"
Ἀρχές Μαρτίου 2005. Ταξίδι στό Σινά. Ἀρχονταρίκι. Ὁ π. Παῦλος
ὑποδέχεται τούς προσκυνητές, μά καί τίς καλόγριες πού ἔφταξαν ἀπό τή
Ραϊθώ νά τόν παρακαλέσουνε νά προσευχηθεῖ γιά νά βρέξει στό μοναστήρι
τους. Σταγόνα δέν εἶχε πέσει ὅλον τόν χειμώνα στόν τόπο τους, εἶπαν. Τίς
ἀκούω καί χαμογελῶ. Πῶς εἶναι δυνατόν ὁ καιρός ν' ἀλλάζει κατά τίς
πεθυμιές τῶν ἀνθρώπων;
Θυμήθηκα
ἀπό τό γεροντικό ἀνάλογες ἱστορίες, μά ὁλιγόπιστος ἐπιμένω λογικά. Δέν
μιλῶ, ὅμως δέν μπορῶ νά δεχθῶ τήν "ἁπλοϊκότητά" τους.
Ἑσπερινός.
"Αὔριο θά λειτουργήσουμε μέ τόν π. Παῦλο στόν ἅγιο Γεώργιο τόν Ἀρσελαΐτη", μοῦ εἶπε ὁ διάκος Μιχαήλ. "Ἄν θέλετε, ἐλᾶτε".
Ἀξημέρωτα
μέ τζίπ toyota, μοντέλα τοῦ 1960 μέ βεδουΐνους ὁδηγούς, διασχίζαμε τήν
ἔρημο, μιάμιση ὥρα πορεία. Σέ κάθε ἐμπόδιο ὑπῆρχε μιά ἀνέλπιστη λύση.
Ὀμπρός
μας τό φαράγγι. Βράχοι. Ἄλλη μιάμιση ὥρα πορεία μέ τά πόδια στόν
ἀπαράκλητο τόπο. Φτάσαμε, ἐπιτέλους, στή σκήτη τοῦ Ἀρσελάου.
Ἡ ἐκκλησία λιτή, φροντισμένη ἀπό τό μοναστήρι. Βεδουϊνοι ὁλόγυρα μᾶς περιεργάζονται καθήμενοι σέ ἀπόσταση.
Ἑτοίμασαν
τήν Ἁγία Τράπεζα κι ἄρχιξε ὁ π. Παῦλος νά λειτουργεῖ. Διάκονός του ὁ
Μιχαήλ. Συννεφιάζει. Δι΄ εὐχῶν. Καφές, χαρά στήν αὐλή. Κι ἄρχισε νά
ψιχαλίζει. Ναί, ψιχαλίζει Θεέ μου, στή ἔρημο. Βρέχει. Ἀνεβαίνουμε τούς
γκρεμνούς. Βρέχει ὁ Θεός. Ἐπιστροφή στήν ἔρημο, στήν ἄμμο. Βρέχει.
Μουσκεμένοι. Μαζέψαμε ξερόκλαδα κι ἀνάψαμε φωτιά νά στεγνώσουμε.
Κι εἶχε χαρά πολλή ὁ π. Παῦλος, ἔλαμπε. Τά μάτια μου δέν πίστευαν ὅσα ἔβλεπαν.
Τά τζίπ περίμεναν. Ἐπιστροφή. Χείμαρροι τρέχουν στά βουνά, ρυάκια στήν ἔρημο.
Φτάξαμε στό μοναστήρι. Τέτοιο νερό δέν θυμοῦνται, μᾶς εἶπαν.
Καί δόξασα κι ἐγώ τόν Θεό ὁ ὁλιγόπιστος πού θαρροῦσα ὅτι ἐτοῦτες οἱ ἱστορίες του γεροντικοῦ ἤτανε παραμύθια.
Ὁ π. Παῦλος χαμογελοῦσε δίχως νά μιλεῖ, μά φαινότανε ἡ χαρά στά μάτια του. Δόξα σοι ὁ Θεός.
Τι μου θυμήσατε ! Είχα την ευλογία να τον γνωρίσω εκεί στο περίλαμπρο μοναστήρι που έκτισε ο Αυτοκράτορας Ιουστινιανός προς τιμήν της Αγίας Αικατερίνης ανάμεσα στα βράχια του Θεοβάδιστου Χωρήβ με το ιδιαίτερο χρώμα τους , κάτι ανάμεσα σε καφέ - κόκκινο . Είμασταν έξω από το ιερό της Μονής και μας έδειχνε την Βάτο που έβγαινε από το εσωτερικό του ιερού προς τα έξω.
ΑπάντησηΔιαγραφήΑνάμεσα στα άλλα που μας έλεγε με τη χαρακτηριστική του απλότητα , μας περιέγραφε μια σκηνή που είχε ζήσει τη προηγούμενη ημέρα σε ένα βενζινάδικο ενός Αιγυπτίου που είχαν πάει από τη Μονή για να πάρουν βενζίνη σε μπιτόνια για κάποια γεννήτρια.
Είχε πιάσει τη κουβέντα μαζί τους ο Αιγύπτιος και δεν είχε δει ότι το μπιτόνι είχε γεμίσει και η βενζίνη έπεφτε στο δρόμο. Τότε του φωνάζει κάποιος τουρίστας περαστικός ότι χανόταν η βενζίνη και ο Αιγύπτιος εντελώς ατάραχος του απάντησε : 'Και τι έγινε ? Νερό είναι ? "