Σύμφωνα με τα γνωστά βιογραφικά στοιχεία, τα οποία αναφέρουν οι βυζαντινοί χρονογράφοι -όπως ο Γεώργιος ο Αμαρτωλός, ο Συμεών, ο Μάγιστρος- η Οσία Κασσιανή (ή Κασσία ή Ικασία ή Εικασία) η Υμνογράφος γεννήθηκε μεταξύ του 805 και του 810 στην Κωνσταντινούπολη και έζησε επί αυτοκρατορίας του βασιλέως Θεοφίλου (829 -842). Ο πατέρας της ήταν επιφανές μέλος φεουδαρχικής οικογενείας και φαίνεται πως του είχε απονεμηθεί ο τίτλος του Κανδιδάτου στην αυλή της Βασιλεύουσας. Η Κασσιανή ήταν όμορφη στην όψη, σεμνή και η αγάπη της για τη μόρφωση και τα γράμματα, ήταν αυτή που οδήγησε την Ευφροσύνη, μητέρα του Θεοφίλου, να την επιλέξει μεταξύ άλλων εκλεκτών βυζαντινών νεανίδων, ως υποψήφια νύμφη του υιού της. Το σχέδιο του Θεού, παρά το ότι ήταν η επικρατέστερη, την προόριζε για πολύ ανώτερο ρόλο από εκείνον της αυτοκράτειρας.
Έτσι, όπως αναφέρει η Παράδοση, η μητέρα του Αυτοκράτορα του έδωσε να προσφέρει σ’ αυτήν που θα επέλεγε ως σύζυγο ένα χρυσό μήλο… Ο Θεόφιλος εντυπωσιασμένος από την φυσική ομορφιά της Οσίας Κασσιανής ελκύσθη αμέσως προς αυτήν, ωστόσο, θέλησε, πριν της χαρίσει το χρυσό μήλο, να ελέγξει την εξυπνάδα και την ετοιμότητά της. Για τον λόγο αυτόν της είπε· «Ως άρα διά γυναικός ερρύη τα φαύλα»! Και μ’ αυτήν την φράση εννοούσε την Εύα, και τα δεινά τα οποία προέκυψαν από την ανυπακοή της…
Η Κασσιανή τότε, του απάντησε ευστόχως και ευφυέστατα: «Αλλά και διά γυναικός πηγάζει τα κρείττονα»… αναφερόμενη φυσικά την Θεοτόκο και στη δια αυτής σάρκωση του Χριστού… Ο αυτοκράτορας -του οποίου επλήγη το γόητρο από την απάντηση- έδωσε τότε το μήλο σε μια άλλη κοπέλα, την Θεοδώρα, η οποία καταγόταν από την Παφλαγονία της Μ. Ασίας. Έκτοτε, η Οσία Κασιανή έκτισε την Μονή Κασσίας (843) δυτικά της Κωνσταντινουπόλεως κι έζησε τον υπόλοιπο βίο της ως μοναχή.
Μετά την αφιέρωσή της εις τον Θεό, της δόθηκε η ευκαιρία να καλλιεργήσει και να ασχοληθεί περισσότερο με το θείο ποιητικό της ταλέντο καθώς επίσης να φιλοτεχνήσει θαυμασίους εκκλησιαστικούς ύμνους. Η παραδειγματική πίστη της σε συνδυασμό με την ασκητική ζωή της και το Θείον Χάρισμα της ποιήσεως την ανέδειξαν σε αθάνατη υμνωδό της Εκκλησίας.
Η Κασσιανή, σύμφωνα με τον πατέρα της Ιστορίας της βυζαντινής
λογοτεχνίας, Κρουμβάχερ, υπήρξε η μόνη αξιομνημόνευτη βυζαντινή
ποιήτρια, η οποία εμπνεύστηκε θαυμάσιους εκκλησιαστικούς ύμνους,
τροπάρια ιδιόμελα και ειρμούς. Οι σημαντικότεροι εκ των οποίων είναι
το τροπάριο της Μ. Τετάρτης «Κύριε, η εν πολλαίς αμαρτίαις περιπεσούσα
γυνή…», το τετραώδιο του Μ. Σαββάτου «Άφρων γηραλέε» και άλλα τινά όπως:
α) Το δοξαστικό του εσπερινού των Χριστουγέννων «Αυγούστου μοναρχήσαντος επί της γης…»,
β) Το δοξαστικό των αποστίχων του εσπερινού της Γενήσεως του Τιμίου Προδρόμου (24-6), «Ησαΐου νυν του προφήτου…»,
γ) Το εις τους μάρτυρες Γουρίαν, Σαμωνά, και Άβυδον στιχηρό, σε ήχο Β΄ (15-11).
δ) Τα δύο στιχηρά εις τους μάρτυρες Ευστράτιο, Αυξέντιο, Ευγένιο, Ορέστη.
Επίσης αναφέρεται ότι η Οσία Κασιανή ασχολήθηκε και με την κοσμική ποίηση συγγράφοντας πλήθος γνωμικών και επιγραμμάτων, τα οποία είναι γραμμένα κατά το μεγαλύτερο τους μέρος σε ιαμβικό τρίμετρο. Τα θέματα, τα οποία κυριαρχούν σε αυτά τα γνωμικά αφορούν την μωρία, τον πλούτος, τον φθόνο και τη φειδώ. Πλείστα εξ αυτών αρχίζουν με την λέξη «μισώ». Πχ. «Μισώ τον μοιχόν, όταν κρίνη τον πόρνον. Μισώ σιωπήν, ότε καιρός του λέγειν. Μισώ τον διδάσκοντα μηδέν ειδότα».
Σύμφωνα με την λαϊκή παράδοση, το πρόσωπο του Θεοφίλου αναμιγνύεται στη δημιουργία του τροπαρίου «Κύριε η εν πολλαίς αμαρτίαις περιπεσούσα γυνή», διότι όπως αναφέρεται από την παράδοση αυτή, κατά την περίοδο που συνέγραφε το τροπάριο η Οσία Κασιανή και ενώ είχε φθάσει στην φράση «κρότον τοις ωσίν ηχηθείσαν», εδέχθη την επίσκεψη του Θεοφίλου, ο οποίος ήτο ακόμη ερωτευμένος μαζί της κι επιζητούσε να τη δει για τελευταία φορά πριν πεθάνει… Τότε, η μακαρία Κασσιανή κρύφτηκε, ώστε να τον αποφύγει, κι εκείνος, φεύγοντας την εντόπισε που κρυβόταν σε μια ντουλάπα αλλά δεν της μίλησε, σεβόμενος την επιθυμία της. Αφού διάβασε το κείμενο, που είχε γραφθεί έως εκείνη τη στιγμή, προσέθεσε «τω φόβω εκρύβη», θέλοντας δηλαδή για ακόμη μια φορά να την περιπαίξει.
Το επεισόδιο αυτό της λαϊκής παραδόσεως – το οποίον πιθανώς αποτελεί μύθο- ελήφθη λανθασμένα από τους μυθιστοριογράφους και εδόθη άλλη προέκταση στην έννοιά του. Έτσι, ταυτίσθηκε η πόρνη του τροπαρίου, με την μορφή της Οσίας Κασσιανής! Φυσικά, αυτή η ταύτιση είναι εντελώς αβάσιμη, ακόμη, κι αν η ιστορία περί των καλλιστείων για την εκλογή της μελλοντικής συζύγου του βασιλέως είναι αληθινή. Δυστυχώς, η τάση των ανθρώπων για συναισθηματικές ιστορίες, η αρρωστημένη σκέψη ορισμένων μυθιστοριογράφων και η προβολή των δικών τους σαρκικών και αμαρτωλών επιθυμιών, ακόμη και στα πιο άγια πρόσωπα, δημιούργησαν τον μύθο, ο οποίος αναφέρθηκε. Η ευλογημένη Κασσιανή δεν υπήρξε ουδέποτε πόρνη αλλά ακόμη κι αν αυτό ήταν αληθινό, η Εκκλησία μας θα το προέβαλλε ως υπόδειγμα μετανοίας και παράδειγμα προς μίμηση, όπως έπραξε και για άλλες παρόμοιες περιπτώσεις.
Λέγεται, πως αργότερα η Οσία μετέβη στην Ιταλία, και λίγο αργότερα με τη συνοδεία κάποιας αδελφής Ευδοκίας πήγε στην Κρήτη κι από εκεί κατέληξε στην Κάσσο, όπου και εκοιμήθη στις 7 Σεπτεμβρίου. Το τίμιο λείψανό της τοποθετήθηκε εντός μαρμάρινης λάρνακας η οποία ευρίσκετο σε παρεκκλήσιο, το οποίον ετιμάτο στην μνήμη της.
Απολυτίκιον.
Ήχος πλ. α΄ . Τον συνάναρχον Λόγον…
Βασιλέως γηΐνου τον πόθον έρωτος, υπεριδούσαν εμφρόνως, Κασσιανήν
ευκλεή, δι’ αγάπην του Παντάνακτος υμνήσωμεν, ως αρετής υπογραμμόν, και
ποιήτριαν σεπτήν,
ασμάτων αναβοώντες· της Βασιλείας ευχαίς σου, Θεού ημάς μετόχους ποίησον.
Τῆς μετανοούσης ἁμαρτωλοῦ, δάκρυσι δὲ πλείστοις, ἐκπλυνάσης τοῦ Ἰησοῦ, πόδας τοὺς ἀχράντους, ὁσία ὑμνογράφε, τροπάριον τὸ πάνυ, πάλαι συνέγραψας.
ΑπάντησηΔιαγραφή