό παρακείμενο ἐλαιοτριβεῖο τοῦ χωριοῦ. Ἡ νέα δέν δείλιασε οὔτε ὀπισθοχώρησε· παρέμεινε πιστή ἕως τέλους. Οἱ Τοῦρκοι τήν πολτο- ποίησαν μέσα στό λιοτρίβι μέ τή μυλόπετρα, στέλνοντας τή μάρτυρα στή φάτνη τοῦ τεχθέντος Παιδίου νέου, τοῦ πρό αἰώνων Θεοῦ, νά ἀγάλλεται μέ τόν ἐνανθρωπήσαντα Νυμφίο τῆς ψυχῆς της.
Στίς Σέρρες τά ἴδια Χριστούγεννα Τοῦρκοι σκότωσαν «τόν Παπακρῆτον εἰς τά Ἀμπέλια. Καί ἦχεν ἐνορία τόν Ἅγιον Νικόλαον τούς Μποσταντζῆδες καί τά χωρία τό Μερτάκη καί τό Μετόχη».
Ἀλλά κι ὁ ἐθνικός μας ποιητής Διονύσιος Σολωμός ἀπαθανατίζει τήν πρώτη πολιορκία τοῦ Μεσολογγίου, πού συνέβη τά Χριστούγεννα τοῦ 1822:
«Πῆγες εἰς τό Μεσολόγγι
τήν ἡμέρα τοῦ Χριστοῦ,
μέρα πού ἄνθισαν οἱ λόγγοι
γιά τό τέκνο τοῦ Θεοῦ».
Ὁ πληροφοριοδότης τῶν Ἑλλήνων Γιάννης Γούναρης διεμήνυσε στούς Μεσολογγίτες τά ἑξῆς: «Ἀμέσως νά εἰπῆτε τῶν ἀρχηγῶν σας ὅτι οἱ Τοῦρκοι καί οἱ Τουρκοκαπεταναῖοι, γνωρίζοντες ὅτι αὔριο ἔχομεν οἱ Χριστιανοί τήν ἑορτήν τῶν Χριστουγέννων καί πηγαίνομεν ὅλοι εἰς τάς ἐκκλησίας, ἔχουν πεποίθησιν ὅτι καί οἱ ἐδικοί σας ἀρχηγοί, καπεταναῖοι καί μέρος στρατιωτῶν θά ὑπάγουν εἰς τάς ἐκκλησίας ἀφεύκτως, ἀπεφάσισαν νά κάμουν ἔφοδον δυό ὥρας πρίν ξημερώση».
Ἔτσι κι ἔγινε. Ξημερώνοντας Χριστούγεννα ὀχτακόσιοι Τουρκαλβανοί ἐπιχείρησαν νυχτερινή ἔφοδο, στήν ἀνατολική πλευρά τοῦ Μεσολογγίου· βρῆκαν ὅμως σθεναρή ἀντίσταση. Οἱ ἀπώλειες τῶν Μεσολογγιτῶν ἦταν ἐλάχιστες, ἐνῶ τῶν Τούρκων ξεπερνοῦσαν τούς 500 ἄνδρες. Οἱ Τοῦρκοι ἐκτέλεσαν τούς γονεῖς, τή γυναίκα, τά παιδιά καί ἀρκετούς συγγενεῖς τοῦ ἡρωικοῦ Γιάννη Γούναρη, ἐνῶ ὁ ἴδιος ἔγινε μοναχός ἤ σύμφωνα μέ ἄλλες πηγές δέν σώθηκε.
Χριστούγεννα 2021: Πῶς ἑτοιμαζόμαστε φέτος νά ὑποδεχθοῦμε τόν Μεγάλο Ἀναμενόμενο; Ὁ ἅγιος Ἱερώνυμος ἔλεγε πώς, ἄν ὁ Χριστός δέν γεννηθεῖ μέσα μας, τά Χριστούγεννα δέν θά ἔλθουν σέ μᾶς. Ἐλπίζουμε μέ τίς πρεσβεῖες τῶν νεομαρτύρων νά ἀξιωθοῦμε νά προσεγγίσουμε μέ καρδιά καθαρή τό «ξένον» καί «παράδοξον» Μυστήριον, γιά νά γίνει ἡ γέννηση τοῦ Κυρίου μας ἐγγύηση τῆς οὐσιαστικῆς πολυεπίπεδης ἐλευθερίας μας. Ἀμήν!
Ὑπέροχη διήγηση. Εύχαριστοῦμε.
ΑπάντησηΔιαγραφή