Μια απλή μεταγλώττιση από τήν ποντιακή (ρωμαίϊκα έλεγαν οι παππούδες μας) στήν νεοελληνική:
Πάρε, γιέ μου, το σπαθί σου, το Ελληνικό σου κοντάρι/
καί τραβά σκόρπισέ τους όπως ο άνεμος τά φύλλα./
-Χίλιους έκοψα τό πρωί, χίλιους το μεσημέρι,/
μα ο Θεός έστησε βροχή καί βρέχει τουρκοπούλια,/
ο Θεός έστησε βροντή, βροντούν οι εκκλησιές.
Οϊ όϊ
ΑπάντησηΔιαγραφή"Η Ελληνική"...!
ΑπάντησηΔιαγραφήΈτσι ονόμαζαν
τήν επίσημη γλώσσα
που οι γνώστες της
φυσικά
τήν αντιλαμβάνονταν μέσα στήν διαχρονία της
...
από τόν Όμηρο μέχρι τον
Παπαδιαμάντη...
ενώ γιά τίς κατά τόπους διαλέκτους
(που περιλάμβαναν στά καθ'ημάς και τα βλάχικα ή τ'αρβανίτικα)
χρησιμοποιούσαν τον όρο
...τα "ρωμαίηκα"...!