Δεν λυγάνε τα ξεράδια και πονάνε τα ρημάδια
κούτσα μια και κούτσα δυο στης ζωής το ρημαδιό
Μεροδούλι ξενοδούλι δέρναν ούλοι οι αφέντες δούλοι
ούλοι δούλοι αφεντικό και μ’ αφήναν νηστικό
και μ’ αφήναν νηστικό
Ανωχώρι κατωχώρι ανηφόρι κατηφόρι
και με κάμα και βροχή ώσπου μου `βγαινε η ψυχή
Είκοσι χρονώ γομάρι σήκωσα όλο το νταμάρι
κι έχτισα στην εμπασιά του χωριού την εκκλησιά
του χωριού την εκκλησιά
Άιντε θύμα άιντε ψώνιο άιντε σύμβολο αιώνιο
αν ξυπνήσεις μονομιάς θα `ρθει ανάποδα ο ντουνιάς
θα `ρθει ανάποδα ο ντουνιάς
Και ζευγάρι με το βόδι άλλο μπόι κι άλλο πόδι
όργωνα στα ρέματα τ αφεντός τα στρέμματα
Και στον πόλεμο όλα για όλα κουβαλούσα πολυβόλα
να σκοτώνονται οι λαοί για τ’ αφέντη το φαΐ
για τ’ αφέντη το φαί
Άιντε θύμα άιντε ψώνιο...
Koίτα οι άλλοι έχουν κινήσει έχει η πλάση κοκκινίσει
άλλος ήλιος έχει βγει σ’ άλλη θάλασσα άλλη γη
Άιντε θύμα άιντε ψώνιο...
Ωραία μουσική -- ίσως Μαρκόπουλου ? -- ωραίο το ποίημα , μόνο του άνευ περιεχομένου . Συνήθως συμβαίνει τα ωραία έργα νά είναι επιδεκτικά ενός οποιουδήποτε άλλου περιεχομένου .
ΑπάντησηΔιαγραφήΌσοι είχαν κοκκινίσει
ΑπάντησηΔιαγραφήκι όσοι φόρεσαν τα μπλέ
τώρα
ντύνονται στά γκρί,
μάσκα λένε...μέσα έξω
και πολύχρωμο σκουφί...
Τώρα
γέρικα γομάρια...
ποιά νταμάρια...
μονο φόβος
και ψηλά στον ουρανό
μόνο σύννεφα θωρώ...
Ήλιος, θάλασσα, χαμένα...
...μαυροκόκκινο φεγγάρι,
την ανάσα μούχει πάρει
κι ο αγέρας, είναι λέει
χάροντας που επιπλέει!
Να μπορούσα να ξυπνήσω
απ' αυτόν τον εφιάλτη
μονομιάς να ξανακάνω
ίδια πάθη, ίδια λάθη...
το γομάρι δε νογά
λογαριάζει, δεν αλλάζει.