Δευτέρα 11 Οκτωβρίου 2021

ΟΣΙΟΣ ΘΕΟΦΑΝΗΣ Ο ΓΡΑΠΤΟΣ


     Ο όσιος Θεοφάνης γεννήθηκε στην Παλαιστίνη το 778. Οι γονείς του ήταν ευλαβείς και ιδιαίτερα φιλόξενοι. Οι ίδιοι δίδαξαν στα παιδιά τους ό,τι γνώριζαν από την ιερά και θύραθεν σοφία και μετά τα έστειλαν στην Μονή του Αγίου Σάββα (800). Σε αυτήν την ίδια Μονή αργότερα ο πατέρας τους εκάρη μοναχός ονομασθείς Ιωνάς, του οποίου η μνήμη τιμάται στις 21 Σεπτεμβρίου. Εκεί λοιπόν εμπιστεύθηκαν τα δύο αδέλφια στον άγιο Γέροντα Μιχαήλ [18 Δεκ.], ο οποίος τους δίδαξε την γραμματική, την φιλοσοφία και την ποιητική τέχνη, αλλά κυρίως τους μύησε στην επιστήμη των επιστημών και στην τέχνη των τεχνών, την μοναστική ζωή.

     Ο Θεοφάνης ακολούθησε σε όλα το παράδειγμα του πρωτότοκου αδελφού του Θεόδωρου [27 Δεκ.] και διέπρεψε εξίσου στην ταπείνωση και στην υπακοή, όπως και στην γνώση και στο χάρισμα της υμνογραφίας. Όταν ο Γέροντας Μιχαήλ ορίσθηκε σύγκελλος του πατριάρχη Ιεροσολύμων, εγκαταστάθηκε με τους μαθητές του στην Μονή των Σπουδαίων, δίπλα από την βασιλική της Αναστάσεως (811). Σε μικρό χρονικό διάστημα ο πατριάρχης Θωμάς χειροτόνησε τους δύο αδελφούς ιερείς και τους έστειλε μαζί με τον Γέροντα Μιχαήλ και τον μοναχό Ιώβ, πρέσβεις στην Κωνσταντινούπολη και στην Ρώμη για την στερέωση της Ορθοδόξου Πίστεως και για την στήριξη της Εκκλησίας Ιεροσολύμων, που βρισκόταν υπό την συνεχή απειλή των αραβικών εισβολών.

     Όταν οι πρέσβεις έφθασαν στην Κωνσταντινούπολη, εγκαταστάθηκαν στην Μονή της Χώρας, το σύνηθες κατάλυμα των μοναχών της Παλαιστίνης. Κατά την εποχή όμως αυτή πέθανε ο Μιχαήλ Α΄ Ραγκαβές και τον διαδέχθηκε ο Λέων Ε΄ ο Αρμένιος (813-820), ο οποίος γρήγορα εξαπέλυσε νέο κύμα διωγμών κατά των αγίων εικόνων (815). Το πρώτο βέβαια διάταγμα του τυράννου στρεφόταν μόνο κατά των ορθοδόξων επισκόπων, αλλά στην συνέχεια ο Λέων διέταξε να εξαφανισθούν όλες οι εικόνες και να επικαλυφθούν οι τοιχογραφίες των ναών. Τότε παρουσιάσθηκαν ενώπιόν του ο άγιος Μιχαήλ και οι μαθητές του, τον έλεγξαν δριμύτατα και τον νουθέτησαν να επιστρέψει στην ορθή Πίστη. Αντί απαντήσεως όμως, ο αυτοκράτορας διέταξε να μαστιγώσουν τους τέσσερις μοναχούς και να τους κλείσουν στην φυλακή, την λεγόμενη «Φιάλη», όπου οι άγιοι ομολογητές αρνήθηκαν να λάβουν τροφή από τα χέρια των αιρετικών. Και, αφού απέκρουσαν θαρραλέα τις προσπάθειες του μελλοντικού αιρετικού πατριάρχου Ιωάννου του Γραμματικού να τους προσηλυτίσει, τους χώρισαν. Ο άγιος Μιχαήλ έμεινε μαζί με τον Ιώβ στην Φιάλη, ενώ οι δύο αδελφοί εξορίσθηκαν σε ένα φρούριο στον Βόσπορο. Εκεί ο διοικητής είχε λάβει διαταγή να τους στερήσει και τα πλέον αναγκαία.

     Μετά την δολοφονία του Λέοντος, ανήλθε στον θρόνο ο Μιχαήλ Β΄ (820-829) και σταμάτησαν οι διωγμοί κατά των ορθοδόξων. Τότε οι Θεόδωρος και Θεοφάνης απελευθερώθηκαν μαζί με άλλους ομολογητές και εγκαταστάθηκαν στην Μονή του Αρχαγγέλου Μιχαήλ του Σωσθενίου, στην ευρωπαϊκή ακτή του Βοσπόρου. Εκεί μπόρεσαν να συνεχίσουν την ασκητική τους ζωή και να στείλουν πολλές επιστολές για την στερέωση της Ορθοδόξου Πίστεως. Μόλις όμως ο Θεόφιλος διαδέχθηκε τον πατέρα του στον θρόνο (829), οι διωγμοί ξανάρχισαν με έκταση και αγριότητα άνευ προηγουμένου. Ο αυτοκράτορας κάλεσε τον Θεόδωρο και τον Θεοφάνη στην πρωτεύουσα για ανάκριση και οι δύο αδελφοί υποβλήθηκαν και πάλι σε σκληρά βασανιστήρια, πριν εξορισθούν στην νήσο Αφουσία, όπως πολλοί άλλοι ομολογητές (834).

     Πέρασαν εν τω μεταξύ δύο χρόνια και τους κάλεσαν ξανά στην Κωνσταντινούπολη για νέα ανάκριση ενώπιον του αυτοκράτορος στην επίσημη αίθουσα του Χρυσοτρικλίνου (14 Ιουλίου 836). Τότε με ηρεμία και θάρρος οι άγιοι απέδειξαν ότι τα κείμενα που χρησιμοποίησαν οι θεολόγοι της αυλής ήταν νόθα και ότι η προσκύνηση των αγίων εικόνων είναι μία αληθινή ομολογία της ενανθρωπήσεως του Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού. Μόλις τους άκουσε ο Θεόφιλος, έξαλλος διέταξε να τους βασανίσουν ενώπιόν του. Οι άγιοι υπέμειναν με αδάμαστη καρτερία τα βασανιστήρια επί τέσσερεις ημέρες, οπότε ο τύραννος διέταξε να τους χαράξουν στα μέτωπα με πυρωμένο σίδερο δώδεκα ιαμβικούς στίχους που δήλωναν την αιτία της καταδίκης τους και εξ αυτού του γεγονότος έλαβαν την προσωνυμία «Γραπτοί».

     Έλεγαν αυτοί οι τιμωρητικοί στίχοι τα εξής:

   «Πάντων ποθούντων προστρέχειν πρὸς τὴν πόλιν

   Ὅπου πάναγνοι τοῦ Θεοῦ Λόγου πόδες

   Ἔστησαν εἰς σύστασιν τῆς οἰκουμένης,

   Ὤφθησαν δὲ οὗτοι τῷ σεβασμίῳ τόπῳ

   Σκεύη πονηρὰ δεισιδαίμονος πλάνης

   Ἐκεῖσε πολλὰ λοιπὸν ἐξ ἀπιστίας

   Πράξαντες δεινὰ αἰσχρὰ δυσσεβοφρόνως,

   Ἐκεῖθεν ἠλάθησαν ὡς ἀποστάται.

   Πρὸς τὴν πόλιν δὲ τοῦ κράτους πεφευγότες

   Οὐκ ἐξαφῆκαν τὰς ἀθέσμους μωρίας.

   Ὅθεν γραφέντες ὡς κακοῦργοι τὴν θέαν

   Κατακρίνονται καὶ διώκονται πάλιν».

     Με απλά λόγια:

   «Επειδή όλοι ποθούν να πάνε στην πόλη,

   όπου στάθηκαν τα πάναγνα πόδια του Θεού Λόγου

   με σκοπό να συνενωθεί η οικουμένη,

   παρουσιάσθηκαν στον σεβάσμιο αυτόν τόπο

   και τα πονηρά αυτά δοχεία της δεισιδαίμονος πλάνης.

   Εκεί λοιπόν, αφού έπραξαν λόγω της απιστίας τους

   πολλά και φοβερά αίσχη με φρόνημα μισητό στον Θεό,

   εκδιώχθηκαν από εκεί σαν αποστάτες.

   Και όταν κατέφυγαν στην πόλη του κράτους,

   δεν εγκατέλειψαν τις παράνομες ανοησίες τους.

   Γι’ αυτό, αφού καταγράφηκαν σαν κακούργοι στα μέτωπά τους

   κατακρίνονται και διώχνονται πάλι».

     Κατόπιν έριξαν τους δύο αιμόφυρτους ομολογητές στην φυλακή του Πραιτωρίου, όπου έλαβαν επιστολές παρηγορίας από τον Γέροντά τους, τον άγιο Μιχαήλ, και από τον άγιο Μεθόδιο [14 Ιουν.]. Έπειτα εξορίσθηκαν στην Απάμεια της Βιθυνίας (σημ. Μουδανιά)· οι κάτοικοί της τους θαύμασαν για την ακεραιότητά τους στην Ορθόδοξη Πίστη, την άσκηση και την πληρότητα της αγάπης τους. Εκεί ο Θεόδωρος, εξαντλημένος από τις κακουχίες και από την προχωρημένη του ηλικία, παρέδωσε την ψυχή του στον Κύριο (841). Παρά τις διαταγές του αυτοκράτορος να αφήσουν τα σώματα των ομολογητών άταφα, ο όσιος Θεοφάνης προέβη στην ταφή του αδελφού του και συνέθεσε προς τιμήν του έναν ποιητικό κανόνα.

     Μόνος πλέον ο Θεοφάνης, λίγο μετά τον θάνατο του Θεοφίλου εξορίσθηκε στην Θεσσαλονίκη, όπου έλαμψε με την διδασκαλία του. Όταν η ευσεβής αυτοκράτορα Θεοδώρα και ο γιος της Μιχαήλ αναστήλωσαν το 842 τις άγιες εικόνες, ο Θεοφάνης ανακλήθηκε από την εξορία μαζί με άλλους ομολογητές, ο πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως άγιος Μεθόδιος τον χειροτόνησε μητροπολίτη Νικαίας. Στην πόλη αυτή πέρασε ο άγιος τα τελευταία έτη του βίου του, ποιμαίνοντας με σοφία και σύνεση το πνευματικό του ποίμνιο και συνθέτοντας σημαντικό αριθμό ύμνων και κανόνων, οι οποίοι ψάλλονται ακόμη και σήμερα σε δεσποτικές εορτές και σε εορτές αγίων. Και αφού κατέστησε τον εαυτό του διά των θλίψεων ζωντανή εικόνα του Σωτήρος Χριστού, εγκατέλειψε τα επίγεια και συγκαταλέχθηκε στον χορό των αγίων την 11η Οκτωβρίου του 845.

—ΑΠΟΛΥΤΙΚΙΟΝ—

Ἦχος πλ. α΄. Τὸν συνάναρχον Λόγον.

   Μυηθεὶς τῶν Ἀγγέλων Πάτερ τὸ σύντονον, θεοφανείας ἀρρήτου ἐδείχθης σάλπιγξ χρυσῆ, περιούσιον λαὸν τρέφων τοῖς λόγοις σου· τῶν γὰρ πανσόφων σου ᾠδῶν, ἡ πανεύσημος μολπή, εὐφραίνει τὴν Ἐκκλησίαν, δι’ ἣν λαμπρῶς ἠγωνίσω, θεομακάριστε Θεόφανες.

—ΚΟΝΤΑΚΙΟΝ—

Ἦχος δ΄. Ἐπεφάνης σήμερον.

   νεφάνης Ὅσιε τῇ Ἐκκλησίᾳ, ὥσπερ ἄλλος ἥλιος, ταύτην φωτίζων ἀστραπαῖς, τῶν σῶν δογμάτων Θεόφανες, ὡς θυηπόλος Χριστοῦ τοῦ Θεοῦ ἡμῶν.

—ΜΕΓΑΛΥΝΑΡΙΟΝ—

   ργανον τοῦ Πνεύματος ἐμμελές, λιγυρὰ κινύρα, ἐξαγγέλλουσα τοῖς ἐν τῇ γῇ, τῶν ἐπουρανίων, ᾀσμάτων τὰς ὑψώσεις, ὑπάρχεις Ἱεράρχα, Πάτερ Θεόφανες.

[ Ιερομονάχου Μακαρίου  Σιμωνοπετρίτου:«Νέος Συναξαριστής

της Ορθοδόξου Εκκλησίας»·Διασκευή εκ του Γαλλικού:

Γαβριήλ Νικολάου Πεντζίκης.Επιμέλεια ανάρτησης:π. Δαμιανός. ]

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου